Το επιχείρημα «όποιος αξιολογεί πρέπει να αξιολογείται» ακούγεται συχνά στον δημόσιο λόγο, ιδίως όταν η πολιτική ηγεσία επιχειρεί να προωθήσει νέους μηχανισμούς ελέγχου στην εκπαίδευση. Σε πρώτη ανάγνωση φαντάζει δίκαιο, διαπερασμένο από μια αίσθηση ισονομίας, λογοδοσίας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Στην πραγματικότητα, όμως, αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα λαϊκιστικού «τσιτάτου» που επιδιώκει να δημιουργήσει κοινωνικούς αυτοματισμούς, διασπώντας τη συνοχή του εκπαιδευτικού σώματος και μεταφέροντας τις ευθύνες για τα συστημικά προβλήματα της εκπαίδευσης στις πλάτες των εκπαιδευτικών.
Η χρήση τέτοιων συνθημάτων στην εκπαιδευτική πολιτική δεν είναι νέα. Τη δεκαετία του 1980, η Μάργκαρετ Θάτσερ και οι συνεχιστές της νεοφιλελεύθερης μεταρρυθμιστικής πολιτικής στο Ηνωμένο Βασίλειο εισήγαγαν μαζικά μηχανισμούς αξιολόγησης και «απόδοσης λογαριασμού» (accountability), επιδιώκοντας να υποτάξουν το δημόσιο σχολείο στη λογική της αγοράς, της ανταγωνιστικότητας και της μετρησιμότητας. Η αξιολόγηση έγινε όπλο αποδόμησης του επαγγελματικού κύρους και της αυτονομίας των εκπαιδευτικών, ενώ ταυτόχρονα καλλιεργήθηκε ένα κλίμα δυσπιστίας και αλληλοπαρακολούθησης ανάμεσα στα μέλη της σχολικής κοινότητας.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα λαϊκιστικά συνθήματα δεν έχουν στόχο τη βελτίωση της εκπαίδευσης ή των μαθησιακών αποτελεσμάτων, αλλά λειτουργούν ως εργαλείο κοινωνικού αυτοματισμού. Η λογική είναι απλή: η κοινή γνώμη πείθεται ότι οι εκπαιδευτικοί δεν θέλουν να αξιολογούνται επειδή έχουν κάτι να κρύψουν ή επειδή δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Καλλιεργείται η εντύπωση ότι όποιος αξιολογεί πρέπει να υποστεί και ο ίδιος αξιολόγηση, σαν να πρόκειται για μια απλή προσωπική σχέση ανταπόδοσης και όχι για μια θεσμική διαδικασία με συγκεκριμένη λειτουργία και σκοπό.
Όμως η πραγματικότητα της εκπαίδευσης διαφέρει ριζικά. Ο εκπαιδευτικός που αξιολογεί τον μαθητή του δεν το κάνει για να τιμωρήσει, να εκδικηθεί ή να καταδικάσει. Η αξιολόγηση του μαθητή, όταν είναι παιδαγωγικά τεκμηριωμένη και στηρίζεται σε αρχές δικαιοσύνης και ενθάρρυνσης, αποτελεί εργαλείο διαρκούς ανατροφοδότησης, ανάπτυξης και βελτίωσης δεξιοτήτων. Ο ρόλος του εκπαιδευτικού δεν είναι τιμωρητικός, αλλά υποστηρικτικός· ο σκοπός δεν είναι η εξουσιαστική επιβολή, αλλά η καθοδήγηση, η ανακάλυψη δυνατοτήτων και η προώθηση της μάθησης.
Η μεταφορά της λογικής του ανταποδοτικού ελέγχου (όποιος αξιολογεί να αξιολογείται) από τον χώρο των μαθητών στον χώρο των εκπαιδευτικών και, κατ’ επέκταση, στη διοίκηση, αγνοεί πλήρως τη θεσμική δομή και τις σχέσεις ευθύνης στην εκπαίδευση. Η αξιολόγηση του μαθητή δεν αποτελεί μέσο προσωπικής δικαίωσης ή άσκησης εξουσίας, αλλά μια οργανική λειτουργία της διδασκαλίας, η οποία συνδέεται άμεσα με την πρόοδο και τη βελτίωση του μαθητή ως ατόμου και μέλους της κοινωνίας.
Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι η επιβολή διαρκών και συχνά αδιαφανών μηχανισμών αξιολόγησης στους εκπαιδευτικούς όχι μόνο δεν οδηγεί σε βελτίωση της εκπαίδευσης, αλλά συχνά προκαλεί το αντίθετο αποτέλεσμα: καλλιεργεί τον φόβο, αποτρέπει τις πρωτοβουλίες, υπονομεύει τη δημιουργικότητα και ωθεί τους εκπαιδευτικούς να υπηρετούν δείκτες και φόρμες αντί να νοιάζονται πραγματικά για τους μαθητές τους. Το σχολείο μετατρέπεται έτσι σε έναν μηχανισμό συμμόρφωσης, ενώ η αληθινή παιδαγωγική σχέση θυσιάζεται στον βωμό της «λογοδοσίας» και της αριθμολαγνείας.
Στην ελληνική πραγματικότητα, η επιβολή αυτών των μηχανισμών λαμβάνει ιδιαίτερα προβληματικό χαρακτήρα, καθώς η χώρα παρουσιάζεται διεθνώς από αξιολογητές ως μία από τις πιο διεφθαρμένες στον χώρο της δημόσιας διοίκησης και των θεσμών. Το αφήγημα της αξιολόγησης ως πανάκειας για την εξάλειψη της διαφθοράς και την εδραίωση της αξιοκρατίας αποδεικνύεται φενάκη, αφού επί δεκαετίες το ελληνικό κράτος χαρακτηρίζεται από κομματικοποίηση, πελατειακές σχέσεις και διαρκή χειραγώγηση των θεσμών προς όφελος των εκάστοτε κυβερνώντων. Η έλλειψη αξιοκρατίας, επομένως, δεν πρόκειται να θεραπευτεί με την επιβολή εξωτερικών ελεγκτικών μηχανισμών που απλώς αναπαράγουν τις παθογένειες του συστήματος, αλλά απαιτεί βαθιές θεσμικές αλλαγές, δημοκρατική λειτουργία και πραγματική στήριξη της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Ακόμη περισσότερο, όταν η αξιολόγηση καθιερωθεί ως θεσμοθετημένο εργαλείο ελέγχου, υπάρχει ο κίνδυνος να μετατραπεί σε ένα μέσο διαρκούς αδικίας: δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου οι πραγματικά ικανοί και δημιουργικοί εκπαιδευτικοί, που συχνά διατηρούν κριτική στάση ή ανεξάρτητο πνεύμα, βρίσκονται στο περιθώριο, ενώ προωθούνται και ανταμείβονται εκείνοι που είναι αρεστοί ή φιλικά διακείμενοι προς την εκάστοτε πολιτική ή διοικητική ηγεσία. Ο υποκειμενισμός και η δυνατότητα χειραγώγησης των διαδικασιών αξιολόγησης σε ένα περιβάλλον διαχρονικής κομματοκρατίας και πελατειακών σχέσεων οδηγεί όχι στην ενίσχυση της αξιοκρατίας, αλλά στη διαιώνιση της μετριότητας και της υποταγής. Έτσι, αντί να αναδεικνύονται οι εκπαιδευτικοί που με αυταπάρνηση και πρωτοβουλία προσφέρουν ουσιαστικό έργο στους μαθητές τους, κινδυνεύουν να παραγκωνίζονται ή ακόμη και να τιμωρούνται, μόνο και μόνο επειδή δεν εξυπηρετούν τα στενά συμφέροντα της διοίκησης ή της εκάστοτε εξουσίας.
Με τον τρόπο αυτό, η αξιολόγηση, αντί να λειτουργεί ως εργαλείο βελτίωσης και αναγνώρισης της εκπαιδευτικής αξίας, καταντά άλλοθι για την επιβολή κομματικών επιλογών και την ενίσχυση της διαφθοράς που υποτίθεται ότι καλείται να αντιμετωπίσει.
Συνοψίζοντας, η επίκληση λαϊκιστικών επιχειρημάτων όπως το «όποιος αξιολογεί πρέπει να αξιολογείται» όχι μόνο δεν ανταποκρίνεται στη βαθύτερη φύση και τον σκοπό της εκπαιδευτικής διαδικασίας, αλλά εργαλειοποιείται για να δικαιολογήσει πολιτικές ελέγχου και πειθάρχησης που δεν υπηρετούν ούτε τους εκπαιδευτικούς ούτε τους μαθητές. Η αληθινή βελτίωση της εκπαίδευσης στηρίζεται στην εμπιστοσύνη, τη συνεργασία και την ουσιαστική στήριξη των εκπαιδευτικών και όχι στην υπονόμευση του ρόλου τους μέσω μηχανισμών κοινωνικού αυτοματισμού και ελεγκτικής κουλτούρας που πρωτοεμφανίστηκαν μαζικά στη δεκαετία του ’80, επί Θάτσερ, με κόστος για το ίδιο το σχολείο.
* Δημήτρης Καλογιάννης
PhD στην Οργάνωση και τη Διοίκηση της Εκπαίδευσης
Διδάσκων στο ΕΚΠΑ και στην ΑΣΠΑΙΤΕ
Επιστημονικός συνεργάτης στο e-learning του ΕΚΠΑ
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
2ος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Η ύλη για 47.000 υποψήφιους ως 28/5 με τις λύσεις
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 28/05
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ