Του Αυγουστίνου Ι. Δημητρά *
Το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο είναι σήμερα ένα από τα κορυφαία σε αριθμό προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών της χώρας. Ιδρύθηκε πριν από 20 χρόνια με κύρια αποστολή του την εξ αποστάσεως παροχή προπτυχιακής και μεταπτυχιακής εκπαίδευσης. Από την έναρξη της λειτουργίας του, το ΕΑΠ διοικείται από μια διορισμένη Διοικούσα Επιτροπή αντί των εκλεγμένων οργάνων που προβλέπονται για όλα τα ελληνικά πανεπιστήμια. Το συνολικό πλαίσιο λειτουργίας του Ιδρύματος, όμως, παρουσιάζει μια σειρά από ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, σε σχέση με τα υπόλοιπα πανεπιστήμια της χώρας τα οποία είναι σκόπιμο να λαμβάνονται υπόψη από όλους όσους κατά καιρούς επιχειρούν να εκφέρουν απόψεις για το παρόν και το μέλλον του.
Η πρώτη σημαντική διαφορά του ΕΑΠ από τα υπόλοιπα δημόσια πανεπιστήμια της χώρας είναι η βασική πολιτική επιλογή της χρηματοδότησης της λειτουργίας του. Ενώ όλα τα υπόλοιπα πανεπιστήμια στηρίζονται στον κρατικό προϋπολογισμό, για το ΕΑΠ επελέγη η λύση της αυτοχρηματοδότησης. Σε όλη τη διάρκεια της ανάπτυξής του, το ΕΑΠ άντλησε αναλογικά πολύ λίγους πόρους απευθείας από την Πολιτεία και στηρίχθηκε στην οικονομική συνεισφορά των φοιτητών του. Στην πραγματικότητα, το μεγαλύτερο ποσοστό αυτής της οικονομικής συνεισφοράς κάλυπτε το κόστος του Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΣΕΠ), ενώ ο διοικητικός μηχανισμός, οι υποδομές και το εκπαιδευτικό υλικό, χρηματοδοτήθηκαν κυρίως από κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έτσι, το μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής συνεισφοράς των φοιτητών, που κανονικά θα αντιστοιχούσε στο κόστος ανάπτυξης εκπαιδευτικού υλικού, την απόκτηση τεχνολογικών μέσων και τη διοικητική υποστήριξη του Ιδρύματος έμενε αχρησιμοποίητο, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα σημαντικό αποθεματικό.
Η εικόνα αυτή δημιούργησε την ψευδαίσθηση της οικονομικής αυτάρκειας και κερδοφορίας του Ιδρύματος. Ταυτόχρονα, οι διορισμένες Διοικούσες Επιτροπές απέφυγαν συστηματικά να διεκδικήσουν από τους πολιτικούς προϊσταμένους τους την μόνιμη στελέχωση του Ιδρύματος με διοικητικό προσωπικό και μέλη ΔΕΠ και την έμμεση ή άμεση κάλυψη μέρους του κόστους λειτουργίας του ΕΑΠ απευθείας από την Πολιτεία. Αποδέχτηκαν τις εύκολες και βολικές για όλους λύσεις: πλήρωναν οι φοιτητές και η Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ οι έχοντες την πολιτική ευθύνη δεν αντιμετώπιζαν 'ενοχλητικά' αιτήματα. Έτσι, το Ίδρυμα δεν απέκτησε ποτέ πραγματική εικόνα της θέσης του και των αναγκών του.
Ο προσδιορισμός του ύψους της οικονομικής συμμετοχής των φοιτητών αλλά και τα αιτήματα μείωσής του δεν αντιμετωπίστηκαν ποτέ με όρους κόστους αλλά στο πλαίσιο άσκησης 'πολιτικής'. Η διακοπή της ενίσχυσης της λειτουργίας του ΕΑΠ από κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φέρνει το Ίδρυμα σε μια νέα πραγματικότητα για την οποία δεν είναι προετοιμασμένο, ούτε το ίδιο ούτε και η Πολιτεία. Με βάση τα πλέον πρόσφατα οικονομικά στοιχεία και τις τάσεις στις εγγραφές φοιτητών, φαίνεται ότι όχι απλά το ΕΑΠ δεν μπορεί να είναι κερδοφόρο, παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα, αλλά και ότι χωρίς την ανάλωση του αποθεματικού του είναι αμφίβολο εάν θα μπορέσει μεσοπρόθεσμα να ανταποκριθεί στο ρόλο του και στις προσδοκίες της κοινωνίας.
Μια δεύτερη σημαντική διαφορά του ΕΑΠ είναι ότι απευθύνεται σε φοιτητές διαφορετικών εκπαιδευτικών αναγκών και προσδοκιών και οι οποίοι έχουν ξεπεράσει την τυπική ηλικία φοίτησης, όπως την συναντάμε στα 'παραδοσιακά' πανεπιστήμια. Μια μερίδα των φοιτητών του αντιλαμβάνεται το ΕΑΠ ως Ίδρυμα 'δεύτερης ευκαιρίας' και η προσδοκία τους περιλαμβάνει αποκλειστικά την χαρά της γνώσης και της αναγνώρισής της με την απονομή ενός πανεπιστημιακού τίτλου. 'Αλλοι φοιτητές προτάσσουν την επαγγελματική κατοχύρωση που προσφέρει η απόκτηση ενός προπτυχιακού πανεπιστημιακού τίτλου που συνοδεύεται από επαγγελματικά δικαιώματα. Υπάρχει όμως και εκείνη η μερίδα φοιτητών που, έχοντας ήδη έναν πανεπιστημιακό προπτυχιακό τίτλο, αναζητούν έναν μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών, είτε για τη γνώση που θα τους προσφέρει επαγγελματικές διεξόδους είτε απλά για την εργασιακή τους αναβάθμιση σε περιβάλλοντα όπου ο μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών θεωρείται πρόσθετο προσόν ή αναγκαίο τυπικό εφόδιο επαγγελματικής εξέλιξης. Ταυτόχρονα, πρέπει να σημειώσουμε ότι υπάρχουν φοιτητές οι οποίοι σε κάποιον προηγούμενο χρόνο έχουν φοιτήσει σε ένα 'παραδοσιακό' πανεπιστήμιο και άλλοι οι οποίοι έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή με την τριτοβάθμια εκπαίδευση μέσω του ΕΑΠ.
Συμπερασματικά, στο ΕΑΠ σπουδάζουν διαφορετικοί φοιτητές με διαφορετικές προσδοκίες, διαφορετικές προηγούμενες γνώσεις και διαφορετικές εμπειρίες. Τα Προγράμματα Σπουδών που προσφέρει το Ίδρυμα, όμως, περιλαμβάνουν κατά βάση ομάδες φοιτητών με σχετικά ομοιογενή χαρακτηριστικά με αποτέλεσμα η παραπάνω διαφοροποίηση να αντανακλάται, τελικά, σε αυτά και, σε ένα βαθμό, στις Σχολές του. Η διοίκηση του ΕΑΠ, όμως, αντιμετωπίζει τα προγράμματα αυτά (και τους φοιτητές του) τόσο σε ακαδημαϊκό όσο και σε οργανωτικό επίπεδο με ενιαίο και ισοπεδωτικό τρόπο, αντίθετα με αυτό που συμβαίνει διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα σε Πανεπιστήμια που περιλαμβάνουν ένα τόσο ευρύ φάσμα επιστημονικών αντικειμένων και Προγραμμάτων Σπουδών. Η αντιμετώπιση αυτή εκπορεύεται κυρίως από την παρουσία μιας διορισμένης Διοικούσας Επιτροπής, ενός συγκεντρωτικού αποφασιστικού οργάνου, το οποίο δεν προέρχεται από την πανεπιστημιακή κοινότητα και που επιθυμεί να διατηρήσει τον έλεγχο του Ιδρύματος υπηρετώντας πολιτικούς στόχους που δεν ταυτίζονται απαραίτητα με τις εκπαιδευτικές ανάγκες των φοιτητών του και, τελικά, υποβαθμίζει την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
Τρίτη σημαντική διαφορά είναι το γεγονός ότι το ΕΑΠ οφείλει να αναπτύσσεται και να αξιολογείται ταυτόχρονα σε δυο επιστημονικές διαστάσεις: την διάσταση των κλασσικών επιστημονικών αντικειμένων που υπηρετεί και τη διάσταση της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Οφείλει, δηλαδή, να απασχολεί επιστημονικό προσωπικό με χαρακτηριστικά επάρκειας στο βασικό γνωστικό αντικείμενό του (Φυσική, Ιστορία, Οικονομική Ανάλυση κλπ) και που ταυτόχρονα διαθέτει γνώση και ικανότητα ανάπτυξης και διαχείρισης ενός περιβάλλοντος εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Η διδακτική επιμέρους επιστημονικών πεδίων (πχ διδακτική των Μαθηματικών, της Πληροφορικής, της Οικονομίας κ.ά.) είναι έτσι κι αλλιώς ένα σημαντικό αντικείμενο για την κλασσική μορφή εκπαίδευσης. Στο πλαίσιο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης η διδακτική κάθε επιμέρους αντικειμένου λαμβάνει νέες διαστάσεις.
Το προσωπικό του ΕΑΠ οφείλει να αντιμετωπίσει την πρόκληση της αποτελεσματικής εξ αποστάσεως διδασκαλίας ανά αντικείμενο, παρακολουθώντας ταυτόχρονα τις επιστημονικές, θεσμικές κλπ εξελίξεις που απαξιώνουν ραγδαία το εκπαιδευτικό υλικό και δημιουργούν διαρκώς νέες ανάγκες. Η Διοικούσα Επιτροπή αποτελεί ένα ολιγομελές διοικητικό όργανο του οποίου η πλειοψηφία των μελών διαθέτει, εκ των πραγμάτων, περιορισμένη επαφή με την εξελισσόμενη εκπαιδευτική πραγματικότητα του ΕΑΠ και μη μακροπρόθεσμη προοπτική ενασχόλησης με αυτήν. Ο έλεγχος της εκπαιδευτικής διαδικασίας με γραφειοκρατικό και συγκεντρωτικό τρόπο από, από αυτήν αποτελεί τροχοπέδη που ακυρώνει κάθε προσπάθεια εξέλιξης του Ιδρύματος στην πλέον κρίσιμη πλευρά του.
Τέλος, ιδιαίτερο χαρακτηριστικό με πολλές θετικές αλλά και αρνητικές επιπτώσεις είναι το γεγονός ότι το ΕΑΠ στηρίζεται για τη διεξαγωγή της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε πολύ μεγάλο βαθμό σε Συνεργαζόμενο Εκπαιδευτικό Προσωπικό (ΣΕΠ). Το προσωπικό αυτό, αν και γενικά διαθέτει υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα δεν έχει ομοιογένεια. Στα μέλη ΣΕΠ συναντώνται διαφορετικά κίνητρα, εμπειρίες, ικανότητες και δυνατότητες. Ενώ, όμως, όλα τα Πανεπιστήμια έχουν τη δυνατότητα επιλογής εξωτερικών συνεργατών με βάση τις εκπαιδευτικές και ερευνητικές τους ανάγκες για κάθε προσφερόμενο Πρόγραμμα Σπουδών, το ΕΑΠ έχει καθιερώσει ένα αρτηριοσκληρωτικό σύστημα επιλογής προσωπικού που, με τον μανδύα της αντικειμενικότητας, οδηγεί σε πολλαπλές αστοχίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ακόμη και μέλη ΣΕΠ με χρόνια συνεργασίας με το Ίδρυμα δεν έχουν κατανοήσει τη διαδικασία και τα κριτήρια επιλογής ΣΕΠ και θεωρούν ότι πρόκειται απλά για ένα κατευθυνόμενο και ελεγχόμενο σύστημα ανακατανομής πόρων που διαχειρίζονται τα μέλη ΔΕΠ του Ιδρύματος.
Στην πραγματικότητα, το υπάρχον πλαίσιο καθιστά τη Διοικούσα Επιτροπή υπεύθυνη για όλη τη διαδικασία πρόσληψης συνεργαζόμενου προσωπικού. Αφαιρεί, δηλαδή, τόσο από τα μέλη ΔΕΠ όσο και από τις Σχολές του ΕΑΠ, τα ακαδημαϊκά όργανα δηλαδή που έχουν την ευθύνη για την εύρυθμη λειτουργία των Προγραμμάτων Σπουδών και διαθέτουν τη λεπτομερή γνώση των ιδιαίτερων συνθηκών και απαιτήσεών τους, κάθε αρμοδιότητα και δυνατότητα παρέμβασης σε αυτό το πεδίο. Είναι αναγκαία η αναθεώρηση του συστήματος επιλογής ΣΕΠ του ΕΑΠ με τρόπο που να διασφαλίζει τόσο το υψηλό ακαδημαϊκό επίπεδο όσο και την επάρκεια των επιλεγόμενων μελών ΣΕΠ με κύριο όργανο επιλογής και εποπτείας αυτών τις Κοσμητείες των Σχολών του Ιδρύματος, κατά τα πρότυπα λειτουργίας όλων των Πανεπιστημίων.
Τα παραπάνω είναι μερικά από τα κύρια χαρακτηριστικά του ΕΑΠ με σημαντική επίπτωση στις δυνατότητες και τις προοπτικές του, που όμως δεν έχουν τύχει της ανάλογης προσοχής μέχρι σήμερα. Διαχρονικά, οι πολιτικές ηγεσίες του Υπουργείου Παιδείας έχουν εξαντλήσει το ενδιαφέρον τους στην τοποθέτηση 'έμπιστων' Διοικουσών Επιτροπών και την αποτροπή δημοσιοποίησης κάθε είδους προβλημάτων, διαμαρτυριών και καταγγελιών. Ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός για το ΕΑΠ δεν ήταν στις προτεραιότητες ούτε των πολιτικών ηγεσιών ούτε των Διοικουσών Επιτροπών, όπως δυστυχώς, συνέβαινε και σε πάρα πολλούς άλλους τομείς. Οι λίγες φωτισμένες μορφές και οι απόψεις τους για το ΕΑΠ αγνοήθηκαν και απαξιώθηκαν υπό το βάρος της πολιτικής συγκυρίας και της ανάγκης αυτοσυντήρησης των διορισμένων ηγεσιών του. Το ΕΑΠ, όμως, βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι.
Αν δεν γίνουν αντιληπτά τα χαρακτηριστικά αυτά και δεν ληφθούν υπόψη στην ανάπτυξη του Ιδρύματος, η δυσμενής οικονομική συγκυρία θα αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια της σε ένα επαναστατικό εγχείρημα για τον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Ο επιχειρούμενος ανασχεδιασμός του χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα, οφείλει να λάβει σοβαρά υπόψη του το ΕΑΠ το οποίο δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται πλέον ως συμπληρωματικό αλλά ως βασικό, αυτόνομο και ισότιμο με τα άλλα Ιδρύματα μέρος της ελληνικής πανεπιστημιακής πραγματικότητας, όπως συμβαίνει παγκοσμίως με τους φορείς παροχής τριτοβάθμιας εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Η επιλογή της μη αυτοδιοίκησης και της 'ειδικής' μεταχείρισης κρατά τεχνητά το ΕΑΠ μακριά από τη σύγχρονη ακαδημαϊκή πραγματικότητα και το καταδικάζει στον μόνιμο ρόλο του φτωχού συγγενή, έρμαιο της συγκυρίας και των πολιτικών ή άλλων συμφερόντων.
Η πρόσφατη αναθεώρηση του νομικού πλαισίου που διέπει το ΕΑΠ, στην αρχή του 2016, δυστυχώς αποτέλεσε εκούσια οπισθοδρόμηση. Όχι μόνο ανέστειλε την αυτοδιοίκηση του Ιδρύματος που προέβλεπε η νομοθεσία, αλλά περιόρισε περαιτέρω τις αρμοδιότητες των ήδη αυτοδύναμων Σχολών του σε όφελος της Διοικούσας Επιτροπής, μεταβίβασε σε αυτήν αρμοδιότητες που έως τώρα ασκούσε ο αρμόδιος Υπουργός ενώ ανέθεσε έμμεσα στην Διοικούσα Επιτροπή και στον αρμόδιο Υπουργό να αποφασίσει για το ενδεχόμενο μετάβασης του Ιδρύματος σε κατάσταση αυτοδιοίκησης (όταν η Διοικούσα Επιτροπή συντάξει Εσωτερικό Κανονισμό και όταν αυτός εγκριθεί από τον αρμόδιο Υπουργό, χωρίς κανέναν χρονικό περιορισμό!).
Η μη αυτοδιοίκηση είναι εκείνη ακριβώς που συνιστά και διαιωνίζει τη διαφορά του ΕΑΠ από τα υπόλοιπα ελληνικά Πανεπιστήμια. Αν η ελληνική Πολιτεία επιθυμεί πραγματικά την ύπαρξη ενός πανεπιστημίου που θα παρέχει υψηλού επιπέδου προπτυχιακή και μεταπτυχιακή εξ αποστάσεως εκπαίδευση τότε θα πρέπει σύντομα να αναθεωρήσει τη στάση της. Η δημοκρατική και ισότιμη συμμετοχή όλων των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας του ΕΑΠ πρέπει να αντικαταστήσει την πολιτική σκοπιμότητα στη διοίκηση του Ιδρύματος, ώστε να διασφαλιστεί η ακαδημαϊκότητα στη λειτουργία του και η ανάπτυξή του. Η Πολιτεία οφείλει να διατηρήσει μόνο την εποπτεία του αλλά και να φροντίσει και για την ουσιαστική του ενίσχυση με προσωπικό και πόρους, σε αναλογία με όλα τα άλλα ελληνικά πανεπιστήμια. Σε αντίθετη περίπτωση, το μέλλον του ΕΑΠ είναι αμφίβολο και η απαξίωσή του, σε κάθε επίπεδο, είναι θέμα χρόνου, ανεξάρτητα από προθέσεις και διακηρύξεις.
* Ο Αυγουστίνος Ι. Δημητράς είναι αναπληρωτής καθηγητής του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου και γραμματέας του ΔΣ του Συλλόγου μελών ΔΕΠ (ΕΦΜ ΔΕΠ ΕΑΠ)
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 14/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη