Πανελλαδικές - πανελλήνιες εξετάσεις
Πώς τα μαθήματα αυτά ρυθμίζουν τελικά τον «όγκο» των μαθητών που εισέρχεται κάθε χρόνο στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση

Οι πανελλήνιες εξετάσεις αποτελούν κάθε χρόνο ένα από τα πιο απαιτητικά και καθοριστικά «τεστ αντοχής» για τους μαθητές της Γ’ Λυκείου. Πίσω, όμως, από τη φαινομενικά ουδέτερη διαδικασία, αναδεικνύεται μια σταθερή εκπαιδευτική ανισορροπία: συγκεκριμένα μαθήματα λειτουργούν διαχρονικά ως «φραγμοί», οδηγώντας χιλιάδες υποψηφίους κάτω από τη βάση.

Τα στοιχεία των τελευταίων ετών το επιβεβαιώνουν. Μαθηματικά, Φυσική και Ιστορία εξακολουθούν να αποτελούν τα «σκληρά» μαθήματα του συστήματος. Το 2024, στο 4ο Επιστημονικό Πεδίο (Οικονομίας & Πληροφορικής), το 70,04% των υποψηφίων δεν κατόρθωσε να περάσει τη βάση στα Μαθηματικά. Στην Ιστορία του 1ου Πεδίου σχεδόν έξι στους δέκα (59,86%) έγραψαν κάτω από τη βάση. Παρόμοια εικόνα και στη Φυσική του 3ου Πεδίου, όπου το 58,94% των γραπτών κινήθηκε κάτω από το όριο, ενώ στα Μαθηματικά του 2ου Πεδίου το αντίστοιχο ποσοστό έφτασε το 58,36%.

Αξιοσημείωτο είναι ότι υψηλά ποσοστά αποτυχίας καταγράφονται ακόμη και σε μαθήματα που θεωρούνται πιο «βατά». Στην Πληροφορική, το 41,27% των υποψηφίων δεν πέρασε τη βάση, ενώ στη Χημεία το ποσοστό διαμορφώθηκε στο 37,91%. Στα Αρχαία Ελληνικά η αποτυχία ανέρχεται στο 32,44%. Ακόμη και στη Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία –το μοναδικό μάθημα κοινό για όλους τους υποψηφίους– σχεδόν τρεις στους δέκα δεν κατάφεραν να φτάσουν τη βαθμολογική βάση.

Ο «βαθμός δυσκολίας» ως μηχανισμός ρύθμισης

Κάθε χρόνο, η συζήτηση γύρω από το αν τα θέματα των πανελληνίων ήταν «εύκολα» ή «δύσκολα» αναζωπυρώνεται, όμως σπάνια φτάνει στην ουσία. Η δυσκολία των θεμάτων δεν είναι ζήτημα τύχης ούτε μια απλή επιλογή των εξεταστικών επιτροπών. Αντίθετα, αποτελεί έναν από τους βασικούς μηχανισμούς ρύθμισης της ροής επιτυχόντων και αποτυχόντων.

Όπως ένας τεχνικός ρυθμίζει την πίεση στο δίκτυο ύδρευσης, έτσι και το υπουργείο Παιδείας ρυθμίζει τον «όγκο» των εισακτέων προσαρμόζοντας τη δυσκολία των θεμάτων. Εύκολα θέματα ανεβάζουν τις επιδόσεις· δύσκολα θέματα τις συγκρατούν. Ο στόχος δεν είναι παιδαγωγικός, αλλά αριθμητικός: πόσοι θα γράψουν υψηλά, πόσοι μέτρια και πόσοι θα μείνουν κάτω από τη βάση.

Η περίφημη «κίνηση των βάσεων» και η «λογική της διαβάθμισης» συνδέονται λιγότερο με την εκπαιδευτική ουσία και περισσότερο με την ανάγκη διοικητικής διαχείρισης: τη σωστή κατανομή των μαθητών στις διαθέσιμες πανεπιστημιακές θέσεις.

Η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής: το «ξυράφι» του αποκλεισμού

Πέρα από τη δυσκολία των θεμάτων, ένας δεύτερος κρίσιμος μηχανισμός καθορίζει την πρόσβαση στα ΑΕΙ: η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ). Με αυτή τη ρύθμιση, χιλιάδες υποψήφιοι μένουν εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης όχι επειδή δεν υπάρχουν θέσεις, αλλά επειδή δεν φτάνουν την ελάχιστη απαιτούμενη βαθμολογία.

Κάθε χρόνο περίπου 10.000 πανεπιστημιακές θέσεις παραμένουν κενές. Δεν πρόκειται για «ηττημένους» του ανταγωνισμού, αλλά για υποψηφίους που αποκλείστηκαν προτού καν συμμετάσχουν στην πραγματική διεκδίκηση. Η ΕΒΕ λειτουργεί όχι ως παιδαγωγικό εργαλείο, αλλά ως πολιτικός μοχλός για τον περιορισμό του φοιτητικού πληθυσμού και την αναδιάρθρωση της Ανώτατης Εκπαίδευσης — συχνά μέσω συγχωνεύσεων ή καταργήσεων τμημάτων.

Η «κατασκευή» της αποτυχίας

Έρευνες στον χώρο της αξιολόγησης δείχνουν ότι σημαντικό μέρος των βαθμολογικών αποτελεσμάτων είναι στην πραγματικότητα «κατασκευασμένο». Η αποτυχία, δηλαδή, δεν αντικατοπτρίζει πάντα την ουσιαστική γνώση ή ικανότητα των μαθητών, αλλά την ανάγκη του συστήματος να παράγει συγκεκριμένες διαβαθμίσεις.

Τα λεγόμενα «διαβαθμισμένα θέματα» λειτουργούν σαν στοχευμένες εκπαιδευτικές «νάρκες», φτιαγμένες να αυξάνουν τα ποσοστά αποτυχίας όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο. Έτσι, η μέση επίδοση προσαρμόζεται σε προσχεδιασμένα επίπεδα, ώστε η τελική βαθμολογική κλίμακα να εμφανίζεται «ορθολογική» και «αντικειμενική».

Στην πράξη, το εξεταστικό σύστημα λειτουργεί ως μια υπερδομή που παράγει το αποτέλεσμα που χρειάζεται, μετατρέποντας την αποτυχία σε κάτι που μοιάζει φυσικό και αναπόφευκτο. Οι μαθητές που μένουν εκτός ΑΕΙ συχνά βιώνουν τον αποκλεισμό τους όχι ως θεσμική επιλογή, αλλά ως «δίκαιο τίμημα» της επίδοσής τους.

Μάθηση ή στατιστική ισορροπία;

Το κρίσιμο ερώτημα παραμένει: οι Πανελλήνιες έχουν στόχο να αξιολογήσουν γνώση ή να εξισορροπήσουν ποσοστά; Όταν τα θέματα σχεδιάζονται με γνώμονα την αριθμητική κατανομή και όχι τη διδακτική συνέπεια, το σύστημα απομακρύνεται από τον εκπαιδευτικό του ρόλο.

Το σχολείο παύει τότε να είναι χώρος μάθησης και μετατρέπεται σε προθάλαμο στατιστικών υπολογισμών. Οι μαθητές εκπαιδεύονται όχι για να κατανοούν και να σκέφτονται, αλλά για να επιβιώνουν σε ένα σύστημα που ορίζει την αξία τους με βάση μια βαθμολογική «στρόφιγγα» την οποία δεν ελέγχουν.

Όλα τα νέα και οι ειδήσεις που αφορούν τις Πανελλήνιες

Πανελλαδικές 2025: Νέα πανωλεθρία για τα επτά Τμήματα Φυσικής

Μια πικρή «ιστορία» των Πανελληνίων εξετάσεων

«Οικογενειακή» υπόθεση οι Πανελλαδικές 2025: Αδέρφια από τη Θεσσαλονίκη κατακτούν μαζί την Ιατρική του ΑΠΘ

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

υπουργείο εργασίας και συντάξεις
Συντάξεις: Ποιοι προλαβαίνουν να φύγουν πριν τα 62 – Αναλυτικοί πίνακες για όλα τα Ταμεία
Όλες οι «κρυφές» διατάξεις για άμεση έξοδο, τα ποσά πλήρους και μειωμένης σύνταξης και οι παγίδες για όσους σκέφτονται αίτηση μέσα στο 2025
Συντάξεις: Ποιοι προλαβαίνουν να φύγουν πριν τα 62 – Αναλυτικοί πίνακες για όλα τα Ταμεία