Το χριστουγεννιάτικο τραπέζι στην Ελλάδα συνοδεύεται σχεδόν πάντα από ένα άτυπο δίλημμα: μελομακάρονο ή κουραμπιές. Πίσω όμως από τη γευστική αντιπαράθεση κρύβονται ιστορίες αιώνων, πολιτισμικές διαδρομές και συμβολισμοί που ξεπερνούν κατά πολύ τη ζάχαρη και το μέλι.
Τα δύο γλυκίσματα έχουν καθιερωθεί ως απόλυτα σύμβολα των Χριστουγέννων, παρότι οι καταβολές τους δεν συνδέονται αρχικά με τη χαρά των γιορτών. Η εποχικότητά τους δεν είναι τυχαία, καθώς συνδέεται με έθιμα, παραδόσεις και ιστορικές μνήμες που διαμορφώθηκαν με το πέρασμα των αιώνων.
Παρότι θεωρείται το πιο «ελληνικό» από τα δύο γλυκά, το μελομακάρονο κουβαλά μια απρόσμενα πένθιμη ιστορία. Η ονομασία του προέρχεται από τη λέξη «μακαρία», που στην αρχαιότητα σήμαινε την ψυχόπιτα, ένα τελετουργικό έδεσμα που προσφερόταν μετά από κηδείες.
Στη μεσαιωνική Ελλάδα, η έννοια αυτή εξελίχθηκε στη «μακαρωνία», ένα νεκρώσιμο γεύμα βασισμένο σε ζυμαρικά. Με την πάροδο του χρόνου, το απλό ψωμί άρχισε να βουτιέται στο μέλι, μετατρέποντας ένα τελετουργικό πένθους σε γλυκό προσφοράς και φιλοξενίας.
Η σημερινή μορφή του μελομακάρονου καθιερώθηκε κυρίως από Μικρασιάτες Έλληνες, οι οποίοι το γνώριζαν και ως «φοινίκι», συνδέοντάς το τελικά με τη γιορτινή περίοδο των Χριστουγέννων.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι από την ίδια ρίζα προέρχονται λέξεις και γλυκίσματα σε ολόκληρη την Ευρώπη. Τα ιταλικά maccheroni και το γαλλικό macaron μοιράζονται κοινή ετυμολογική βάση, αποδεικνύοντας πως η γαστρονομία ταξιδεύει μαζί με τις λέξεις και τους ανθρώπους.
Σε αντίθεση με το μελομακάρονο, ο κουραμπιές έχει κοσμοπολίτικη ταυτότητα. Οι ρίζες του εντοπίζονται στην Περσία του 7ου αιώνα, όταν η ζάχαρη άρχισε να χρησιμοποιείται ευρέως στη ζαχαροπλαστική. Από εκεί εξαπλώθηκε στη Μέση Ανατολή, το Βυζάντιο και αργότερα στα Βαλκάνια.
Η ίδια συνταγή, με μικρές παραλλαγές, συναντάται σήμερα σε πολλές χώρες, ακόμη και στην Ιβηρική Χερσόνησο, όπου εμφανίζεται ως polvorón.
Η λέξη κουραμπιές προέρχεται από όρους που σημαίνουν κυριολεκτικά «ξηρό μπισκότο», περιγράφοντας με ακρίβεια τη φύση του γλυκίσματος. Ανήκει στην οικογένεια των shortbread, όπου κυριαρχεί η αναλογία βουτύρου, ζάχαρης και αλευριού.
Στην ελληνική παράδοση, ο κουραμπιές ξεχωρίζει χάρη στη χρήση αιγοπρόβειου βουτύρου και αμυγδάλων, στοιχεία που τον διαφοροποιούν από τα δυτικοευρωπαϊκά μπισκότα.
Ιδιαίτερη φήμη έχουν οι κουραμπιέδες της Νέας Καρβάλης, συνδεδεμένοι με τη μικρασιατική προσφυγική μνήμη. Παράλληλα, σε περιοχές όπως η Αιτωλοακαρνανία, το γλυκό δεν περιορίζεται στις γιορτές, αλλά συνοδεύει χαρμόσυνα γεγονότα, όπως γάμους και βαφτίσεις, χάρη στο λευκό του χρώμα που συμβολίζει τη χαρά.
Η πολιτισμική παρουσία των δύο γλυκών δεν περιορίζεται στο τραπέζι. Ο όρος «κουραμπιές» έχει περάσει στην καθομιλουμένη με μεταφορική σημασία, περιγράφοντας τον άβουλο ή τον αδρανή άνθρωπο, ακόμη και στη στρατιωτική αργκό.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό ΤΕΧΝΗΤΗΣ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗΣ για εκπαιδευτικούς
Η πιο εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών στην Ελλάδα σε 2 ημέρες στα χέρια σου - Δίνεις από το σπίτι σου
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 18/12
Μοριοδοτούμενο σεμινάριο Ειδικής Αγωγής Πανεπιστημίου Πατρών με μόνο 60 ευρώ
Μαρία Δούση