Υπάρχει μια αλήθεια που όλοι ψιθυρίζουν, αλλά ελάχιστοι τολμούν να εκφράσουν: το λύκειο αποτελεί τη «μαύρη τρύπα» του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Εχει μετατραπεί σε έναν προθάλαμο τριετούς αναμονής για τις Πανελλαδικές Εξετάσεις, ένα «προπαρασκευαστικό» στάδιο που δεν εκπαιδεύει μαθητές, αλλά και δεν τους προετοιμάζει για την ενηλικίωσή τους και την ένταξή τους στην κοινωνία και την αγορά εργασίας. Τα αποτελέσματα των ίδιων των Πανελλαδικών, με την πλειονότητα των μαθητών σε βασικά μαθήματα –όπως τα Μαθηματικά και η Ιστορία– να γράφει κάτω από τη βάση, καθώς και αυτά διεθνών ερευνών –όπως η έρευνα PISA– τεκμηριώνουν τα παραπάνω. Πρόκειται για έναν «εικονικό» χώρο μάθησης, όπου οι μαθητές προσποιούνται ότι παρακολουθούν και διαβάζουν, οι καθηγητές ότι διδάσκουν και αξιολογούν και το κράτος ότι παρέχει εκπαίδευση.
Η θεσμοθέτηση του Εθνικού Απολυτηρίου είναι μια από τις πιο σημαντικές εξαγγελίες της κυβέρνησης για τον χώρο της εκπαίδευσης, η οποία εάν πραγματοποιηθεί θα αποτελέσει μια σημαντική μεταρρύθμιση.
Με το υφιστάμενο σύστημα, το απολυτήριο λυκείου δεν πιστοποιεί τίποτα περισσότερο από την ενδεχόμενη φυσική τριετή παρουσία του μαθητή στο σχολείο. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι ξένα ΑΕΙ κύρους δεν δέχονται τους βαθμούς του Ελληνικού Απολυτηρίου Λυκείου, αλλά μόνον τους βαθμούς των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Οι προφορικοί βαθμοί διογκώνονται, οι τελικές εξετάσεις είναι τυπικές και το σύστημα επιτρέπει τη μαζική προαγωγή με μηδενική προσπάθεια. Αυτός ο βαθμολογικός πληθωρισμός έχει κατ’ αντιστοιχία το ίδιο αποτέλεσμα με τον πληθωρισμό χρήματος: απαξιώνει πλήρως τις βαθμολογικές επιδόσεις. Ετσι δημιουργήσαμε γενιές μαθητών που έχουν εθιστεί στη λογική της ήσσονος προσπάθειας. Τα φροντιστήρια, σε ό,τι αφορά την επιδίωξη της εισαγωγής στο πανεπιστήμιο, ανέλαβαν και κάλυψαν με επάρκεια τον ρόλο που εγκατέλειψε το σχολείο, με επιπλέον ετήσιο κόστος περίπου 580 εκατ. ευρώ για τις οικογένειες.
Το Εθνικό Απολυτήριο, αντιθέτως, εάν σχεδιαστεί σωστά, όπως λ.χ. συνέβη με τον νόμο για τα μη κρατικά νομικά πρόσωπα πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, θα μπορούσε να σταματήσει αυτόν τον φαύλο κύκλο της εκπαιδευτικής υποκρισίας και να συνεισφέρει σημαντικά στη συνολική αναβάθμιση της ποιότητας των λυκειακών σπουδών και κατ’ επέκταση του κύρους του απολυτηρίου του λυκείου.
Ποιες θα έπρεπε να είναι οι κύριες κατευθύνσεις της μεταρρύθμισης:
• Αξιολόγηση με αυστηρότερους όρους: Ολα τα θέματα των τελικών εξετάσεων ανά τάξη να προέρχονται από αναβαθμισμένη Τράπεζα Θεμάτων, εξασφαλίζοντας διαφάνεια και συγκρίσιμα αποτελέσματα σε όλα τα σχολεία. Τα νέα θέματα να είναι γνωστά εκ των προτέρων στους μαθητές και προσανατολισμένα στην ανάπτυξη κριτικής και δημιουργικής σκέψης, μακριά από την τυποποιημένη λογική του φροντιστηρίου·
• Σταδιακή αύξηση βαρύτητας τάξεων: Ο τελικός βαθμός του απολυτηρίου να προκύπτει από τον μέσο όρο των επιδόσεων και στις τρεις τάξεις του λυκείου, με αυξανόμενο συντελεστή βαρύτητας·
Η ελληνική κοινωνία γερνάει, οι υποψήφιοι για τα ΑΕΙ λιγοστεύουν και οι προκλήσεις της νέας ψηφιακής εποχής απαιτούν νέες δεξιότητες. Ενα σχολείο που απλώς αναπαράγει παλιές συνήθειες δεν έχει θέση σε αυτό το περιβάλλον.
• Διόρθωση βαθμολογιών: Σε περίπτωση απόκλισης άνω των 3-5 μονάδων μεταξύ προφορικών και γραπτών αποτελεσμάτων, η προφορική βαθμολογία, εάν είναι υψηλότερη, να προσαρμόζεται στο γραπτό αποτέλεσμα·
• Κατάργηση συγχωνεύσεων μαθημάτων: Κάθε μάθημα να έχει την ίδια βαρύτητα, χωρίς να εντάσσεται σε ευρύτερες κατηγορίες που διευκολύνουν την εύκολη προαγωγή.
Η μεγαλύτερη τομή της πρότασης για Εθνικό Απολυτήριο, πέρα από τις τεχνικές προδιαγραφές, είναι κυρίως η αλλαγή εκπαιδευτικής φιλοσοφίας: η αξιολόγηση δεν θα είναι πια έρμαιο των ισορροπιών των τοπικών κοινωνιών και διαπροσωπικών σχέσεων στα σχολεία ή της ανέλεγκτης βούλησης κάποιου εκπαιδευτικού. Εφόσον όλα τα θέματα προέρχονται από κοινή βάση με διαβαθμισμένη δυσκολία, οι βαθμοί υπόκεινται σε στατιστικό έλεγχο και οι αποκλίσεις μεταξύ των προφορικών και γραπτών αποτελεσμάτων συγκλίνουν προς τα δεύτερα, τότε οι μαθητές γνωρίζουν ότι το αποτέλεσμα έχει αξία. Μικρές αλλαγές με μεγάλο συμβολισμό, οι οποίες δείχνουν ότι το σχολείο παύει να είναι χώρος χαλαρότητας και γίνεται χώρος ουσιαστικής προσπάθειας.
Εξίσου σημαντικό: η επιτυχής εφαρμογή του Εθνικού Απολυτηρίου θα επιτρέψει σε μικρό χρονικό ορίζοντα την κατάργηση του αποτυχημένου θεσμού των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Η εισαγωγή στο πανεπιστήμιο θα γίνεται με τον βαθμό του απολυτηρίου, σε συνδυασμό με τα επιμέρους κριτήρια κάθε σχολής. Αναγκαία είναι όμως η σταδιακή και όχι η άμεση μετάβαση.
Η ελληνική κοινωνία γερνάει, οι υποψήφιοι για τα ΑΕΙ λιγοστεύουν και οι προκλήσεις της νέας ψηφιακής εποχής απαιτούν νέες δεξιότητες. Ενα σχολείο που απλώς αναπαράγει παλιές συνήθειες δεν έχει θέση σε αυτό το περιβάλλον. Αν θέλουμε πολίτες ικανούς να σταθούν σε μια παγκόσμια αγορά εργασίας, με τις συγκλονιστικές προκλήσεις της εποχής της τεχνητής νοημοσύνης, πρέπει να αρχίσουμε να τους εκπαιδεύουμε ως τέτοιους.
Το Εθνικό Απολυτήριο δεν είναι πανάκεια. Αλλά για την ανάκτηση μιας χαμένης κρίσιμης εκπαιδευτικής βαθμίδας, όπως είναι το λύκειο, είναι ένα πρώτο βήμα προς τη σοβαρότητα.
*Ο κ. Τάσος Αβραντίνης είναι νομικός, πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοσιονομικών και Οικονομικών Μελετών.
Πηγή: Καθημερινή
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
Προσοχή! Νέο κύμα καύσωνα από σήμερα Κυριακή με διάρκεια και κινδύνους – Ποιες περιοχές θα «καούν»
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 14/7
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ