Παρότι, βέβαια, δε συμβαίνει πρώτη φορά, εκείνο που διαφοροποιεί τη φετινή χρονιά από τις άλλες είναι ότι, κατά κοινή ομολογία, αφορά το σύνολο σχεδόν των μαθημάτων και μάλιστα με πρωτοφανή ένταση. Αναφέρομαι στο βαθμό δυσκολίας των θεμάτων στις τρέχουσες εξετάσεις για την εισαγωγή στα ΑΕΙ. Τις επιπτώσεις – όπως μένει να αποδειχτεί από τα στατιστικά – δε θα γευτούν μόνον όσοι φιλοδοξούσαν να κινηθούν στη ζώνη του άριστα αλλά το σύνολο σχεδόν των μαθητών/τριών που διαγωνίστηκαν. Σε κάθε περίπτωση το φαινόμενο παραβιάζει κατάφωρα θεμελιώδεις αρχές που διέπουν αυτού του είδους τη δοκιμασία (κλιμακούμενη δυσκολία θεμάτων) και διαψεύδει τις προσδοκίες τόσο του εκπαιδευτικού κόσμου όσο και της ελληνικής κοινωνίας εν γένει για αλλαγή πολιτικής που θα διασφαλίζει τη δικαιοσύνη και την αξιοκρατία, στο ευαίσθητο ζήτημα των εξετάσεων για τα ΑΕΙ. Θεωρώ προκαταβολικά σαθρό το αντεπιχείρημα που συμπυκνώνεται στη βάση ότι ο βαθμός δυσκολίας των θεμάτων δεν έχει καμία σημασία αφού δεν επηρεάζει τον εκ των προτέρων καθορισμένο αριθμό των εισακτέων, με την πολύ απλή επισήμανση της ανάγκης να φανταστούμε τη ψυχολογία που διαμορφώνουν οι υποψήφιοι και τον τρόπο επίδρασης στις επιδόσεις τους στη διάρκεια του μακρού εξεταστικού γολγοθά των δύο περίπου εβδομάδων. Πρόθεσή μου δεν είναι η αναζήτηση ερμηνείας μιας τέτοιας πολιτικής παρότι δεν μπορώ να την αποφύγω, ιδίως εφέτος, αφού, αφενός η ποσοτική διάσταση του φαινομένου εύκολα μπορεί να οδηγήσει στην ερμηνεία της ρητής πολιτικής οδηγίας (ας μην ξεχνάμε πως η κεντρική επιτροπή εξετάσεων επιλέγεται και λειτουργεί με ευθύνη του υπουργείου), αφετέρου η ποιοτική του διάσταση - κρίνοντας κυρίως από τα φιλολογικά μαθήματα – οδηγεί αβίαστα στον πειρασμό μιας ψυχαναλυτικής θεώρησης εξαιτίας της διαστροφικής εμμονής στην αναζήτηση του εξεζητημένου. Στο σημείωμα αυτό θα αναφερθώ στις συνέπειες βράχυ και μακροπρόθεσμα που επιφέρει η πρακτική επιλογής θεμάτων τα οποία δεν επιτρέπουν το άνοιγμα ολόκληρης της βεντάλιας των επιδόσεων.
Η παραβίαση του τυπικού και ηθικού πρωτοκόλλου βιώνεται, όπως εμπειρικά εύκολα διαπιστώνει κανείς, τραυματικά από τους υποψηφίους. Η δυσκολία, εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας, εκλογίκευσης προθέσεων και στόχων τους οδηγεί στη βίωση έντονων συναισθημάτων αδικίας και ματαίωσης με κίνδυνο τον κλονισμό της εμπιστοσύνης –κυρίαρχη η σημασία της στην οικοδόμηση της νεωτερικότητας κατά τον Giddens- όχι μόνο έναντι του εκπαιδευτικού αλλά εν γένει του κοινωνικού συστήματος, αφού παραβιάζονται θεμελιώδεις όροι της συγκρότησής του. Θα είχε ενδιαφέρον να στοχαστούμε τα αποτελέσματα της ανάπτυξης παρόμοιων συναισθημάτων μέσα στο ευρύτερο κλίμα ασφυξίας και απόγνωσης που πλήττει τις νεότερες ηλικίες, απόρροια των πολιτικών που ασκούνται τα τελευταία 5 χρόνια. Περιττό να τονίσω ότι παρόμοιες πρακτικές εξυπηρετούν με τον καλύτερο τρόπο τον κυρίαρχο στόχο της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας που αφορά στην εξατομίκευση της ευθύνης σε περίπτωση αδυναμίας ανταπόκρισης στα κελεύσματα της «νέας εποχής».
Οι συνέπειες όμως αγγίζουν κι αυτό που θα ονομάσω επιστημονικό/παιδαγωγικό πεδίο. Αυτό γιατί η συγκρότηση μίας ετερόκλιτης επιτροπής, υπεύθυνης για τη σύνταξη θεμάτων στην οποία μετέχουν, από τη μια πανεπιστημιακοί που εκ των πραγμάτων αγνοούν τη ζώσα πραγματικότητα στο χώρο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, από την άλλη δευτεροβάθμιοι καθηγητές οι οποίοι φαίνεται να παίζουν ένα τυπικό, νομιμοποιητικό ρόλο στην εξεταστική διαδικασία (δεν μπορώ να φανταστώ ότι οι εκπαιδευτικοί της κιμωλίας και του μαυροπίνακα για να θυμηθώ και τον κ. Μπαλτά, συναινούν σε θέματα που βρίσκονται έξω από κάθε εξεταστική λογική), a priori διαρρηγνύει τη στενή σχέση που συνδέει τα επιμέρους στοιχεία της εκπαιδευτικής πράξης (διδασκαλία, αξιολόγηση κ.α.).
Η διάρρηξη αυτή, εύλογα αφορά και το παιδαγωγικό συμβόλαιο που συνάπτει ο/η εκπαιδευτικός αφενός με το κράτος-εργοδότη, αφετέρου με τον/ην μαθητή/τρια. Το αίσθημα ολικής ακύρωσης που βιώνεται έντονα και συχνά ενοχικά από τον εκπαιδευτικό κόσμο πηγάζει από τις κακές επιδόσεις των μαθητών/τριών οι οποίες με τη σειρά τους συγκροτούν πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη μια επιχειρηματολογίας που θεμελιώνεται (εδώ η συνέργεια της βομβαρδισμένης κοινής γνώμης είναι καθοριστική) στην αναγκαιότητα μιας τιμωρητικής για τον/την εκπαιδευτικό αξιολόγησης, παραβλέποντας, φυσικά, μείζονα ζητήματα της εκπαίδευσης που αφορούν για παράδειγμα ένα απαιτητικό αναλυτικό πρόγραμμα συχνά αναντίστοιχο του ωρολογίου και των σχολικών εγχειριδίων, τάξεις ασφυκτικά και πάντα αντιπαιδαγωγικά γεμάτες, ανυπαρξία επιμόρφωσης κ.α..
Η υπονόμευση του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης που μοιραία ακολουθεί συνιστά και τη μέγιστη επίπτωση. Η εύγλωττη αδυναμία του σχολείου να ανταποκριθεί στις εξεταστικές απαιτήσεις καλύπτεται από τα παράλληλα απογευματινά σχολεία. Έτσι το άνισο πολιτισμικό κεφάλαιο κατά τον Bourdieu με το οποίο οι νέοι άνθρωποι εισέρχονται στην εκπαίδευση αποκαλύπτει τον σκληρό οικονομικό του πυρήνα. Ο δρόμος πλέον έχει ανοιχτεί διάπλατα για τους θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού. Με πρόσχημα την υποτιθέμενη αποτυχία του κράτους που πιστοποιούν οι χαμηλές επιδόσεις ή ακόμα –οποία υποκρισία- και τα υψηλά ποσοστά μαθητικής διαρροής, προτείνεται η απόσυρσή του με ταυτόχρονη ανάληψη της ευθύνης από τους ίδιους του «καταναλωτές» (μαθητόκοσμος, γονείς) εκπαίδευσης με δόλωμα, συνήθως, μια υποτυπώδη κρατική συμβολή.
Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα οι ευθύνες του εκπαιδευτικού κόσμου είναι τεράστιες. Οι ευθύνες του ξεκινούν από την υπεράσπιση των μαθητών/τριών αφού η πραγματική παιδαγωγική σχέση δεν μπορεί παρά να βασίζεται σε γνήσια συναισθήματα ενδιαφέροντος, φροντίδας κι αγάπης. Οι εκπαιδευτικοί επιπλέον καλούνται να υπερασπιστούν το εκπαιδευτικό πράττειν όπως αυτό θεμελιώνεται από τη σύγχρονη παιδαγωγική επιστήμη, αφού σε τελική ανάλυση έτσι κατορθώνεται και η υπεράσπιση της δικής τους αξιοπιστίας κι αξιοπρέπειας. Καλούνται να υπερασπιστούν τέλος τον δημόσιο χαρακτήρα της εκπαίδευσης, μιας εκπαίδευσης που θα λειτουργεί χωρίς αποκλεισμούς με χαρακτηριστικά ενός «μεγάλου εξισωτή» των οικονομικών, πολιτισμικών, εθνοτικών κ.α. ανισοτήτων και η οποία θα είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την ανάγκη αναδόμησης των σύγχρονων αδιέξοδων κοινωνιών.
Υ.Γ. Η νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου απέτυχε να δώσει στο εξεταστικό ζήτημα ένα διαφορετικό στίγμα παρά τις προσδοκίες μεγάλου μέρους τόσο της εκπαιδευτικής κοινότητας όσο και της ελληνικής κοινωνίας. Πολύ περισσότερο που σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία εξ όνυχος τον λέοντα. Κρίμα.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 14/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη