θρανία
Το κόστος αυτής της μεταρρύθμισης είναι απολύτως διαχειρίσιμο για μια μέση ευρωπαϊκή χώρα, «αδιανόητο» βέβαια για την Ελλάδα του Μητσοτάκη, τη χώρα με τη ισχνότερη κρατική χρηματοδότηση της παιδείας στην Ε.Ε. (2,66%  του ελληνικού ΑΕΠ, έναντι περίπου 4,9% του μέσου όρου της ΕΕ).

Η κυβέρνηση ετοιμάζει ένα ακόμη πιο αυταρχικό και κοινωνικά άδικο σύστημα αξιολόγησης μαθητών και μαθητριών. Η πρόταση που παρουσίασε ο Άκης Σκέρτσος, υπουργός Επικρατείας και συντονιστής του κυβερνητικού έργου για το «Εθνικό Απολυτήριο» δεν είναι παρά η επανεφεύρεση ενός εξεταστικού μηχανισμού που θα μετατρέψει οριστικά το σχολείο σε χώρο αποκλεισμών, υπονομεύοντας τη δημόσια εκπαίδευση και βαθαίνοντας και άλλο τις κοινωνικές ανισότητες.

Το σχέδιο προβλέπει γραπτές εξετάσεις και στις τρεις τάξεις του Λυκείου, με ενισχυμένη χρήση της Τράπεζας Θεμάτων, εξωτερική αξιολόγηση και πρόσθετες πιστοποιήσεις. Ο βαθμός του απολυτηρίου θα συνδέεται άμεσα με την εισαγωγή στα πανεπιστήμια, αντικαθιστώντας σταδιακά τις Πανελλαδικές εξετάσεις. Πρόκειται για τη συνέχιση και την επιδείνωση ενός εξεταστικοκεντρικού μοντέλου που ήδη έχει μετατρέψει το Λύκειο σε προθάλαμο των Πανελλαδικών. Με το νέο σύστημα, το σχολείο θα μεταλλαχθεί απόλυτα σε μηχανισμό διαρκούς αξιολόγησης, όπου οι μαθητές και οι μαθήτριες θα ζουν υπό το άγχος τριετών εξετάσεων, με αποτέλεσμα να εξουδετερώνεται η έννοια της γενικής παιδείας και να διευρύνονται οι κοινωνικές ανισότητες.

Ο Άκης Σκέρτσος, στο άρθρο του στην «Καθημερινή», επικαλείται την ανάγκη να ενισχυθεί η κριτική σκέψη και η γενική παιδεία σε μια εποχή που «η τεχνητή νοημοσύνη ανταγωνίζεται την ανθρώπινη». Πρόκειται για μια φράση εντυπωσιακή, αλλά παιδαγωγικά αβάσιμη. Η τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ) δεν ανταγωνίζεται την ανθρώπινη, αλλά την προσομοιώνει σε ορισμένες λειτουργίες, χωρίς να διαθέτει συνείδηση, ηθική κρίση ή δημιουργική σκέψη. Η εκπαίδευση δεν καλείται να προετοιμάσει «αντιπάλους των μηχανών», αλλά πολίτες που θα κατανοούν και θα καθοδηγούν τα συστήματα ΤΝ με κριτικό πνεύμα.

Επίσης η κριτική σκέψη δεν «επανέρχεται στο προσκήνιο» λόγω της τεχνητής νοημοσύνης (όπως γράφει ο Σκέρτσος), αλλά αποτελεί μόνιμο και θεμελιώδες στόχο όλων των σύγχρονων εκπαιδευτικών συστημάτων. Στη Φινλανδία, στην Ολλανδία ή στον Καναδά, η ανάπτυξή της βασίζεται στη συνεργατική μάθηση, στη διερεύνηση, στα project και στη δημοκρατική συζήτηση στην τάξη, όχι σε εξεταστικούς μηχανισμούς. Η κυβέρνηση, όμως, προτείνει το ακριβώς αντίθετο: περισσότερες εξετάσεις, αυστηρότερο έλεγχο και κεντρική εποπτεία. Η ρητορική περί “κριτικής σκέψης” χρησιμοποιείται για να νομιμοποιήσει ένα αυστηρότερο, βαθμοθηρικό σχολείο, όπου η επίδοση μετριέται, αλλά η μάθηση υποβαθμίζεται. Το επιχείρημα περί «αντικειμενικότητας» μέσα από εξωτερική βαθμολόγηση αγνοεί ότι στα καλύτερα εκπαιδευτικά συστήματα του κόσμου (όπως της Φινλανδίας) οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί αξιολογούν τους μαθητές, χωρίς κρατική επιτήρηση και χωρίς Τράπεζα Θεμάτων. Η παιδαγωγική εμπιστοσύνη από την ακραία νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση αντικαθίσταται από μια λογική επιτήρησης, που μετατρέπει τον εκπαιδευτικό σε τεχνικό ελέγχου και τον μαθητή σε εξεταζόμενο αντικείμενο.

Ενδεικτική είναι και η φράση του Σκέρτσου ότι «το πολιτικό σύστημα συζητάει για αυτά, αλλά δεν τολμάει έως τώρα». Πρόκειται για μια παραδοχή που αποκαλύπτει το αντιδημοκρατικό πνεύμα της νέας κυβερνητικής παρέμβασης: η «τόλμη» δεν σημαίνει για αυτούς διάλογο ή συμμετοχή, αλλά επιβολή χωρίς κοινωνική συναίνεση. Σε χώρες με ισχυρή παιδαγωγική παράδοση —όπως η Φινλανδία ή ο Καναδάς— οι μεγάλες εκπαιδευτικές αλλαγές γίνονται με τη συνεργασία των εκπαιδευτικών, όχι ερήμην τους. Αντί να ανοίξει έναν ουσιαστικό δημόσιο διάλογο, η κυβέρνηση χρησιμοποιεί τη ρητορική της «μεταρρύθμισης» για να νομιμοποιήσει μια βαθιά συντηρητική τομή.

Η κυβέρνηση επιχειρεί να παρουσιάσει το «Εθνικό Απολυτήριο» ως εκσυγχρονισμό κατά τα διεθνή πρότυπα! Όμως η σύγκριση με χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Αυστρία αποκαλύπτει το ακριβώς αντίθετο. Σε αυτές τις χώρες οι εξετάσεις που συμπληρώνουν την πορεία του μαθητή είναι ενδοσχολικές και δεν έχουν καμία σχέση με την ελληνική Τράπεζα Θεμάτων. Ορίζονται από το σχολείο, διεξάγονται από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς και βασίζονται σε κοινά αλλά ευέλικτα κριτήρια που προσαρμόζονται στους μαθητές. Σκοπός τους είναι η παιδαγωγική συνέπεια και η στήριξη της μάθησης. Η Τράπεζα Θεμάτων, αντίθετα, είναι μηχανισμός κεντρικού ελέγχου που επιβάλλει ενιαία θέματα, αγνοεί τις ανάγκες κάθε τάξης και μετατρέπει τη διδασκαλία σε προετοιμασία για εξετάσεις.

Στη Γερμανία, το απολυτήριο του λυκείου (Abitur) αποτελεί το βασικό εισιτήριο για την ανώτατη εκπαίδευση, χωρίς εθνικές εξετάσεις τύπου Πανελληνίων. Η εισαγωγή στα πανεπιστήμια είναι σχεδόν ελεύθερη και διαρκής σε όλους τους αποφοίτους Λυκείου, εκτός από τις σχολές πολύ υψηλής ζήτησης (Ιατρική, Νομική) όπου ισχύει ο περιορισμός θέσεων (Numerus Clausus).

Στη Γαλλία, παρά τα προβλήματα του συστήματος Parcoursup, όλοι οι μαθητές υποβάλλουν αίτηση και σχεδόν όλοι εισάγονται σε κάποιο πρόγραμμα, η δε  Αριστερά, ζητά την πλήρη κατάργησή του και την αποκατάσταση του δικαιώματος πρόσβασης όλων των κατόχων απολυτηρίου.

Αντίθετα, το «Εθνικό Απολυτήριο» που σχεδιάζει η ελληνική κυβέρνηση είναι πανελλαδικά επιτηρούμενο σύστημα συνεχούς αξιολόγησης, με κεντρική Τράπεζα Θεμάτων, εξωτερικούς αξιολογητές και σύνδεση του βαθμού με την εισαγωγή στα πανεπιστήμια. Εγκαθιδρύει έναν ψευδο-ευρωπαϊκό εξεταστικό μηχανισμό, που κρατά τον έλεγχο και τον ανταγωνισμό, που εντείνει τη σχολική επιλογή και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Με τη διεύρυνση των εξετάσεων, την εξωτερική εποπτεία και τη διαρκή αξιολόγηση, θα λειτουργεί ως φίλτρο κοινωνικής διαλογής: οι μαθητές όσων οικογενειών μπορούν να πληρώνουν επιπρόσθετες ΄΄εκπαιδευτικές παροχές΄΄ θα ευνοούνται, ενώ οι μαθητές από τα λαϊκά στρώματα, τα ΕΠΑΛ ή τα υποστελεχωμένα δημόσια σχολεία θα αποκλείονται νωρίς από τις ανώτερες βαθμίδες. 

Το Λύκειο, που έχει ήδη χάσει σε μεγάλο βαθμό τον μορφωτικό του ρόλο, θα αποκοπεί ακόμη περισσότερο από την έννοια της γενικής παιδείας και θα μετατραπεί σε πεδίο ανταγωνισμού, με τους εκπαιδευτικούς να περιορίζονται σε ρόλο εξεταστών.

Η δημοκρατική πρόταση που πρέπει να διαμορφωθεί από όλες τις προοδευτικές δυνάμεις είναι μια: ελεύθερη πρόσβαση όλων των αποφοίτων ΓΕΛ και ΕΠΑΛ στα πανεπιστήμια, με κατάργηση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής και κατανομή θέσεων εντός των πανεπιστημίων με παιδαγωγικά και ακαδημαϊκά φίλτρα.

Όχι εξετάσεις πριν την είσοδο, αλλά στήριξη μετά με προπαρασκευαστικό έτος για τις πιο απαιτητικές σχολές, δηλαδή το πρώτο και γενικότερο ανά επιστημονικό τομέα  πανεπιστημιακό έτος (πχ σχολών Υγείας) όπου οι φοιτητές και οι φοιτήτριες θα ενισχύονται σε βασικά κοινά μαθήματα, με μειωμένο φόρτο και επιπλέον στήριξη από διδάσκοντες, πριν προχωρήσουν στο κανονικό πρόγραμμα σπουδών στο δεύτερο πιο εξειδικευμένο έτος. Και μεικτή (διά ζώσης και εξ αποστάσεως) διδασκαλία για την καλύτερη προσαρμογή των φοιτητών. Το κόστος αυτής της μεταρρύθμισης είναι απολύτως διαχειρίσιμο για μια μέση ευρωπαϊκή χώρα, «αδιανόητο» βέβαια για την Ελλάδα του Μητσοτάκη, τη χώρα με τη ισχνότερη κρατική χρηματοδότηση της παιδείας στην Ε.Ε. (2,66%  του ελληνικού ΑΕΠ, έναντι περίπου 4,9% του μέσου όρου της ΕΕ). Ακόμη και αν αυξάνονταν οι φοιτητές κατά 40–45 χιλιάδες —όσοι σήμερα αποκλείονται από την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής— η πρόσθετη δημόσια δαπάνη δεν θα ξεπερνούσε το 0,1% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 200 εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Πραγματικά μικρό ποσό για να αποκατασταθεί ένα θεμελιώδες κοινωνικό δικαίωμα.

Η πρόταση για ελεύθερη πρόσβαση δεν χαρίζει πτυχία. Απλώς δίνει σε κάθε νέο το δικαίωμα να δοκιμάσει, να διεκδικήσει τη θέση του στην ανώτατη εκπαίδευση, να πετύχει ή να αποτύχει μέσα στο πανεπιστήμιο, όπου η αποτυχία είναι μέρος της μαθησιακής πορείας και όχι αιτία αποκλεισμού. Η αξιολόγηση ως γνωστό στο πανεπιστήμιο, έχει παιδαγωγικό και επιστημονικό χαρακτήρα: σκοπός της είναι η πρόοδος του φοιτητή μέσα στη γνώση, η καλλιέργεια κριτικής σκέψης και η εμβάθυνση στο αντικείμενο. Αντίθετα, το εξεταστικό σύστημα του σημερινού ελληνικού σχολείου δεν αξιολογεί τη μάθηση, αλλά τελικά διαλέγει ποιοι και ποιες θα αποκλειστούν. Οι βαθμοί δεν αποτυπώνουν τη μαθησιακή και γνωστική τους πρόοδο, αλλά λειτουργούν ως μηχανισμός κοινωνικής επιλογής.

Το «Εθνικό Απολυτήριο» δεν θα φέρει καμία «αριστεία», αλλά θα εισάγει μια νέα μορφή κοινωνικού δαρβινισμού στην εκπαίδευση. Θα προετοιμάσει μια γενιά μαθητών εξουθενωμένων, εγκλωβισμένων στην ανασφάλεια της επίδοσης και της σύγκρισης.

Μπροστά σε αυτή την οπισθοδρόμηση, η κοινωνία έχει να επιλέξει ανάμεσα σε δύο δρόμους: είτε το «Εθνικό Απολυτήριο» των φραγμών, είτε ένα ανοιχτό πανεπιστήμιο για όλες και όλους, με παιδαγωγική φροντίδα, ισότητα ευκαιριών, πραγματική και γερή δημόσια επένδυση στη γνώση.

* εκπαιδευτικός

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Νέο Προσκλητήριο Προσλήψεων Εκπαιδευτών Ενηλίκων: Αφορά όλα τα πτυχία ΑΕΙ-ΤΕΙ - Πιστοποιηθείτε άμεσα

ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ για Εκπαιδευτικούς - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ μόρια 2ης ξένης γλώσσας

Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό ΤΕΧΝΗΤΗΣ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗΣ για εκπαιδευτικούς

Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 8/10

Μοριοδοτούμενο σεμινάριο Ειδικής Αγωγής Πανεπιστημίου Πατρών με μόνο 60 ευρώ 

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

paidi arrosto koronoios gripi
Ίσως δεν είναι απλό κρυολόγημα: Πώς να αναγνωρίσετε τη γρίπη τύπου Β
Οκτώ προειδοποιητικά σημάδια που υποδεικνύουν ότι η «ίωση» σας μπορεί να είναι κάτι πιο σοβαρό από ένα συνηθισμένο κρυολόγημα
Ίσως δεν είναι απλό κρυολόγημα: Πώς να αναγνωρίσετε τη γρίπη τύπου Β
θρανία
«Εθνικό Απολυτήριο»: ένα νέο στάδιο στο σχολείο των αποκλεισμών
Το κόστος αυτής της μεταρρύθμισης είναι απολύτως διαχειρίσιμο για μια μέση ευρωπαϊκή χώρα, «αδιανόητο» βέβαια για την Ελλάδα του Μητσοτάκη, τη χώρα...
«Εθνικό Απολυτήριο»: ένα νέο στάδιο στο σχολείο των αποκλεισμών