Η συζήτηση για την «αυτονομία» των σχολικών μονάδων και τον αναβαθμισμένο ρόλο των διευθυντών επανέρχεται δυναμικά στο προσκήνιο της εκπαιδευτικής πολιτικής. Το σχέδιο που έχει παρουσιαστεί τα τελευταία χρόνια από το υπουργείο Παιδείας, σε συνέχεια του Ν. 4823/2021, προδιαγράφει μια σαφή μετατόπιση: από το συλλογικά διοικούμενο δημόσιο σχολείο προς ένα μοντέλο αυξημένης διοικητικής αυτονομίας, με τον διευθυντή να αναλαμβάνει ρόλο κεντρικού διαχειριστή πόρων, ανθρώπινου δυναμικού και «αποτελεσματικότητας».
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό, οι διευθυντές αποκτούν ενισχυμένες αρμοδιότητες, όπως η επιλογή υποδιευθυντών, η κατά προτεραιότητα αξιολόγηση εκπαιδευτικών, η κατάρτιση του εβδομαδιαίου ωρολογίου προγράμματος και η αυξημένη ευθύνη για τις επιδόσεις της σχολικής μονάδας. Πρόκειται για ένα μοντέλο που ευθυγραμμίζεται με τις αρχές του λεγόμενου New Public Management (NPM), ενός διοικητικού προτύπου που μεταφέρει στον δημόσιο τομέα πρακτικές της ιδιωτικής οικονομίας: λογοδοσία μέσω δεικτών, αξιολόγηση βάσει αποτελεσμάτων, αποκέντρωση και ανταγωνισμό.
Το New Public Management και η εκπαίδευση
Το NPM εφαρμόστηκε αρχικά στη Μεγάλη Βρετανία τη δεκαετία του 1980 και στη συνέχεια υιοθετήθηκε, σε διαφορετικές εκδοχές, σε πολλούς τομείς δημόσιας πολιτικής διεθνώς. Στην εκπαίδευση, η λογική αυτή μεταφράστηκε σε αυξημένη «αυτονομία» σχολικών μονάδων, ενίσχυση της διοικητικής εξουσίας των διευθυντών και εισαγωγή μηχανισμών αξιολόγησης που συνδέονται με μετρήσιμες επιδόσεις.
Ωστόσο, η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι η εφαρμογή αυτών των μοντέλων δεν έχει ενιαία αποτελέσματα και συχνά συνοδεύεται από σοβαρές «παρενέργειες».
Η περίπτωση της Βρετανίας: Academies και ανισότητες
Στην Αγγλία, το μοντέλο των Academies αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα σχολικής αυτονομίας. Πρόκειται για δημόσια χρηματοδοτούμενα σχολεία που λειτουργούν εκτός της άμεσης εποπτείας των τοπικών αρχών, με αυξημένη ελευθερία στη διαχείριση προσωπικού, προϋπολογισμού και προγράμματος σπουδών.
Αν και παρουσιάστηκαν ως μέσο βελτίωσης της ποιότητας και της αποδοτικότητας, πολυάριθμες μελέτες έχουν δείξει ότι τα αποτελέσματα ως προς τις μαθησιακές επιδόσεις είναι αμφιλεγόμενα. Παράλληλα, έχει καταγραφεί ενίσχυση των κοινωνικών ανισοτήτων, καθώς σχολεία με καλύτερες αφετηριακές συνθήκες συγκεντρώνουν περισσότερους πόρους και μαθητές υψηλών επιδόσεων, αφήνοντας άλλα σχολεία σε δυσμενέστερη θέση.
Σουηδία: Όταν η «ελεύθερη επιλογή» γίνεται αγορά
Η Σουηδία εισήγαγε από τη δεκαετία του 1990 ένα σύστημα free schools, επιτρέποντας τη λειτουργία ανεξάρτητων σχολικών μονάδων με κρατική χρηματοδότηση αλλά υψηλό βαθμό αυτονομίας. Το σύστημα αυτό βασίστηκε στην ελεύθερη επιλογή σχολείου από τους γονείς και στον ανταγωνισμό μεταξύ σχολείων.
Μετά από τρεις δεκαετίες εφαρμογής, οι αξιολογήσεις δείχνουν ότι, αν και αυξήθηκαν οι επιλογές, το εκπαιδευτικό σύστημα έγινε πιο κατακερματισμένο. Παρατηρήθηκε κοινωνική και μαθησιακή διαφοροποίηση, ενώ η εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης αποτέλεσε βασικό σημείο κριτικής από ερευνητές και εκπαιδευτικούς φορείς.
Αυστραλία: Αυτονομία με αυξημένο διοικητικό βάρος
Στην Αυστραλία, η αποκέντρωση εφαρμόστηκε κυρίως μέσω πολιτειακών προγραμμάτων, όπως το Local Schools, Local Decisions στη Νέα Νότια Ουαλία. Οι σχολικές μονάδες απέκτησαν μεγαλύτερη ευθύνη για τη διαχείριση προϋπολογισμού και προσωπικού.
Ωστόσο, μελέτες καταγράφουν ότι η μεταφορά αυτών των αρμοδιοτήτων οδήγησε σε σημαντική αύξηση του διοικητικού φόρτου για διευθυντές και εκπαιδευτικούς, συχνά εις βάρος του παιδαγωγικού τους ρόλου, χωρίς να τεκμηριώνεται αντίστοιχη βελτίωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων.
Ο διευθυντής ως «εκτελεστικός φορέας αποδοτικότητας»
Στο ελληνικό πλαίσιο, ο σχεδιασμός που προωθείται συγκλίνει προς την ανάδειξη του διευθυντή σε κεντρικό «εκτελεστικό φορέα» της σχολικής μονάδας. Ο ρόλος αυτός περιλαμβάνει έλεγχο επί του προσωπικού, διαχείριση πόρων, λογοδοσία για τις επιδόσεις και συμμετοχή σε έναν άτυπο ανταγωνισμό μεταξύ σχολείων.
Εκπαιδευτικοί φορείς εκφράζουν ανησυχίες ότι η μετατόπιση αυτή υποβαθμίζει τον ρόλο του Συλλόγου Διδασκόντων, ενισχύει την ατομικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και αυξάνει τον κίνδυνο πελατειακών πρακτικών, όπου η «απόδοση» καθίσταται βασικό κριτήριο επαγγελματικής αξιολόγησης.
Τι δείχνει η έρευνα για τους εκπαιδευτικούς
Διεθνείς μελέτες επισημαίνουν ότι σε περιβάλλοντα έντονης επιτήρησης και αξιολόγησης, οι εκπαιδευτικοί βιώνουν αυξημένο εργασιακό άγχος και μειωμένη επαγγελματική αυτονομία. Έρευνες όπως εκείνες των Day et al. έχουν συνδέσει τέτοιες συνθήκες με αυξημένο κίνδυνο επαγγελματικής εξουθένωσης (burnout), ιδιαίτερα όταν η διοικητική λογοδοσία υπερτερεί του παιδαγωγικού έργου.
Ένα ανοιχτό ερώτημα για το δημόσιο σχολείο
Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι η «αυτονομία» δεν είναι από μόνη της πανάκεια. Όταν συνδέεται με λογικές αγοράς και ανταγωνισμού, μπορεί να μετασχηματίσει το σχολείο από δημόσιο θεσμό συλλογικής παιδείας σε διοικητική μονάδα αποδοτικότητας.
Το ερώτημα που τίθεται και στην ελληνική περίπτωση δεν αφορά μόνο τη διοικητική αποτελεσματικότητα, αλλά το ίδιο το πρότυπο εκπαίδευσης: αν το σχολείο θα παραμείνει χώρος συλλογικής παιδαγωγικής ευθύνης ή αν θα μεταβληθεί σε έναν οργανισμό που μετρά επιδόσεις, δείκτες και «αποτελέσματα» με όρους αγοράς.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
Έκτακτο επίδομα έως 1.700 ευρώ σε εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα
Η πιο εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών στην Ελλάδα σε 2 ημέρες στα χέρια σου - Δίνεις από το σπίτι σου
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό ΤΕΧΝΗΤΗΣ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗΣ για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 12/12
Μοριοδοτούμενο σεμινάριο Ειδικής Αγωγής Πανεπιστημίου Πατρών με μόνο 60 ευρώ
Λεωνίδας Βουρλιώτης