Το κείμενο αυτό γράφεται σε μία περίοδο που η αντιπαράθεση με την πολιτική του Υπουργείου Παιδείας κορυφώνεται, καθώς εισέρχεται σε μία νέα κρίσιμη φάση.
Μαζί με τα ζητήματα της αξιολόγησης και της κατηγοριοποίησης των σχολικών μονάδων, στην παιδαγωγική συζήτηση των ημερών μας, κυρίαρχο ρόλο κατέχουν και τα περίφημα Εργαστήρια Δεξιοτήτων που τόσο πολύ διαφήμισε το ΥΠΕΠΘ από την αρχή της σχολικής χρονιάς. Στο κείμενό μας θα επιχειρήσουμε παρακολουθήσουμε το εγχείρημα των Εργαστηρίων Δεξιοτήτων από πιο κοντά, επικεντρώνοντας την προσοχή μας στις παιδαγωγικές ορίζουσες (αλλά και τις παιδαγωγικές επιπτώσεις) του όρου δεξιότητες μιας και στην κυρίαρχη εκπαιδευτική πολιτική ατζέντα, η έννοια των δεξιοτήτων φαίνεται κατέχει ξεχωριστή θέση.
Η χρησιμοποίηση του πλέγματος των εννοιών της κριτικής ικανότητας, της αποτελεσματικότητας, της αξιολόγησης και της ανάπτυξης δεξιοτήτων στο κοινωνικοπολιτικό μακροεπίπεδο προετοιμάζεται στη Λευκή Βίβλο της Ε.Ε. (1993) και ενσωματώνεται στη στρατηγική της Λισσαβόνας[1]. Σύμφωνα με την οπτική αυτή, ο συνδυασμός γνώσεων, δεξιοτήτων, στάσεων συμβάλλουν στην απασχόληση των εργαζομένων για πολλούς λόγους, αφού εξασφαλίζουν την απαραίτητη ευελιξία στο εργατικό δυναμικό και επιτρέπουν την επικαιροποίηση των προσόντων του.
Κατ΄ αυτόν τον τρόπο, η προσαρμογή των εργαζόμενων στα νέα δεδομένα της οικονομίας διέρχεται μέσα από την καινοτόμα δράση, την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα και συμβάλλει στην ποιοτική αναβάθμιση της εργασίας στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα[2]. Η κριτική σκέψη, υπό μία συγκεκριμένη οπτική του όρου, ποικίλει ανάλογα με το άτομο και τα κίνητρα που πλαισιώνουν την συμπεριφορά του. Θεωρείται μία δια βίου αναπτυσσόμενη δεξιότητα με κεντρικό χαρακτηριστικό της την ικανότητα ανάλυσης πληροφοριών και δεδομένων[3]. Οι προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής, με έναν νομοτελειακό τρόπο, καθιστούν κρίσιμη τη σχέση μεταξύ ανάπτυξης δεξιοτήτων και εξόδου από την οικονομική κρίση. Η σχέση αυτή συνοδεύεται από τη «λατρεία» της αξιολόγησης. Η εκπαιδευτική αξιολόγηση σημασιοδοτείται ως κρίσιμη συνιστώσα για τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων.
Όψεις του παραπάνω πλαισίου ενσωματώνονται στη γνωστική περιοχή των Εργαστήριων Δεξιοτήτων, το οποίο γίνεται στοιχείο του Ωρολογίου Προγράμματος, εξειδικεύοντας το εγχείρημα της προσαρμογής της εργασίας στα νέα δεδομένα. Στο ίδιο πλαίσιο, η σύζευξη του παιδαγωγικού με το πολιτικό γίνεται εμφανής, αν κάποιος μελετήσει προσεχτικά τις κρίσιμες θεωρητικές θεμελιώσεις του σχετικού εγχειρήματος. Να λοιπόν πως οι εμπνευστές του τεκμηριώνουν την παιδαγωγική του αναγκαιότητα:
Πρώτον, «η στοχοθεσία των προγραμμάτων έχει προσδιοριστεί βάσει των λεγόμενων δεξιοτήτων του 21ου αιώνα: δεξιότητες της ζωής (life skills), ήπιες δεξιότητες (soft skills) και δεξιότητες τεχνολογίας και επιστήμης. Ενδεικτικά, οι σύγχρονες δεξιότητες περιλαμβάνουν την κριτική σκέψη, τη δημιουργικότητα, τη συνεργασία, την επικοινωνία, την ευελιξία και την προσαρμοστικότητα, την πρωτοβουλία, την οργανωτική ικανότητα, την ενσυναίσθηση και τις κοινωνικές δεξιότητες, την επίλυση προβλημάτων, τον ψηφιακό και τεχνολογικό γραμματισμό»[4].
Δεύτερον, τα παραπάνω εξειδικεύονται σε τέσσερις κατηγορίες:
- Κατηγορία Δεξιότητες του 21ου αιώνα, η οποία περιλαμβάνει:
«Δεξιότητες μάθησης 21ου αιώνα (Κριτική σκέψη, Επικοινωνία, Συνεργασία, Δημιουργικότητα).
Ψηφιακή μάθηση 21ου αιώνα (Ψηφιακή επικοινωνία, Ψηφιακή συνεργασία, Ψηφιακή δημιουργικότητα, Ψηφιακή κριτική σκέψη, Συνδυαστικές δεξιότητες ψηφιακής τεχνολογίας, επικοινωνίας και συνεργασίας).
Παραγωγική μάθηση μέσω των τεχνών και της δημιουργικότητας.
- Κατηγορία Δεξιότητες ζωής, η οποία αναφέρεται σε τέσσερις υποκατηγορίες:
Δεξιότητες της κοινωνικής ζωής (Αυτομέριμνα, Κοινωνικές δεξιότητες, Ενσυναίσθηση και ευαισθησία, Πολιτειότητα, Προσαρμοστικότητα, Ανθεκτικότητα, Υπευθυνότητα)
Δεξιότητες της ψηφιακής ιθαγένειας (Ευχέρεια στην ηλεκτρονική διακυβέρνηση, Ψηφιακή πολιτειότητα, Ασφαλής πλοήγηση στο διαδίκτυο, Προστασία από εξαρτητικές συμπεριφορές στις τεχνολογίες, ανθεκτικότητα)
Δεξιότητες διαμεσολάβησης και κοινωνικής ενσυναίσθησης (Ενσυναίσθηση και ευαισθησία, Διαμεσολάβηση, Επίλυση συγκρούσεων, Πολιτειότητα)
Δεξιότητες επιχειρηματικότητας (entrepreneurship) (Πρωτοβουλία, Οργανωτική ικανότητα, Προγραμματισμός, Παραγωγικότητα, Αποτελεσματικότητα)
- Κατηγορία Δεξιότητες της τεχνολογίας, της μηχανικής και της επιστήμης με σημεία αναφοράς:
Δεξιότητες της τεχνολογίας (Δεξιότητες δημιουργίας και διαμοιρασμού ψηφιακών δημιουργημάτων, Δεξιότητες ανάλυσης και παραγωγής περιεχομένου σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα, Δεξιότητες διεπιστημονικής και διαθεματικής χρήσης των νέων τεχνολογιών)
Δεξιότητες διαχείρισης των Μέσων (media) (Πληροφορικός γραμματισμός, Ψηφιακός γραμματισμός, Τεχνολογικός γραμματισμός, Γραμματισμός στα μέσα, Ασφάλεια στο διαδίκτυο)
Ρομποτική (Δεξιότητες μοντελισμού και προσομοίωσης, Επιστημονική/ υπολογιστική σκέψη).
- Και τέλος, την κατηγορία Δεξιότητες του Νου, η οποία εξειδικεύεται στα εξής σημεία:
Στρατηγική Σκέψη (Οργανωσιακή σκέψη, Μελέτη περιπτώσεων και Επίλυση προβλημάτων)
Πλάγια σκέψη (Δημιουργική, παραγωγική, ολιστική σκέψη), Κατασκευές, παιχνίδια, εφαρμογές)
Ρουτίνες σκέψεις και αναστοχασμός
Κατασκευές, παιχνίδια, εφαρμογές
Δεξιότητες υπολογιστικής σκέψης (Επιστημονική/ υπολογιστική σκέψη διαμεσολάβηση)[5]
Ορισμένες σκέψεις για τις θεωρητικές θεμελιώσεις του σχήματος που προτάσσει το ΙΕΠ. Αρχικά πρέπει να διακρίνουμε την κριτική μας σε δύο επίπεδα: Το πρώτο αφορά τη συνεπή στρατηγική της κυρίαρχης παιδαγωγικής οπτικής να αφομοιώνει έννοιες και θεωρήσεις που προέρχονται από προοδευτικά και ριζοσπαστικά μοντέλα ανάλυσης για την εκπαίδευση και την κοινωνία και να τις μεταφέρει σε ένα άλλο επίπεδο δυνατοτήτων. Οι έννοιες αυτές τροποποιημένες αξιοποιούνται σε ένα νέο παιδαγωγικό πλαίσιο και υπηρετούν έναν διαφορετικό κοινωνικοπολιτικό σκοπό από αυτόν που υιοθετεί η απελευθερωτική – κριτική οπτική. Για παράδειγμα, η έννοια της κριτικής σκέψης εμπεριέχεται στην υπερκατηγορία δεξιότητες, που τελικά είναι τα πάντα για να καταλήξει να μην είναι τίποτα.
Έπειτα, όσο κι αν προσπαθεί το επικοινωνιακό επιτελείο του ΙΕΠ να εκλεπτύνει και να παραμορφώσει τις πραγματικές του στοχεύσεις, ο πυρήνας του σκεπτικού του παραμένει αναλλοίωτος και προσηλωμένος στη σύζευξη παιδαγωγικού - επιχειρηματικού.
Οι δεξιότητες, αποτελούν το όχημα για τον ριζικό μετασχηματισμό της παιδαγωγικής σχέσης που θα έχει ως χαρακτηριστικά τον κατακερματισμό της γνωστικής διαδικασίας (αφού άλλο ένα αντικείμενο προστίθεται στο σχολικό πρόγραμμα σε συνθήκες κατίσχυσης μιας «άκεντρης» μάθησης), την προσέγγιση θεμελιωδών συστημικών προβλημάτων ως επιφανειακών ζητημάτων, που μία βελτιωμένη εκδοχή διαχείρισης μπορεί να αντιμετωπίσει, την ταύτιση της μάθησης και της κριτικής σκέψης με την αφομοίωση τεχνικών στοιχείων, η οποία εντάσσεται σε ένα είδος τεχνοκρατικού αναγωγισμού (η τεχνολογία και ο τεχνολογικός γραμματισμός αναδεικνύονται σε μοναδική θεραπεία όλων των κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων).
Σε αυτό το πλαίσιο, η γνώση προσεγγίζεται ως παραγωγική δύναμη που εμβαθύνει το δεδομένο καταμερισμό εργασίας και δεν αμφισβητεί τη θεμελιώδη αντίθεση μεταξύ χειρονακτικής και διανοητικής εργασίας μεταξύ σχεδιασμού και εκτέλεσης. Όπως είναι γνωστό η εκπαιδευτική διαδικασία ελέγχεται μέσω του αναλυτικού προγράμματος, που ενδεχομένως πολλοί να αγνοούν, το οποίο εξειδικεύεται στα σχολικά εγχειρίδια και οι εκπαιδευτικοί ως εκτελεστικά όργανα, χωρίς λόγο στο σχεδιασμό τους, καλούνται να εκτελέσουν. Με τον ίδιο τρόπο η ανάρτηση έτοιμων σχεδίων εργασίας στην ιστοσελίδα του ΙΕΠ ως έτοιμη βάση της εκπαιδευτικής πρακτικής, διευκολύνει και απλοποιεί τις επιλογές των εκπαιδευτικών και δεσμεύει τη διδασκαλία σε προαποφασισμένους άξονες, οι οποίοι εισάγονται στις σχολικές αίθουσες από την «κύρια είσοδο» της εκπαιδευτικής θεσμικότητας. Η έννοια της δεξιότητας εισχωρεί στον πυρήνα της οργανωμένης διδασκαλίας και απειλεί την ίδια την οργάνωση των εμπειριών αφού προκαλεί ένα βαθύτατο σχίσμα με τη θεωρητική σκέψη.
Το εργαστήριο δεξιοτήτων υπηρετεί την οργάνωση των εμπειριών των εκπαιδευόμενων και όχι την κατανόηση της ίδιας της πραγματικότητας, καθιστώντας τη γνωσιακή λειτουργία πλευρά της προσαρμοστικής (ή εξημερωτικής κατά μία άλλη εκδοχή) παιδαγωγικής, ώστε ο καθένας να έχει τις δικές του τεχνικές προϋποθέσεις για να σταθεί στους μετασχηματισμούς του σύγχρονου κόσμου. Τέλος, η σύλληψη του σχεδίου των Εργαστηρίων Δεξιοτήτων, έρχεται να προστεθεί σε ένα ήδη διαμορφωμένο έδαφος εκπαιδευτικής εντατικοποίησης που δεσμεύει το δημιουργικό (ουσιαστικό παιδαγωγικό) χρόνο των εκπαιδευτικών στο άρμα των αξιολογήσεων (όλων των διαδικασιών), καθιστώντας ένα από τα συστατικά στοιχεία της εκπαιδευτικής σχέσης (όπως είναι η αξιολόγηση) σε κεντρικό πεδίο αντιπαράθεσης, υπονοώντας ότι ο έλεγχος αυτής της σχέσης δεν είναι ιδεολογική επιλογή, αλλά αναπόδραστος φυσικός νόμος.
Το αντίπαλο σκεπτικό…
Πρώτ’ απ’ όλα, θεωρούμε κρίσιμο να εξηγήσουμε ότι η εργασία για μας αποτελεί εκείνη τη δύναμη που μετασχηματίζει τον κόσμο και ταυτόχρονα μετασχηματίζει και την ίδια την συνείδηση των δρώντων υποκειμένων. Επομένως, κάθε προσέγγιση που υποβιβάζει το ρόλο της εργασίας σε τεχνική διεκπεραίωση για τη συντήρηση του δεδομένου καταμερισμού εργασίας και των κυρίαρχων συσχετισμών κοινωνικής δύναμης, απλώς αναπαράγει και ενισχύει ένα οικονομικό μοντέλο στον πυρήνα του οποίου κυριαρχεί η στείρα προσαρμογή, ο ανταγωνισμός, ο ατομικισμός και εν τέλει η καταπίεση και η εκμετάλλευση. Έτσι, η επίκληση των δεξιοτήτων ως χαρακτηριστικό των διεργασιών που συμβάλλουν στην προσαρμογή της εργασίας στο μοντέλο των νεοφιλελεύθερων - νεοσυντηρητικών αναδιαρθρώσεων, ουσιαστικά υποτάσσει την εργασία και τη μάθηση σε μια νέα κοινωνική ηθική αγοραίων σκοπιμοτήτων. Αντιστρέφει τη σχέση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, καθώς υπαινίσσεται ότι για τα αδιέξοδα της κεφαλαιακής συσσώρευσης ευθύνεται η αδυναμία της πρώτης να συντονίσει το βηματισμό της με τις εργοδοτικές ανάγκες.
Η υπαγωγή της εκπαίδευσης στον σκληρό πυρήνα του παραπάνω μοντέλου διαμορφώνει αποτελέσματα. Οδηγεί τη μορφωτική σχέση σε παρακμή, εργαλειοποιεί τη γνώση και εμπορευματοποιεί τη μάθηση. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η εμπορευματοποιημένη εκπαίδευση καθολικοποιεί τον ανταγωνισμό απειλώντας την ίδια την ουσία του κοινωνικού δεσμού. Παράγει απομονωμένους ανθρώπινους τύπους – ιδιοκτήτες τεχνικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων οι οποίοι αναζητούν από μοναχικούς δρόμους ο καθένας ανταλλακτικές αξίες προσόντων, ώστε να πλασαριστούν με ευνοϊκότερους όρους στην αγορά εργασίας. Θεωρούμε πως η «αποταμιευτική» λογική του θεωρητικού προσανατολισμού των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που εφαρμόζονται στη χώρα μας (και αλλού) αντικαθιστά το ερώτημα της γενικής παιδείας, το οποίο εμπεριέχει την κριτική συνειδητοποίηση, με το ερώτημα της αποτελεσματικότητας και της κατάρτισης. Η στρατηγική αυτή, καθώς εξειδικεύεται στο επίπεδο της παιδαγωγικής σχέσης, δίνει έμφαση στις ψυχολογικές διαδικασίες απομνημόνευσης και προσαρμογής. Προωθεί ως θεμέλιο της γνώσης και της μάθησης την επιφανειακή κατάρτιση μέσα από τυποποιημένα σχήματα κατώτερων επιπέδων οργάνωσης της σκέψης, τα οποία λειτουργούν απαγορευτικά για την ουσιαστική κατανόηση της κοινωνικής εξέλιξης.
Και γιατί λοιπόν, για να επανέλθουμε στο αρχικό μας ερώτημα, εργαστήρια δεξιοτήτων και όχι εργαστήρια γνώσης;
Η αντίθεση είναι θεμελιώδης. Στην υπερκατηγορία δεξιότητες αντιπαραθέτουμε την ουσιαστική γνώση που συνθέτει δημιουργικά την ευρύτητα με την εξειδίκευση. Στην ανάλυση πληροφοριών, ως έσχατη λειτουργία της γνωσιακής συνθήκης, αντιπαραθέτουμε την έλλογη σκέψη που συλλαμβάνει τον αντικειμενικό κόσμο στην ιστορική του εξέλιξη. Στην έννοια της δεξιότητας, ως στοιχείου της επιχειρηματικής πρωτοβουλίας, αντιπαραθέτουμε την αξιοποίηση των δεξιοτήτων σε ένα ευρύτερο πλέγμα σχέσεων για την χειραφέτηση των προσωπικοτήτων. Στον κατακερματισμό της γνώσης σε ψηφίδες πληροφοριών και πρακτικών αντιπαραθέτουμε τον ολόπλευρα συγκροτημένο άνθρωπο που χαρακτηρίζεται από ισορροπημένη ανάπτυξη σε πνευματικό και σωματικό επίπεδο. Αντιστρέφοντας το συλλογισμό που υπάγει την κριτική σκέψη στην κατηγορία των δεξιοτήτων, ορίζουμε την κριτική ικανότητα ως μία ευρύτερη δύναμη που αποβλέπει στη βαθιά γνώση της πραγματικότητας (κοινωνικής κ¢ φυσικής), στην καλλιέργεια της ικανότητας να διεισδύει ο ανθρώπινος νους στην ουσία των φαινομένων, αποφεύγοντας τις κατασκευασμένες ερμηνείες που ριζώνουν στην κοινωνική συνείδηση της εποχής μας. Η συγκεκριμένη σημασιοδότηση προσλαμβάνει την κριτική ικανότητα, ως μέρος ενός γενικού μετασχηματιστικού εγχειρήματος που επιτρέπει τη συμμετοχή των ανθρώπων στις διαδικασίες αλλαγής και εξέλιξης του κόσμου.
[1] Πρόκειται για τη Σύνοδο Κορυφής το Μάρτιο του 2000 στην πορτογαλική πρωτεύουσα για μια Ε.Ε. που θα γίνει η πιο ανταγωνιστική οικονομία του κόσμου. Η Συμφωνία περιλάμβανε νομοθετικές ρυθμίσεις στον οικονομικό τομέα που απέβλεπαν στο περεταίρω άνοιγμα των αγορών σε διάφορα αγαθά και υπηρεσίες.
[2] Τσολακίδου, Σ., 2017, Η Ενδυνάμωση και Η Κριτική Σκέψη: Κινητήριες Δεξιότητες του Ανθρώπινου Δυναμικού της Δημόσιας Διοίκησης, στο Περιοδικό Επιστήμης και Τεχνολογίας, 12(4), σ. 38
Νικολούδης Δημήτρης
ΕΔΙΠ Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης –ΑΠΘ
Ξεφτέρη Ελένη
ΕΔΙΠ Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης –ΑΠΘ
[3] Τσολακίδου, ό.π., σ. 39.
[4] ΙΕΠ, 2021.
[5] Τα στοιχεία αυτά μπορεί να τα αναζητήσει κάποιος στην ιστοσελίδα του ΙΕΠ για τα Προγράμματα Δεξιοτήτων.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 14/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη