Αξιολόγηση: Τα «παρασκήνια» της δικαστικής εμπλοκής στην εκπαίδευση
Η Απόφαση του Εφετείου για την απεργία αποχή της ΑΔΕΔΥ και η αποκαλυπτική ενημέρωση από τη δικηγόρο της ΑΔΕΔΥ για όσα ειπώθηκαν στο δικαστήριο στη διάρκεια της αγωγής του Ελληνικού Δημοσίου κατά της από 5.10.2021 εξώδικης προκηρύξεως της ΑΔΕΔΥ απεργίας-αποχής των εκπαιδευτικών από την αξιολόγηση.

Παρουσιάζουμε την 542/2021 δικαστική απόφαση, τις προτάσεις που κατατέθηκαν εχθές στο Δικαστήριο και σχετικό ενημερωτικό σημείωμα αναφορικώς με τα δικαστικώς κριθέντα από την δικηγόρο της ΑΔΕΔΥ Μαργαρίτα Παναγοπούλου

Δείτε εδώ την απόφαση 

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ 542/2021 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

1. Εκδικάστηκε στις 8.10.2021 αγωγή του Ελληνικού Δημοσίου κατά της από 5.10.2021 εξώδικης προκηρύξεως της ΑΔΕΔΥ απεργίας-αποχής των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από κάθε διαδικασία ή ενέργεια που συνδέεται με την άσκηση τις διαδικασίες συλλογικού προγραμματισμού και υλοποίησης του εκπαιδευτικού έργου, εσωτερικής αξιολόγησης / αυτοαξιολόγησης και εξωτερικής αξιολόγησης των σχολικών μονάδων, όπως προβλέφθηκαν από τις διατάξεις των άρθρων 33, 34, 35 και 36 ν.4692/2020 και 56-83 και 97 ν.4823/2021. Η αγωγή εκδικάστηκε με την διαδικασία του κατεπείγοντος και ειδικότερα με επίδοση του δικογράφου της αγωγής προ μιας ώρας της συζητήσεως που ορίστηκε για τις 12.30.

2. Η ΑΔΕΔΥ υπέβαλε αίτημα αναβολής της υποθέσεως ενόψει του ότι οι ισχυρισμοί του Δημοσίου για κήρυξη της εκδοθησόμενης αποφάσεως ως προσωρινώς εκτελεστής, για την απειλή σε βάρος της χρηματικής ποινής και για την απαγόρευση της συνέχισης της απεργίας στο μέλλον, εκκρεμούν προς τελεσίδικη επίλυση στο ΜονΕφΑθηνών κατόπιν σχετικής έφεσης του Ελληνικού Δημοσίου κατά της 534/2021 αποφάσεως του ΜονΠρωτΑθ. Με την 534/2021 απόφαση, το Δικαστήριο απέρριψε τα 3 ως άνω αιτήματα του Δημοσίου, με αφορμή την από 30.09.2021 αγωγή του Ελληνικού Δημοσίου κατά της απεργίας-αποχής των ΔΟΕ, ΟΛΜΕ, ΟΙΕΛΕ και ΠΟΣΕΕΠΕΑ. Αντίστοιχα προβλήθηκε από την ΑΔΕΔΥ ότι τα ίδια ζητήματα που ετίθεντο στην αγωγή του Δημοσίου (απαίτηση υποβολής αιτήματος διεξαγωγής δημοσίου διαλόγου στον ΟΜΕΔ και ύπαρξης προσωπικού ασφαλείας/εγγυημένης υπηρεσίας) εκκρεμούν προς επίλυση σε δεύτερο βαθμό, με αφορμή τις αντίθετες εφέσεις των ΟΛΜΕ και ΔΟΕ που εκδικάζονται ομοίως στις 11.10.2021 στο ΜονΕφΑθηνών. Συναφώς ζητήθηκε αναβολή για να υπάρξει τελεσίδικη κρίση των αυτών ζητημάτων που ετίθεντο στην χθεσινή δίκη από το Εφετείο. Η Πρόεδρος απέρριψε το αίτημα αναβολής με το σκεπτικό ότι πρόκειται για άλλη απεργία έναντι της ΟΛΜΕ και ΔΟΕ και κατά τούτο δεν υπήρχε συσχέτιση της χθεσινής δίκης (και συναφώς δέσμευση της δικαστικού) με την κρίση του Εφετείου που θα συνεδριάσει την Δευτέρα 11.10.2021.

3. Η ΑΔΕΔΥ προέβαλε ένσταση ακυρότητας της προδικασίας ενόψει της προθεσμίας της μίας ώρας που της παρασχέθηκε για να παρασταθεί στο Δικαστήριο και να αποκρούσει μία αγωγή 35 σελίδων. Προβλήθηκε ειδικότερα ζήτημα συστηματικής και κατ’επανάληψη σύντμησης των προθεσμιών εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου σε συνολικά τέσσερις αγωγές που έχει ασκήσει από τον Ιούνιο μέχρι σήμερα για να αναγνωριστούν παράνομες απεργίες συνδ. οργανώσεων (με επισήμανση ότι η μία εξ αυτών κατατέθηκε και εκδικάστηκε ημέρα Σάββατο με αποτέλεσμα να ερημοδικαστεί η ΟΛΜΕ). Η Πρόεδρος προφορικά επεσήμανε ότι δεν ανακύπτει ζήτημα προνομιακής μεταχειρίσεως του Δημοσίου και προσβολή της ισότητας των όπλων γιατί λέει το ίδιο συμβαίνει και όταν την αγωγή την εγείρει ιδιώτης εργοδότης και η ίδια έχει πολλές αποφάσεις που αποδεικνύουν τούτο. Πάντως δεν έγινε επίκληση τέτοιων αποφάσεων στο σκεπτικό της αποφάσεως. Τουναντίον στο κείμενο της 542/2021 αποφάσεως το Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό αυτό με το σκεπτικό ότι η ΑΔΕΔΥ δεν υπέστη καμία δικονομική βλάβη από την επίδοση της αγωγής 1 ώρα πριν την συζήτησή της, αφού παραστάθηκε στο Δικαστήριο με δικηγόρο, προβάλλοντας ισχυρισμούς, κατέθεσε προτάσεις και πρότεινε την εξέταση μάρτυρα.

4. Η ΑΔΕΔΥ αντέκρουσε τον ισχυρισμό του Δημοσίου σε σχέση με την αρμοδιότητα του Γενικού Συμβουλίου να αποφασίσει την κήρυξη της απεργίας-αποχής, καθότι το Δημόσιο με επίκληση της πρωτόδικης αποφάσεως ΜονΠρωτΑθ 2395/2014 υποστήριξε ότι την αρμοδιότητα κηρύξεως απεργίας-αποχής την έχει το Συνέδριό της. Η ΑΔΕΔΥ υποστήριξε ότι πεπλανημένα το Δημόσιο αναφέρθηκε στην πρωτόδικη απόφαση, καθότι τούτη ανατράπηκε σε δεύτερο βαθμό από την 4483/2014 απόφαση του Εφετείου που έκρινε ότι το Γενικό Συμβούλιο της ΑΔΕΔΥ έχει αρμοδιότητα κηρύξεως απεργίας και τούτο ρητώς ορίζει το άρθρο 13 του καταστατικού της ΑΔΕΔΥ. Ο ισχυρισμός αυτός έγινε δεκτός από το Δικαστήριο, αφού η με αρ.542/2021 δικαστική απόφαση έκρινε ρητώς ότι δεν προβλέπεται στο καταστατικό της ΑΔΕΔΥ ως όργανο η Γενική Συνέλευση και ελλείψει τούτου νόμιμα ανατέθηκε η σχετική αρμοδιότητα περί κήρυξης απεργιών στο Γενικό Συμβούλιο της ΑΔΕΔΥ, ενώ το Συνέδριο παραμένει το ανώτατο και κυρίαρχο όργανο για όλα τα λοιπά ζητήματα που δεν ρυθμίζονται ειδικότερα από το καταστατικό της (με ρητή παραπομπή στην ΕφΑθ 4483/2014).

5. Η ΑΔΕΔΥ προέβαλε ισχυρισμό αναφορικά με την έλλειψη υποχρέωσης να ορισθεί προσωπικό ασφαλείας καθότι η απεργία-αποχή είναι λευκή και άρα δεν ανακύπτει ζήτημα ασφάλειας των εγκαταστάσεων των σχολείων και πρόληψης ατυχημάτων από την απεργία των εκπαιδευτικών ώστε να δικαιολογείται η τήρηση της εν λόγω προϋποθέσεως. Ομοίως προέβαλε ότι το προσωπικό ελάχιστης εγγυημένης υπηρεσίας απαιτείται μόνο για τις επιχειρήσεις του άρθρου 19 ν.1264/1982. Ο ισχυρισμός αυτός έγινε δεκτός, αφού η με αρ.542/2021 δικαστική απόφαση έκρινε ότι ακριβώς η απεργία-αποχή της ΑΔΕΔΥ αφορά μόνο στις υποχρεώσεις των εκπαιδευτικών που απορρέουν από τις διατάξεις των άρθρων 4692/2020 και ν.4823/2021 και όχι από τα εν γένει εκπαιδευτικά καθήκοντά τους, τα οποία εξακολουθούν να εκτελούν, ούτε συνεπάγεται την απουσία τους από την εργασία τους και άρα δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των παρ.1 και 2 του άρθρου 21 ν.1264/1982 περί καθορισμού προσωπικού ασφαλείας και προσωπικού ελάχιστης εγγυημένης υπηρεσίας για την κάλυψη των στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου.

6. Η ΑΔΕΔΥ αντέκρουσε τον ισχυρισμό του Δημοσίου για υποχρέωση υποβολής αιτήματος διεξαγωγής δημοσίου διαλόγου στον ΟΜΕΔ με το σκεπτικό ότι το Υπ.Παιδείας, αφ’ενός μεν γνωρίζει την απεργία-αποχή των εκπαιδευτικών από τον Φλεβάρη του 2021 και ουδέποτε ζήτησε το ίδιο να διεξαχθεί τέτοιος δημόσιος διάλογος στον ΟΜΕΔ όπως του επιτρέπει με την ιδιότητα του εργοδότη το άρθρο 94 ν.4808/2021, αφ’ετέρου και εν πάσει περιπτώσει έλαβε χώρα διάλογος μεταξύ του Υπ.Παιδείας και των εκπροσώπων των ΔΟΕ και ΟΛΜΕ, όπως ομολογεί στην αγωγή του το ίδιο το Δημόσιο και τούτος απέβη άκαρπος. Υποστηρίχθηκε συναφώς ότι ήταν παντελώς τυπολατρική η τήρηση του εν λόγω τύπου για την ΑΔΕΔΥ όταν ακριβώς η προσφυγή στον ΟΜΕΔ δεν εξυπηρετούσε κανέναν πραγματικό σκοπό και θα ήταν εξ ορισμού ατελεσόφορη.

7. Η ΑΔΕΔΥ αντέκρουσε τον ισχυρισμό περί του ότι η από 5.10.2021 απεργία-αποχή είναι πολιτική απεργία, υποστηρίζοντας ότι αποτελεί κλασική περίπτωση μικτής απεργίας με εργασιακά αιτήματα και με το σκεπτικό ότι σε διαφορετική περίπτωση ουδείς δημόσιος υπάλληλος θα μπορούσε ποτέ να απεργήσει αφού πάντοτε τα καθήκοντά τους και οι υποχρεώσεις τους ρυθμίζονται με τυπικό νόμο ή υπουργική απόφαση. Συναφώς ουδέποτε θα επιτρεπόταν απεργία-αποχή των δημοσίων υπαλλήλων αφού πάντα θα θεωρείτο πολιτική η απεργία τους, γιατί εγγενώς τούτη στρέφεται κατά του Δημοσίου και κατά τυπικού νόμου ή κανονιστικής απόφασης της Διοίκησης. Σε σχέση δε με τον καταχρηστικό χαρακτήρα και τα αιτήματα της απεργίας η ΑΔΕΔΥ εξέτασε ως μάρτυρα τον κ.Τουλγαρίδη Κωνσταντίνο, μέλος της ΕΕ της ΑΔΕΔΥ, ο οποίος ερωτήθηκε για τα ακριβή παράπονα των εκπαιδευτικών από την διαδικασία αξιολόγησης που προβλέπουν οι ν.4692/2020 και 4823/2021 και ο οποίος αφ’ενός μεν ανέπτυξε στο Δικαστήριο την γραφειοκρατία της διαδικασίας αξιολόγησης, την έλλειψη δυνατότητας να γίνονται όλες αυτές οι ενέργειες στο νόμιμο ωράριο των εκπαιδευτικών και στην ύπαρξη εξωτερικών αξιολογητών-μάνατζερς, αφ’ετέρου αναφέρθηκε στο ότι η αμφισβήτηση του τρόπου αξιολόγησης δεν αποτελεί παράπονο μόνον των εκπαιδευτικών αλλά ισχύει σε όλο το Δημόσιο. Περαιτέρω ο μάρτυρας αναφέρθηκε στην πρωτοφανή ρύθμιση του άρθρου 56 ν.4823/2021 για την θέσπιση του τριπλού συστήματος κυρώσεων που θέσπισε το Υπουργείο Παιδείας για να εκφοβίσει τους εκπαιδευτικούς και να σταματήσουν την απεργία-αποχή.

8. Το Δικαστήριο με την 542/2021 απόφασή του έκρινε ότι υπήρχε υποχρέωση να υποβληθεί αίτημα διεξαγωγής δημοσίου διαλόγου στον ΟΜΕΔ και άρα ήταν παράνομη η απεργία αποχή της ΑΔΕΔΥ. Ενώ νομικά παρήλκε η εξέταση άλλων λόγων παρανομίας της απεργίας-αποχής, καθότι ένας κρίθηκε βάσιμος και άρα η απεργία-αποχή διαγνώσθηκε ένεκα τούτου ως παράνομη (βλ. την 534/2021 απόφαση στην αγωγή κατά των ΔΟΕ και ΟΛΜΕ, όπου ρητώς το Δικαστήριο έκρινε ότι παρέλκει η εξέταση της καταχρηστικότητας της απεργίας, αφού διαγνώσθηκε ο παράνομος χαρακτήρας της απεργίας-αποχής λόγω της μη τηρήσεως των τυπικών προϋποθέσεων προκηρύξεώς της) παρά ταύτα η Δικαστής έκρινε ότι επρόκειτο περί πολιτικής απεργίας που είναι καταχρηστική. Η κρίση αυτή προδήλως ήταν πλεοναστική για τον λόγο που εκτέθηκε, ενώ τυγχάνει και αντιφατική καθότι αφού ήταν πολιτική η απεργία-αποχή τότε για ποιο λόγο το Δικαστήριο εξέτασε το εάν προκηρύχθηκε νόμιμα με την υποβολή αιτήματος διεξαγωγής δημοσίου διαλόγου στον ΟΜΕΔ.

9. Το Δικαστήριο συνεπώς, με το σκεπτικό ότι η απεργία-αποχή έχει ως αίτημα την κατάργηση νομοθετικών διατάξεων και ότι η ικανοποίηση των αιτημάτων των εκπαιδευτικών εξαρτώνται από την βούληση του ελληνικού κοινοβουλίου, ενώ ταυτόχρονα η απεργία-αποχή έχει αόριστη διάρκεια, έκρινε ότι αποτελεί περίπτωση «πολιτικής» απεργίας η οποία είναι εξ αυτού του λόγου παράνομη και καταχρηστική, αφού επιχειρεί να καταλύσει το δικαίωμα της πολιτειακής εξουσίας να νομοθετεί και υπερβαίνει τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη, ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος.

Η κρίση αυτή του δικάσαντος Δικαστηρίου είναι πρωτοφανής αφού ουδέποτε έχει γίνει δεκτό με τον οριζόντιο και αφοριστικό τρόπο που διατυπώνεται στην 542/2021 απόφαση ότι κάθε απεργία δημοσίων υπαλλήλων που στόχο έχει να μεταβληθεί ή καταργηθεί νόμος ή κανονιστική απόφαση της διοικήσεως που ρυθμίζουν εργασιακά τους και μόνον θέματα, αποτελεί εξ ορισμού πολιτική απεργία που είναι παράνομη. 

Εκείνο που έγινε δεκτό είναι ότι η απεργία που επιδιώκει πολιτικούς και μόνον σκοπούς, ξένους δηλαδή προς τους σκοπούς του άρθρου 23 παρ.2 Συντ. και ν.1264/1982 είναι πολιτική απεργία. Όταν τα αιτήματα ωστόσο της απεργίας συνδέονται, όπως εν προκειμένω, με τα εργασιακά, οικονομικά η συνδικαλιστικά ή ασφαλιστικά συμφέροντα των εργαζομένων, αλλά απλώς η ικανοποίησή τους εξαρτάται αποκλειστικώς από απόφαση της πολιτείας, η απεργία είναι μεικτή (εργασιακή-πολιτική) και αποτελεί απεργία διαμαρτυρίας. Κατά την υποστηριζόμενη στην θεωρία άποψη για να θεωρηθεί πολιτική η απεργία θα πρέπει να στρέφεται κατά του κράτους ως φορέα συντεταγμένης πολιτειακής λειτουργίας με κύριο στόχο, εμφανή ή υποκρυπτόμενο, τον εξαναγκασμό τους σε πράξη ή παράλειψη συνιστάμενη είτε στην μεταβολή κάποιου φορέα της πολιτειακής εξουσίας είτε στην επιβολή ή την αποτροπή ορισμένο πολιτικού η πολιτικοοικονομικού προσανατολισμού των κυβερνώντων. Για τον λόγο αυτό το μεν η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου είναι εσφαλμένη, αφού επρόκειτο για κλασική μορφή μεικτής, πολιτικής-εργασιακής απεργίας, αφ’ετέρου όμως η σχετική κρίση είναι πλεοναστική αφού δεν χρειαζόταν το Δικαστήριο να εξετάσει τον καταχρηστικό χαρακτήρα της απεργίας, αφ’ης στιγμής είχε ήδη γινεί δεκτό ότι η απεργία-αποχή είναι παράνομη λόγω της μη τηρήσεως της προδικασίας του ΟΜΕΔ.

10. Εξίσου παρανόμως και σε αντίθεση με την 534/2021 απόφαση επί της αγωγής του Δημοσίου κατά των ΔΟΕ και ΟΛΜΕ, η σχολιαζόμενη 542/2021 απόφαση, όχι μόνο έκρινε παράνομη και καταχρηστική την απεργία της ΑΔΕΔΥ, αλλά απαγόρευσε και την έναρξή της με την απειλή χρηματικής ποινής σε βάρος της ύψους 3.000 ευρώ για κάθε παράβαση του διατακτικού της και ασφαλώς λόγω της καταψηφιστικής, αυτής διατάξεως κηρύχθηκε η σχετική πρωτόδικη απόφαση ως προσωρινώς εκτελεστή. Τούτο σημαίνει ότι εφόσον αποφασισθεί η συνέχιση ή η επαναπροκήρυξη της απεργίας-αποχής το Δημόσιο ενδέχεται να ακολουθήσει την διαδικασία  εκτελέσεως της χρηματικής ποινής των 3.000€ σε βάρος της ΑΔΕΔΥ.

11. Βάσει του άρθρου 22 παρ.4 ν.1264/1982 η προθεσμία εφέσεως είναι 3 μέρες από την επίδοση της αποφάσεως, που έλαβε χώρα χθες με θυροκόλληση στα γραφεία της ΑΔΕΔΥ. Κατά τούτο η προθεσμία για την κατάθεση εφέσεως λήγει την Δευτέρα 11.10.2021.

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Της Ανώτατης Διοικήσεως Ενώσεως Δημοσίων Υπαλλήλων (ΑΔΕΔΥ), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, με έδρα στην Αθήνα, οδός Ψύλλα αρ.2 και Φιλελλήνων.

ΠΡΟΣ ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΜΕ ΓΑΚ 78372/2021 ΚΑΙ ΕΑΚ 1969/2021
του Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπουμένου από τους Υπουργούς Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, που κατοικοεδρεύουν στην Αθήνα και στο Αμαρούσιο Αττικής αντίστοιχα (ΑΦΜ Υπουργείου Οικονομικών: 090165560, ΑΦΜ Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων: 090055799).
_________


1. Ένσταση ακυρότητας της προδικασίας- Παράβαση του άρθρου 22 παρ.4 ν.1264/1982-παράβαση των αρχών της δικαίας δίκης (άρθρο 6 παρ.1 ΕΣΔΑ)-παράβαση της αρχής της δικονομικής ισότητας των διαδίκων που κατοχυρώνεται στο άρθρο 110 ΚΠολΔ. 
Το άρθρο 22 παρ.4 ν.1264/1982 ορίζει επί λέξει τα εξής:

«4. Για διαφορές που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 19 - 22 αποφασίζει το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της συνδικαλιστικής οργάνωσης που έχει κηρύξει την απεργία κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 έως 676 του Κώδικα πολιτικής Δικονομίας. Σε επείγουσες περιπτώσεις οι πρόεδροι των αρμόδιων πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων δικαστηρίων προσδιορίζουν σύντομη δικάσιμη και συντέμνουν τις προθεσμίες επίδοσης των δικογράφων, ώστε η συζήτηση να πραγματοποιηθεί μέσα σε πέντε ημέρες από την κατάθεσή τους ανεξάρτητα από τον αριθμό των υποθέσεων που εκκρεμούν».
Κατά παράβαση του προαναφερόμενου άρθρου, όπως προκύπτει από την έκθεση καταθέσεως του δικογράφου της κρινόμενης αγωγής του καθ’ου εν προκειμένω ορίστηκε δικάσιμος αυθημερόν με την κατάθεση της εν λόγω αγωγής και ταυτόχρονα επετράπη η επίδοσή της στην ΑΔΕΔΥ 1 ώρα πριν την συζήτησή της, ήτοι επιδόθηκε η αγωγή στις 11.30 π.μ. το πρωί της 08.10.2021 και η δικάσιμος είναι 12.30 μ.μ.

Η σύντμηση της προθεσμίας ορισμού δικασίμου και επίδοσης του δικογράφου της αγωγής του καθ’ου σε χρόνο μικρότερο των πέντε ημερών, όπως ορίζει η διάταξη του άρθρου 22 παρ.4 ν.1264/1982 καθιστά άκυρη την προδικασία εκδικάσεως της κρινόμενης αγωγής του Ελληνικού Δημοσίου, ακυρότητα που προκάλεσε πρόδηλη δικονομική βλάβη στην ΑΔΕΔΥ, ενόψει της μειονεκτικής θέσεως που πράγματι περιήλθε προκειμένου να αποκρούσει ένα δικόγραφο τόσων σελίδων σε διάστημα λιγότερο της μίας ώρας (πρβλ. ΑΠ 30/1991).

Το άρθρο 150 παρ.1 ΚΠολΔ ορίζει τα εξής:

«Ο πρόεδρος του δικαστηρίου, ο δικαστής του μονομελούς πρωτοδικείου ή ο ειρηνοδίκης, εφόσον πιθανολογούνται σπουδαίοι λόγοι, μπορούν με απόφασή τους ύστερα από αίτηση κάποιου διάδικου, που δικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. να διατάξουν τη σύντμηση των νόμιμων προθεσμιών, με εξαίρεση τις προθεσμίες για την άσκηση ενδίκων μέσων. 2. Οι διάδικοι μπορούν να συμφωνήσουν τη σύντμηση των νόμιμων ή δικαστικών προθεσμιών».
Εν προκειμένω η σύντμηση της προθεσμίας ορισμού δικασίμου της κρινόμενης αγωγής για τις 08.10.2021 και ώρα 12.30 μ.μ με κοινοποίηση της αγωγής μία ώρα πριν την συζήτηση τούτης, έλαβε χώρα κατά πρόδηλη παράβαση της ανωτέρω διατάξεως του άρθρου 150 παρ.1 ΚΠολΔ και χωρίς ασφαλώς να ακουστεί η ΑΔΕΔΥ κατά την διαδικασία των άρθρων 686 επ.ΚΠολΔ για να εκφέρει τις απόψεις της. 

Και για το λόγο αυτό συναφώς, ήτοι της παραβιάσεως του άρθρου 150 παρ.1 ΚΠολΔ είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη η κρινόμενη αγωγή.

Πρέπει εν τούτοις να τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου Σας ότι, η εντοπιζόμενη αυτή διαδικαστική παράβαση γίνεται συστηματικά από το Ελληνικό Δημόσιο γεγονός που καθιστά σαφή την προνομιακή του μεταχείριση στο πλαίσιο διεξαγωγής δικών που αφορούν την αναγνώριση ακυρότητας απεργιών κατά τον ν.1264/1982 και κατά τούτο η προκείμενη παράβαση της προδικασίας γεννά ευθεία παράβαση του ίδιου του άρθρου 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ, του άρθρου 47 παρ.2 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και της αρχής της δίκαιης δίκης, ειδικότερη εκδήλωση της οποίας αποτελεί η ισονομία και η δικονομική ισότητα όπως και η παροχή της δυνατότητας σε κάθε διάδικο να παρουσιάσει την υπόθεσή του σε συνθήκες που δεν τον θέτουν σε σαφώς μειονεκτική θέση έναντι της αντίδικης πλευράς (βλ. ΕΔΔΑ 11.01.2001, Πλατάκου κατά Ελλάδος).

Ανακύπτει πρόδηλα και σωρευτικά περίπτωση παραβιάσεως του δικαιώματος της ΑΔΕΔΥ σε δικαία δίκη λόγω της παρούσας διαδικαστικής παραβάσεως, η οποία εν τούτοις λαμβάνει χώρα συστηματικώς και κατ’επανάληψη αποδεικνύοντας προνομιακή μεταχείριση του Ελληνικού Δημοσίου ως εκ της νομικής του ιδιότητας.
Ειδικότερα παρατηρούνται τα εξής:

α) Το Ελληνικό Δημόσιο είχε καταθέσει συνολικά 3 αγωγές για αναγνώριση ως παράνομων απεργιών της ΑΔΕΔΥ και άλλων συνδικαλιστικών οργανώσεων μελών της (η μία μάλιστα εξ αυτών ασκήθηκε ημέρα αργίας- Σάββατο) και σε καμία από τις ανωτέρω περιπτώσεις δεν τηρήθηκε το άρθρο 22 παρ.4 ν.1264/1982, το άρθρο 150 ΚΠολΔ, ούτε ακούστηκε η ΑΔΕΔΥ κατά την διαδικασία συντμήσεως της προθεσμίας εκδικάσεως των αγωγών του καθ’ου, Το καθ’ου σε διάστημα τεσσάρων μηνών, εκπροσωπούμενο από την Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων έχει εναγάγει τέσσερις φορές συνδικαλιστικές οργανώσεις για να αναγνωριστούν ως παράνομες απεργιακές τους κινητοποιήσεις, καταστρατηγώντας σε όλες τις περιπτώσεις την προδικασία ορισμού δικασίμου και σύντμησης προθεσμιών που ορίζει ο νόμος.
Είναι συνεπώς σαφές ότι αποδεικνύεται μία συστηματική προνομιακή μεταχείριση του Ελληνικού Δημοσίου κατά την εφαρμογή του άρθρου 22 παρ.4 ν.1264/1982 και κατά την διαδικασία σύντμησης των προθεσμιών εκδικάσεως των αγωγών του για αναγνώριση απεργιών ως παράνομων από τα πολιτικά δικαστήρια, ως εκ της ιδιότητας του Ελληνικού Δημοσίου, με αποτέλεσμα η προκείμενη παράβαση του άρθρου 22 παρ.4 ν.1264/1982 όσο και του άρθρου 150 παρ.1 ΚΠολΔ (η οποία γίνεται κατ’επανάληψη και συστηματικά από το ενάγον) να αποδεικνύει την δικονομικώς προνομιακή του μεταχείριση έναντι της ΑΔΕΔΥ, με αποτέλεσμα τούτο αυτοτελώς να συνιστά παραβίαση του δικαιώματός της σε δίκαιη δίκη κατ’άρθρο 6 παρ.1 ΕΣΔΑ όπως έχει ερμηνευθεί από την πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος.

α. Καταρχήν το ενάγον γνώριζε από 8.2.2021 την προκηρυχθείσα απεργία-αποχή της ΟΛΜΕ ΚΑΙ ΟΥΔΕΜΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΚΑΝΕ ΕΠΙ ΤΩ ΣΚΟΠΩ κηρύξεώς της ως παράνομης, γεγονός που καθιστά σαφές ότι είναι αποδυναμωμένο το δικαίωμά του να ζητήσει να κηρυχθεί παράνομη και καταχρηστική η απεργία της ΑΔΕΔΥ με ταυτόσημο  περιεχόμενο την οποία κατ’ουσίαν γνωρίζει εδώ και 8 μήνες. Δεν πρόκειται ΓΙΑ ΝΕΑ ΑΠΕΡΓΙΑΚΗ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗ, ΟΠΩΣ ΤΟ ΙΔΙΟ ΤΟ ΕΝΑΓΟΝ ΣΥΝΟΜΟΛΟΓΕΙ, αλλά για την ίδια απεργιακή κινητοποίηση της 8.2.2021 της ΟΛΜΕ, αφού τα καθήκοντα από τα οποία απέχουν οι εκπαιδευτικοί που εκπροσωπούμε αφορούσαν και αφορούν κάθε διαδικασία ή ενέργεια που συνδέεται με την άσκηση τις διαδικασίες συλλογικού προγραμματισμού και υλοποίησης του εκπαιδευτικού έργου, εσωτερικής αξιολόγησης / αυτοαξιολόγησης και εξωτερικής αξιολόγησης των σχολικών μονάδων, όπως προβλέφθηκαν από τις διατάξεις των άρθρων 33, 34, 35 και 36 ν.4692/2020.

Συνεπώς, εάν υπέκειτο οιαδήποτε βλάβη το δημόσιο συμφέρον από την μη άσκηση των καθηκόντων αυτών εκ μέρους των εκπαιδευτικών, θα μπορούσε ήδη από τον Φεβρουάριο του 2021 να ζητήσει το Δημόσιο να κηρυχθεί παράνομη η απεργία-αποχή που είχε προκηρύξει η ΟΛΜΕ, πράγμα που δεν έπραξε αποδεικνύοντας ότι ούτε ο πυρήνας του δημοσίου εκπαιδευτικού προσβάλλεται από την απεργιακή κινητοποίηση, ούτε αποτελούν δήθεν «θύματα» της απεργίας αυτής οι μαθητές και οι οικογένειές τους. Εάν έτσι είχαν άλλωστε τα πράγματα, το ενάγον Δημόσιο γιατί δεν προστάτευσε από τον Φεβρουάριο του 2021 τους μαθητές που αποτελούν δήθεν φερόμενα «θύματα» της παρούσας απεργιακής κινητοποίησης; Διότι, κανένας μαθητής και κανένας γονέας δεν θίγεται από την κρινόμενη απεργία και τα όσα επικαλείται το ενάγον είναι παντελώς αβάσιμα.

β. Κατά δεύτερον, το ενάγον ΑΚΡΙΒΩΣ για να αποδυναμώσει την απεργία- αποχή της ΟΛΜΕ ψήφισε την ρύθμιση του άρθρου 56 ν.4823/2021 προβλέποντας σωρεία κυρώσεων σε βάρος των εκπαιδευτικών που δεν εκτελούν τα καθήκοντα αξιολόγησης, προκειμένου ακριβώς να καταστείλει την εξαγγελθείσα απεργία-αποχή. Κατά τούτο, η καταχρηστικότητα αφορά στο ότι το ενάγον αφ’ενός μεν ΔΕΝ ΑΣΚΗΣΕ από τις 8.2.2021 το διαδικαστικό του δικαίωμα να ζητήσει να κηρυχθεί τότε παράνομη η απεργία-αποχή, αφ’ετέρου ψήφισε ένα νόμο που επιβάλλει ΣΩΡΕΙΑ κυρώσεων στους εκπαιδευτικούς ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΕΠΙΚΑΛΕΙΤΑΙ ΚΑΠΟΙΟΝ ΑΠΟΧΡΩΝΤΑ λόγο για την αυστηροποίηση των κυρώσεων αυτών έναντι των λοιπών δημοσίων υπαλλήλων που δεν εκτελούν το καθήκον αξιολόγησης (καθότι υπάρχει πρόβλεψη στο άρθρο 107 του Υπαλληλικού Κώδικα για την μη εκτέλεση του καθήκοντος αξιολόγησης και υφίσταται πειθαρχικό παράπτωμα).

Ο ΛΟΓΟΣ ΣΥΝΕΠΩΣ ΠΟΥ ΨΗΦΙΣΘΗΚΕ το άρθρο 56 ν.4823/2021 ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ η αποδυνάμωση της απεργίας-αποχής της ΟΛΜΕ, γιατί δεν παρίσταται διαφορετικά αντιληπτό για ποιο λόγο κάποιος εκπαιδευτικός που δεν εκτελεί το καθήκον αξιολόγησης να διώκεται πειθαρχικά για ιδιώνυμο πειθαρχικό αδίκημα που θεσπίζει η διάταξη αυτή, για ποιο λόγο αναστέλλεται η εξέλιξή του και για ποιο λόγο παύεται από στέλεχος εκπαίδευσης με ταυτόχρονο αποκλεισμό του από την διαδικασία επιλογής στελεχών εκπαίδευσης για οκτώ έτη. Είναι σαφές ότι το ενάγον καταχρηστικά και ενάντια στο άρθρο 23 Συντ. ήρθε να ψηφίσει μία διάταξη που προβλέπει τρία είδη σωρευτικών κυρώσεων σε βάρος των εκπαιδευτικών για να σταματήσουν ακριβώς την απεργία-αποχή από τα καθήκοντα αξιολόγησης υπό το φόβο και την απειλή πειθαρχικών τους διώξεων, αναστολής της εξελίξεώς τους και παύσης τους από στελέχη εκπαιδεύσεως.
3. Άρνηση αγωγής- Ως προς τις διατυπώσεις του ν.4808/2021.

α. Η υποχρέωση υποβολής αιτήματος διεξαγωγής δημοσίου διαλόγου κατ’ άρθρο 94 ν.4808/2021 πριν την κήρυξη της παρούσας απεργίας θα παρίστατο αλυσιτελής. Τούτο διότι, αφ’ενός μεν η παρούσα απεργία-αποχή συνδέεται με την ήδη προκηρυχθείσα από 8.2.2021 (ήτοι πριν την ψήφιση του ν.4808/2021) απεργία-αποχή της ΟΛΜΕ, αφ’ετέρου επειδή όλο αυτό το χρονικό διάστημα το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων δεν προσκάλεσε την ΟΛΜΕ σε κανένα διάλογο για να συζητηθούν τα αιτήματά της, όπως αποτυπώνονται στην από 8.2.2021 εξώδικη γνωστοποίησή της. Άλλωστε η ίδια η ψήφιση του ν.4823/2021, που επιχειρεί μέσω των κυρώσεων του άρθρου 56 να κάμψει κατ’ουσίαν την προκηρυχθείσα απεργία-αποχή της 8.2.2021 επιβεβαιώνει το αλυσιτελές της προσφυγής στην διαδικασία του δημοσίου διαλόγου του άρθρου 94 ν.4808/2021, που πάντως δεν αφορά, ούτε καταλαμβάνει την περίπτωση απεργίας-αποχής των υπαλλήλων από ορισμένα και μόνο καθήκοντά τους, αλλά αφορά αποκλειστικά στην περίπτωση απεργίας που επάγεται την μη προσέλευση των απεργών στον χώρο εργασίας τους και την πλήρη αποχή τους από όλα τα καθήκοντά τους.

β. Δημόσιο διάλογος συνεπώς κατ’άρθρο 94 ν.4808/2021 δεν απαιτείτο καθότι το ενάγον τελούσε εν γνώσει της από 8.2.2021 απεργιακής κινητοποιήσεως και παρά ταύτα ουδείς δημόσιος διάλογος έγινε έκτοτε, ενώ άλλωστε συνομολογείται από το ενάγον η αλυσιτέλεια τηρήσεως μιας τέτοιας διατυπώσεως, αφού το μεν εκκρεμεί ήδη στο Εφετείο Αθηνών η δική του έφεση κατά της με αρ.534/2021 αποφάσεως του Δικαστηρίου Σας και η έφεση της ΟΛΜΕ κατά της αυτής αποφάσεως για την ίδια ακριβώς απεργία-αποχή. Άρα ποια αναγκαιότητα θα εξυπηρετούσε η υποβολή αιτήματος στον ΟΜΕΔ εκ μέρους της ΑΔΕΔΥ με αυτά ως δεδομένα και ενόσω αποδεδειγμένα τα αιτήματα της προκείμενης απεργίας έχουν αχθεί πλέον προς δικαιοδοτική κρίση, με αποτέλεσμα η απαίτηση τηρήσεως της διατυπώσεως του άρθρου 94 ν.4808/2021 να είναι καταχρηστική εν προκειμένω και να οδηγεί σε αδικαιολόγητο περιορισμό του άρθρου 23 παρ.2 Συντ.

Το άρθρο 21 παρ.2 ν.1264/1982, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 95 ν.4808/2021 ορίζει επί λέξει τα εξής:

«2. Στις υπηρεσίες οργανισμούς, επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις της παρ. 2 του άρθρου 19, πέραν του προσωπικού ασφαλείας διατίθεται και προσωπικό για την αντιμετώπιση στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου κατά τη διάρκεια της απεργίας (Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας). Οι στοιχειώδεις αυτές ανάγκες ορίζονται ως τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού στον οποίο υπάγεται ο φορέας ή ο κλάδος δραστηριότητας, που εκδίδεται κατόπιν συμφωνίας των μερών ή έγγραφης εισήγησης οιουδήποτε κοινωνικού εταίρου ή φορέα έχει έννομο συμφέρον, ο οποίος τεκμηριώνει μικρότερη ανάγκη λειτουργίας, δύναται να περιορισθεί το ποσοστό των στοιχειωδών αναγκών της παρ. 2».

γ. Προσωπικό εγγυημένης δημόσιας υπηρεσίας δεν υπήρχε υποχρέωση να ορίσει η ΑΔΕΔΥ κατ’άρθρο 21 ν.1264/1982 όπως αντικαταστάθηκε από τον ν.4808/2021, καθότι το προσωπικό αυτό απαιτείται μόνο στην περίπτωση των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας του άρθρου 19 ν.1264/1982.

Προσωπικό ασφαλείας πάλι δεν είχε υποχρέωση η ΑΔΕΔΥ να τηρήσει καθότι, η εξαγγελθείσα απεργία αποτελεί μορφή λευκή απεργίας, ήτοι αποχής από συγκεκριμένα καθήκοντα των εκπαιδευτικών που εκπροσωπούμε και άρα δεν υπάρχει αναγκαιότητα ούτε πρακτικό αντίκρισμα για ορισμό προσωπικού ασφαλείας που προδήλως προσιδιάζει σε απεργία που δεν προσέρχονται καν στον χώρο εργασίας τους οι απεργοί (και όχι όταν προσέρχονται κανονικά απλώς δεν εκτελούν ένα συγκεκριμένο καθήκον), προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια των εγκαταστάσεων της επιχειρήσεως και η πρόληψη ατυχημάτων.

 4. Ως προς το αίτημα για απαγόρευση της απεργίας της ΑΔΕΔΥ στο μέλλον.

Το δικαστήριό Σας τόσο στην με αρ.534/2021 απόφασή του, όσο και σε άλλες αποφάσεις του (ΜονΠρωτΑθ 1356/2017, 343/2011) δέχεται ότι επί αναγνωριστικού αιτήματος όπως αυτό της υπό κρίση αγωγής, δεν χωρεί κήρυξη της εκδοθησόμενης αποφάσεως ως προσωρινώς εκτελεστής, και για τον λόγο αυτό δεν μπορεί να απειληθεί η συνδ.οργάνωση με επιβολή χρηματικής ποινής ενώ περαιτέρω και ενόψει του ότι το άρθρο 22 παρ. 3 του 1264/1982 ορίζει ότι δεν επιτρέπεται η δικαστική απαγόρευση της απεργίας με ασφαλιστικά μέτρα, αναγνωρίζεται παγίως (ΜονΠρωτΑθ 1356/2017, 343/2011) ότι δεν μπορεί να διαταχθεί η απαγόρευση συνέχισης της απεργίας. Ειδικότερα σύμφωνα με τις εν λόγω αποφάσεις του Δικαστηρίου Σας και την ΜονΠρωτΡόδου 370/2018  «Κατά το παρόν δικαστήριο πειστικότερη και σύμφωνη με το Σύνταγμα (άρθρα 23 παρ. 1 και 22 παρ. 4), καθώς και το τεκμήριο νομιμότητας, που με την ομόφωνη 27/2004 απόφαση της υιοθέτησε η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, είναι η άποψη, που απορρίπτει το καταψηφιστικό αίτημα για διακοπή της απεργίας και παράλειψη της στο μέλλον. Βασικό επιχείρημα υπέρ της άποψης αυτής είναι το ότι μια τόσο αυστηρή κύρωση κατά της παράνομης απεργίας θα έπρεπε να έχει προβλεφθεί ρητά από τον νομοθέτη, πέραν του ότι το δίκαιο μας δεν αναγνωρίζει μια γενική αξίωση για παράλειψη (βλ. Μπέη, ό.π., σελ. 82 επ., Καζάκου, ό.π., σελ. 458 επ.). Εφόσον δεν υπάρχει ρητή νομοθετική πρόβλεψη για τη δικαστική διακοπή της, δεν είναι δυνατό να συνάγουμε το ακριβώς αντίθετο, δηλαδή, ότι υπάρχει μια τέτοια δυνατότητα με argumen-tum a contrario ερμηνεία. Στην περίπτωση ενός συνταγματικού δικαιώματος, όπως είναι η απεργία, δεν χωρεί αναλογική εφαρμογή διατάξεων του Α.Κ., όπως εκείνων π.χ. που αφορούν τη νομή. Τούτο δε,“καθώς θα εξομοιώνονταν αξιολογικά «περιπτώσεις παράνομων ενεργειών με ανομοιογενή. προέλευση, φύση και τελολογία» (βλ. Τραυλού- Τζανετάτου, Απεργία και ασφαλιστικά μέτρα, 1981, σελ. 38, ομοίως Δαβερώνα, σελ. 240 επ.). Πολύ δε περισσότερο δεν χωρεί αναλογική εφαρμογή τέτοιων, διατάξεων, αφού, σύμφωνα με τη συνταγματική απαγόρευση της αναγκαστικής εργασίας (άρθρο 22 παρ. 4), δεν χωρεί ούτε έμμεση εκτέλεση της καταψηφιστικής απόφασης, δηλαδή, η καταδίκη του εργαζομένου σε χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση προς εξαναγκασμό του για εργασία (βλ. ,ΜΠρΘεσσαλ 3470/2012 ΑΡΜ 2012.287, ΜΠρΑΘ 343/2011 ΕΕΡΓΔ 2011.264, επίσης Τραυλού - Τζανετάτου, Η απαγόρευση της απεργίας ως ασφαλιστικό μέτρο, Δίκη 10 (1979), 734 επ., Καζάκου, ό.π., σ. 459). Αλλωστε, και σε επίπεδο λογικών επιχειρημάτων πειστικότερο είναι το argumentum a minore ad majus, σύμφωνα με το οποίο η απαγόρευση του ελάσσονος (της απεργίας με ασφαλιστικά μέτρα) δεν μπορεί παρά να σημαίνει και απαγόρευση του μείζονος (οριστική διακοπή της απεργίας, βλ. Ντάσιου, “ ό.π., σελ. 1153 επ:). To argumentum a contrario (επιχείρημα εξ αντιδιαστολής), - που οδηγεί σε αντίθετη θέση, δεν πείθει, γιατί από τη σιωπή του νόμου δεν είναι δυνατή η άντληση περιορισμού, και μάλιστα δραστικότατου, ενός δικαιώματος και δη συνταγματικού. Αντίθετα, ως απότοκος της θεμελιακής αρχής της προστασίας του εργαζομένου, εφαρμοστέος είναι ο ερμηνευτικός κανόνας «εν αμφιβολία επιλέγεται η ευνοϊκότερη για τον εργαζόμενο ερμηνεία» (βλ. Καζάκου, ό.π., σελ. 46 επ.,Τραυλού - Τζανετάτου, Η μετασυμβατική απαγόρευση του ανταγωνισμού στο εργατικό δίκαιο, 2005, σελ. 90 επ.). Αλλωστε, ο κανόνας αυτός συνάδει προς τη βασική αρχή in dubio pro libertate, που διέπει το σύστημα περιορισμών των συνταγματικών δικαιωμάτων, (βλ. σχετικά Δ. Τσάτσου, Συνταγματικό Δίκαιο, τεύχος Γ, Θεμελιώδη Δικαιώματα, 1988, σελ. 245 επ., Σπυρόπουλου, Συνταγματικό Δίκαιο, 2005, σελ, 162 επ.). Δεν είναι άλλωστε, τυχαίο ότι το επιχείρημα αυτό, σύμφωνα με το οποίο, αφού μια περίπτωση ρυθμίζεται από ορισμένο κανόνα δικαίου, η αντίθετη της αποκλείεται να υπάγεται στη ρύθμιση  αυτή, αλλά ισχύει γι` αυτήν η αντίθετη ρύθμιση (δηλαδή, επιτάσσει την ανόμοια ρύθμιση - ανόμοιων περιπτώσεων), θεωρείται ως το «πιο ανασφαλές», καθώς μπορεί να οδηγήσει σε μη ορθά αποτελέσματα (βλ. Γεωργιάδη, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, 1997, σελ. 55). Η άποψη αυτή εντάσσεται, εξάλλου, στο τεκμήριο της νομιμότητας, που έχει υιοθετήσει ο Αρειος Πάγος, βάσει του οποίου η συγγνωστή νομική πλάνη καλύπτει τους απεργούς μέχρι την έκδοση της τελεσίδικης απόφασης. Η θέση αυτή του Ακυρωτικού Δικαστηρίου προϋποθέτει προφανώς λογικά και τελολογικά - αξιολογικά ότι το Μονομελές Πρωτοδικείο μόνο σε αναγνώριση του παράνομου χαρακτήρα της απεργίας μπορεί να αχθεί. Διαφορετικά, θα στερούνταν πρακτικής σημασίας η επέκταση του τεκμηρίου της νομιμότητας μέχρι την έκδοση της τελεσίδικης απόφασης (βλ. σχετικά Τραυλού - Τζανετάτου, ΕΕργΔ 63.1078, Δαβερώνα, ό.π., σελ. 342, Καζάκου, ό.π., σελ. 460, κριτικά έναντι της απόφασης του Α.Π. Λεβέντης, ό.π., σελ. 805 επ.). Πρέπει δε να επισημανθεί ότι η υιοθέτηση της κρατούσας στη νομολογία άποψης έχει ουσιαστικό οδηγήσει σε πανηγυρική επαναφορά των ασφαλιστικών μέτρων, παρά την ρητή απαγόρευση τους από τον ν. 1264/1982, με αποτέλεσμα την ανατροπή του όλου συστήματος θεσμικής οργάνωσης και προστασίας του δικαιώματος απεργίας. Τέλος, η υιοθετούμενη από το παρόν δικαστήριο άποψη ισχύει a fortiori για την περίπτωση μελλοντικής απαγόρευσης της απεργίας (βλ. αντί άλλων Καζάκου, σελ. 461 επ., Δαβερώνα, σελ. 243 επ.)».

ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ που τα ίδια αιτήματα του ενάγοντος απερρίφθησαν με την 534/2021 απόφαση του Δικαστηρίου Σας ως προς την ΟΛΜΕ και την ΔΟΕ και εκκρεμεί κατ’αυτής έφεση του ένάγοντος που θα εκδικασθεί στις 11.10.2021 στο Εφετείο Αθηνών, δέον όπως απορριφθούν τα ίδια αιτήματα της κρινόμενης αγωγής που στρέφεται κατά της ΑΔΕΔΥ από το Δικαστήριό Σας.

5. Ως προς την λήψη της αποφάσεως κηρύξεως της απεργίας από το ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ της ΑΔΕΔΥ. 

Mε την με αρ. 4483/2014 απόφασή του ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΔΕΧΟΜΕΝΟ ΕΦΕΣΗ ΤΗΣ ΑΔΕΔΥ κατά της επικαλούμενης από το ενάγον με αρ.2395/2014 αποφάσεως: ΕΚΡΙΝΕ ΕΠΙ ΛΕΞΕΙ ΤΑ ΕΞΗΣ: 

«...... Επομένως, από τα ως άνω προκύπτει ότι, το Γενικό Συμβούλιο της εναγομένης - εκκαλούσης - αντεφεσιβλήτου, επέχει θέση ΓΣ, διότι είναι αρμόδιο για την κήρυξη απεργίας κάθε μορφής, εν προκειμένω, ωστόσο, δεν προέβη αυτό στην κήρυξη της ενδίκου απεργίας, υπό την μορφή της αποχής, παρά εξουσιοδότησε ανοικτά την Εκτελεστική Επιτροπή να προβεί αυτή στην κήρυξη απεργίας κάθε μορφής και όχι μόνο στον καθορισμό των λεπτομερειών διεξαγωγής και πραγματοποιήσεώς της. Τούτο συνιστά ανεπίτρεπτο, κατά νόμω, ως άνω, εκχώρηση εξουσίας και, κατά συνέπεια, η ένδικος απεργία, ως κηρυχθείσα υπό της Εκτελεστικής Επιτροπής της εναγομένης - εκκαλούσης - αντεφεσιβλήτου, είναι παράνομος. Ως εκ τούτου, ορθώς το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απεφάνθη ότι η ένδικος απεργία είναι παράνομος, έστω και με εσφαλμένη αιτιολογία, η οποία αντικαθίσταται διά της παρούσης [άρθρο 534 ΚΠολΔ, Σαμουήλ, ό.π., σελ. 429,443].» Ως εκ τούτου, αρμοδίως η παρούσα κατ’άρθρο 13 του καταστατικού της ΑΔΕΔΥ προκηρύχθηκε από το ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ταύτης και πεπλανημένα το καθ’ου αναφέρεται στην πρωτόδικη απόφαση για το προκείμενο ζήτημα αντί της εφετειακής.

 ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΖΗΤΟΥΜΕ 

1. ΤΗΝ ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΜΕ ΓΑΚ 78372/2021 ΚΑΙ ΕΑΚ 1969/2021.

2. Να καταδικασθούν οι αντίδικοι στην εν γένει δικαστική μας δαπάνη.

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση

Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό

ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 14/12

ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ

2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

kok
Αλλαγές στον ΚΟΚ: Αυστηρά πρόστιμα για μοτοσικλετιστές και νέοι κανονισμοί ταχύτητας
Νέα δεδομένα για τους μοτοσικλετιστές - Τι προβλέπει ο νέος ΚΟΚ για ηλεκτρονικά πρόστιμα, όρια ταχύτητας και κράνος
Αλλαγές στον ΚΟΚ: Αυστηρά πρόστιμα για μοτοσικλετιστές και νέοι κανονισμοί ταχύτητας