Η γενιά των ημιεκπαιδευμένων: Κίνδυνοι – επιπτώσεις – προβληματισμοί – προτάσεις
Σκέψεις και προβληματισμοί για το lockdown στην εκπαίδευση

Έχοντας ξεκινήσει ήδη το δεύτερο lockdown στην χώρα μας, όπως και σε πολλές χώρες της Ευρώπης, οι σκέψεις εστιάζονται στις συνέπειες της αδρανοποίησης πολλών ζωτικών κοινωνικών λειτουργιών. Από τις σημαντικότερες λειτουργίες που υφίστανται αυτή την βίαιη προσαρμογή σε νέα δεδομένα είναι αυτή της εκπαίδευσης.

Οι αποφάσεις σχετικά με τα μέτρα ελέγχου στα σχολεία και το κλείσιμο / το άνοιγμα των σχολείων πρέπει να είναι συνεπείς με αποφάσεις σχετικά με άλλα μέτρα φυσικής απόστασης και απόκρισης στη δημόσια υγεία εντός της κοινότηταςi.

Η Ελλάδα, σε αυτή την δεύτερη καραντίνα, επέλεξε να υποκαταστήσει την λειτουργία των Γυμνασίων και των Λυκείων αποκλειστικά με το σύστημα της τηλεκπαίδευσης. Η αποχή για σημαντικό χρονικό διάστημα – συμπεριλαμβανομένου αυτού του πρώτου lockdown κατά το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος ημερολογιακού έτους – από την δια ζώσης διδασκαλία για τους μαθητές/-τριες της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, εγείρει σειρά προβληματισμών τόσο για τον βαθμό ποιότητας και απόδοσης αυτού του είδους της εκπαίδευσης των μαθητών/-τριών, όσο και για την δυνατότητα πρόσβασης στην σύγχρονη εξ αποστάσεως εκπαίδευση, καθώς επίσης και για τις επιπτώσεις της σε ατομικό, οικογενειακό και κοινωνικό επίπεδο.

Η αναστολή της λειτουργίας των σχολικών μονάδων αποτέλεσε αναγκαία επιλογή για αρκετές χώρες, στην προσπάθειά τους να διασφαλίσουν την υγεία των πολιτών τους. Η απομάκρυνση των μαθητών/-τριών από τις σχολικές μονάδες αποτέλεσε μέτρο της επιλογής αυτής. Ωστόσο, έρευνες έχουν αναδείξει τα παρακάτωii:

  • Οι δυνατότητες της πρόσβασης στο διαδίκτυο, ο κατάλληλος εξοπλισμός, αλλά και η γονική συμμετοχή στην σχολική εργασία για τους μαθητές του Δημοτικού και του Γυμνασίου δεν κατανέμονται εξίσου σε όλα τα παιδιά. Η γονική υποστήριξη κατά το κλείσιμο του σχολείου μπορεί να διαφέρει ανάλογα με το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο. Η βιβλιογραφία για τις εκπαιδευτικές ανισότητες αναγνωρίζει ευρέως ότι οι διαφορές στο περιβάλλον του σπιτιού και η γονική υποστήριξη είναι παράγοντες που μπορούν να αιτιολογήσουν την μειονεκτική σχολική απόδοση των παιδιών.

  • Είναι επίσης πιθανό πολλά παιδιά να μην έχουν καν την δυνατότητα να μελετήσουν στο σπίτι ούτε να διαθέτουν ένα οικογενειακό περιβάλλον απαλλαγμένο από βίαιες αντιδράσεις προς τα παιδιά ή και μεταξύ των μελών της οικογένειάς τους στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.

  • Κατά μέσο όρο, τα παιδιά που στερούνται πόρων και υποστήριξης είχαν ήδη χαμηλότερες επιδόσεις πριν από την κρίση. Είναι πιθανό να έχουν χάσει περαιτέρω έδαφος κατά τη διάρκεια της αναστολής λειτουργίας των σχολικών μονάδων εξαιτίας του Covid-19. Αυτό το γεγονός θα οδηγήσει στην αύξηση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων στις χώρες της Ευρώπης.

Ένα από τα βασικά συμπεράσματα έρευναςiii, για τον πιθανό αντίκτυπο της πανδημίας του COVID-19 στην εκπαίδευση είναι ότι η μάθηση των μαθητών/-τριών αναμένεται, κατά μέσο όρο, να υποστεί μια οπισθοδρόμηση. Συγκεκριμένα, παρά την προσπάθεια της διαδεδομένης μετάβασης στη διαδικτυακή διδασκαλία, η πρόοδος των μαθητών/-τριών δεν θα είναι απλά η ίδια, συγκρινόμενη με αυτήν με τα σχολεία ανοιχτά. Αν και η διαδικτυακή μάθηση έχει πολλές δυνατότητες – υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι τα αποτελέσματα της ψηφιακής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερα όταν η τεχνολογία συμπληρώνει την διδασκαλία πρόσωπο με πρόσωπο και όχι όταν την αντικαθιστά πλήρωςivείναι πιο αποτελεσματική όταν οι μαθητές/-τριες και οι εκπαιδευτικοί έχουν λάβει την κατάλληλη υποστήριξη για την τηλεκπαίδευση. Δυστυχώς, σε πολλές περιπτώσεις αυτό δεν συνέβη.

Έρευνα που διεξήχθη πρόσφατα από τον ΟΟΣΑ και το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ σχετικά με τις συνθήκες εκπαίδευσης και τις προσεγγίσεις που υιοθετήθηκαν για τη διατήρηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας, διαπίστωσε ότι η μάθηση που έλαβε χώρα κατά την περίοδο κλεισίματος των σχολείων ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, μόνο ένα μικρό ποσοστό από αυτήν της δια ζώσης εκπαίδευσης στο σχολείο (Schleicher and Reimers, 2020)v.

Άλλες έρευνες έδειξαν ότι ένα χαμένο έτος εκπαίδευσης μπορεί να έχει καταστροφικές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Ο ΟΟΣΑvi εκτιμά ότι κάθε ένα τέταρτο διδακτικού έτους απολεσθείσας εκπαίδευσης θα μπορούσε να μειώσει το δυναμικό κέρδους ενός ατόμου κατά 3%, με τις επιπτώσεις αυτές να κινδυνεύουν να παραμείνουν μόνιμες. Μακροπρόθεσμη συνέπεια αυτών των επιπτώσεων στους τωρινούς μαθητές του Δημοτικού και του Γυμνασίου που επηρεάζονται από την αναστολή της λειτουργίας των σχολείων θα είναι να αναμένουν περίπου 3% χαμηλότερο εισόδημα καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής τους. Διευρύνοντας αυτές τις εκτιμήσεις, ένα χαμένο σχολικό έτος ισοδυναμεί με απώλεια εισοδήματος σε όλη την διάρκεια της εργασιακής ζωής της τάξης του 7% - 10%. Στην απώλεια αυτή θα πρέπει να προσμετρηθούν οι οικονομικές απώλειες που υφίστανται οι οικογένειες όσο και το κράτος, καθώς τα σχολεία παραμένουν κλειστά και αρκετοί από τους εργαζόμενους γονείς αναγκάζονται να παραμείνουν στο σπίτιvii.

Τα αποτελέσματα της έρευνας του School Education Gatewayviii, η οποία πραγματοποιήθηκε μεταξύ 9 Απριλίου και 10 Μαΐου 2020 σε περισσότερες από 40 χώρες, δείχνουν ότι, αμέσως μετά την εκδήλωση της πανδημίας του COVID-19, η πλειονότητα των εκπαιδευτικών (66,9%) κλήθηκαν να διδάξουν online για πρώτη φορά. Επιπλέον, πολλοί εκπαιδευτικοί είχαν προβλήματα πρόσβασης στην τεχνολογία (υπολογιστές, λογισμικό, αξιόπιστη σύνδεση στο Διαδίκτυο κ.λπ.).

Η ίδια έρευνα διαπίστωσε ότι η υιοθέτηση αποκλειστικά της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης έχει επιζήμια επίδραση στην εκπαίδευση των μαθητών/-τριών στους παρακάτω παράγοντες:

  • Λιγότερος χρόνος αφιερώνεται στην διαδικασία της μάθησης

  • Αναπτύσσεται έντονο στρες στους μαθητές/-τριες

  • Επιβάλλει μια αλλαγή στον τρόπο αλληλεπίδρασης των μαθητών/-τριών

  • Εντείνει την έλλειψη μαθησιακών κινήτρων

Εκτιμήσεις που στηρίζονται στα δεδομένα ερευνών υποστηρίζουν ότι το κλείσιμο του φυσικού σχολείου θα προκαλέσει, κατά μέσο όρο, έντονη απώλεια μάθησης, με την μαθησιακή απώλεια να είναι μεγαλύτερη στους νεότερους ηλικιακά μαθητές σε σύγκριση με τους μεγαλύτερους. Επίσης, η επίδραση του COVID-19 στην μαθησιακή πρόοδο των μαθητών/-τριών είναι πιθανό να ποικίλλει ανάλογα με την κοινωνικοοικονομική τους κατάσταση: Οι μαθητές από λιγότερο προνομιούχα περιβάλλοντα είναι πιθανόν να βιώσουν μεγαλύτερη μείωση στην ποιοτική και ποσοτική μάθηση σε σύγκριση με τους πιο προνομιούχους ομολόγους τους, με αποτέλεσμα να αναμένεται η διεύρυνση του ήδη υφιστάμενου κοινωνικοοικονομικού χάσματος μαθησιακής απόδοσης.

Συνδυασμός παραγόντων επιτείνει αυτή την ανησυχία της έντασης της ανισότητας κατά την εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης: Η έλλειψη δυνατότητας οικονομικής υποστήριξης από την πλευρά της οικογένειας, οι ψηφιακές δεξιότητες των μαθητών/-τριών, οι γνωστικές και μη – γνωστικές δεξιότητες των μαθητών/-τριών, η δυνατότητα διάθεσης ικανού χρόνου στα παιδιά τους από τους γονείς, οι ψηφιακοί πόροι που διαθέτει το κάθε σπίτι, ο κατάλληλος χώρος μελέτης, ακόμη και η δυνατότητα απρόσκοπτης σίτισης. Και επίσης, οι ψηφιακές δεξιότητες των εκπαιδευτικών, αλλά και η πρόσβαση των μαθητών/-τριών σε εξωσχολικές μαθησιακές δραστηριότητες. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ και του «Learning International Survey» (TALIS) σε πολλές χώρες, η εξοικείωση των εκπαιδευτικών με την ένταξη της τεχνολογίας στην εκπαιδευτική πρακτική είναι ακόμη περιορισμένηix.

Επιπρόσθετα, οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να υποστηρίζονται όχι μόνο για τις ακαδημαϊκές ανάγκες των μαθητών, αλλά επίσης και στον διαμεσολαβητικό τους ρόλο στην διαχείριση της ψυχικής τους υγείας, καθώς και των κοινωνικοσυναισθηματικών τους αναγκών, κυρίως – τη δύσκολη αυτή περίοδο – μέσω ανάπτυξης καινοτόμων μεθόδων υποστήριξής τους, καθώς και διαδικτυακής επιμόρφωσής τους.

Αυτή η κρίση είναι επίσης πιθανόν να οδηγήσει στην αύξηση των μαθησιακών απωλειών σε ειδικές κατηγορίες μαθητών/ -τριών: στα παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες και με αναπηρία, αφού η απώλεια της καθημερινής ρουτίνας που προσφέρει το σχολείο μπορεί να έχει επιζήμια επίδραση μαθητές με αναπηρίες που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στις αλλαγές στο μαθησιακό τους περιβάλλον.

Δυσάρεστες θα είναι οι επιπτώσεις και στην εκπαίδευση των προσφυγόπαιδων, αφού, ένας από τους πλέον αιτούμενους παράγοντες δια ζώσης διδασκαλίας τους είναι η κοινωνικοποίησή τους και η ομαλή κοινωνική τους ένταξη.

Επίσης, η εκπαίδευση των μαθητών/-τριών της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης υφίσταται επιπρόσθετη επιβάρυνση όσο αυτή – υποτίθεται ότι – υλοποιείται μόνο με την μορφή της τηλεκπαίδευσης. Είναι γνωστό ότι στην Β΄ και Γ΄ Λυκείου των Επαγγελματικών Λυκείων στην χώρα μας σημαντικό ποσοστό των μαθημάτων (περίπου το 33%) είναι εργαστηριακά, γεγονός που σημαίνει ότι τα μαθήματα αυτά δεν είναι εφικτό να υλοποιηθούν, με σοβαρές συνέπειες στην πρακτικό μέρος της εκπαίδευσης αυτών των μαθητών/-τριών. Το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 80% για τους μαθητευομένους σε προγράμματα ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ, γεγονός που, σε συνδυασμό με περιοριστικά μέτρα ή το lockdown που τώρα εφαρμόζεται, καθιστά την κατάρτιση των μαθητευομένων πρακτικά αδύνατη. Σε επίπεδο χωρών του ΟΟΣΑ είναι ενδεικτικά τα παρακάτω στοιχείαx:

  • Το 42% των μαθητών/-τριών της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ) είναι εγγεγραμμένοι στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ΕΕΚ) Από αυτό το μαθητικό δυναμικό, το 33% είναι εγγεγραμμένοι σε προγράμματα ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ.

  • Το 25-90% των μαθημάτων του προγράμματος σπουδών της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΕΕΚ) υλοποιούνται σε εργαστήρια.

Υφίσταται επίσης ο κίνδυνος, η πανδημία του COVID-19 να αυξήσει τον αριθμό των μαθητών/-τριών που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο. Ειδικά οι μαθητές/-τριες από μη προνομιακό υπόβαθρο μπορεί να δυσκολεύονται να επιστρέψουν στο σχολείο μετά από μια μακρά απουσία από αυτό, αφού μαθητές/-τριες προερχόμενοι από μειονεκτούσες οικογένειες μπορεί να μπουν στον πειρασμό (στην αναγκαιότητα) να εγκαταλείψουν το σχολείο εάν κάποιος ή και οι δύο γονείς τους χάσουν τη δουλειά τους λόγω της κρίσης COVID-19.

Ακόμη, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου έκτακτης ανάγκης μπορεί επίσης να αυξηθεί η ανισότητα στις κοινωνικοσυναισθηματικές δεξιότητες, ενώ τα παιδιά από χαμηλότερη κοινωνικοοικονομική κατάσταση είναι πιο πιθανό να εκτεθούν σε αγχωτικές οικογενειακές συνθήκες που δημιουργούνται ή εντείνονται από τα οικονομικά προβλήματα που δημιουργεί η πανδημία, σε σχέση με τους συνομηλίκους τους από υψηλότερη κοινωνικοοικονομική κατάσταση, ενώ, επιπρόσθετα, οι γονείς από πιο προνομιακά κοινωνικοοικονομικά περιβάλλοντα μπορεί να είναι καλύτερα εξοπλισμένοι από την άποψη των κοινωνικοσυναισθηματικών δεξιοτήτων, προκειμένου να διαχειρίζονται προβλήματα που προκύπτουν κατά τη διάρκεια μιας μακράς περιόδου περιορισμού από τις καθημερινές κοινωνικές δραστηριότητες. Πολλοί μαθητές είναι πιθανό να υποφέρουν από άγχος μετά το COVID-19 είτε γιατί είχαν λίγες ευκαιρίες να επιδοθούν σε εξωσχολικές δραστηριότητες είτε να συναναστραφούν με τους συνομηλίκους τους είτε να έχουν βιώσει την ασθένεια μέλους της οικογένειας τους.

Το διευρυνόμενο κοινωνικό χάσμα τόσο στις γνωστικές όσο και στις κοινωνικοσυναισθηματικές δεξιότητες που προκαλούνται από το COVID-19 αναμένεται να έχει επιπτώσεις όχι μόνο βραχυπρόθεσμα, αλλά και μακροπρόθεσμα. Αυτή η αυξημένη ανισότητα μπορεί να επιμείνει ή ακόμη και να αυξηθεί με την πάροδο του χρόνου, με συνέπειες στα εκπαιδευτικά αποτελέσματα, καθώς και στις μελλοντικές επιδόσεις και αποδόσεις στην αγορά εργασίας.

Η εμπειρία που αποκομίστηκε κατά την πρώτη αναστολή λειτουργίας των σχολικών μονάδων, όπως και αυτή που ζούμε σήμερα, στην εξέλιξη της δεύτερης αναστολής των μαθημάτων δια ζώσης, αναδύει την ευκαιρία της αξιοποίησης δύο σημαντικών επισημάνσεων:

  • Επιτακτική φαντάζει η εστίαση στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων που αναδείχθηκαν μέσα από την προσπάθεια της εφαρμογής της εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης, κυρίως της σύγχρονης. Θα πρέπει να καταβληθεί άμεση προσπάθεια άρσης όλων των εμποδίων στην απρόσκοπτη πρόσβαση όλων των μαθητών/-τριών στην ψηφιακή τεχνολογία.

  • Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στην θωράκιση των εκπαιδευτικών, τόσο σε γνώσεις ψηφιακών δεξιοτήτων, όσο και στον απαιτούμενο ψηφιακό εξοπλισμό, προκειμένου να αποκτήσουν πλήρη ετοιμότητα στις απαιτήσεις της εκπαίδευσης του 21ου αιώναxi.

Οι έρευνες που αναδεικνύουν την αδυναμία της τηλεκπαίδευσης ως αυτόνομης εκπαιδευτικής διαδικασίας, παράλληλα προβάλλουν την αναντικατάστατη αξία της δια ζώσης διδασκαλίας. Μετά την πανδημία, εκτιμάται ότι οι δαπάνες που προορίζονταν για την εκπαίδευση θα υποστούν έντονη συρρίκνωση, αφού οι ανάγκες στήριξης τόσο των υπηρεσιών υγείας, όσο και της δημόσιας οικονομίας θα είναι – και τώρα είναι – ιδιαίτερα αυξημένες. Η ιδιωτική χρηματοδότηση θα γίνει επίσης σπάνια, καθώς η οικονομία εξασθενεί και αυξάνεται η ανεργίαxii. Ας αναλογιστούν όμως οι ιθύνοντες, στην προσπάθειά τους να άρουν τις επιφυλάξεις τους για γενναίες επενδύσεις στον εκπαιδευτικό τομέα σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς, την διαχρονική αξία της εκπαίδευσης για τον κάθε πολίτη και την ολότητα της κοινωνίας. Αλλά και ότι, κατά μία έννοια, τα σχολεία σήμερα είναι η οικονομία του αύριο.

Το κλείσιμο των σχολικών μονάδων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης εγείρει τον κίνδυνο μαθησιακών απωλειών και των συνεπαγόμενων μακροχρόνιων επιπτώσεών τους, ενώ, δεν είναι διόλου αμελητέες οι συνέπειες στην ομαλή ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών, καθώς και στην διαμόρφωση του χαρακτήρα και της προσωπικότητάς τους. Σίγουρα η τηλεκπαίδευση αποτελεί «ασπιρίνη» στην αντιμετώπιση του πονοκεφάλου της απώλειας χιλιάδων διδακτικών ωρών. Δεν μπορεί όμως να προσφέρει ικανοποιητικές απαντήσεις στις απαιτήσεις μιας, έστω, αξιοπρεπούς ποιοτικής εκπαίδευσης, ούτε να αναστείλει τις παράπλευρες ψυχοσυναισθηματικές επιπτώσεις στους μαθητές/-τριες.

Προτάσεις, έστω εκ περιτροπής παρουσίας των μαθητών/-τριών στα σχολεία, υπάρχουν, πάντα στο πλαίσιο της τήρησης όλων των προβλεπόμενων μέτρων της διασφάλισης της ατομικής και δημόσιας υγείας. Αυτές που εστιάζουν σε διαφορετικά ωράρια διδασκαλίας την ίδια ημέρα με περιορισμένο αριθμό μαθητών/-τριες (μέχρι 13 μαθητές/-τριες ανά αίθουσα διδασκαλίας) είναι οδεινυρές, τόσο εξαιτίας της διαχείρισης του χρόνου από τους γονείς και τους μαθητές/-τριες όσο και για τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών, καθώς και από το υψηλό κόστος πρόσληψης μεγάλου αριθμού αναπληρωτών εκπαιδευτικών, προκειμένου να στηρίξουν αυτή την επιλογή, ενώ άλλες που προτείνουν τον συνδυασμό της δια ζώσης εκπαίδευσης με την σύγχρονη εξ αποστάσεως εκπαίδευση (πάντα μέχρι 13 μαθητές/-τριες ανά αίθουσα διδασκαλίας στην δια ζώσης εκπαίδευση) χαρακτηρίζονται απαγορευτικές εξαιτίας επίσης του υψηλού κόστους πρόσληψης μεγάλου αριθμού αναπληρωτών εκπαιδευτικών.

Σε κάθε περίπτωση όμως, η μακρά ολοκληρωτική αποχή από την δια ζώσης παρουσία των παιδιών στα σχολεία, θα έχει οδεινυρές μακροπρόθεσμες συνέπειες, τόσο σε ατομικό επίπεδο, όσο και σε όλα τα επίπεδα του κοινωνικού μας βίου.

 

i COVID-19 in children and the role of school settings in COVID-19 transmission, 6 August 2020. Stockholm: ECDC; 2020.

ii Di Pietro, G., Biagi, F., Costa, P., Karpiński Z., Mazza, J, (2020). The likely impact of COVID-19 on education: Reflections based on the existing literature and international datasets, EUR 30275 EN, Publications Office of the European Union, Luxembourg

iii Στο ίδιο

iv https://www.schooleducationgateway.eu/en/pub/viewpoints/surveys/survey-on-online-teaching.htm

v Schleicher, A. and F. Reimers (2020), Schooling Disrupted, Schooling Rethought: How the COVID-19 Pandemic is

Changing Education, OECD.

vi https://oecdedutoday.com/shadows-coronavirus-education-crisis/

vii Στο ίδιο, σελ. 4

viii https://www.schooleducationgateway.eu/en/pub/viewpoints/surveys/survey-on-online-teaching.htm

ix Fernando M. Reimers, Andreas Schleicher, (2020). Schooling Disrupted, Schooling Rethought: How the Covid-19 pandemic is changing education, OECD

x Andreas Schleicher, (2020). The Impact of COVID-19 on Education – Insights from Education at a Glance 2020, OECD

xi Fernando M. Reimers, Andreas Schleicher, (2020). Schooling Disrupted, Schooling Rethought: How the Covid-19 pandemic is changing education, OECD

xii Andreas Schleicher, (2020). The Impact of COVID-19 on Education – Insights from Education at a Glance 2020, OECD

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση

Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό

ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 11/12

ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ

2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

Κινητοποίηση
ΔΟΕ: Κινητοποίηση για αυξήσεις μισθών και υπογραφή Σ.Σ.Ε. που εξισώνει τα δικαιώματα των αναπληρωτών με αυτά των μόνιμων
ΔΟΕ:  Ο εισαγωγικός μισθός είναι 776€, ο μισθός του αναπληρωτή 930€ και στο μεγαλύτερο ποσοστό των μόνιμων ο μισθός να κυμαίνεται περίπου στα 1000€,...
ΔΟΕ: Κινητοποίηση για αυξήσεις μισθών και υπογραφή Σ.Σ.Ε. που εξισώνει τα δικαιώματα των αναπληρωτών με αυτά των μόνιμων