του Γιώργου Τσιάκαλου
Μακριά από εμένα ο πειρασμός να κρίνω όσα συνειδητά οδήγησαν στην επιλογή του προσώπου για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Η επιλογή ήταν, έτσι περίπου αφέθηκε να εννοηθεί, «τέκνο της ανάγκης», δηλαδή των σημερινών έκτακτων περιστάσεων που επιβάλλουν συγκεκριμένες πολιτικές προς όφελος της χώρας. Ας είναι! Γι’ αυτό κι εγώ, μπροστά στα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, συνειδητά προσπαθώ να απωθήσω την (ακόμη ζωντανή στη μνήμη μου) εικόνα των «ώριμων τέκνων της οργής», που πριν δύο χρόνια, υπερασπιζόμενα την «αξιοπρέπεια του λαού», αποκαλούσαν «κλέφτη» και «μπουγέλωναν» το σημερινό σύμβολο της ενότητας του έθνους και, ταυτόχρονα, θεσμικό εγγυητή του έργου «της μεγάλης κοινωνικής αλλαγής».
Υπάρχουν όμως κάποιες πτυχές αυτής της επιλογής που, ανεξάρτητα από τις προθέσεις και τη συνοδευτική ρητορεία, παίζουν από μόνες τους ένα παιδαγωγικό ρόλο. Αφορούν αφενός τα (φανερά διατυπωμένα) κριτήρια επιλογής και αφετέρου τα μηνύματα που στέλνει η προσωπικότητα του προέδρου. Υπενθυμίζω ότι, σχεδόν όλοι και όλες υπογραμμίζουν τον συμβολικό χαρακτήρα που έχει ο Πρόεδρος στην Ελληνική Δημοκρατία. Συνεπώς, το πρόσωπο που επιλέγεται για το αξίωμα αυτό αποτελεί κατά κάποιο τρόπο ενσάρκωση των αξιών της κοινωνίας και της Πολιτείας μας, αφού ακόμη και η σημαία –σύμβολο της ελευθερίας και της εθνικής κυριαρχίας- στις παρελάσεις «υποκλίνεται» μπροστά στον πρόεδρο.
Στην πρότασή του ο πρωθυπουργός διατύπωσε τα τρία χαρακτηριστικά που πρέπει να διακρίνουν το πρόεδρο και είναι κατά σειρά τα εξής: «υψηλό αίσθημα εθνικής συνείδησης», «αποδεδειγμένη δημοκρατική ευαισθησία», «ευρύτατη αποδοχή τόσο στην κοινωνία όσο όμως και στη Βουλή των Ελλήνων που θα κληθεί να τον εκλέξει». Ομολογουμένως, ποτέ μέχρι σήμερα δεν καθορίστηκαν κριτήρια με τόση σαφήνεια, έτσι ώστε από εδώ και μπρός άνετα θα μπορούμε να μιλούμε για την «επίσημη άποψη» σχετικά με τα χαρακτηριστικά που, αφού διακρίνουν τον «πρώτο πολίτη», δίνουν περιεχόμενο στην ίδια την έννοια του πολίτη της χώρας μας.
Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα στο εγχείρημα αυτό: εάν εξαιρέσει κανείς το κριτήριο της αποδοχής στη Βουλή, που είναι σαφές καθώς αποτιμάται σε αριθμό ψήφων, τα υπόλοιπα χρειάζονται διασαφήνιση (εάν ο πρωθυπουργός έχει ήδη κατασταλαγμένη άποψη) ή διαπραγμάτευση (εάν υποθέσουμε ότι οι πολίτες μπορεί να αντιλαμβάνονται με το δικό τους προσωπικό τρόπο τις έννοιες αυτές). Η ασάφεια ενισχύεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι τα πρώτα δύο κριτήρια επικεντρώνονται στο «αίσθημα» και στη «συνείδηση» των ανθρώπων, που από τη φύση τους είναι δύσκολο, εάν όχι αδύνατο, να εκτιμηθούν και να μετρηθούν. Έτσι, αυθόρμητα και συνειρμικά αναδύονται ορισμένα καίρια ερωτήματα. Ας δούμε μερικά από αυτά.
Είναι το «υψηλό αίσθημα εθνικής συνείδησης» κάτι διαφορετικό από την «εθνικοφροσύνη» (για την οποία υπήρχαν μέτρο και δείκτες σε παλιότερες εποχές, έτσι ώστε αποτελούσε βασικό κριτήριο για την πρόσβαση σε θέσεις και αξιώματα, ακόμη και στην εργασία); Ιδιαίτερα για έναν αριστερό άνθρωπο το ερώτημα αυτό έχει, πέραν από τις πικρές μνήμες, και άλλες σημαντικές αποχρώσεις: σε ποια παράδοση του εργατικού κινήματος εντάσσεται η «εθνική συνείδηση», πως διαχειρίζεται κανείς το «αίσθημα» σε σχέση με τον «ορθό λόγο», τι γίνεται με τους ανθρώπους που είναι πολίτες αυτής της χώρας και έχουν διαφορετική «εθνική συνείδηση» από την πλειονότητα (κάτι ανεπίτρεπτο, φυσικά, για τον έναν από τους εταίρους στην κυβέρνηση), ποια η σχέση της με τον «συνταγματικό πατριωτισμό» (τον οποίον συχνά επικαλέστηκε τα τελευταία χρόνια η Αριστερά);
Παρόμοια ερωτήματα αναδύονται σε σχέση με το δεύτερο κριτήριο. Πως αποδεικνύεται η «δημοκρατική ευαισθησία»; Με το περιεχόμενο της πολιτικής πράξης ενός ανθρώπου, ή αρκούν μόνο ανάλογα λόγια χωρίς ίχνος σχετικής πράξης; Ή, μήπως, ταυτίζεται αποκλειστικά με μια συμπεριφορά, που ακούει στη λέξη «ευπρέπεια»; Παρακολουθώντας τις δηλώσεις υποστήριξης της συγκεκριμένης επιλογής σχηματίζει κανείς την εντύπωση ότι μάλλον το τελευταίο (υπερ)ισχύει.
Η ευπρέπεια (λέγεται ότι) διακρίνει τον σημερινό πρόεδρο της Δημοκρατίας, και φαίνεται ότι καλλιεργήθηκε συστηματικά σε όλη του τη ζωή. Φοιτητής της Νομικής στην εποχή της δικτατορίας δεν ανακατεύτηκε σε αντιστασιακές πράξεις και φασαρίες, όμως αμέσως μετά την πτώση της βρέθηκε να υπηρετεί στο γραφείο του πρώτου προέδρου της Δημοκρατίας χάρη στην προσωπική γνωριμία μαζί του (κοινή καταγωγή από την Καλαμάτα). Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Γαλλία με υποτροφία του Γαλλικού κράτους, και αργότερα επέστρεψε στο γραφείο του νέου προέδρου της Δημοκρατίας, του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Με όλα αυτά ήταν φυσικό να καλλιεργήσει παράλληλα με τις πελατειακές σχέσεις και την «ευπρέπεια», καθώς αποτελεί μια συμπεριφορά που γεννήθηκε στις βασιλικές αυλές, και επιβιώνει τόσο σε αυτές όσο και στις προεδρικές αυλές των Δημοκρατιών που στον συμβολικό ρόλο του αρχηγού του κράτους αντικατέστησαν τον μονάρχη με τον εκλεγμένο πρόεδρο. Συνεπώς, στη δική μας περίπτωση: ο σωστός άνθρωπος στη σωστή θέση! Στο πλαίσιο αυτό ταιριάζει ο τρόπος παρουσίασης και υποδοχής του νέου προέδρου στο αυλικό ρεπορτάζ της εφημερίδας ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: Très Bien, Monsieur Prokopis!
Είναι όμως έτσι; Για εμένα ένας πρόεδρος πρέπει να είναι ή «ένας από εμάς» ή «πρότυπο για εμάς». Φοβούμαι ότι η συγκεκριμένη επιλογή δεν είναι τίποτε από τα δύο. Είναι μάλλον η ενσάρκωση μιας Ελλάδας που τιμά την αυλική ευπρέπεια και περιφρονεί την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Κρίμα!
Πηγή: ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 14/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη