Ο παλιός μου γείτονας ο κύριος Γιώργος έφυγε πριν από λίγους μήνες πλήρης ημερών, σε ηλικία 93 ετών. Ηταν ένας άνθρωπος που τον εκτιμούσαν όλοι πολύ. Μπήκε στη Φιλοσοφική του ΕΚΠΑ, δεν την τελείωσε όμως ποτέ. Επέστρεψε στην επαρχιακή πόλη όπου μεγάλωσε, έκανε τη θητεία του, παντρεύτηκε, έκανε μια κόρη και με εφόδιο το απολυτήριο του εξατάξιου Γυμνασίου εργάστηκε σε όλη του τη ζωή ως υπάλληλος στο λογιστήριο μιας μεγάλης εταιρείας εμπορίου ελαιοκομικών. Ολο του τον ελεύθερο χρόνο τον περνούσε διαβάζοντας τα ατέλειωτα συγγράμματα ιστορίας της βιβλιοθήκης του και γράφοντας περιλήψεις, σχόλια και αναμνήσεις στην αγαπημένη του γραφομηχανή που τον περίμενε πάνω στο γραφείο του. Για τη χαμένη του νεανική άνοιξη του Πανεπιστημίου δεν μιλούσε ποτέ. Ισως ένα μαράζι, μια βαθιά σιωπηλή στεναχώρια τον εμπόδιζε.
Πού να το φανταζόταν ότι λίγους μήνες μετά τον δικό του θάνατο, το κράτος θα καταδίκαζε τους φοιτητές όπως εκείνος, που για λόγους μπερδεμένους και δύσκολους «δεν χώρεσαν στα καλούπια» του εκπαιδευτικού στίβου, στην πιο ταπεινωτική ήττα: την ήττα της αποβολής του αποσυνάγωγου. «The odd one out», που λένε οι Αγγλοι.
Χωρίς να το θες, η σκέψη σου αυτόματα μια τέτοια μέρα τρέχει στους δεκάδες χιλιάδες που σχηματικά λέμε ότι παράτησαν το Πανεπιστήμιο, στην πραγματικότητα όμως η κοινότητα παράτησε εκείνους. Ναυαγισμένα όνειρα που ίσως ξεκίνησαν με μια χαμογελαστή υπογραφή της αίτησης εγγραφής στη γραμματεία και τελείωσαν με την απελπισία ενός (ακόμα) αποτελέσματος εξέτασης με βαθμό από 4 και κάτω, κουλούριασμα στο κρεβάτι, εσωστρέφεια, σιωπή, ενοχές και θυμό.
Τρέχει όμως κι αλλού η σκέψη σου. Τρέχει σε πολλές σειρές κυβερνητικών που χάρασσαν εκπαιδευτικό σχεδιασμό αποκλειστικά και μόνο υπέρ δύο VIP προστατευόμενων: της οικονομικής τάξης που ελέγχει την αγορά εργασίας και της πολιτικής τάξης της οποίας επέμεναν να παραμείνουν οι ίδιοι μέλη, μέσω της επανεκλογής τους.
Τρέχει στους σημερινούς κυβερνητικούς που ενέκριναν τα ιδιωτικά ΑΕΙ, μεταξύ άλλων χωρίς εισαγωγικές εξετάσεις, χωρίς καν πλαφόν βαθμού απολυτηρίου για την εισαγωγή και φυσικά χωρίς κανένα ανώτατο όριο φοίτησης. «Εκείνα» τα παιδιά μπορούν να μπουν όπως θέλουν, να σπουδάσουν όπως θέλουν, να μείνουν στη σχολή όσο θέλουν - ο νόμος δεν παρεμβαίνει σ’ αυτά. Ο γονιός τους είναι πελάτης, κι ο πελάτης έχει πάντα δίκιο. Κι έτσι πέφτουν και τίτλοι τέλους για τη μεταχείριση της πανεπιστημιακής μόρφωσης ως μοχλού κοινωνικής κινητικότητας. Σπουδάστε όσο θέλετε. Αυτό δεν πρόκειται να μειώσει την απόσταση από τον πλούσιο συνομήλικό σας. Αντιθέτως μάλιστα. Ο καθένας από τους δυο σας θα βρίσκεται απλώς στη δική του σχολή και στη δική του κοινωνική τάξη.
Τρέχει στην κυρία υπουργό που με έναν νόμο πετά τόσους φοιτητές στα σκουπίδια, χωρίς καμία απολύτως δεύτερη ευκαιρία. Τα μόρια, που κάποτε συνέλεξαν στις πανελλήνιες, στο πηγάδι. Τα μαθήματα, τα οποία ίσως πέρασαν στη σχολή πριν διαγραφούν, στο πηγάδι. Οποιος μετά από αυτό το κάζο (ακόμα τολμά και) ονειρεύεται πτυχίο, να ξαναδώσει πανελλαδικές. Τις επιδόσεις τις οποίες κατέγραψε στις προηγούμενες είναι σαν να μην τις κατέγραψε ποτέ. «Γυρίστε στην αφετηρία», που έλεγε και η Μονόπολη. Δ.Ε. Απόφοιτος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. 743 καθαρά. Κι αυτά, μόνο για όσους καταφέρουν να σωθούν από ανεργία, ανασφάλιστη εργασία, απόλυση, εικονική μισθοδοσία, καθυστερήσεις πληρωμών. Οι υπόλοιποι, κι αυτοί στο πηγάδι.
Τρέχει στο δυστοπικό και κανιβαλικό σύστημα των πανελληνίων, των φροντιστηρίων, των μορίων, των θεμάτων, που ήταν «για σφαγή» ή «βατά για καλά διαβασμένους», των αριστούχων που «έκαναν και τις βόλτες τους, είχαν όμως σύστημα» και πάνω απ’ όλα των «σχολών μεγάλης ζήτησης»: επί δεκαετίες ολόκληρες, στην προτίμηση υπ’ αριθμόν 1 στη συντριπτική πλειονότητα των μηχανογραφικών οι ίδιες ακριβώς σχολές: η Ιατρική, η Νομική, η Πληροφορική, τα Πολυτεχνεία, τα Οικονομικά, η Ευελπίδων. Δεν έχει σημασία σε τι είσαι ήδη καλός, τι σ’ αρέσει, από τι εμπνεύστηκες, τι σου κίνησε το ενδιαφέρον. Σημασία έχει μόνο η κατά το δυνατόν πιο «συμφέρουσα» συμπλήρωση του μηχανογραφικού, η απόδοση εκείνου του αποτελέσματος που είναι το ψηλότερο εφικτό στην αμείλικτη μοριακή διαστρωμάτωση των σχολών. Στον θρόνο η Ιατρική Αθήνας, στην πυρά οι Ιχθυκαλλιέργειες Μεσολογγίου.
Τρέχει στους πανεπιστημιακούς -όχι βέβαια όλους, σε πολλούς όμως- που έκοβαν με το τσουβάλι και που τώρα ζητάνε λογαριασμό, ενώ οι ίδιοι δεν έδωσαν ποτέ λογαριασμό για τίποτα. Παρέδιδαν στη γραμματεία αποτελέσματα με ποσοστό βαθμών 70% κάτω από τη βάση σαν να μην είχε γίνει τίποτα, λες κι αυτό δεν είχε σχέση με το πώς δίδαξαν το μάθημά τους στη διάρκεια του εξαμήνου. Οι ίδιοι άνθρωποι σήμερα κοιτούν τους φοιτητές τους να πετιούνται εκτός σχολών και αρνούνται να ασκήσουν οποιαδήποτε πίεση για να αποτραπεί αυτό το κακό. Πιστεύουν ότι απλώς οι συγκεκριμένοι φοιτητές ήταν ακατάλληλοι - αυτό άλλωστε εξ αντιδιαστολής ενισχύει και την αυταρέσκειά τους να αισθάνονται καταλληλότατοι.
Τρέχει στον περιβόητο Σχολικό Επαγγελματικό Προσανατολισμό που επί δεκαετίες ολόκληρες στη μοναδική διδακτική ώρα του διδάσκονταν ασκήσεις με ολοκληρώματα και απαρέμφατα και που οδήγησε εν ψυχρώ ανθρώπους να μπουν σε σχολές απολύτως άσχετες με τις ικανότητες και τα χαρίσματά τους, με τρομερές επιπτώσεις και με ζωές μαλλιά-κουβάρια. Που έκανε ικανούς μαθητές να βαφτίζονται με το ζόρι ανίκανοι φοιτητές, πολύ απλά γιατί σπούδαζαν «το λάθος» γνωστικό αντικείμενο. [Και βέβαια, με όλη τη μεροληπτική αυθαιρεσία που εννοείται ότι κουβαλάει αυτός ο ικανοτισμός, αυτός ο διαχωρισμός σε ικανούς και ανίκανους.]
Τρέχει στην πρόνοια, το δίχτυ προστασίας, την ευαλωτότητα, λέξεις που πριν από λίγα χρόνια στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και ειδικά στην τριτοβάθμια ακούγονταν σαν κραυγές εξωγήινων. Στέρηση οποιουδήποτε ταξικού προνομίου, φτώχεια, νεανική εργασία, μεταναστευτικό γλωσσικό και πολιτισμικό χάσμα, έμφυλες αντιθέσεις, ορατή και αόρατη αναπηρία, αναπτυξιακές διαταραχές, μαθησιακές δυσκολίες, νευροδιαφορετικότητα, ψυχικές προκλήσεις, εξαρτήσεις και τόσα άλλα εμπόδια μέχρι πριν από λίγα χρόνια -και σε μεγάλο βαθμό ακόμα και τώρα- αποσυνδέονται συνειδητά από την επίδοση: όποιος πέρασε είχε διαβάσει, άρα όποιος δεν πέρασε πολύ απλά δεν είχε διαβάσει.
Τρέχει στη δημόσια και δωρεάν ψυχολογική υποστήριξη των φοιτητών από τα ιδρύματα, η οποία τώρα υπολειτουργεί σταθερά, και μέχρι πριν λίγα χρόνια φυσικά δεν υπήρχε καν, παρά μόνο ως πετυχημένο ανέκδοτο.
Τέλος τρέχει και σε μας που «τη σκαπουλάραμε». Που τότε υπερβήκαμε εκείνον τον χρόνο φοίτησης, ο οποίος τώρα νομικά αποκαλείται «ανώτατος επιτρεπτός», εν αντιθέσει όμως με όσους σήμερα σφάζονται, εμείς μείναμε εγγεγραμμένοι και κάποια στιγμή ξεμπερδέψαμε. «Ούτε νόμος πλαίσιο, ούτε ν+2, Μαριέττα θα σε διώξουμε από το υπουργείο», φωνάζαμε τα μέλη των συλλόγων φοιτητών βγαίνοντας στους δρόμους το 2005. Είκοσι χρόνια μετά, η κυβέρνηση Μητσοτάκη μάς απαντά αναδρομικά: Δεν είναι έτσι. Οι διαγραφές φοιτητών θα περάσουν.
Και μια τέτοια βραδιά, νιώθουμε τελείως ανήμποροι που δεν καταφέραμε να προστατέψουμε και τους σημερινούς διαδόχους μας που ζορίζονται. Πέρα από ένα ειλικρινές συγγνώμη για την αποτυχία μας, δεν μπορούμε να τους πούμε τίποτα άλλο. Εκτός, ίσως, από το προφανές:
Η διαγραφή σας δεν αντανακλά την αποτυχία τη δική σας. Αντανακλά τη σιωπηρή αλλά πεισματική και αιμοδιψή απόφαση της ελληνικής κοινωνίας να «τρώει τα παιδιά της» κάθε φορά που θέλει να βγει η ίδια από τη δύσκολη θέση να επιλύσει τα ταξικά της χάσματα. Κι απ’ αυτή την άποψη, κάτι πτυχιούχοι με βαριά αστικά επώνυμα που θα τα φοβούνται και οι καθηγητές των ιδιωτικών που θα τους εξετάζουν, μπροστά σε εσάς τους «αιώνιους και διαγραμμένους απόφοιτους Λυκείου», θα έπρεπε να κλίνουν το γόνατο.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
48 νέες θέσεις Πιστοποιημένων Εκπαιδευτών ενηλίκων
Ρεβεγιόν με χιόνια στην Αττική - Προβλέψεις από Καλλιάνο και Κολυδά
Παν.Αιγαίου: Νέα Μοριοδοτούμενα σεμινάρια για Εκπαιδευτικούς με Υποτροφίες έως 31/12