Thumbnail
Βήματα εκπαιδευτικής σχεδίασης και διαδικασίας

 

Ο Νίκος Ηλιάδης έστειλε στο alfavita.gr σειρά κειμένων σχετικά με τη σύγχρονη εκπαίδευση τα οποία, όπως ο ίδιος σημειώνει είναι "σημειώσεις  στα «παιδαγωγικά» για χρήση τόσο στην εκπαιδευτική διαδικασία , όσο και στην εκπαίδευση ενηλίκων στα πλαίσια της δια βίου εκπαίδευσης ( continuing education  )  , που ήδη αποτελεί τη μεγαλύτερη βιομηχανία της σύγχρονης κοινωνίας."

Νίκος Ηλιάδης, Πολ/κός Μηχ/κός Ε.Μ.Π., M.Sc.,

Ph.D. Industrial Education, Organization and Management,

Επίτιμος Σύμβουλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου

Οι συνειρμικές θεωρίες που αναφέρθηκαν παραπάνω δίνουν έμφαση στην ανάλυση της συμπεριφοράς σε απλά στοιχεία και δεν αναφέρονται σε θέματα όπως η συνείδηση ή η διαμόρφωση κάποιας «εικόνας» και άποψης για ένα θέμα. Η ανάλυση της συμπεριφοράς ανάγεται αποκλει­στικά σε ανάλυση ερεθισμάτων και αντιδράσεων που ακολουθούν τα ερε­θίσματα.

Θεμελιωτής των νοησιαρχικών θεωριών μάθησης είναι ο Γερμανός Max Wertheimer (1880-1943). Ο Wertheimer είναι αντίθετος με την ανά­λυση και υποστηρίζει ότι τα στοιχεία που αποτελούν ένα σύνολο συσχε­τίζονται δυναμικά μεταξύ τους, έτσι ώστε το σύνολο να μην μπορεί να μελετηθεί, αν αναλυθεί στα επιμέρους στοιχεία του.

Ο Wertheimer ξεκίνησε από την παρατήρηση ότι, αν ανάψουν διαδο­χικά φώτα που αποτελούν μια ευθεία γραμμή, τότε αυτό που βλέπουμε από μακριά είναι ο σχηματισμός μιας φωτεινής γραμμής. Η γραμμή γε­νικά είναι μια διαφορετική έννοια από την έννοια του φωτεινού σημείου που αποτελεί κάθε φως μόνο του. (Ο Wertheimer ονόμασε το φαινόμενο αυτό φαινόμενο Φι).

Ο Wertheimer και οι συνάδελφοί του Kohler (1887-1967) και Koffka (1686-1941) εξετάζουν τη μάθηση από την πλευρά του τρόπου, με τον οποίο το άτομο έχει μάθει να αντιλαμβάνεται τις καταστάσεις. Σύμφωνα με τη θεωρία τους (Gestalt Theory), ο άνθρωπος τείνει να μάθει εκείνα τα στοιχεία που αποτελούν ολοκληρωμένα λογικά σύνολα (Gestalt), Αναφέραμε το φαινόμενο Φι σαν ένα παράδειγμα. Ο άνθρωπος δηλαδή όταν δει ένα σύνολο σημείων τείνει να το αντιλαμβάνεται ως γραμμή και όχι ως μια σειρά διακεκριμένων σημείων. Σαν δεύτερο μπορεί να ανα­φερθεί ότι μια μελωδία εξαρτάται από την κατάλληλη συσχέτιση ενός αριθμού ήχων και όχι από τον κάθε ήχο ξεχωριστά.

Το γεγονός ότι η θεωρία Gestalt δίνει έμφαση στο σύνολο δε σημαίνει ότι αγνοεί τα στοιχεία από τα οποία αποτελούνται τα σύνολα αυτά. Η θε­ωρία Gestalt περιλαμβάνει την έννοια της μορφής (picture) σχετικά με ένα θέμα και την έννοια του βάθους - οθόνης (ground), πάνω στην οποία η μορφή αυτή ή η άποψη προβάλλεται. Αυτό που εμφανίζεται σαν μορφή ή άποψη σε μια δεδομένη χρονική στιγμή μπορεί να διαφοροποιείται στη συ­νέχεια. Π.χ. μια μελωδία σε ένα χώρο μπορεί να είναι για τον ακροατή μια «μορφή» του θέματος και κάθε άλλος θόρυβος να αποτελεί το βάθος (ground). Αν ο ακροατής σταματήσει να προσέχει τη μελωδία για να ακούσει αυτό που λέει δίπλα ένας φίλος του, τότε μορφή - εικόνα είναι η ομιλία του φίλου του και η μελωδία γίνεται μέρος του βάθους αυτής της μορφής. Είναι πιθανό να αναλυθεί μια μορφή ενός συνόλου (Gestalt) στα επιμέρους στοιχεία του. Το γεγονός ότι τρεις κουκίδες σε μια λευκή σελίδα εμφανίζονται σαν τρίγωνο δε σημαίνει ότι η κάθε μια από αυτές τις κουκίδες έπαψε να είναι κουκίδα. Το σημαντικό όμως στη θεωρία Gestalt είναι ότι αυτό που βλέπουμε αμέσως είναι ένα τρίγωνο. Η μορ­φή - εικόνα (picture) δεν είναι απλώς το σύνολο των στοιχείων που την αποτελούν, αλλά είναι αποτέλεσμα του τρόπου συσχέτισής τους. (Π.χ. οι τρεις κουκίδες θα μπορούσαν να αποτελούν και μια ευθεία γραμμή). Μορφές - εικόνες, που προβάλλονται έντεχνα σε κατάλληλα διαμορφω­μένο «υπόβαθρο», μπορούν να δημιουργήσουν λανθασμένες εντυπώσεις για το σύνολο.

Σύμφωνα με τη θεωρία Gestalt η μάθηση είναι μια διαδικασία συλ­λογής και κατάλληλης συσχέτισής στοιχείων σε ολοκληρωμένα και λογι­κά σύνολα. Ένα σύνολο (Gestalt) είναι δυνατόν να μεταβάλλεται και να παίρνει μια νέα μορφή. Οι μεταβολές αυτές είναι αποτέλεσμα εμπειριών, σκέψης και νοητικών λειτουργιών ή, ακόμη, συμβαίνουν απλά και μόνο με το πέρασμα του χρόνου.

Μια από τις περισσότερο σημαντικές προσφορές της θεωρίας Gestalt στην ερμηνεία της διαδικασίας της μάθησης είναι η έννοια της ενόρασης (insight). Πολλές φορές η μάθηση είναι ένα φαινόμενο ξαφνικό που συνοδεύεται και από το αίσθημα όχι αρχίζουμε πραγματικά να καταλαβαίνουμε το θέμα (αποκτούμε ενόραση - insight - του θέματος). Στην περίπτωση αυτή το αντικείμενο που μαθαίνεται είναι δύσκολο να ξεχαστεί και μπορεί εύκο­λα το προϊόν της μάθησης να μεταφερθεί και να εφαρμοστεί και σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις. Το άτομο που αποκτά ενόραση (insight) «βλέπει» την κατάσταση στο σύνολό της με ένα νέο τρόπο, που περιλαμβάνει πλήρη αντίληψη των λογικών συσχετισμών αιτίας και αποτελέσματος.

Ο Kohler αναφέρει πειράματά του με πιθήκους ως παραδείγματα που αντικατοπτρίζουν την απόκτηση ενόρασης (insight). Π.χ., σ' ένα απ' αυτά τα πειράματα ένας πεινασμένος πίθηκος σε κλουβί προσπαθούσε να φάει μπανάνες τοποθετημένες σε σημείο, όπου μπορούσε να τις φτά­σει με τη χρήση κάποιας βέργας, Ο πίθηκος είχε διαθέσιμα όλα τα στοι­χεία που χρειαζόταν για τη λύση του προβλήματος που αντιμετώπιζε, έπρεπε όμως να κάνει τους κατάλληλους νοητικούς και πρακτικούς συν­δυασμούς. Προβλήματα της μορφής αυτής λύνονταν ξαφνικά, και μάλι­στα συνήθως μετά από μια ανεπιτυχή προσπάθεια και περίοδο αδράνει­ας, κατά, την οποία ο πίθηκος δεν προσπαθούσε να φτάσει τις μπανάνες. Την περίοδο αδράνειας ακολουθούσε μια περίοδος έντονης προσπάθειας. Ξαφνικά ο πίθηκος συναρμολογούσε τα στοιχεία σε ολοκληρωμένα σύ­νολα, αποκτούσε δηλαδή ενόραση (insight), άρπαζε τη βέργα και έφτανε τις μπανάνες. Η εκπαιδευτική διαδικασία, που ενθαρρύνει τους μαθητές να προσπαθήσουν, να κάνουν λάθη, να ξαναπροσπαθήσουν κτλ., κατά τη θεωρία Gestalt είναι μια διαδικασία για κατάλληλη συσχέτιση στοιχείων και για διαμόρφωση ολοκληρωμένων συνόλων με μεγάλες πιθανότητες απόδοσης για συνειδητή μάθηση.

Ορισμένοι νόμοι της θεωρίας Gestalt είναι:

α. Ο νόμος εγγύτητας (Law of Proximity). Στοιχεία που γειτνιάζουν τείνουν να διαμορφώσουν ενιαία σύνολα. Π.χ., αν. σχεδιάσουμε ένα σύ­νολο παράλληλων γραμμών με αποστάσεις μεταξύ τους εναλλακτικά L1 και L2, όπου LI < L2, ο παρατηρητής βλέπει σύνολα που το καθένα αποτελείται από δύο παράλληλες γραμμές σε απόσταση μεταξύ τους L1, όπως στο παρακάτω σχήμα,

anthropino_dynamiko_261218._151jpg.jpg

Σχήμα 4. Παράδειγμα αναφερόμενο στο νόμο εγγύτητας

Ο νόμος των κλειστών σχημάτων (Law of closure). Το άτομο τείνει να συμπληρώσει στοιχεία, κατά τρόπο που να διαμορφώνονται κλειστά σύνολα. Π.χ.

ekpaideytiko_programma_261218_153.jpg

Σχήμα 5. Παράδειγμα αναφερόμενο στο νόμο των κλειστών σχημάτων

Είναι γνωστό ότι, όταν θέλουμε να ξεκαθαρίσουμε τα συμπεράσματα από μια συζήτηση, λέμε «ας κλείσουμε τώρα τη συζήτηση».

Ο Weirtheimer είχε την άποψη ότι οι δάσκαλοι δίνουν μεγάλη έμφα­ση στην απομνημόνευση. Το γεγονός αυτό έχει ως συνέπεια να μειώνεται η προσπάθεια για ανάπτυξη της κρίσης των μαθητών. Η εκπαίδευση θα πρέπει να δίνει μια εικόνα των προβλημάτων «συνολικά» και όχι να δι­δάσκει στοιχεία γνώσης ασύνδετα μεταξύ τους, χωρίς οι μαθητές να γνωρίζουν που θα χρησιμοποιήσουν το καθένα από αυτά. Επίσης θα πρέπει να δίνεται έμφαση στη μεθοδολογία επίλυσης προβλημάτων και όχι στη μηχανική εφαρμογή τυποποιημένων λύσεων, χωρίς αυτό να ση­μαίνει ότι δε θα πρέπει οι μαθητές να αποκτούν και γνώσεις, πράγμα που θα αποτελούσε το αντίθετο άκρο.

Η εφαρμογή της θεωρίας Gestalt στο να μάθουν μικρά παιδιά να δια­βάζουν δεν επιτρέπει να γίνει διάσπαση μιας πρότασης σε επιμέρους κομμάτια ή να δίνεται μεγάλη έμφαση στο συλλαβισμό. Δεν πρέπει να δί­νεται έμφαση στη λεπτομέρεια, αλλά σε σύνολα που θα έχουν κάποιο ιδιαίτερο νόημα. Τα παιδιά θα πρέπει να μαθαίνουν τη σημασία αυτών που διαβάζουν και δε θα πρέπει να στοχεύουν στις λεπτομέρειες. Οι κα­θηγητές θα πρέπει να διαμορφώνουν λίγο - λίγο καλύτερα σύνολα Gestalts, σύνολα όμοιων λέξεων κτλ.

Η θεωρία του Lewin (1890-1947). Μεταξύ των ψυχολόγων Wer­theimer, Kohler και Koffka στο Βερολίνο ήταν και ο Kurt Lewin, που παρουσίασε ορισμένες διαφοροποιήσεις στη θεωρία Gestalt. Ο Lewin με­λέτησε τη σχέση μεταξύ επιθυμιών και στόχων σε συνάρτηση με την προ­σωπικότητα του ατόμου,

Ο Lewin όρισε ως ζωτικό χώρο (Life space) όλα τα γεγονότα που κα­θορίζουν τη συμπεριφορά του ανθρώπου σε μια δεδομένη χρονική στιγμή και τα απεικόνιζε γραφικά με δισδιάστατα οχήματα, όπως στο παρακά­τω παράδειγμα:

ekpaideytiko_programma_261218_154.jpg

Σχήμα 6. Παράδειγμα απεικόνισης ζωτικού χώρου

Ο ζωτικός αυτός χώρος περιλαμβάνει το ίδιο το άτομο, τους στό­χους που προσπαθεί να πετύχει, τις επιπτώσεις που προσπαθεί να απο- φύγει, τα εμπόδια που περιορίζουν τις κινήσεις του και τους δρόμους που πρέπει να ακολουθήσει, προκειμένου να πετύχει τους στόχους του, Ο ζωτικός χώρος περιλαμβάνει το άτομο και το περιβάλλον του από κά­θε πλευρά που μπορεί να επηρεάζει τη συμπεριφορά του.

Για την απεικόνιση του ζωτικού χώρου ο Lewin χρησιμοποίησε το­πολογικά διαγράμματα. Στα διαγράμαμτα αυτά η απόσταση μεταξύ ση­μείων ή το εμβαδόν διαφόρων χώρων δεν έχουν καμιά πρακτική σημα­σία. Οι στόχοι που επιδιώκονται σημειώνονται με + και οι στόχοι που προσπαθεί το άτομο να αποφύγει σημειώνονται με Τα εμπόδια, ανάλο­γα με την ευκολία ή τη δυσκολία τους, απεικονίζονται με λεπτή ή χοντρή γραμμή αντίστοιχα.

Ο Lewin, προκειμένου να προσδιορίσει τις σχετικές τάσεις που έχει το άτομο να προσεγγίζει ή να αποφεύγει διάφορα σημεία στο ζωτικό χώ­ρο, χρησιμοποίησε διανύσματα. Το σημείο εφαρμογής του διανύσματος στο ζωτικό χώρο αναφέρεται στην παράμετρο, της οποίας το διάνυσμα αντιπροσωπεύει, την επίδραση. Η φορά του διανύσματος (το βέλος) δεί­χνει την κατεύθυνση, προς την οποία ωθείται το άτομο υπό την επίδρα­ση της συγκεκριμένης παραμέτρου. Το μέγεθος του διανύσματος δείχνει το μέγεθος της δύναμης -επίδρασης που ασκεί η παράμετρος που αντί- προσωπεύει το διάνυσμα- πάνω στο άτομο, για το οποίο αναλύεται ο ζωτικός χώρος για μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή και για ένα συγκε­κριμένο θέμα .

Ο Lewin υιοθέτησε μόνο τη χρήση διανυσμάτων ως ένα είδος απει­κόνισης και όχι το διανυσματικό λογισμό (σύνθεση διανυσμάτων κτλ.).

Κατά τον Lewin η συμπεριφορά του ατόμου εξαρτάται κάθε φορά από τη μορφή και τις παραμέτρους του ζωτικού χώρου που συνδέονται με μια συγκεκριμένη κατάσταση. Η διαμόρφωση του συνόλου των παρα­μέτρων που επηρεάζουν το ζωτικό χώρο ενός ατόμου, καθώς και ο βαθ­μός που κάθε παράμετρος θα επηρεάσει τις ενέργειές του, είναι συνάρ­τηση του τρόπου με τον οποίο το άτομο αντιλαμβάνεται το περιβάλλον του. Και ο τρόπος αντίληψης του περιβάλλοντος είναι συνάρτηση της ιδιαιτερότητας του κάθε ανθρώπου.

Η εκπαιδευτική διαδικασία θα πρέπει να ενθαρρύνει το μαθητή να ανακαλύψει και να προσδιορίσει με το δικό του ιδιαίτερο τρόπο τις δυ­σκολίες (Barfiers) που πρέπει να υπερπηδήσει σε κάθε βήμα του καθώς μετακινείται προς το στόχο του.

Η θεωρία του Piaget. Ο Piaget, βιολόγος πριν ασχοληθεί με θέματα ψυχολογίας, επηρεάστηκε στις έρευνές του σε θέματα μάθησης από τη δουλειά του ως βιολόγου.

Ο Piaget θεωρεί ότι οι οργανισμοί ενεργούν κατά τρόπο που να προ­σαρμόζονται στο περιβάλλον και', ότι η διαδικασία αυτή στο σύνολό της έχει ως αποτέλεσμα την οργάνωση και την τάξη του φυσικού περιβάλο- ντος. Η άποψή του αυτή τον έκανε να πιστεύει ότι η πνευματική ανά­πτυξη γίνεται σχεδόν με τον ίδιο τρόπο. Οι νοητικές λειτουργίες κατά τον Piaget είναι ενέργειες προσαρμογής στο περιβάλλον, όπως το αντι­λαμβάνεται το κάθε άτομο. Ο Piaget χρησιμοποιεί τέσσερις βασικές έν­νοιες για να εξηγήσει τη διαδικασία της νοητικής ανάπτυξης.

Το σχήμα (schema). Τα σχήματα μπορούν να θεωρηθούν ως μέσα τα­ξινόμησης γνώσης. Σε ένα αρχείο υπάρχουν διάφοροι φάκελοι για διάφο­ρες υποθέσεις. Ένα σχήμα μπορεί να θεωρηθεί ως κάτι ανάλογο με έναν από τους φακέλους αυτούς. Οι ενήλικοι έχουν πολλά τέτοια σχήματα. Όταν το άτομο δέχεται ένα ερέθισμα, τότε προσπαθεί να το ταξινομήσει σε ένα σχήμα - φάκελο απ’ αυτά που έχει διαθέσιμα. Αν δεν υπάρχει διαθέ­σιμο σχήμα, τότε το άτομο δημιουργεί ένα νέο σχήμα. Με τη γέννηση του ανθρώπου υπάρχουν μόνο μερικά σχήματα- φάκελοι διαθέσιμα.

Τα σχήματα μεταβάλλονται και βελτιώνονται με δύο διαδικασίες που αποτελούν και τις δύο επόμενες βασικές έννοιες;

  • Την αφομοίωση (assimilation).
  • Την προσαρμοστικότητα ή συμμόρφωση (accomodation).

Κατά την αφομοίωση το άτομο προσθέτει στοιχεία σε σχήματα - φακέ­λους που ήδη υπάρχουν. Οι εμπειρίες προσθέτουν νέα στοιχεία ή κάνουν το άτομο να βλέπει παλιά στοιχεία με διαφορετικό τρόπο.

Παρομοιάζοντας την έννοια του σχήματος με ένα μπαλόνι, μπορούμε να θεωρήσουμε την αφομοίωση ως διαδικασία πρόσθεσης αέρα στο μπα­λόνι. Δεν αλλάζει η μορφή του σχήματος.

Ως αφομοίωση μπορεί να θεωρηθεί η μελέτη ενός αντικειμένου, π.χ. της ιστορίας. Δημιουργείται ένα σχήμα «ιστορία» ή πολλά σχήματα, που το καθένα τους αντιστοιχεί σε μια ιστορική περίοδο.

Κατά την προσαρμοστικότητα (accomodation) η μορφή των σχημάτων αλλάζει. Πολλά νέα ερεθίσματα δεν μπορούν να τοποθετηθούν σ’ ένα από τα διαθέσιμα σχήματα - φακέλους. Στην περίπτωση αυτή μεταβάλ­λεται η μορφή ενός από τα διαθέσιμα σχήματα, για να μπορεί να τοπο­θετηθεί το νέο ερέθισμα, ή δημιουργείται ένα νέο σχήμα.

Η προσαρμοστικότητα δηλαδή αναφέρεται στην ποιοτική αλλαγή, ενώ η αφομοίωση στην ποσοτική αλλαγή σχημάτων.

Η τέταρτη βασική έννοια της θεωρίας του Piaget είναι η ισορροπία. Και οι δύο διαδικασίες, και η αφομοίωση και η προσαρμοστικότητα, εί­ναι απαραίτητες για τη διανοητική ανάπτυξη του ατόμου. Π.χ., αν ένα άτομο αφομοιώνει μόνο και δεν προσαρμόζει στοιχεία, θα δημιουργήσει μερικά πολύ μεγάλα σχήματα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να διαφο­ροποιήσει καταστάσεις ή να αντιμετωπίσει μια ποικιλία θεμάτων. Αν το άτομο προσαρμόζει μόνο, μαθαίνει λίγα απ' όλα, επειδή δημιουργεί πολ­λά σχήματα, χωρίς να εμβαθύνει σε κανέναν τομέα ιδιαίτερα. Το άτομο αυτό δεν έχει τη δυνατότητα να προσδιορίζει κοινά σημεία θεμάτων και να κάνει γενικεύσεις. Η καθεμιά από αυτές τις περιπτώσεις είναι ανεπι­θύμητη. Η ισορροπία μεταξύ των δύο διαδικασιών αμομοίωσης και προ­σαρμοστικότητας στοιχείων είναι απαραίτητη για την ομαλή ανάπτυξη του ατόμου.

Το πρόβλημα της ισορροπίας υπάρχει και σε κάθε εκπαιδευτικό πρό­γραμμα. Ο σχεδιαστής του κάθε εκπαιδευτικού προγράμματος θα πρέπει να πάρει αποφάσεις σχετικά με το βαθμό στον οποίο θα δώσει έμφαση στο «βάθος» ή στο «πλάτος» του εκπαιδευτικού προγράμματος.

Ο Piagiet διακρίνει τα παρακάτω στάδια ανάπτυξης του ανθρώπου.

0-2 ετών: αισθησιοκινητικό στάδιο (sensory motor period). Το παι­δί αντιμετωπίζει αντανακλαστικά διάφορες καταστάσεις και αναπτύσσε­ται μέχρι που να μπορεί με απλές κινήσεις να λύσει στοιχειώδη προβλή­ματα.

2-7 ετών: προλειτουργικό στάδιο (preoperational period). Αναπτύσ­σεται η γλώσσα και το άτομο μπορεί να επικοινωνήσει με άλλους ανθρώπους, γεγονός που αυξάνει την ταχύτητα ανάπτυξής του. Η σκέψη του παιδιού στην ηλικία αυτή και τα λεγόμενά του χαρακτηρίζονται από έντονο εγωκεντρισμό. Δεν μπορεί να αντιληψθεί παρά μόνο τη δική του άποψη για ένα θέμα.

7-11 ετών: στάδιο συγκεκριμένων λειτουργιών (Concrete operational period). Αναπτύσσεται η λογική. Το παιδί μπορεί να λύσει με τη λογική βασικά προβλήματα. Οι έννοιες που μπορεί να αντιληφθεί προκύπτουν από χειροπιαστές εμπειρίες και δεν απαιτούν ανάλυση και σύνθεση.

11-15 ετών: στάδιο αφηρημένης σκέψης (formal operations). Το άτο­μο μπορεί να λύσει προβλήματα όλων των μορφών, ακόμα και πολύπλο­κα, που απαιτούν επιστημονική ανάλυση και σύνθεση παραμέτρων. Στο στάδιο αυτό το άτομο είναι ικανό να εξετάσει όλες τις πιθανές λύσεις ενός προβλήματος και να θεωρηθεί η λύση ως υποσύνολο των πιθανών λύσεων. Για το λόγο αυτό ο Piaget θεωρεί το στάδιο αυτό της δυνατό­τητας για αφηρημένη σκέψη, ως λειτουργία υψηλής στάθμης. Το παιδί στο αναπτυξιακό αυτό στάδιο κάνει πολύ περισσότερα από ό,τι το παιδί που βρίσκεται στο αναπτυξιακό στάδιο των συγκεκριμένων λειτουργιών.

Στην εφηβική ηλικία το άτομο ανήκει λίγο στον κόσμο των φαντα­σιώσεων (σχετικά με το επάγγελμα, το γάμο κτλ.) και είναι πολύ ιδεαλι­στής. Ο Piaget πιστεύει ότι ο έφηβος έχει φθάσει στο μέγιστο επίπεδο ανάπτυξης και χαρακτηρίζεται από εγωκεντρισμό.

Η κληρονομικότητα κατά τον Piaget έχει ως αποτέλεσμα μια συγκεκρι­μένη δομή νευρικού συστήματος, που μπορεί να είναι η αιτία για το ότι ορισμένα άτομα δεν έφτασαν το μέγιστο επίπεδο πνευματικής ανάπτυξης. Η κληρονομικότητα επίσης επηρεάζει τη διαδικασία αφομοίωσης και προ­σαρμοστικότητας, με την οποία μαθαίνει κάθε άτομο διάφορες γνώσεις.

Το περιβάλλον επίσης, για τον Piaget, και οι δραστηριότητες στις οποίες εμπλέκεται το άτομο αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για την ανάπτυξή του. Για τον Piaget δηλαδή η διαδικασία μάθησης καθορί­ζεται γενετικά και βιολογικά και υπάρχουν πολλοί αλληλοεξαρτώμενοι συντελεστές που επηρεάζουν τη διαδικασία της πνευματικής ανάπτυξης.

Η θεωρία του Piaget υποστηρίζει ότι σε κάθε αναπτυξιακό στάδιο το άτομο έχει και καθορισμένες ικανότητες. Δηλαδή σε κάθε ηλικία το άτομο μπορεί να ασχοληθεί με θέματα αντίστοιχης δυσκολίας, έκτασης ή βάθους.

Οι απόψεις αυτές δε θεωρούνται σήμερα ότι ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Δε θεωρείται δηλαδή η ηλικία ως περιοριστικός παρά­γων των θεμάτων με τα οποία θα ασχοληθούν οι μαθητές. Η τελευταία αυτή άποψη,που είχε σαν αποτέλεσμα να ασχολούνται οι εκπαιδευόμε­νοι με δύσκολα θέματα που παραδοσιακά θα έπρπε να αντιμετωπίσουν

σε ανώτερες εκπαιδευτικές βαθμίδες, επιτάχυνε την διαδικασία ανάπτυ­ξης των ανθρώπων,

Η θεωρία του J. Brunner. Τέσσερα είναι τα βασικά στοιχεία που πε­ριλαμβάνονται στη θεωρία του Brurter.

  1. Έμφαση στη δομή του αντικειμένου που διδάσκεται (Structure of the Subject). Για να εξασφαλιστεί αποτελεσματικότητα στη διδασκαλία, πρέπει να δοθεί έμφαση στη δομή του αντικειμένου που διδάσκεται. Με τον τρόπο αυτό οι μαθητές θα μπορούν να κάνουν γενικεύσεις και να εφαρμόζουν μεθόδους σε διαφορετικές κάθε φορά καταστάσεις, χωρίς να απαιτείται απομνημόνευση λεπτομερειών για κάθε περίπτωση χωριστά. Έτσι αντιμετωπίζεται και το πρόβλημα της έκρηξης γνώσεων της εποχής μας. Οι γνώσεις μπορούν να ταξινομούνται και με κατάλληλη μεθόδευση να χρησιμοποιούνται ανάλογα με τις ανάγκες.

Οι μαθητές αντιλαμβάνονται πολύ καλύτερα το αντικείμενο, ενώ οι τυχόν απώλειες μνήμης αντιμετωπίζονται. Ορισμένα δηλαδή στοιχεία διατηρούνται και αποτελούν έναν πυρήνα, γύρω από τον οποίο ξανασυ- γκεντρώνονται οι απαιτούμενες για μια συγκεκριμένη περίπτωση λεπτο­μέρειες.

2* Ετοιμότητα για μάθηση (Readiness of Learning). Ο Brunner υποστηρίζει ότι η εκπαίδευση δεν προσφέρει στους μαθητές τη δυνατό­τητα να εκμεταλλευτούν αποτελεσματικά τα σχολικά τους χρόνια. Η εξέ­ταση ορισμένων πολύπλοκων θεμάτων είτε αναβάλλεται είτε αποφεύγε­ται ως μη εφικτή για το συνηθισμένο επίπεδο μαθητών. Κατά τον Brunner η έννοια της ετοιμότητας δεν είναι περιοριστική, όπως την πε­ριγράφουν ορισμένοι συγγραφείς. (Δηλαδή ότι οι μαθητές, ανάλογα με το αναπτυξιακό στάδιο στο οποίο βρίσκονται, μπορούν να επεξεργα­στούν και ανάλογης δυσκολίας θέματα). Η άποψή του είναι ότι οι μα­θητές μπορούν να πραγματευθούν έννοιες σχετικές με οποιοδήποτε θέμα, αρκεί να το διδαχθούν με τον κατάλληλο τρόπο.

  1. Ανάπτυξη διαισθητικής ικανότητας (Intuition). Η ικανότητα για έξυπνη ανίχνευση δεδομένων, που να καταλήγει σε πιθανές εκδοχές σχε­τικά με την επίλυση ενός προβλήματος, χρησιμοποιείται καθημερινά στο χώρο της εργασίας. Είναι από τις βασικές ικανότητες που χρησιμοποι­ούν τη λογική στο χώρο της εργασίας.
  2. Κίνητρα για μάθηση βασιζόμενα στο ενδιαφέρον του μαθητή. Ο Brunner θεωρεί ότι το καλύτερο κίνητρο για μάθηση είναι το ενδιαφέρον του μαθητή για το θέμα που θα πραγματευθεί και όχι τα εξωτερικά κί­νητρα, όπως π.χ. η απόκτηση τυπικών προσόντων για απόκτηση κάποιου εισοδήματος.

 

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Σχολεία: Αλλάζουν οι ώρες αποχώρησης των μαθητών

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με μόνο 65Є εγγραφή - έως 24 Απριλίου

Μοριοδοτούμενο σεμινάριο Ειδικής Αγωγής (ΕΛΜΕΠΑ) με μόνο 50Є εγγραφή- αιτήσεις ως 24/4

2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη

Proficiency και Lower μόνο 95 ευρώ σε 2 μόνο ημέρες στα χέρια σας (ΧΩΡΙΣ προφορικά, ΧΩΡΙΣ έκθεση!)

ΕΥΚΟΛΕΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ και ΙΤΑΛΙΚΩΝ για εκπαιδευτικούς - Πάρτε τις άμεσα

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα