Η κυβέρνηση έφερε για δημόσια διαβούλευση στο opengov.gr ( Δημόσια ηλεκτρονική διαβούλευση για το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού με τίτλο «Σύσταση Ακαδημιών Επαγγελματικής Κατάρτισης – Ένταξη των Ακαδημιών στο Εθνικό Σύστημα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και άλλα θέματα επαγγελματικής κατάρτισης» | Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού μέχρι τις 25/9) ένα νέο σχέδιο νόμου για την επαγγελματική κατάρτιση, παρουσιάζοντάς το ως αναβάθμιση της τεχνικής εκπαίδευσης. Στην πραγματικότητα όμως, πρόκειται για μια βαθιά ανατροπή που απειλεί τον δημόσιο χαρακτήρα της εκπαίδευσης και παραδίδει το μέλλον της νεολαίας στις ανάγκες της αγοράς. Το σχέδιο νόμου προβλέπει ότι η φοίτηση στις Ακαδημίες Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΑΕΚ) θα είναι δωρεάν, η κριτική μου όμως επικεντρώνεται στο απαράδεκτο μοντέλο διακυβέρνησης και σύμπραξης και αποκαλύπτει τις προθέσεις της κυβέρνησης. Στην καρδιά του σχεδίου βρίσκονται οι λεγόμενες ΑΕΚ (!) που θα ιδρύονται μέσα από συμφωνίες του Υπουργείου Παιδείας με επιχειρήσεις, επιμελητήρια και εργοδοτικούς φορείς. Οι ίδιοι οι εργοδότες θα συμμετέχουν στον καθορισμό ειδικοτήτων, στον εξοπλισμό και στη λειτουργία των Ακαδημιών. Δηλαδή, το τι θα διδάσκεται και πώς, θα εξαρτάται άμεσα από τις επιχειρήσεις. Το άρθρο για τη «συμφωνία ίδρυσης» προβλέπει ρητά τη σύμπραξη με οικονομικό φορέα και τη ρύθμιση όρων μαθητείας, εξοπλισμού και λειτουργίας της Ακαδημίας, κάτι που σημαίνει θεσμική είσοδος των εργοδοτών στον σχεδιασμό της εκπαίδευσης. Ακόμη πιο χαρακτηριστική είναι η πρόβλεψη ότι όσες εταιρείες συμμετέχουν θα δεσμεύονται να απορροφούν τουλάχιστον το 40% των αποφοίτων. Με άλλα λόγια, οι νέοι δεν θα επιλέγουν ελεύθερα τον επαγγελματικό τους δρόμο, αλλά θα κατευθύνονται από πριν σε συγκεκριμένους εργοδότες που ήδη είχαν λόγο στο πρόγραμμα σπουδών. Έτσι δημιουργείται ένας μηχανισμός προκαθορισμένης τροφοδότησης εργατικού δυναμικού στις ανάγκες της αγοράς. Η μαθητεία, δηλαδή η πρακτική άσκηση μέσα σε μια επιχείρηση, γίνεται υποχρεωτικό μέρος των σπουδών. Η πρακτική άσκηση θα μπορούσε να αποτελέσει θετική και απαραίτητη εμπειρία, μόνο εφόσον ήταν προαιρετική, με κατοχυρωμένα δικαιώματα, αξιοπρεπή αμοιβή και ανεξάρτητη εποπτεία. Η κριτική μου δεν στρέφεται ενάντια στην πρακτική μάθηση αυτή καθαυτή γιατί είναι αναγκαίο οι σπουδαστές να έχουν ουσιαστική εξάσκηση.
Όμως αυτό μπορεί να εξασφαλιστεί και μέσα από ισχυρά δημόσια εργαστήρια και σχολικές υποδομές, όχι αποκλειστικά μέσω της υποχρεωτικής εργασίας σε επιχειρήσεις. Στο σχέδιο νόμου, η μαθητεία καθίσταται υποχρεωτική προϋπόθεση αποφοίτησης, χωρίς να υπάρχει εναλλακτική διαδρομή ολοκλήρωσης σπουδών μέσα στη σχολή για όσους δεν θέλουν ή δεν μπορούν να εργαστούν σε επιχείρηση. Επιπλέον, δεν κατοχυρώνεται κατώτατη αμοιβή ούτε σύνδεση με συλλογικές συμβάσεις, και δεν προβλέπεται ανεξάρτητος μηχανισμός ελέγχου. Έτσι, αντί να λειτουργεί ως εκπαιδευτική γέφυρα, θα μετατραπεί σε φθηνή εργασία που υποκαθιστά κανονικές θέσεις και σε εργαλείο προσαρμογής των νέων στις άμεσες ανάγκες των εργοδοτών. Επίσης, ο Υποδιευθυντής Ακαδημίας ορίζεται ως εποπτεύων την πρακτική/μαθητεία, αλλά χωρίς ανεξάρτητους μηχανισμούς ελέγχου και κυρώσεων για τους εργοδότες. Την ίδια στιγμή, το σχέδιο νόμου προβλέπει γενναίες φοροαπαλλαγές για τις επιχειρήσεις που χρηματοδοτούν ή χορηγούν εξοπλισμό στις Ακαδημίες. Έτσι, το δημόσιο ταμείο χάνει πόρους που θα μπορούσαν να στηρίξουν τις ήδη υπάρχουσες δημόσιες δομές, όπως τα ΕΠΑΛ, τα ΙΕΚ και τις Σχολές Ανώτερης Επαγγελματικής Κατάρτισης, οι οποίες εδώ και χρόνια λειτουργούν με σοβαρές ελλείψεις. Αντί λοιπόν να ενισχυθεί ένα ενιαίο δημόσιο σύστημα τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, η κυβέρνηση προσθέτει έναν νέο, παράλληλο θεσμό δίπλα στα ΙΕΚ. Το αποτέλεσμα είναι περισσότερη πολυδιάσπαση, ασαφή όρια και κίνδυνος περαιτέρω υποβάθμισης των υπαρχόντων δομών. Και όλα αυτά χωρίς ρόλο των εκπαιδευτικών ή των συνδικάτων των εργαζομένων, αφού το σχέδιο δίνει πρωταγωνιστικό ρόλο μόνο στους εργοδότες. Η σύνθεση και ο διορισμός οργάνων, όπως η Δ.Ε.Α.Ε.Κ. και οι ρόλοι Υποδιευθυντή/ Συντονιστή, διαμορφώνονται με ισχυρή υπουργική επιρροή, λείπει ρητή, θεσμοθετημένη συμμετοχή εκπροσώπων εκπαιδευτικών, καταρτιζομένων και συνδικάτων με δικαίωμα ψήφου. Το δε άρθρο 34Β απαγορεύει ρητά τη διπλή φοίτηση (παράλληλη εγγραφή σε άλλη δομή), ενώ για πολίτες της ΕΕ και τρίτων χωρών απαιτείται ελάχιστο επίπεδο γλωσσομάθειας Β1 στα ελληνικά—πρόνοια που, χωρίς εγγυημένη δωρεάν πρόσβαση σε προπαρασκευαστικά τμήματα ελληνικής γλώσσας θα αποκλείσει τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Η κυβέρνηση επικαλείται αόριστα και χωρίς στοιχεία το ευρωπαϊκό παράδειγμα, αλλά η πραγματικότητα δείχνει το ακριβώς αντίθετο: όπου κυριάρχησε η αγορά, όπως στη Γερμανία ή τη Σουηδία, δημιουργήθηκαν αδιέξοδα και ανισότητες· ενώ όπου υπήρξε ισχυρό δημόσιο πλαίσιο, συλλογικές συμβάσεις και δικλείδες ποιότητας, όπως στη Φινλανδία, η επαγγελματική εκπαίδευση έγινε ισότιμη και αποτελεσματική.
Η ευρωπαϊκή εμπειρία: τι να αποφύγουμε
Στη Γερμανία, το περίφημο dual system (διπλό σύστημα) συνδυάζει σχολείο και μαθητεία στην επιχείρηση. Όμως κάθε χρόνο χιλιάδες νέοι μένουν χωρίς θέση μαθητείας, ενώ πολλές επιχειρήσεις αποσύρονται από το πρόγραμμα. Επιπλέον, οι περισσότεροι απόφοιτοι δεν έχουν άμεσο δρόμο προς τα πανεπιστήμια, χρειάζονται πρόσθετα βήματα και λίγοι τα καταφέρνουν. Φυσικά δεν αρκεί μια επιφανειακή σύγκριση με το γερμανικό dual system, αλλά χρειάζεται να δούμε και τις κρίσιμες δικλείδες που το στηρίζουν και που δυστυχώς απουσιάζουν πλήρως από το ελληνικό σχέδιο νόμου, Στη Γερμανία έχουν ισχυρές συλλογικές συμβάσεις που κατοχυρώνουν μισθούς και δικαιώματα, επαρκή δημόσια χρηματοδότηση που διασφαλίζει την ποιότητα σπουδών και ανεξάρτητη αξιολόγηση των θέσεων μαθητείας ώστε να μην υποκαθίστανται κανονικές θέσεις εργασίας. Το ελληνικό σχέδιο νόμου δεν προβλέπει τίποτε από αυτά. Δεν υπάρχει θεσμοθετημένη ελάχιστη αμοιβή για τους μαθητευομένους, ούτε σύνδεση με συλλογικές συμβάσεις· δεν υπάρχει δέσμευση για δημόσια επένδυση σε υποδομές και προσωπικό και δεν υπάρχει ανεξάρτητος μηχανισμός που να αξιολογεί και να ελέγχει τις θέσεις μαθητείας.
Στη Σουηδία, η εκτεταμένη ανάθεση προγραμμάτων σε ιδιώτες με βραχυπρόθεσμες συμβάσεις δημιούργησε κατακερματισμό και άνιση ποιότητα: οι μαθητές δεν είχαν τις ίδιες ευκαιρίες ανάλογα με τον πάροχο που τύχαιναν, ενώ το κράτος δυσκολευόταν να ελέγξει το σύνολο. Το πρόβλημα αυτό αναγνωρίστηκε και τα τελευταία χρόνια γίνονται προσπάθειες βελτίωσης, με αυστηρότερη εποπτεία, εθνικά πρότυπα και ενίσχυση της δημόσιας χρηματοδότησης. Παρ’ όλα αυτά, οι διαφοροποιήσεις παραμένουν – ειδικά σε μικρούς παρόχους και για ευάλωτες ομάδες – δείχνοντας πόσο επικίνδυνο είναι να αφεθεί η επαγγελματική εκπαίδευση στη λογική της αγοράς.
Στην Ισπανία, όπου πρόσφατα εισήχθησαν «dual» στοιχεία, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η επιτυχία εξαρτάται από αυστηρή εποπτεία και ισχυρό δημόσιο πλαίσιο. Διαφορετικά, ανοίγει ο δρόμος σε ανισότητες και υποβάθμιση.
Τα θετικά παραδείγματα
Αντίθετα, χώρες όπως η Δανία, η Νορβηγία και ιδιαίτερα η Φινλανδία δείχνουν τον δρόμο: με δημόσια χρηματοδότηση, ισότητα πρόσβασης, ουσιαστική συμμετοχή συνδικάτων και εκπαιδευτικών, εγγυήσεις ποιότητας και — το πιο κρίσιμο — δυνατότητες συνέχειας σπουδών.
- Στη Φινλανδία, η Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ΕΕΚ, διεθνώς VET – Vocational Education and Training) δεν θεωρείται ποτέ δεύτερης κατηγορίας. Οι απόφοιτοί της έχουν αυτόματο και ισότιμο δικαίωμα πρόσβασης τόσο στα πανεπιστήμια εφαρμοσμένων επιστημών όσο και στα πανεπιστήμια. Στην πράξη, σχεδόν οι μισοί νέοι φοιτητές στα πανεπιστήμια εφαρμοσμένων επιστημών (περίπου 45 %) προέρχονται από την ΕΕΚ. Δηλαδή, το κράτος διασφαλίζει ότι η επιλογή της επαγγελματικής εκπαίδευσης δεν οδηγεί σε αδιέξοδο, αλλά ανοίγει δρόμους για συνέχιση σπουδών, έρευνα και επαγγελματική εξέλιξη. Αυτό κάνει τη φινλανδική ΕΕΚ μια πραγματικά ισότιμη διαδρομή, σε αντίθεση με όσα συμβαίνουν σε πολλές άλλες χώρες.
- Στη Δανία, οι απόφοιτοι της ΕΕΚ μπορούν να συνεχίσουν σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, κυρίως σε τεχνολογικά και εφαρμοσμένα ιδρύματα. Προγράμματα όπως το EUX με ισότιμο δικαίωμα πρόσβασης σε ανώτατα ιδρύματα) και τα Academy Profession ή τα Professional Bachelor δίνουν στους αποφοίτους ΕΕΚ τη δυνατότητα να προχωρήσουν σε ανώτερες σπουδές. Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί σημαντική αύξηση στον αριθμό των επαγγελματικών προγραμμάτων που οδηγούν σε άμεση πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Στατιστικά στοιχεία δείχνουν επίσης ότι οι απόφοιτοι ΕΕΚ έχουν χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας από όσους έχουν μόνο γενική δευτεροβάθμια εκπαίδευση, γεγονός που αποδεικνύει την εργασιακή αξία των προγραμμάτων αυτών. Παρά τις προκλήσεις – όπως η χαμηλή ποιότητα σε ορισμένα μικρά ιδιωτικά σχολεία κατάρτισης και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν μαθητές από οικογένειες χαμηλού εισοδήματος ή με μεταναστευτικό υπόβαθρο – το σύστημα ΕΕΚ της Δανίας εξακολουθεί να προσφέρει πραγματικές γέφυρες προς την τριτοβάθμια. Δεν είναι ένα αδιέξοδο, αλλά μια εναλλακτική διαδρομή που, αν και δεν οδηγεί πάντα στα κλασικά πανεπιστήμια, επιτρέπει την ακαδημαϊκή και επαγγελματική ανέλιξη σε ένα μεγάλο εύρος τομέων.
- Στη Νορβηγία, η ΕΕΚ διαρκεί συνήθως τέσσερα χρόνια – δύο στο σχολείο και δύο σε μαθητεία – και οδηγεί σε επαγγελματικό πιστοποιητικό. Για να συνεχίσουν στην τριτοβάθμια, οι απόφοιτοι χρειάζονται ένα συμπληρωματικό έτος ως γέφυρα με γενικά μαθήματα, ώστε να αποκτήσουν τα ίδια δικαιώματα πρόσβασης με τους αποφοίτους της γενικής εκπαίδευσης.
Έτσι, και οι τρεις χώρες προσφέρουν ΄΄γέφυρες΄΄ προς ανώτερη εκπαίδευση, αλλά μόνο η Φινλανδία παρέχει πλήρη και αυτόματη ισοτιμία, γεγονός που αποτελεί και το καλύτερο πρότυπο.
Δεν διορθώνεται αλλά ξαναγράφεται!
Αν η κυβέρνηση θέλει πραγματικά να αναβαθμίσει την επαγγελματική εκπαίδευση, οφείλει να αλλάξει ριζικά το σχέδιο νόμου της. Γιατί όπως είναι, δεν αποτελεί αναβάθμιση, αλλά αποτελεί υποβάθμιση, εμπορευματοποίηση και υποθήκευση του μέλλοντος της νεολαίας.
Συγκεκριμένα πρέπει:
- Να σταματήσει την προνομιακή μεταχείριση των εργοδοτών με φοροαπαλλαγές και να κατευθύνει τους δημόσιους πόρους απευθείας σε σχολές, εργαστήρια και εκπαιδευτικούς.
- Να αντικαταστήσει την πρόβλεψη για υποχρεωτική απορρόφηση αποφοίτων από επιχειρήσεις με δεσμευτικές ρήτρες ποιότητας και δικαιωμάτων για τους μαθητευόμενους. Και για όσους αβασάνιστα ισχυρίζονται ότι το 40% θα μειώσει την ανεργία: αυτό είναι παραπλανητικό. Το νομοσχέδιο δεν εγγυάται μόνιμες, αξιοπρεπώς αμειβόμενες θέσεις εργασίας, αλλά μερική απασχόληση, συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή κακοπληρωμένη δουλειά. Έτσι δεν χτυπιέται η ανεργία· απλώς βαφτίζεται «απασχόληση» η επισφάλεια, δεσμεύοντας τους νέους σε εργοδότες που ήδη διαμορφώνουν το πρόγραμμα σπουδών τους.
- Να θεσμοθετήσει διαδρομές συνέχειας σπουδών, ώστε η επαγγελματική εκπαίδευση να είναι πραγματικά ισότιμη με τη γενική. Αυτό σημαίνει: διαφανείς διαδικασίες εισαγωγής στα ΑΕΙ, αναγνώριση πιστωτικών μονάδων από τις Ακαδημίες, καθώς και θεσμοθέτηση ποσοστού θέσεων αποκλειστικά για αποφοίτους επιπέδου 5 (δηλαδή ΙΕΚ και Ακαδημίες Επαγγελματικής Κατάρτισης) σε προγράμματα επιπέδου 6 (πανεπιστημιακά πτυχία)
- Να εξασφαλίσει μακροχρόνιο σχεδιασμό, ενιαία πρότυπα ποιότητας και τακτικούς ελέγχους, αποφεύγοντας το μοντέλο κατακερματισμού και ανάθεσης σε ιδιώτες παρόχους με βραχυπρόθεσμες συμβάσεις, που οδήγησε σε αποτυχία τη Σουηδία. Αυτό σημαίνει καθολικό πλαίσιο πιστοποίησης όλων των θέσεων μαθητείας, ανώτατο λόγο μαθητευομένων ανά εργαζόμενο και πραγματικά ανεξάρτητους ελέγχους.
- Να θεσπίσει ισχυρές δικλείδες προστασίας: ρητή απαγόρευση υποκατάστασης κανονικών θέσεων εργασίας από μαθητείες, υψηλά πρόστιμα στους παραβάτες και αποκλεισμό τους από προγράμματα.
- Να περιορίσει την εξ αποστάσεως κατάρτιση μόνο στα θεωρητικά μαθήματα, ενώ για τα εργαστηριακά και πρακτικά αντικείμενα να οριστεί τουλάχιστον ένας ελάχιστος αριθμός ωρών διά ζώσης διδασκαλίας.
- Να αποσύρει την πρόβλεψη για απαγόρευση διπλής φοίτησης, γιατί περιορίζει τις ευκαιρίες μάθησης και αποκλείει όσους θέλουν να συνδυάσουν την κατάρτιση με βασικές σπουδές ή γλωσσικά μαθήματα. Έτσι τιμωρούνται οι κοινωνικά ευάλωτοι νέοι και ενήλικες που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη για περισσότερη, όχι λιγότερη, εκπαίδευση.
Με λίγα λόγια, το σχέδιο νόμου σπρώχνει τους νέους σε καθεστώς φθηνής, ελαστικής και εξαρτημένης εργασίας. Η ευρωπαϊκή εμπειρία δείχνει ότι όπου η αγορά πήρε το πάνω χέρι, οι νέοι βρέθηκαν σε συνθήκες επισφάλειας, ανισοτήτων και αβέβαιων προοπτικών.
Η κυβέρνηση έχει την επιλογή, πριν το πάει στη Βουλή: ή θα επιμείνει στη νεοφιλελεύθερη λογική της που παραδίδει την εκπαίδευση στις επιχειρήσεις, ή θα επιλέξει τον δρόμο της δημόσιας ευθύνης, της ισότητας των πολιτών και των δικαιωμάτων τους. Γιατί η εκπαίδευση δεν είναι προϊόν προς πώληση, αλλά κοινωνικό δικαίωμα για όλες και όλους. Και αυτό το δικαίωμα, που κερδήθηκε με μεγάλους αγώνες, σήμερα κινδυνεύει να χαθεί οριστικά από την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
* Χρήστος Πιλάλης
Εκπαιδευτικός, πρώην διευθυντής
αναπληρωτή Υπουργού Παιδείας
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
Νέο Προσκλητήριο Προσλήψεων Εκπαιδευτών Ενηλίκων: Αφορά όλα τα πτυχία ΑΕΙ-ΤΕΙ - Πιστοποιηθείτε άμεσα
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό ΤΕΧΝΗΤΗΣ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗΣ για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 19/9
Μοριοδοτούμενο σεμινάριο Ειδικής Αγωγής Πανεπιστημίου Πατρών με μόνο 60 ευρώ