Δίκτυο για το Πανεπιστημιακό Κίνημα
Σε συνθήκες προϊούσας κρίσης-αποδιάρθρωσης της οικονομίας, τεράστιας ανεργίας, ιδιαίτερα για τους νέους, φτωχοποίησης και καταστροφής μεγάλων τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας, ως αποτέλεσμα της καπιταλιστικής κρίσης και των νεοφιλελεύθερων ιμπεριαλιστικών μνημονιακών πολιτικών, το Πανεπιστήμιο έχει οδηγηθεί σε διαρκή συρρίκνωση και αποδιάρθρωση. Στις συνθήκες αυτές επιτείνονται η εξάρτηση από την εξωτερική χρηματοδότηση και η υποβάθμιση της επιστημονικής έρευνας και γνώσης. Με αυτές τις θέσεις επιχειρούμε τη συγκρότηση μιας συλλογικότητας αντίστασης και αγώνα του πανεπιστημιακού κινήματος.
Α. Αστικό Πανεπιστήμιο και Νεοφιλελευθερισμός
Το Πανεπιστήμιο (και γενικότερα η τριτοβάθμια εκπαίδευση) αποτελεί την κορυφή της πυραμίδας στο μαζικό και ιεραρχικό εκπαιδευτικό σύστημα, συμπυκνώνοντας και αναπαράγοντας τον ειδικά καπιταλιστικό διαχωρισμό διανοητικής και χειρωνακτικής εργασίας και στο πλαίσιο αυτό επιτελεί το βασικό του ρόλο: αναπαραγωγικό-κατανεμητικό και ιδεολογικό.
Ειδοποιό χαρακτηριστικό των νεοφιλελεύθερων πολιτικών στην ανώτατη εκπαίδευση αποτέλεσε η πίεση υποβάθμισης της βασικής επιστημονικής γνώσης και έρευνας προς όφελος της επικερδούς για την κεφαλαιακή κερδοφορία εφαρμοσμένης έρευνας, που υποτάσσεται στις βραχυχρόνιες ανάγκες της αγοράς. Στο πλαίσιο αυτών των πολιτικών, απέκτησε αναβαθμισμένη σημασία για το κεφάλαιο ο έλεγχος της ερευνητικής δραστηριότητας των Πανεπιστημίων – με πολιορκητικό κριό τη χρηματοδότηση.
Καθώς δεν μπορεί να υπάρξει εφαρμοσμένη έρευνα χωρίς προϋπάρχουσα βασική, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές επιχειρηματοποίησης-εμπορευματοποίησης του Πανεπιστημίου, οδήγησαν μεν σε βαρύνουσα έμφαση προς την εφαρμοσμένη και εξαρτώμενη από την αγορά έρευνα, αλλά η βασική επιστημονική έρευνα εξακολουθεί να συγκροτεί το σκληρό (αν και συρρικνούμενο) πυρήνα της πανεπιστημιακής ερευνητικής διαδικασίας, χαρακτηρίζοντας ή πιστοποιώντας την ελίτ των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων (εδώ εντάσσεται και η αναπαραγωγή των «οργανικών διανοουμένων» της αστικής τάξης).
Πιο συγκεκριμένα, οι αντιμεταρρυθμίσεις στις δεκαετίες της νεοφιλελεύθερης κυριαρχίας, που ήταν το αποτέλεσμα της καπιταλιστικής κρίσης υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 - αρχές της δεκαετίας του 1970, ορίζουν μια νέα εκδοχή Πανεπιστημίου. Βασικά χαρακτηριστικά αυτής της νέας εκδοχής αποτελούν:
• Η ενίσχυση της εφαρμοσμένης έρευνας σε βάρος της βασικής και η μεγαλύτερη εξάρτηση από την αγορά μέρους της εκπαιδευτικής και ερευνητικής διαδικασίας.
• Η άμεση ιδιωτικοποίηση μέρους της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, είτε με απελευθέρωση του πεδίου για την ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων από επιχειρηματικούς ομίλους ή ιδιώτες, είτε με την αναγνώριση ως ισότιμων των διάφορων Κολεγίων, είτε με τη δημιουργία «ονομαστικών εδρών» στα δημόσια Πανεπιστήμια από ιδιώτες (οι οποίες θα μπορούν να έχουν τα δικά τους προγράμματα σπουδών, εξοπλισμό, μεταπτυχιακούς-διδακτορικούς ερευνητές, ερευνητικά προγράμματα κ.ο.κ.).
• Η διευρυνόμενη μετατροπή των φοιτητών σε «πελάτες» σε συνθήκες δημοσιονομικής πειθαρχίας (βλ. δίδακτρα στα μεταπτυχιακά) και η επέκταση της πανεπιστημιακής εμπορευματοποίησης με τα Προγράμματα Δια Βίου και Εξ Aποστάσεως Εκπαίδευσης και με τα Εξ Αποστάσεως μεταπτυχιακά.
• Η αντικατάσταση των πτυχίων με ατομικούς φακέλους προσόντων, οι πιστωτικές μονάδες και η συναρτώμενη πολυδιάσπαση των γνωστικών αντικειμένων.
• Η αλλαγή στην αρχιτεκτονική των σπουδών με την εισαγωγή των τριών κύκλων σπουδών, που εμπεδώνει την πολυδιάσπαση των γνωστικών αντικειμένων και οργανώνει πιο συστηματικά την αναπαραγωγική-κατανεμητική ιεραρχία στο εποικοδόμημα και την παραγωγή. Συναφής με αυτήν την οργάνωση της ιεραρχίας είναι η πανεπιστημιοποίηση της κατάρτισης (εκπαίδευση κατώτερων τμημάτων της διανοητικής εργασίας που τείνουν να συγκλίνουν με την εργατική τάξη) και η ανάπτυξη μιας διαδικασίας συγκρότησης σχολών, τμημάτων και μεταπτυχιακών προγραμμάτων διαφορετικών επιπέδων.
• Η ανάδυση ελαστικών εκμεταλλευτικών εργασιακών σχέσεων.
• Η πίεση περιορισμού των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών και της κριτικής σκέψης.
Κομβικές παρεμβάσεις για τα παραπάνω αποτέλεσαν, μεταξύ άλλων: η Magna Charta της Μπολόνια 1988, η Συνθήκη Maastricht 1992, η Λευκή Βίβλος 1993, η Λευκή Βίβλος για την εκπαίδευση και κατάρτιση 1995, η Διακήρυξη της Σορβόννης 1998, η Διακήρυξη της Μπολόνια 1999, η Έκθεση Επιτροπής Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 2001, η Σύνοδος της Πράγας 2001, ο Νόμος Γιαννάκου 2007, οι Νόμοι Διαμαντοπούλου 2011 και Αρβανιτόπουλου 2012, η Ανακοίνωση της Κομισιόν «Ανασχεδιασμός της Εκπαίδευσης» 2012, το «Εθνικό Σχέδιο για την Απασχόληση των Νέων» 2013, η Έκθεση ΟΟΣΑ 2013.
Η νεοφιλελεύθερη αντιμεταρρύθμιση ήρθε και ως απάντηση στην εντεινόμενη ταξική αμφισβήτηση και εντός των Πανεπιστημίων ιδίως από τη δεκαετία του 1960. Η επαφή των φοιτητών με τα πολιτικά κριτικά ρεύματα της μαρξιστικής σκέψης μεταφέρθηκε και στους χώρους του Πανεπιστημίου. Στη δεκαετία αυτή αλλά και στη συνέχεια επήλθαν πολλές σημαντικές αλλαγές στον τρόπο οργάνωσης των Πανεπιστημίων, στα διδασκόμενα αντικείμενα και στην εισαγωγή κριτικών θεωρήσεων σε όλα τα επιστημονικά πεδία. Τα Πανεπιστήμια της Δύσης από τη δεκαετία του 1960 και μετά συγκροτούσαν χώρους ευρείας ιδεολογικής αντιπαράθεσης, ανεξάρτητα από το αν η εισαγωγή των κριτικών θεωρήσεων οδηγήθηκε και στην «ενσωμάτωσή» τους.
Η νεοφιλελεύθερη πολιτική στην ανώτατη εκπαίδευση διαπερνάται από ένα σύνολο αντιφάσεων, τόσο από την άποψη των συμφερόντων του κεφαλαίου όσο και από την άποψη των αντιστάσεων των ενεργών παραγόντων της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η τελική μορφή που σε κάθε κοινωνικό σχηματισμό θα λάβει η νεοφιλελεύθερη αντιμεταρρύθμιση εξαρτιόταν και εξαρτάται από τους κοινωνικούς συσχετισμούς δύναμης μέσα και έξω από το Πανεπιστήμιο.
Ο αγώνας για δημόσιο, δημοκρατικό, δωρεάν Πανεπιστήμιο, αν και δεν αναδεικνύει κριτικά τον ιδεολογικό ρόλο του Πανεπιστημίου, αποτέλεσε και αποτελεί, πέραν άλλων, τη βασική προϋπόθεση για την αμφισβήτηση της αστικής-νεοφιλελεύθερης ιδεολογικής κυριαρχίας στο πεδίο της γνώσης στις μέρες μας, για να παραμείνει το Πανεπιστήμιο χώρος ταξικής πάλης στο πεδίο των ιδεών.
Β. Oι «θεσμικές» παρεμβάσεις στο ελληνικό Πανεπιστήμιο μετά το 1990
Ξεκίνησαν από τον Γ. Παπανδρέου (1995) με τους εμπειρογνώμονες του ΟΟΣΑ, ακολούθησαν ο Γ. Αρσένης (Εκπαίδευση 2000), η «διεύρυνση» με τα διαδοχικά πακέτα ΚΠΣ (βλ. Σημίτης, «ένταξη του Πανεπιστημίου στο 3ο ΚΠΣ»), η επιβολή της διαδικασίας της Μπολόνια με τον Π. Ευθυμίου. Έπεται η Μ. Γιαννάκου με το νέο νόμο–πλαίσιο και την επιχείρηση αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος και η αναγνώριση ως ισότιμων των διάφορων Κολεγίων. Ακολουθεί μνημονιακή περίοδος με το νόμο Διαμαντοπούλου του 2011, που εφάρμοσε όλες τις υποδείξεις της περίφημης αξιολόγησης του ΟΟΣΑ, τα «συμπληρώματα» Αρβανιτόπουλου και Λοβέρδου, το Σχέδιο «Αθηνά» με συγχωνεύσεις/κλείσιμο Τμημάτων. Φτάνουμε στην κυβέρνηση της «Αριστεράς» που ολοκληρώνει όλες τις μνημονιακές «δεσμεύσεις» και εφαρμόζει τις «βέλτιστες διεθνείς πρακτικές» από την «εργαλειοθήκη» του ΟΟΣΑ και την επικαιροποιημένη αξιολόγησή του.
Μέσα από αυτές τις παρεμβάσεις:
• Διαρκείς λειτουργικές ανάγκες εντάσσονταν σταδιακά στα διάφορα πακέτα ΚΠΣ και όχι στον Τακτικό Προϋπολογισμό και τις Δημόσιες Επενδύσεις. Στο πλαίσιο αυτών των πολιτικών, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προχωρά στη χρηματοδότηση των ΑΕΙ με δάνεια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ή άλλους διεθνείς οργανισμούς. Ειδικότερα, η «ένταξη των Πανεπιστημίων στο 3o ΚΠΣ» τροφοδότησε την απότομη διεύρυνση, με ίδρυση νέων Τμημάτων και Ιδρυμάτων (Πανεπιστήμια και ΤΕΙ), που με άναρχο τρόπο και με κριτήρια συχνά τοπικιστικά και όχι επιστημονικά άλλαξε το χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά και την «έκρηξη» Μεταπτυχιακών, όπου, μετά τη λήξη των «πακέτων» χρηματοδότησης, κυρίως από ΕΕ, η περιορισμένη χρηματοδότηση οδήγησε σταδιακά στην επιβολή διδάκτρων που γενικεύτηκαν, και σε ορισμένα Ιδρύματα εμφανίστηκαν οι «επιχειρηματίες των Μεταπτυχιακών» με παχυλές αμοιβές από τη συμμετοχή τους. Πολλά από αυτά τα τμήματα είναι χωρίς συνεκτικό γνωστικό αντικείμενο και με ασαφή ή ανύπαρκτα επαγγελματικά δικαιώματα.
• Η ΕΕ άρχισε να επιβάλει την πολιτική της για την Έρευνα, μέσω των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων Πλαίσιο που αποτέλεσαν την κύρια πηγή της χρηματοδοτούμενης έρευνας. Συνέπεια αυτής της πολιτικής είναι η εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της έρευνας, αλλά και η περιθωριοποίηση της βασικής έρευνας και ο εξοβελισμός των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών. Η εποπτεία και ο έλεγχος του ποια έρευνα διεξάγεται και με ποιους στόχους έγινε τυπική για τα αρμόδια ακαδημαϊκά όργανα (Τομείς, Τμήματα, Σύγκλητο) και έμεινε υπόθεση του χρηματοδότη και κάποιων ομάδων «μυημένων» που αποφάσιζαν με τεχνοκρατικά κριτήρια ως μέλη των Επιτροπών Έρευνας.
• Στα περισσότερα Ιδρύματα οι Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ) έγιναν υπόθεση μικρών ομάδων γύρω από τις διοικήσεις που λειτούργησαν με πλήρη αδιαφάνεια για την υπόλοιπη κοινότητα. Σήμερα, με δεδομένο τον οικονομικό μαρασμό, οι πρόθυμες διοικήσεις στην αξιοποίηση των διαθεσίμων των ΕΛΚΕ εφαρμόζουν πλέον τον ακραίο κανόνα του «όποιος φέρνει χρήμα παίρνει ενίσχυση». Η καταλήστευση των διαθεσίμων στην περίοδο των μνημονίων με το PSI, σε συνδυασμό με το συνολικό περιορισμό της Ευρωπαϊκής χρηματοδότησης, οδηγούν στη δραματική μείωση αυτών των πόρων.
• Σε όλα τα Ιδρύματα προχώρησε η αξιολόγηση, ως μέσο υπαγωγής και υποταγής της ερευνητικής και εκπαιδευτικής διαδικασίας στις βραχυχρόνιες ανάγκες της αγοράς αλλά και ως πίεση πειθάρχησης (ή αυτοπειθάρχησης) των μελών ΔΕΠ στο θεωρητικό επίπεδο, ιδίως όσον αφορά τις κοινωνικές επιστήμες.
• Σε όλα τα Ιδρύματα δημιουργήθηκαν Εταιρείες Διαχείρισης Ιδιαιτέρας Περιουσίας για να «αξιοποιηθούν» κυρίως επιχειρηματικά τα ακίνητα, σημαντικής αξίας σε ορισμένα παραδοσιακά Ιδρύματα.
• Είναι υπό ίδρυση ΝΠΙΔ (ΑΕ) για τη διαχείριση και την εμπορική αξιοποίηση των προϊόντων της έρευνας και της παροχής υπηρεσιών κατάρτισης των Ιδρυμάτων και σταδιακά όλων των λειτουργιών τους.
• Σε διάφορα Ιδρύματα, ομάδες καθηγητών, «αξιοποιώντας» το κυρίαρχο κλίμα της «ανταγωνιστικότητας» και ακολουθώντας το «ρεύμα» της εξασφάλισης «ίδιων πόρων» για την «οικονομική αυτοτέλεια», ανέπτυξαν ποικίλα προγράμματα παροχής εκπαιδευτικών υπηρεσιών, παρέχοντας δεξιότητες με δίδακτρα.
• Η επιχειρηματικότητα και εμπορευματοποίηση εντείνονται: πίεση για περισσότερη εφαρμοσμένη έρευνα, που θα λειτουργεί προς όφελος της αγοράς, λειτουργία επιχειρηματικών-εμπορικών θυλάκων, θεσμοθέτηση διδάκτρων στα μεταπτυχιακά.
• Απαξίωση ανθρωπιστικών-κοινωνικών σπουδών.
• Το πανεπιστημιακό άσυλο καταργείται για διευκόλυνση της διεύρυνσης της επιχειρηματικότητας, για τον περιορισμό της κριτικής σκέψης και αμφισβήτησης και την αποτροπή ανάπτυξης κινήματος εντός και εκτός Πανεπιστημίου.
• Επεκτείνονται οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις μέσα στο Πανεπιστήμιο (βλ. «νέοι επιστήμονες κάτοχοι διδακτορικού» με μηνιαίο μισθό 300€ και για 6 μήνες, ΙΔΑΧ, ΙΔΟΧ).
Σημείο τομής στην εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών στο ελληνικό Πανεπιστήμιο αποτέλεσε η εγκαθίδρυση του μνημονιακού καθεστώτος από το 2010 ως σήμερα. Κύριο χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου είναι η ραγδαία επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης και η δραματική συρρίκνωση της κρατικής χρηματοδότησης στην ανώτατη εκπαίδευση. Ούτε καν τα λειτουργικά έξοδα δεν καλύπτονται εξ ολοκλήρου από την κρατική χρηματοδότηση, η φοιτητική μέριμνα εξανεμίζεται, ενώ ακόμη και στοιχειώδεις λειτουργίες (π.χ. εμπλουτισμός βιβλιοθηκών, εξοπλισμός εργαστηρίων) είτε δεν επιτελούνται είτε παραπέμπονται στις δαπάνες των Ειδικών Λογαριασμών. Οι μισθοί όλων των εργαζομένων στα Πανεπιστήμια υφίστανται τις περικοπές που επιβάλλει η δημοσιονομική πειθαρχία, ενώ το επιστημονικό δυναμικό δεν ανανεώνεται.
Η κατάσταση διάλυσης συμπληρώνει την ήδη δεινή θέση μεγάλου μέρους των φοιτητών, οι οποίοι δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τις σπουδές τους είτε λόγω ανέχειας είτε επειδή το Πανεπιστήμιό τους βρίσκεται εκτός τόπου μόνιμης κατοικίας τους.
Η μνημονιακή πολιτική στα Πανεπιστήμια επιτελείται στο δίπολο διάλυση / ιδιωτικοποίηση και επενδύει στο ιδεολόγημα της ατομικής επιβίωσης, ενώ καταστρέφει δομές και λειτουργίες του δημόσιου Πανεπιστημίου.
Γ. Πανεπιστημιακό κίνημα ενάντια στις αναδιαρθρώσεις
Στη θεσμική επίθεση ορθώθηκαν αντιστάσεις από το πανεπιστημιακό κίνημα. Το κίνημα των φοιτητών είχε δείξει τη δυναμική του στον αγώνα κατάργησης του νόμου 815/78, ενώ το κίνημα των βοηθών και επιμελητών με την απεργία των 100 ημερών επέβαλε την κατάργηση του αντιδραστικού θεσμού της έδρας, τον ενιαίο φορέα διδασκόντων και δημοκρατικές – συμμετοχικές λειτουργίες στο Πανεπιστήμιο. Οι διεκδικήσεις των κινημάτων πέρασαν, έστω και κουτσουρεμένες, στο νόμο πλαίσιο 1268/1982 από το ανερχόμενο τότε ΠΑΣΟΚ. Έκτοτε, όλες οι επόμενες κυβερνήσεις επιχείρησαν να ακυρώσουν ό,τι προοδευτικό περιείχε μέχρι την πλήρη αντικατάστασή του.
Η οριακή στιγμή για το κίνημα ενάντια στη νεοφιλελεύθερη αντιμεταρρύθμιση ήταν η υπεράσπιση του άρθρου 16 του Συντάγματος, ο αγώνας για τη μη ψήφιση του νόμου Γιαννάκου και στη συνέχεια η πάλη για τη μη εφαρμογή του. Ήταν η περίοδος όπου στην ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ βρέθηκαν αγωνιστικές δυνάμεις. Την περίοδο αυτή αναδείχθηκαν ζητήματα που σχετίζονταν με την καρδιά των αναδιαρθρώσεων που επιχειρούσε το κεφάλαιο και η ΕΕ στα ΑΕΙ. Επιπλέον η κοινή πάλη με το φοιτητικό κίνημα μπόρεσε να ακυρώσει ή και να επιβραδύνει τις αναδιαρθρώσεις. Έτσι εξηγείται και η λυσσαλέα αντιμετώπιση αυτού του κινήματος πρώτα απ' όλα από το «εσωτερικό» στήριγμα των αναδιαρθρώσεων μέσα στα Πανεπιστήμια («επιχειρηματίες των Μεταπτυχιακών», ομάδες πανεπιστημιακών που νέμονται τα διάφορα προγράμματα, κ.λπ., που πολιτικά εκφράστηκαν αρχικά κυρίως από την ΚΙΠΑΝ-ΑΡΜΕ και εν συνεχεία και από την παράταξη των Γιατρών).
Το πανεπιστημιακό κίνημα επέβαλε βασικές κατευθύνσεις του δημόσιου χαρακτήρα του Πανεπιστημίου – με αιτήματα δημοκρατίας, συμμετοχής, αύξησης δαπανών για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Κριτίκαρε συστηματικά τον αντιδραστικό και αντιλαϊκό χαρακτήρα των «μεταρρυθμίσεων» της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και της ΕΕ και συνέβαλε στην απονομιμοποίησή τους. Μετά το 2010 το κίνημα πάλεψε ενάντια στην ψήφιση του Νόμου Διαμαντοπούλου με κορυφαία στιγμή την πάλη ενάντια στην εκλογή των Συμβουλίων Ιδρύματος.
Βασικότερο έλλειμμα αυτού του κινήματος ήταν η απουσία έντονης και συστηματικής κριτικής αλλά και αντίστασης στον τύπο του Πανεπιστημίου, που δομήθηκε από το '90 και μετά. Ειδικά η επέκταση των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων και η υπαγωγή της έρευνας σε αυτές αλλά και η εισαγωγή διδάκτρων και αμοιβών διδασκόντων από τα εκπαιδευτικά προγράμματα αντιμετωπίστηκε από τη συντριπτική πλειοψηφία, στην καλύτερη περίπτωση ως αναγκαίο κακό, στη χειρότερη ως θείο δώρο που θα έβγαζε το ελληνικό Πανεπιστήμιο από την «καθυστέρηση». Παράλληλα υπήρξε και η παντελής έλλειψη κριτικής στον τύπο της γνώσης που παράγεται και αναπαράγεται στο Πανεπιστήμιο. Η επιστήμη ως μια γενικά ουδέτερη προοδευτική εξέλιξη χωρίς ταξικό και ιδεολογικό πρόσημο ήταν η αντίληψη που κυριάρχησε ακόμη και στους κόλπους της πανεπιστημιακής αριστεράς. Το Πανεπιστήμιο ως ιδεολογικός, διανεμητικός, αναπαραγωγικός μηχανισμός δεν συζητήθηκε στο εσωτερικό του κινήματος.
Το «εσωτερικό» στήριγμα των αναδιαρθρώσεων μέσα στα Πανεπιστήμια, έχοντας τη στήριξη εκείνων που ανέχονταν ή και θεωρούσαν αναγκαίες τις νεοφιλελεύθερες αντιμεταρρυθμίσεις, επιχείρησε και πέτυχε αυτό που ονομάστηκε «ανακατάληψη της ΠΟΣΔΕΠ», αδρανοποιώντας πολλούς συλλόγους διδασκόντων και προσφέροντας ισχυρό στήριγμα στις θεσμικές παρεμβάσεις που επιχείρησαν όλες οι κυβερνήσεις. Εκτός από τις δυνάμεις που συνδικαλιστικά και πολιτικά στήριξαν τις νεοφιλελεύθερες αναδιαρθρώσεις (ΚΙΠΑΝ-ΑΡΜΕ, Γιατροί) σημαντική βοήθεια εκείνη την περίοδο στο να ηττηθούν οι αγωνιστικές δυνάμεις στην ΠΟΣΔΕΠ προσέφερε και η μεταρρυθμιστική αριστερά του Συνασπισμού. Αποτέλεσμα της αντιπαράθεσης ήταν η δημιουργία του ΔΙΚΤΥΟΥ Πανεπιστημιακών με την αποχώρηση των αγωνιστικών δυνάμεων από τη Συσπείρωση Πανεπιστημιακών.
Δ. ΔΙΚΤΥΟ Πανεπιστημιακών
Η αποχώρηση από τη Συσπείρωση άνοιξε δρόμους βαθέματος της συζήτησης και της παρέμβασης του ΔΙΚΤΥΟΥ για όλα αυτά που έχουν προαναφερθεί σχετικά με τις εξελίξεις στα ΑΕΙ. Η βασική συνεισφορά του ΔΙΚΤΥΟΥ αυτά τα χρόνια ήταν ότι σταθερά αναδείκνυε το βασικό αντίπαλο και τις βασικές αιτίες της διαμορφούμενης πραγματικότητας στα Πανεπιστήμια και επιδίωκε οι μαζικοί αγώνες να φτάσουν μέχρι το επίπεδο να σφραγίσουν τις πολιτικές εξελίξεις. Ήταν μια αγωνιστική και αριστερή άποψη μέσα στα Πανεπιστήμια που πρακτικά υποστήριζε ότι η πολιτική και συνδικαλιστική πάλη δεν πρέπει να εξυπηρετεί τις κοινοβουλευτικές επιδιώξεις των κομματικών μηχανισμών.
Στο εσωτερικό του ΔΙΚΤΥΟΥ όμως δεν πολιτικοποιήθηκε όσο χρειαζόταν η συζήτηση. Η συγκρότηση του ΔΙΚΤΥΟΥ έγινε στη βάση της αντίδρασης στις μεθοδεύσεις και τους ηγεμονισμούς της κομματικής ηγεσίας του Συνασπισμού, στην πάλαι ποτέ Συσπείρωση, αλλά αποδείχτηκε ότι αυτό δεν ήταν αρκετό για να ενοποιήσει και να δώσει περισσότερο πολιτικά χαρακτηριστικά στο ΔΙΚΤΥΟ πέραν του αυτονόητου και απαραίτητου συνεπούς αγωνιστικού χαρακτήρα του. Όμως, όσα δεν έγιναν εφικτά είτε λόγω αντικειμενικών αδυναμιών είτε λόγω λανθασμένης πολιτικής εκτίμησης, τα ξαναθέτει η πραγματικότητα ως καθήκοντα.
Ε. 2011-2015: Τελευταίες μάχες οπισθοφυλακής
Η αντίσταση στην ψήφιση του Νόμου Διαμαντοπούλου εκδηλώνεται από τους περισσότερους συλλόγους διδασκόντων, τις Συγκλήτους των Πανεπιστημίων και τις Γενικές Συνελεύσεις των Τμημάτων και Σχολών. Μια πρώτη συλλογική προσπάθεια να ανασυγκροτηθεί το πανεπιστημιακό κίνημα έγινε με τον «Συντονισμό Συλλόγων» ο οποίος, ωστόσο, δεν μπόρεσε να διευρυνθεί πέρα από τους 10 Συλλόγους που συγκρότησαν πρωτοβουλιακά αυτή τη συλλογικότητα. Η συγκρότηση της Συνάντησης Πανεπιστημιακών Δασκάλων (ΣΠΔ), στη συνέχεια, αποτέλεσε την ευθεία αντανάκλαση στα Πανεπιστήμια του μεγάλου αντι-μνημονιακού ρεύματος που διαμορφώθηκε στην ελληνική κοινωνία από το 2010 και μετά – με τις ιδιαιτερότητες του χώρου βεβαίως. Η βίαιη επίθεση «αλλαγής του DNA των Πανεπιστημίων» με τους νόμους Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου, οι απολύσεις / διαθεσιμότητες των διοικητικών, η εξαέρωση της κρατικής χρηματοδότησης υποστασιοποίησαν την εφαρμογή των μνημονίων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Κορυφαίες στιγμές της παρέμβασης της ΣΠΔ στα Πανεπιστήμια κατά τα έτη 2011-2015 υπήρξαν: ο αγώνας ενάντια στα Συμβούλια Ιδρύματος (σε συντονισμό με φοιτητικούς συλλόγους και αριστερές παρατάξεις) και στις εκλογές για την ανάδειξή τους, η συμβολή στις κινητοποιήσεις ενάντια στην εφαρμογή του σχεδίου ΑΘΗΝΑ σε πολλά ιδρύματα και η αποτροπή εφαρμογής του στη Φιλοσοφική Σχολή του ΕΚΠΑ, η μεγάλη απεργία των διοικητικών υπαλλήλων ενάντια στη διαθεσιμότητα και ις απολύσεις και η συμπαράσταση σε αυτούς.
Η κυβερνητική αλλαγή του 2015 με την ανάληψη της κυβέρνησης από ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έθεσε αναγκαστικά από την αρχή το θέμα του χαρακτήρα της παρέμβασης και της φυσιογνωμίας της ΣΠΔ στις νέες συνθήκες. Τα κομβικά ερωτήματα που κλήθηκε να απαντήσει η ΣΠΔ ήταν: «Ποιος είναι ο χαρακτήρας της κυβερνητικής πολιτικής και ποια είναι η εκτίμηση της ΣΠΔ για την κυβερνητική πολιτική στα Πανεπιστήμια; Η κυβερνητική πολιτική είναι φιλική ή εχθρική στον αγώνα για τις αναγκαίες αλλαγές στα Πανεπιστήμια; Αγωνιζόμαστε για την ανατροπή της κυβερνητικής πολιτικής ή όχι;» Η ΣΠΔ ολοκλήρωσε τον κύκλο της ακριβώς γιατί σε αυτά τα ερωτήματα έδωσε τις λάθος απαντήσεις. Αποδείχθηκε για μια ακόμα φορά ότι ο αντιμνημονιακός αγώνας, όσο και αν διατυπώνονται όρκοι πίστης σ’ αυτόν, χωρίς ταυτόχρονο αγώνα για την ανατροπή της κυβερνητικής πολιτικής που υλοποιεί τα μνημόνια, είναι από την αρχή υπονομευμένος και οδηγεί πρακτικά σε φιλοκυβερνητική στάση. Η κεντρική ευθύνη για την διάλυση της ΣΠΔ δεν ανήκει αποκλειστικά και μόνο στους κυβερνητικούς. Ανήκει και στο ενδιάμεσο ρεύμα των υπερασπιστών της ενότητας άνευ όρων, αντίληψη που οδηγεί εντέλει στο να μένει ανέγγιχτη η κυβέρνηση και να ασκείται μια επιφανειακή κριτική στην κυβερνητική πολιτική. Οι δικές μας ευθύνες εδώ δεν είναι ανύπαρκτες παρά το περιορισμένο μέγεθός μας. Οι ευθύνες μας κυρίως έγκεινται στο ότι δεν πολιτικοποιήσαμε όσο χρειαζόταν τη συζήτηση στο εσωτερικό μας από τη στιγμή της συγκρότησής μας ως «Δικτύου» και δεν αντιληφθήκαμε έγκαιρα τις συνέπειες αυτής της κατάστασης.
ΣΤ. Τι μας συγκροτεί, γιατί παλεύουμε
Μετά από σχεδόν δύο χρόνια συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, τόσο η αντικειμενική κατάσταση στα Πανεπιστήμια, όσο και η υποκειμενική κατάσταση στους Συλλόγους μελών ΔΕΠ δεν επιτρέπουν αισιοδοξία. Η εμπέδωση του μνημονιακού καθεστώτος και η υπηρέτησή του από το σύνολο του «επίσημου» πολιτικού συστήματος, η υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας και του μέλλοντος της χώρας για τον επόμενο αιώνα, η πλήρης συμμόρφωση της κυβέρνησης στις υπερατλαντικές και τις ευρωενωσιακές επιταγές είναι το συνολικό πολιτικό πλαίσιο, εντός του οποίου εφαρμόζεται η κυβερνητική πολιτική για την εκπαίδευση και τα Πανεπιστήμια ειδικότερα, τα οποία έχουν μπει σε μια φάση διαρκούς συρρίκνωσης και αποδιάρθρωσης.
Αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο δεν επιτρέπει και κανενός είδους «μερικό», συντεχνιακό λόγο για το κίνημα των πανεπιστημιακών. Τα επιμέρους αιτήματα και η εμμονή σε ένα απαξιωμένο συνδικαλισμό όχι μόνο είναι αναποτελεσματικά στην παρούσα συγκυρία, αλλά στην ουσία προσφέρουν, μέσω της ανοχής, στήριξη στην κυβέρνηση και την καταστροφική πολιτική της.
Το Δίκτυο για το Πανεπιστημιακό Κίνημα αγωνίζεται ενάντια στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ γιατί εφαρμόζει με τον πιο αποφασιστικό και αποτελεσματικό τρόπο την πολιτική των μνημονίων, προσφέροντας τις καλύτερες υπηρεσίες στους ευρωενωσιακούς και ιμπεριαλιστικούς θεσμούς και νομιμοποιώντας με την «αριστερή» ρητορική της τη διαρκή επιτροπεία της χώρας.
Το Δίκτυο για το Πανεπιστημιακό Κίνημα αγωνίζεται για τη δημιουργία ενός κινήματος πανεπιστημιακών, εργαζόμενων και φοιτητών που θα κινείται στην κατεύθυνση ρήξεων με τις ιμπεριαλιστικές σχέσεις και εξαρτήσεις της χώρας και με τις ευρωενωσιακές πολιτικές και το μέλλον που αυτές προδιαγράφουν για την εργαζόμενη πλειοψηφία, τη χώρα και το Πανεπιστήμιο. Αγωνίζεται και εργάζεται για τη δημιουργία νέας γνώσης που θα υπηρετεί μιαν άλλη ανάπτυξη της οικονομίας, θα υπηρετεί την επιβίωση των υποτελών κοινωνικών τάξεων και το μέλλον της νεολαίας. Αγωνίζεται ενάντια στο νεοφιλελεύθερο ρεαλισμό που επιζητεί την επιβίωση του Πανεπιστημίου μέσα από την εμπορευματοποίησή του σε βάρος της εργαζόμενης πλειοψηφίας.
Στην κατεύθυνση αυτή τα επείγοντα αιτήματα της περιόδου στο χώρο του Πανεπιστημίου είναι:
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
• Πλήρης επαναφορά του πανεπιστημιακού ασύλου.
• Κατάργηση των νόμων Διαμαντοπούλου/Αρβανιτόπουλου.
• Δημοκρατία στα Πανεπιστήμια. Όχι στην ολιγαρχική διοίκηση των Πανεπιστημίων - Κατάργηση Συμβουλίων Ιδρύματος - Κανονισμών και Οργανισμών. Διοικήσεις εκλεγμένες από όλη την πανεπιστημιακή κοινότητα. Κατάργηση των Διοικουσών Επιτροπών.
ΘΕΣΜΙΚΑ-ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ
• Έξοδος από τη διαδικασία της Μπολόνια.
• Κατάργηση των ECTS και επανεξέταση των προγραμμάτων σπουδών με κριτήριο τις εκπαιδευτικές και κοινωνικές ανάγκες για αξιοπρεπή διαβίωση.
• Κατάργηση της ΑΔΙΠ, των αξιολογήσεων και των πιστοποιήσεων.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ
• Κατάργηση των διδάκτρων στις μεταπτυχιακές σπουδές, στις προπτυχιακές (όπου αυτές υπάρχουν, π.χ. ΕΑΠ) και στα Προγράμματα Σπουδών Εξ Αποστάσεως ή Δια Βίου (του ΕΑΠ ή άλλων Ιδρυμάτων).
• Δημόσια χρηματοδότηση της έρευνας, ελευθερία της έρευνας και απεμπλοκή της από την ποδηγέτηση των ιδιωτών.
• Χρηματοδότηση των Πανεπιστημίων. Έκτακτη επιχορήγηση για λειτουργικές δαπάνες. Επιστροφή των κλεμμένων καταθέσεων των Πανεπιστημίων.
• Κατάργηση όλου του πλαισίου ίδρυσης εταιρειών άμεσης αξιοποίησης και άντλησης κέρδους από τα αποτελέσματα της εφαρμοσμένης έρευνας στα ΑΕΙ. Κατάργηση των ΑΕ διαχείρισης της πανεπιστημιακής περιουσίας και των ΝΠΙΔ.
ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ
• Πλήρης και αποκλειστική απασχόληση για τους πανεπιστημιακούς με αξιοπρεπείς μισθούς.
• Κατάργηση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων για τους νέους επιστήμονες και για το σύνολο των εργαζομένων στα Πανεπιστήμια.
• Απαγόρευση του επονείδιστου καθεστώτος των εργολαβιών, οι οποίες μετατρέπουν τα Πανεπιστήμια σε χώρους μαύρης εργασίας και φεουδαρχικών εργασιακών σχέσεων.
• Άμεση προκήρυξη όλων των κενών θέσεων μελών ΔΕΠ στα Πανεπιστήμια, άμεση στελέχωση με διοικητικό και τεχνικό προσωπικό.
Δεν αγωνιζόμαστε για την επιστροφή στα χρόνια της υποτιθέμενης «ευμάρειας» και των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων, δεν διεκδικούμε την «σωτηρία του κλάδου» σε μια κοινωνία που κατακρημνίζεται, ούτε είναι δυνατόν τα παραπάνω αιτήματα να υλοποιηθούν χωρίς ένα συνολικότερο κίνημα ανατροπής.
Γνωρίζουμε ότι προτείνουμε έναν δύσκολο δρόμο, έναν δρόμο που θα χαραχτεί με τους αγώνες των νέων, των εργαζόμενων, των πανεπιστημιακών. Έναν δρόμο που μπορεί να δίνει ελπίδα για ένα διαφορετικό μέλλον. Δεν πρόκειται να περιμένουμε 99 χρόνια!
29 Δεκεμβρίου 2016
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 11/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη