Παρουσιάζουμε σήμερα, μία ημέρα πριν την μαύρη επέτειο της 21ης Απρίλη που επιβλήθηκε η χούντα των συνταγματαρχών, ένα μέρος της πτυχιακής εργασίας της Χριστίνας Γκουζιώτη η οποία καταπιάνεται με τις αλλαγές και την κατάσταση στην εκπαίδευση κατά τη διάρκεια της 7ετίας.
Η πτυχιακή κατατέθηκε στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης στη Σχολή Επιστημών Αγωγής και συγκεκριμένα στο Τμήμα Δημοτική Εκπαίδευσης στον Τομέας Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας.
Ανατρέχοντας στις αλλαγές που έγιναν κατά τη διάρκεια της χούντας η πτυχιακή εργασία καταλήγει να απαντήσει στο ερώτημα γιατί η δικτατορία κυνήγησε τον Δάσκαλο.
Ακολουθεί το απόσπασμα:
Η εκπαίδευση κατά την περίοδο της δικτατορίας (1967-1974)
«Η οριστική ακύρωση της μεταρρύθμισης του 1964 πραγματοποιήθηκε το 1967, αμέσως μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου. Οι Συνταγματάρχες, γνωρίζοντας καλά πως η εκπαίδευση διαμορφώνει το ήθος και τις αξίες του λαού και προκειμένου να μείνουν στις θέσεις που με βία κατέλαβαν, φρόντισαν ώστε να έχουν τον πλήρη έλεγχο αυτής. Έτσι, η παρεχόμενη στους νέους παιδεία απέκτησε και πάλι κλασικιστικό και θεωρητικό χαρακτήρα, ο οποίος ήταν σύμφωνος με τα «ελληνοχριστιανικά ιδεώδη» της δικτατορίας των συνταγματαρχών (Χατζόπουλος,2003).
Στις πρώτες μέρες της κατάλυσης της δημοκρατίας, με τηλεγραφική διαταγή του Υπουργείου Παιδείας διακόπηκε η διδασκαλία του μαθήματος «Στοιχεία Δημοκρατικού Πολιτεύματος» που μιλούσε για το δημοκρατικό πολίτευμα, επειδή τα περιεχόμενά του δε συμβάδιζαν με τη λογική των συνταγματαρχών. Η κατάργηση αυτή από μόνη της αποδεικνύει πόσο νόθος ήταν ο χαρακτήρας του καθεστώτος του Γ. Παπαδόπουλου ως «Εθνικής Κυβερνήσεως». Ο δικτάτορας δε γνώριζε ότι η υψηλότερη και ευγενέστερη παραγωγή της κλασσικής Ελλάδας ήταν η Δημοκρατία. Κύριο μέλημά του ήταν οι μαθητές να μην έχουν τη δυνατότητα να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους, ώστε στην πορεία να προκύψουν αδύναμοι στην άσκηση κριτικής. Διέθεσε τις ώρες του παραπάνω μαθήματος για την ανάπτυξη των μαθητών στο νόημα και στους σκοπούς της Επανάστασης. Έντονη σημασία, επίσης, έδωσε στο τρίπτυχο «Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια», παραποιώντας όμως την πραγματική ουσία αυτών των θεσμών και αξιολόγησε τους δασκάλους με κριτήριο τόσο τα πολιτικά όσο και τα κοινωνικά τους φρονήματα (Τζανή & Παμουκτσόγλου, 1998).
Η ακύρωση της μεταρρύθμισης του 1964
Η αποσπασματική κατάργηση του συνόλου των μέτρων της μεταρρύθμισης του 1964 ολοκληρώθηκε με τον Αναγκαστικό Νόμο 129/1967 «Περί οργανώσεως και διοικήσεως της Γενικής Εκπαιδεύσεως», ο οποίος ίσχυσε με την έναρξη της σχολικής χρονιάς, που ξεκίνησε το Σεπτέμβριο του 1967. Έτσι, η ελληνική εκπαίδευση έκανε πάλι βήματα προς τα πίσω, σε χαρακτηριστικά γνωρίσματα πριν από το 1963 (Δημαράς, 2013).
Αμετάβλητο, ωστόσο, διατηρήθηκε το μέτρο της «δωρεάν παιδείας», η οποία επεκτάθηκε με τη γενίκευση της δωρεάν διανομής των διδακτικών βιβλίων και στις τρεις βαθμίδες εκπαίδευσης. Ιδιαίτερα, στις δύο πρώτες βαθμίδες οι παρεμβάσεις της δικτατορίας στα θέματα των διδακτικών βιβλίων ήταν βαθιές και αποδείχθηκαν μόνιμες. Όλα τα διδακτικά βιβλία που είχε εκδώσει το Υπουργείο αποσύρθηκαν και επαναδιατυπώθηκαν τα βιβλία που κυκλοφορούσαν πριν το 1963, με αποτέλεσμα τα παιδιά των σχολείων να πέσουν σε φοβερή γλωσσική σύγχυση και αμηχανία. Επιπρόσθετα, η δωρεάν παιδεία εκτός της δωρεάν χορήγησης των διδακτικών συγγραμμάτων σε όλες τι βαθμίδες εκπαίδευσης, παρείχε κρατική ενίσχυση στα σχολικά ταμεία για τις ανάγκες λειτουργίας τους, καθώς και υποτροφίες στους μαθητές με καλύτερη επίδοση (Φίλος, 1984).
Με τον Α.Ν. 129/19.6.1967 η δημοτική γλώσσα από γλώσσα όλης της εκπαίδευσης, σύμφωνα με την μεταρρύθμιση της Ε.Κ., περιορίζεται στις πρώτες τρεις τάξεις του Δημοτικού σχολείου, απαλλαγμένη από ακρότητες και ιδιωματισμούς. Στις υπόλοιπες τάξεις του Δημοτικού και σε όλη τη Μέση, Ανώτερη και Ανώτατη εκπαίδευση διδάσκεται και χρησιμοποιείται η απλή καθαρεύουσα, η οποία ήταν και η επίσημη γλώσσα του κράτους (Δημαράς, 2013).
Καταργείται επίσης το άρθρο 13 του Ν.Δ. 4379/1964, το οποίο προέβλεπε την απόκτηση του ειδικού τίτλου του «Ακαδημαϊκού Απολυτηρίου» ως σύστημα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και στη θέση αυτού καθιερώθηκε, μέσω του Α.Ν. 40/1967 ένα σύστημα εισαγωγής με εξεταστική έδρα τα ίδια τα Πανεπιστήμια και με περιορισμένο αριθμό υποψηφίων. Ο αριθμός αυτός θα κρινόταν με βάση τη γραπτή επίδοση και σε περιπτώσεις αυξημένου ενδιαφέροντος θα συνυπολογιζόταν η προτεινόμενη από τον κάθε λυκειάρχη διαγωγή των υποψηφίων, όπως το υψηλό φρόνημα, το άμεμπτο ήθος και χαρακτήρας (Κάτσικας & Θεριανός, 2004).
Η Γενική Εκπαίδευση κατά την περίοδο της δικτατορίας περιελάμβανε την Δημοτική, τη Μέση και την Επαγγελματική Εκπαίδευση. Παρείχε αγωγή βασισμένη στα ιδεώδη του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, αποσκοπώντας να καταστήσει τους μαθητές ικανούς να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους ως άνθρωποι και πολίτες, ανταποκρινόμενοι στην πολιτική κοινότητα του ελληνικού έθνους, καθώς και στις απαιτήσεις της τότε εποχής (Α.Ν. 129 Άρθρο 1 και 2.1).
Τα φρονηματιστικά μαθήματα
Η Δημοτική Εκπαίδευση περιλαμβάνει το Νηπιαγωγείο, στο οποίο παρέχεται η προσχολική αγωγή και το Δημοτικό σχολείο. Η υποχρεωτική φοίτηση στο Δημοτικό μειώθηκε από τα 9 στα 6 χρόνια. Δεν απέβλεπε στη διδασκαλία της γραφής, ανάγνωσης και αριθμητικής, αλλά στην ανάπτυξη και εξέλιξη των δεξιοτήτων των μαθητών, όσο τους επέτρεπε βέβαια η ηλικία τους, καθώς και να νιώσουν μέσα τους την αγάπη και την πίστη προς την πατρίδα, και να εισαχθούν στον ηθικό τρόπο ζωής. Κύριο μέλημα στο Δημοτικό σχολείο ήταν η καλλιέργεια του πατριωτισμού των μαθητών. Στην προσπάθεια αυτή συνέβαλε και το μάθημα της Ιστορίας, το οποίο σύμφωνα με το Αναλυτικό Πρόγραμμα εκείνης τη εποχής, δεν προοριζόταν για την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης, αλλά επεδίωκε τη συναισθηματική έξαρση των μαθητών. Ως φρονηματιστικό μάθημα, προσπαθούσε να καλλιεργήσει το “Εθνικό Είναι” στους μαθητές και να συμβάλλει στην ανάπτυξη των πνευματικών τους δυνάμεων.
Εξίσου σημαντικό φρονηματιστικό μάθημα αποτελούσαν και τα Θρησκευτικά. Σύμφωνα με τον Α.Ν. 625/1972: «Ο Ελληνόπαις πρέπει να καταστή εν τω Δημοτικώ ακόμη Σχολείω ‘δρων Χριστιανός». Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με το μάθημα των Θρησκευτικών, μέσω του οποίου καλλιεργούνταν το Ελληνοχριστιανικό Ιδεώδες, δηλαδή η πίστη στον Θεό, η προσήλωση των μαθητών στην Εθνική Ιδέα και η υπακοή τους στις αρχές (Α.Ν. 625/1972).
Το μάθημα της… Μουσικής
Το μάθημα της Μουσικής αποτελούσε επίσης σημαντικό κομμάτι της εκπαίδευσης στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του Βασιλικού Διατάγματος 218/1969, το μάθημα της Μουσικής είχε ως σκοπό «…την εξευγένισιν της ψυχής, την γέννησιν χαράς και ψυχικής ευφορίας, την καλλιέργειαν του μουσικού αισθητηρίου των μαθητών όλως ιδιαιτέρως, την δια δημωδών ασμάτων, πατριωτικών εμβατηρίων, θρησκευτικών ύμνων και άλλων καταλλήλων παιδικών ασμάτων, δημιουργίαν υγιών μουσικών βιωμάτων, προφυλασσόντων από διάβρωσιν του μουσικού αισθήματος των Ελληνοπαίδων». Με αυτό τον τρόπο, προάγοντας «…το κοινωνικόν, θρησκευτικόν και εθνικόν φρόνημα, παιδαγωγεί τους μαθητάς εις πολίτας, συναισθανομένους ότι είναι συνδεδεμένοι εις εν όλον και ανήκουν εις την αυτήν Πατρίδα».
Το Βασιλικό Διάταγμα, με τη μορφή γενικής παρατήρησης μέσα στο ίδιο άρθρο, ζητούσε ως απαραίτητο προσόν από τους δασκάλους τη γνώση ενόργανης μουσικής αλλά και την καλλιφωνία. Για πρώτη φορά, όπως εφαρμόστηκε και στις Παιδαγωγικές Ακαδημίες, τα σχολεία καλούνταν να εφοδιαστούν με «ραδιοπικάπ ή μαγνητόφωνα και δίσκους», τα οποία θα χρησιμοποιούσαν στην εκπαιδευτική διαδικασία, στα διαλλείματα, στις σχολικές γιορτές και στις εκδρομές (Β.Δ. 702
‘Φ.Ε.Κ. 218’/1969).
Επανήλθαν οι εισαγωγικές εξετάσεις για το Γυμνάσιο
Μεταξύ των άλλων, και όσον αφορά τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, επανήλθαν οι εισαγωγικές εξετάσεις για το Γυμνάσιο, ώστε να μην είναι πια εύκολη η συνέχιση των σπουδών στα σχολεία της Μέσης Παιδείας. Επίσης, η διάκριση των σχολείων της Μέσης Εκπαίδευσης σε «Γυμνάσια» και «Λύκεια» έπαψε και γυρίσαμε ξανά στο μονολιθικό τύπο του εξάχρονου Γυμνασίου. Με απόφαση του YΠEΠΘ το Γυμνάσιο χωρίστηκε σε δύο τριετείς κύκλους, τον κατώτερο και τον ανώτερο. Ο ανώτερος χωριζόταν σε τμήματα δύο βασικών κατευθύνσεων:
α) της Θεωρητικής, με βασικά στοιχεία της ανθρωπιστικής (ουμανιστικής) παιδείας, στην οποία περιλαμβάνονταν η Λατινική γλώσσα και Γραμματεία και
β) της Θετικής, με βασικά μαθήματα τα Μαθηματικά και Θετικές Επιστήμες.
Στις τρεις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου (κατώτερος κύκλος) συνεχίζεται η διδασκαλία της γραμματικής και της σύνταξης της απλής καθαρεύουσας, ενώ στις τρεις ανώτερες τάξεις (ανώτερος κύκλος) διδάσκεται σε βάθος η γραμματική και η σύνταξη της Αττικής διαλέκτου σε συνάρτηση με την εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας.
Αξιοσημείωτη είναι και η κατάρτιση του νέου ωρολογίου προγράμματος του εξατάξιου πλέον Γυμνασίου, στο οποίο κυρίαρχη θέση είχαν τα θεωρητικά μαθήματα. Χαρακτηριστικό ήταν η αύξηση του εβδομαδιαίου χρόνου διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών και μείωση του εβδομαδιαίου χρόνου διδασκαλίας των Νέων Ελληνικών και των Μαθηματικών. Τα Αρχαία Ελληνικά διδάσκονται 44 ώρες τη βδομάδα, ενώ ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη γραμματική, το συντακτικό, τους κανόνες και τις εξαιρέσεις του.
Ακολούθησε το Αναλυτικό Πρόγραμμα του 1969 και το Αναλυτικό Πρόγραμμα του 1973. Το Αναλυτικό Πρόγραμμα του 1969, χωρίς να διαφοροποιείται αισθητά από το πρόγραμμα του 1967, χαρακτηρίστηκε από τη μείωση των εβδομαδιαίων ωρών διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών (στο πρόγραμμα του 1969 κατείχαν το 15,6% των ωρών και στο πρόγραμμα του 1966 17%) από την αύξηση των Μαθηματικών (στο πρόγραμμα του 1969 κατείχαν το 15% των ωρών και στο πρόγραμμα του 1966 14%) και των Φυσικών Επιστημών (στο πρόγραμμα του 1969 κατείχαν το 14% των ωρών και στο πρόγραμμα του 1966 12%).
Τα Θρησκευτικά, Φιλοσοφικά, Ιστορία και Γεωγραφία (κοινωνικά μαθήματα) εμφανίζονται στο πρόγραμμα του 1969, όπου κατείχαν το 20% των ωρών της εβδομαδιαίας διδασκαλίας. Στα προγράμματα του 1967 και 1969 καταργήθηκαν τα μαθήματα "Στοιχεία Οικονομικής Επιστήμης" και "Στοιχεία του Δημοκρατικού Πολιτεύματος". Πρόκειται για μια συνεχή προσπάθεια του καθεστώτος να ελέγχει το εσωτερικό του σχολικού μηχανισμού και να αποτρέψει παρεκκλίσεις από τις ιδεολογικές γραμμές που προσδιόρισε (Μπουζάκης, 2006).
Στρατιωτικοποίηση της Φυσικής Αγωγής και του Αθλητισμού
Ανάμεσα στις αλλαγές που επέφερε το πολιτικό σύστημα κατά την περίοδο 1967- 1974 στην Ελλάδα, ήταν η προσπάθεια στρατιωτικοποίησης της Φυσικής Αγωγής και του Αθλητισμού. Επιχειρήθηκαν σημαντικές αλλαγές-προσθήκες στα αναλυτικά και ωρολόγια προγράμματα Φυσικής Αγωγής (Γυμναστικής) των σχολείων.
Η Γυμναστική στο σχολείο, ως προς τα περιεχόμενα υπαναχώρησε στα δεδομένα που χρησιμοποιούνταν πριν το 1964, προσανατολίστηκε δε στην καλλιέργεια της πειθαρχίας (μέσω της Ενόργανης Γυμναστικής), την μερική στρατιωτικοποίηση των μαθητών μέσω των ασκήσεων πυκνής τάξης και την καλλιέργεια του ομαδικού πνεύματος μέσω των αθλοπαιδιών. Οι υποστηρικτές της Παιδαγωγικής Γυμναστικής στράφηκαν προς την Ενόργανη Γυμναστική, η οποία αυτή την εποχή είχε διεθνή προβολή λόγω ταλαντούχων αθλητών και αθλητριών και πιθανότατα αποτέλεσε την περισσότερο αποτελεσματική αθλητική δραστηριότητα, προκειμένου να προωθηθεί η επιθυμητή, για εκείνη την εποχή, πειθαρχία και ευταξία. Έτσι, οργανώθηκαν πολλές σχετικές εκδηλώσεις, σεμινάρια και αγώνες, με στόχο να επικρατήσει αυτού του είδους η γυμναστική στη σχολική Φ.Α. Το καθεστώς έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στις γυμναστικές επιδείξεις καθορίζοντας με κάθε λεπτομέρεια το τελετουργικό της διεξαγωγής τους (Λάμπρου, κ.ά., 2017).
Όσον αφορά τον εξωσχολικό αθλητισμό, κατά την περίοδο 1967-1974, υιοθετήθηκε το σλόγκαν «κάθε πόλη και στάδιο, κάθε χωριό και γυμναστήριο» και εκπονήθηκε μεγαλεπήβολο πρόγραμμα, στο οποίο περιλαμβάνονταν κατασκευή αθλητικών εγκαταστάσεων και η διοργάνωση πολυέξοδων αθλητικών θεαμάτων. Επιχειρήθηκε ο πλήρης έλεγχος της διοίκησης του αθλητισμού με τη στελέχωση ομοσπονδιών και συλλόγων από πρόσωπα αποδεκτά από το καθεστώς ενώ μέσω των κυβερνητικών επιτρόπων το καθεστώς επεδίωξε την ασφυκτική εποπτεία όλων των σωματειακών δραστηριοτήτων.
Οι κυβερνώντες προσπάθησαν να οδηγήσουν το λαό στα γήπεδα, προκειμένου να προπαγανδίζουν το ίδιο τους το σύστημα και να αποκτήσουν οι ίδιοι τη δημοσιότητα μέσω μαζικών αθλητικών εκδηλώσεων. Ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε στο ποδόσφαιρο, που την εποχή εκείνη ήταν το λαοφιλέστερο άθλημα. Το ποδόσφαιρο όμως υπέστη αρκετές διαφοροποιήσεις. Μειώθηκαν σε αριθμό αθλητικά–ποδοσφαιρικά σωματεία (που προήλθαν από συγχωνεύσεις παλαιότερων, ηθελημένες είτε εξαναγκαστικές) και δημιουργήθηκαν πρωταθλήματα µε βάση τις πρωτεύουσες των νομών, κάτι που καθιστούσε τις διοργανώσεις ολοκληρωτικά ελεγχόμενες. Πολλές αθλητικές επιτυχίες σε ατομικό ή ομαδικό επίπεδο, προβλήθηκαν ιδιαίτερα από το καθεστώς, το οποίο επεδίωκε μάλιστα να δίδει στις επιτυχίες αυτές μια εθνική-ελληνική διάσταση. Ο ιδεολογικός έλεγχος ιδιαίτερα των νέων επιχειρήθηκε μεθοδευμένα μέσω των οργανώσεων νέων (άλκιμοι), μια οργανωμένη εθνικο-παιδαγωγική προσπάθεια με στρατιωτική συγκρότηση και προπαίδευση, η οποία στόχευε στον προσεταιρισμό και τον πλήρη έλεγχό τους (Γιαννακόπουλος, 2016).
Ιδεολογικός μονόδρομος ο προσανατολισμός στην κλασική παιδεία
Ο προσανατολισμός στην κλασική παιδεία αποτέλεσε ιδεολογικά μονόδρομο για τη δικτατορία το 1967, η μεταστροφή αυτή μάλιστα φάνηκε και στην Ανώτερη Εκπαίδευση. Το 1970 λόγω της παγκόσμιας τεχνολογικής εξέλιξης και η δικτατορία προσπαθώντας να δείξει ότι συμβαδίζει με τις παγκόσμιες οικονομικές εξελίξεις, η δικτατορία υπέγραψε σύμβαση με την Διεθνή Τράπεζα για την παροχή δανείου 13,8 εκατομμυρίων δολαρίων, για την ίδρυση των Κ.Α.Τ.Ε.Ε. Λόγω της παγκόσμιας τεχνολογικής εξέλιξης λοιπόν, και κατόπιν «επείγουσας ανάγκης», με το Ν.Δ. 652/1970 «Περί Κέντρων Ανωτέρας Τεχνικής Εκπαιδεύσεως» ιδρύθηκαν τα Κ.Α.Τ.Ε.Ε, τα οποία θα παρείχαν εξειδικευμένη κατάρτιση για την επιχειρηματική δραστηριότητα, την γεωργία, την επεξεργασία τροφίμων, την υγεία και τους κλάδους κατασκευών. Ταυτόχρονα τα K.A.T.E.Ε θα αποτελούσαν μια εναλλακτική διέξοδο έναντι των Πανεπιστημίων. Απώτερος στόχος της ίδρυσης αυτών των σχολών ήταν η παραγωγή μεσαίων στελεχών για να καλύψουν τις ανάγκες της κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης, με σκοπό την πλήρη ενσωμάτωση της Ελλάδας στο διεθνή καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας (Ν.Δ. 652/1970).
Ένα ακόμη δάνειο στο όνομα της εκπαίδευσης
Η χούντα θα συνάψει ένα ακόμη δάνειο πολλών εκατομμυρίων δολαρίων, με πρόφαση την βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης. Στην πραγματικότητα έχουμε την υπακοή της χούντας στην Διεθνή Τράπεζα και στις πολυεθνικές εταιρείες, οι οποίες απέβλεπαν σε προγράμματα επενδύσεων στο πρόσφορο τότε κλίμα της Ελλάδας, όπου απουσίαζε κάθε ίχνος πολιτικής ελευθερίας. Έτσι, ιδρύθηκαν οι Σχολές Εργατοτεχνιτών του ΟΑΕΔ και μια κατευθυνόμενη Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση, η Τ.Ε.Ε. . Ωστόσο, οι σχολές αυτές δεν απέκτησαν ποτέ κανένα κύρος (Τζανή & Παμουκτσόγλου, 1998).
Σύμφωνα με το Ν.Δ. 652/1970, το ενός έως τριών ετών εκπαιδευτικό πρόγραμμα των διαφόρων Κ.Α.Τ.Ε.Ε. θα παρήγαγε «τεχνικά στελέχη ανωτέρου επιπέδου», τα οποία θα συνέβαλλαν στην «προαγωγή της Εθνικής Οικονομίας». Σύμφωνα με τοδικτάτορα Γ. Παπαδόπουλο αν δεν γινόταν αυτή η ενέργεια, αποτέλεσμα θα ήταν να «ανατραπώμεν ως κοινωνία» (Μπουζάκης, 2002).
Οι σχολές (Ανώτερης Τεχνικής Εκπαίδευσης) θα αποτελούσαν την ενδιάμεση Τεχνική-Επαγγελματική Εκπαιδευτική βαθμίδα μεταξύ της Μέσης Τεχνικής βαθμίδας και της Ανώτατης επιστημονικής, χωρίς να κατατάσσονται όμως στην ανώτατηεκπαίδευση (Κάτσικας & Θεριανός, 2004).
Το Αναλυτικό Πρόγραμμα του 1973, κάτω από το πρίσμα και των πορισμάτων της"Επιτροπής Παιδείας" που συστάθηκε, χαρακτηρίζεται από ένα τεχνοκρατικό πνεύμα, αν και δεν ανταποκρίνονταν πλήρως στις προτάσεις της "Επιτροπής". Το μάθημα της Μουσικής στην Δ' και E' τάξη ήταν προαιρετικό και προσέφερε τη δυνατότητα στους μαθητές και τις μαθήτριες το δικαίωμα επιλογής μεταξύ του μαθήματος των Λατινικών και των Τεχνικών. Το μάθημα της "Αγωγής του Πολίτη" και τα "Στοιχεία Επαγγελματικού Προσανατολισμού" ενοποιήθηκαν σε ένα μάθημα. Βέβαια, το Αναλυτικό Πρόγραμμα του 1973 δεν οριστικοποιήθηκε και τελικά αποσύρθηκε (Ανδρέου, 1999).
Η κατάργηση του τρίτου έτους σπουδών στις Παιδαγωγικές Ακαδημίες
Όσον αφορά την μετεκπαίδευση δασκάλων και καθηγητών, καταργήθηκε το τρίτο έτος σπουδών στις Παιδαγωγικές Ακαδημίες και ιδρύθηκαν Διδασκαλεία Δημοτικής και Μέσης Εκπαίδευσης. Στα τέλη του 1967-1968 δημιουργήθηκε στην Αθήνα το «Διδασκαλείον Δημοτικής Εκπαιδεύσεως», το οποίο απευθύνονταν σε δασκάλους για την περαιτέρω επιμόρφωσή τους πάνω στα νέα εκπαιδευτικά ζητήματα. Η μετεκπαίδευση ήταν διετής, ενώ τα σχετικά με τη λειτουργία και τη σύστασή του καθορίζονταν με Βασιλικά Διατάγματα έπειτα από πρόταση Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών και μετά την έγκριση του Ανώτατου Εκπαιδευτικού Συμβουλίου.
Η «απλή καθαρεύουσα»
Έτσι, λόγω χάρη, με τον Α.Ν. 40/19.6.1967 και 50/24.6.1967 καταργήθηκε το Ακαδημαϊκό Απολυτήριο, που προέβλεπε την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση χωρίς εξετάσεις και παράλληλα η «κυβέρνηση» κατάργησε το Παιδαγωγικού Ινστιτούτου ως «διαβρωτικό θεσμό», αντίστοιχα. Παράλληλα, καθιέρωσε αντί της δημοτικής την «απλή καθαρεύουσα» ως όργανο γραπτής και προφορικής έκφρασης διδασκόντων και διδασκόμενων. Το νέο Ωρολόγιο Πρόγραμμα του 1967, που δημοσιεύτηκε λίγο αργότερα με Υπουργική Απόφαση, ήταν διαμορφωμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να δίνεται βαρύτητα κυρίως στην κλασική παιδεία, αλλά και να αποτρέπει την διαπαιδαγώγηση των υποψηφίων δασκάλων σχετικά με τη «νεοελληνική πολιτική, οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική πραγματικότητα» (Δημαράς, 2013).
Με το Ν.Δ 842/1971 ρυθμίστηκαν σε νέα βάση όλα τα θέματα που σχετίζονταν με την λειτουργία των Π.Α., από τα προγράμματα διδασκαλίας και τα διδακτικά βιβλία μέχρι οργανωτικά και διοικητικά θέματα. Ωστόσο και το διάταγμα αυτό κινείται στα ίδια πλαίσια με τον Α.Ν. 129/1967, αφού το δικτατορικό καθεστώς γνώριζε καλά ότι μια ουσιαστική αναδιοργάνωση των Π.Α., εγκυμονούσε κινδύνους για την πολιτική και την ιδεολογία του καθεστώτος, ενώ αντίθετα η υποβάθμιση του δασκάλου με τη διετή φοίτηση στις Π.Α. και την εσκεμμένη μισθολογική και βαθμολογική καθίζηση το εξυπηρετούσαν αφάνταστα (Βασιλού-Παπαγεωργίου, κ.ά.,1994).
Η Υπουργική Απόφαση με αριθμό 154319/11.11.1967 επέφερε αλλαγές στη Αναλυτικό Πρόγραμμα. Καταργήθηκαν μαθήματα, τα οποία ήταν μάλιστα απαραίτητα για την κατάρτιση των δασκάλων, όπως τα μαθήματα: «Κοινωνιολογία», «Στοιχεία του Δημοκρατικού Πολιτεύματος και του Δικαίου», «Εισαγωγή εις την Οικονομικήν» και «Ψυχολογία των Ατομικών Διαφορών», το δε μάθημα των «Ελληνικών» προσαρμόστηκε στην καθαρεύουσα (Ευαγγελόπουλος, 1991).
Οι Παιδαγωγικές Ακαδημίες που καταργήθηκαν το 1971
To 1971, με το Β.Δ. 345/1971 η δικτατορία προχώρησε σε κατάργηση των Παιδαγωγικών Ακαδημιών: Μαρασλείου Αθηνών, Ραλλείου Πειραιώς, Θεσσαλονίκης, Καρδίτσας και Ρόδου και τις συγχώνευσε αντιστοίχως με τις Παιδαγωγικές Ακαδημίες: Λαμίας, Τρίπολης, Φλώρινας, Λάρισας και Ηρακλείου Κρήτης (Βασιλικό Διάταγμα 345 ‘ΦΕΚ 97’ της 18ης Μαΐου 1971).
Σύμφωνα με την κυβέρνηση, η απόφαση αυτή πάρθηκε για λόγους αποκέντρωσης, όμως υπήρξαν και διαφορετικές γνώμες που τη συνέδεσαν με λόγους πολιτικούς. Η κυβέρνηση παρακώλυε τους δασκάλους αποτρέποντας την μόρφωσή τους σε αστικά κέντρα προς αποφυγή αναπτύξεως προοδευτικών πολιτικών πεποιθήσεων. Η κυρίαρχη αντίληψη στους δύσπιστους κύκλους ήταν πως ο δάσκαλος, όντας μορφωμένος, ως «κήρυκας της ελευθερίας» ήταν ο μόνος ο οποίος θα μπορούσε να υπονομεύσει τη δικτατορία. Λιγότερο έντονες κριτικές υποστήριζαν πως η ενέργεια αυτή θα δημιουργούσε αδιέξοδα στην ήδη προβληματική υπόσταση της εκπαίδευσης (Σκούρα, 1997).
Η δικτατορία κυνήγησε το δάσκαλο
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Ε. Παπανούτσος η δικτατορία κυνήγησε το δάσκαλο γιατί «ήξερε πάρα πολύ καλά ποιος μπορεί να την υπονομεύσει. Δεν θα την υπονόμευε ο συνωμότης αξιωματικός, αλλά ο δάσκαλος, ο κήρυκας της ελευθερίας, Έτσι, όσα λιγότερα γράμματα ήξερε ο δάσκαλος τόσο καλύτερα ήταν γι’ αυτούς» (Σκούρα, 1997).
Λίγους μήνες μετά την ψήφιση του Ν.Δ.842/1971 με απόφαση του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου συγκροτείται Επιτροπή Παιδείας. Σκοπός της Επιτροπής ήταν να εξετάσει το σύνολο των εκπαιδευτικών προγραμμάτων της χώρας και συγκεκριμένα τα πλαίσια της Γενικής Εκπαίδευσης, της Επαγγελματικής, την Ανώτατη Εκπαίδευση και ορισμένα ειδικότερα εκπαιδευτικά θέματα (Νούτσου, 1979).
Το Νοέμβριο του ίδιου έτους σχηματίστηκαν ειδικές επιτροπές στα πλαίσια της παραπάνω επιτροπής. Μεταξύ των άλλων θεμάτων που απασχόλησαν τις ειδικές επιτροπές ήταν και η διαβάθμιση των Π.Α., αν δηλαδή θα εντασσόταν οι Π.Α. στην Ανώτατη ή στην Ανώτερη Εκπαίδευση. Αν και η Επιτροπή Παιδείας πρότεινε την προσθήκη του 3ου έτους φοίτησης στις Π.Α., η πρόταση αυτή «ναυάγησε» και δεν εφαρμόστηκε ποτέ (Πορίσματα Επιτροπής Παιδείας 1971-1973)».
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 14/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη