Κοινωνικός αυτοματισμός στα σχολεία για μαθητές και εκπαιδευτικούς υπό το πρόσχημα της «συμπερίληψης»
Όταν δοκιμάζονται οι αντοχές εκπαιδευτικών και μαθητών στο όνομα της «αποασυλοποίησης»

Το τελευταίο περιστατικό βίας σε σχολείο της Σύρου ήλθε να επιβεβαιώσει για ακόμα μία φορά όσα υποστηρίζουν εδώ και καιρό συνάδελφοι εκπαιδευτικοί: ότι το αξίωμα ότι «ο πελάτης–γονέας έχει πάντα δίκιο» υπονομεύει τη δημόσια εκπαίδευση. Βλέπουμε επίσης το εκπαιδευτικό σύστημα να αποδομείται παντοιοτρόπως, ιδίως στον τομέα της ειδικής αγωγής, όπου αφενός κλείνουν ειδικά σχολεία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα παιδιά με ειδικές δυσκολίες, αφετέρου δημιουργούνται «τμήματα ένταξης», καθώς και θέσεις «παράλληλης στήριξης», χωρίς όμως την ύπαρξη εξειδικευμένου προσωπικού αλλά και ανάλογων υλικοτεχνικών υποδομών, κάτι που έχει ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες για όλη την εκπαιδευτική κοινότητα.

Οι εμπνευστές αυτών των μεταρρυθμίσεων διατείνονται ότι πρόκειται για μέτρα κινούμενα προς την κατεύθυνση της «συμπερίληψης» και της «αποασυλοποίησης» (στην πραγματικότητα, υπό το νεοφιλελεύθερο οπτικό πρίσμα του προτάγματος της ατομικής ευημερίας έναντι της συλλογικής). Το επιχείρημα αυτό ασφαλώς είναι και σαθρό και υποκριτικό, αν αναλογιστεί κανείς το αναποτελεσματικό της εφαρμογής του αλλά και τις δραματικές επιπτώσεις ως προς τη λειτουργία των σχολικών μονάδων. Είναι προφανές ότι εδώ χειραγωγείται από την πολιτική και εργαλειοποιείται η επιστήμη της παιδαγωγικής, μέσα από την εφαρμογή μίας νεοφιλελεύθερης ατζέντας διάλυσης του κοινωνικού κράτους και εν προκειμένω της δημόσιας εκπαίδευσης, στο όνομα κάποιων ιδεολογημάτων που δήθεν στοχεύουν στην ισότητα και τη φιλανθρωπία.

Πιο συγκεκριμένα, στη χώρα μας, όπως και σε άλλες χώρες της ΕΕ, με παράλληλο κλείσιμο πολλών ειδικών σχολείων, παρατηρείται το δραματικό όσο και πραγματικά αντιπαιδαγωγικό φαινόμενο της συνύπαρξης εντός της ίδιας σχολικής αίθουσας ενός ετερόκλητου πλήθους μαθητών γενικής εκπαίδευσης, μαθητών ειδικής αγωγής, εκπαιδευτικών γενικής εκπαίδευσης και μελών βοηθητικού προσωπικού, εκπαιδευτικών και μη.

Στον ίδιο χώρο συνυπάρχουν, χωρίς κάποια ουσιαστική διαφοροποίηση ως προς τις παιδαγωγικές στοχεύσεις, τις προσδοκίες και τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, παιδιά προερχόμενα από τον γενικό πληθυσμό, παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, κάποτε με προβλήματα νόησης, σύνδρομα, με έντονες ψυχικές, αναπτυξιακές και συμπεριφορικές διαταραχές, ακόμα και με επιθετική ή και επικίνδυνη συμπεριφορά.

Με άλλα λόγια «συνεκπαιδεύονται» δήθεν στην ίδια τάξη (σε σχολεία γενικής εκπαίδευσης) παιδιά οικογενειών που διεκδικούν και έχουν το δυναμικό για ένα βασικό ποιοτικό μορφωτικό κεφάλαιο, με άλλα παιδιά που χρήζουν ειδικής φροντίδας και αντιμετώπισης, συχνά μη δυνάμενα να προσαρμοστούν στη σχολική ζωή και το σχολικό περιβάλλον.

Είναι ενδεικτικό ότι σε σχολικές μονάδες της γενικής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης φοιτούν ακόμα και παιδιά που ούτε αυτοεξυπηρετούνται, ούτε καν είναι σε θέση να εκφέρουν έναρθρο λόγο, ενώ στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση βλέπουμε αντιστοίχως παιδιά με προβληματική, επιθετική ή ακόμα και παραβατική συμπεριφορά προς τους συμμαθητές τους και τους εκπαιδευτικούς.

Η καθημερινή, ακατάπαυστη, διατάραξη της αναγκαίας ειρήνης και ασφάλειας της σχολικής κοινότητας (στο όνομα μίας κακώς νοούμενης «αποασυλοποίησης» και μίας δήθεν «συμπερίληψης») και ο συνεπακόλουθος αποσυντονισμός, η απόσπαση της προσοχής των μαθητών κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής  διαδικασίας, καθώς και η μαζική «προσαρμογή προς τα κάτω» οδηγεί με μαθηματική νομοτέλεια στην υποχώρηση και υποβάθμιση της παρεχόμενης δημόσιας εκπαίδευσης, αποτελώντας τροχοπέδη για την μορφωτική εξέλιξη και εν γένει ανάπτυξη του γενικού μαθητικού πληθυσμού.

Από την άλλη, δεν προσφέρεται κάτι το ουσιαστικό στους μαθητές με ειδικές μαθησιακές ανάγκες μέσα από αυτήν την πρακτική, εντός των τάξεων της γενικής εκπαίδευσης, κάτι που υπογραμμίζει το ατελέσφορο αλλά και το υποκριτικό του χαρακτήρα του όλου εγχειρήματος.

Όπως είναι αντιληπτό, οι παραπάνω κατευθυντήριες γραμμές του Υπουργείου Παιδείας οδηγούν νομοτελειακά στην κατιούσα της δημόσιας εκπαίδευσης, όπως και στην υπονόμευση και αποδόμηση του ρόλου και του λειτουργήματος του ανυπεράσπιστου εκπαιδευτικού, με παράλληλη την ψυχική και σωματική εξουθένωσή του (burnout). Κατ’ αυτόν τον τρόπο οι εκπαιδευτικοί της γενικής εκπαίδευσης καλούνται να φέρουν εις πέρας ένα δυσανάλογα ψυχοφθόρο φόρτο εργασίας, αντιμετωπίζοντας συχνά ανυπέρβλητες δυσκολίες, με συνέπειες που αγγίζουν ακόμα και τα μέλη της ίδιας της οικογένειάς τους.

Επιπλέον, σε σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και ιδίως σε νηπιαγωγεία, ελλείψει σαφούς κανονιστικού πλαισίου, παρατηρείται το συχνό το φαινόμενο της κακόβουλης διαλογής παιδιών από την πλευρά κάποιων προϊσταμένων, οι οποίες επιλέγουν να στέλνουν όλα τα δύσκολα και βαριά περιστατικά αποκλειστικά σε άλλες συναδέλφους, σε άλλο τμήμα, με την ανοχή των οικείων Διευθύνσεων Εκπαίδευσης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργούνται εκπαιδευτικοί «δύο ταχυτήτων», αφενός με τμήματα–«ελίτ», όπου οι διευθύνουσες εκπαιδευτικοί είναι ξεκούραστες και αξιολογούνται θετικά, αφετέρου με τμήματα–«αποθήκες», που αποτελούν απλώς χώρο φύλαξης ανεπιθύμητων μαθητών και καταπόνησης  των υπολοίπων συναδέλφων, που πασχίζουν να επιβιώσουν υπό αντίξοες επαγγελματικές συνθήκες.

Ωστόσο, η κατάσταση αυτή θεωρείται φυσιολογική για τους ιθύνοντες του Υπουργείου Παιδείας, δεδομένου ότι δεν υφίσταται κανένας σοβαρός προβληματισμός για όσα εξωφρενικά συμβαίνουν καθημερινά γύρω μας. Εξάλλου, οι εκπαιδευτικοί θεωρούνται a priori αναλώσιμοι, οπότε κατά την προϊσταμένη αρχή δεν υφίσταται πρόβλημα. Είναι ενδεικτικό ότι, βάσει του ισχύοντος νομικού καθεστώτος, οι γονείς (ανεξάρτητα από την διανοητική ή ψυχική κατάσταση των ιδίων ή των παιδιών τους) έχουν το απόλυτο δικαίωμα να επιλέξουν αν το παιδί τους θα φοιτήσει σε γενικό ή σε ειδικό σχολείο ή ακόμα και το δικαίωμα να αρνηθούν κάθε έξωθεν βοήθεια ή εξέταση από τους καθ’ ύλην αρμοδίους φορείς, όπως το ΚΕΔΑΣΥ.  Έτσι, συχνά γονείς στέλνουν (με την ουσιαστική ενθάρρυνση του υφιστάμενου νομικού πλαισίου) παιδιά με σοβαρά νοητικά ή συμπεριφορικά προβλήματα στο γενικό σχολείο, αντί του ειδικού, χωρίς οι εκπαιδευτικοί να μπορούν να κάνουν κάτι γι’ αυτό, εφόσον τα χέρια τους είναι «δεμένα» από το ισχύον νομικό πλαίσιο.

Έχουμε πάμπολλα, σημερινά, τέτοιου είδους παραδείγματα. Έτσι, π.χ. σε νηπιαγωγείο των βορείων προαστίων της Αθήνας γονείς παιδιού με σοβαρές αναπτυξιακές και νευρολογικές διαταραχές (το παιδί δεν έχει έναρθρο λόγο, παρουσιάζει επιθετικότητα, ενώ δημιουργεί μονίμως οχλήσεις μέσα στη τάξη) όχι μόνον αρνούνται την φοίτησή του σε ειδικό σχολείο, αλλά αρνούνται και την αξιολόγησή του από το ΚΕΔΑΣΥ, όπως και την παράλληλη στήριξή του από κρατικά ορισμένο ειδικό εκπαιδευτικό αυξημένων προσόντων.

Αντ’ αυτού τους έχει δοθεί το δικαίωμα τοποθέτησης ιδιωτικής «παράλληλης στήριξης», χρηματοδοτούμενης από τους ίδιους, με εργαζόμενο που δεν είναι εκπαιδευτικός, και οιονεί πληροφοριοδότης τους αναφορικά με τον τρόπο λειτουργίας του δημοσίου σχολείου, κάτι που εγείρει μεταξύ άλλων ζητήματα εμπιστευτικότητας και ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων. Όλα αυτά μάλιστα γίνονται χωρίς τη συγκατάθεση των εκπαιδευτικών. Το προφανές αποτέλεσμα της όλης κατάστασης στη συγκεκριμένη σχολική μονάδα, όπως και αλλού, είναι η φυσική και ψυχική εξουθένωση των εκπαιδευτικών και η αδυναμία διεξαγωγής του μαθήματος προς όφελος των μαθητών, με το επίπεδο της παρεχόμενης εκπαίδευσης προς όλα τα παιδιά να υποβαθμίζεται ραγδαία.

Η αναγνώριση απόλυτων εξουσιών σε γονείς εις βάρος των εργαζομένων εκπαιδευτικών και της σχολικής κοινότητας γενικότερα είναι ενδεικτική του πώς αντιμετωπίζεται η δημόσια εκπαίδευση: ως χώρου φύλαξης, ως ενός «πάρκινγκ παιδιών» ώστε να μπορούν οι γονείς τους να εργάζονται απερίσπαστοι, νυχθημερόν και να είναι πιο «παραγωγικοί», ή απλώς ως ενός «αποθέτη παιδιών» για την εξασφάλιση ελεύθερου χρόνου για καταναλωτικές συνήθειες και άλλες δραστηριότητες των γονιών.

Οι ίδιοι βέβαια οι εμπνευστές των μέτρων αυτών δεν πηγαίνουν τα παιδιά τους στα δικά μας σχολεία αλλά φροντίζουν να τα στέλνουν σε επιλεγμένα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, μακριά από τέτοιες καταστάσεις. Όπως και οι ευκατάστατοι γενικότερα έχουν αυτή τη δυνατότητα, σε αντίθεση με τους απλούς εργαζόμενους, που δεν μπορούν να κάνουν τίποτα για να αντιμετωπίσουν αυτήν την παθογένεια. Κι εδώ έγκειται η ταξική διάσταση του όλου ζητήματος. Ο νεοφιλελεύθερος ατομικισμός και ο άκρατος δικαιωματισμός δημιουργούν συνθήκες κοινωνικού αυτοματισμού, βλάπτοντας σοβαρά τόσο την εκπαίδευση όσο και το κοινωνικό σύνολο ευρύτερα.

Όλα όμως έχουν και τα όριά τους. Είναι ανάγκη να μπει ένα τέλος σε αυτήν την παράνοια και στο δικαίωμα στην ασυδοσία κάποιων κακόβουλων (ή ενίοτε και παραφρόνων) γονέων, με τις πλάτες του Υπουργείου Παιδείας, εις βάρος των εκπαιδευτικών και εις βάρος των μαθητών. Δικαιώματα έχουν και οι γονείς των παιδιών με ειδικές δυσκολίες, αλλά και οι γονείς των παιδιών των προερχόμενων από τον γενικό πληθυσμό, όπως βεβαίως και οι εργαζόμενοι εκπαιδευτικοί. 

Πρέπει να διεκδικήσουμε να μπει επιτέλους ένας φραγμός σε αυτήν την παθογένεια. Δεν είναι δυνατόν συνάδελφοι εκπαιδευτικοί, αλλά και μαθητές, να καταδυναστεύονται από τα καπρίτσια ορισμένων ατόμων με έλλειψη γνώσης και ενσυναίσθησης και με αντικοινωνική συμπεριφορά, μόνο και μόνο επειδή αυτό επιτάσσουν τα νεοφιλελεύθερα ιδεολογήματα. Αυτή η παντελώς ανορθολογική και αναποτελεσματική πρακτική πρέπει επιτέλους να λάβει ένα τέλος.

Θα πρέπει να διεκδικήσουμε:

  •  Ανοικτά ειδικά σχολεία για όλους, για όλες τις οικογένειες. Στήριξη των δημοσίων δομών ειδικής αγωγής.
  • Υποχρεωτική συστηματική παρακολούθηση και αξιολόγηση όλων των παιδιών από τους αρμόδιους κρατικούς φορείς (π.χ. ΚΕΔΑΣΥ) πριν την ένταξή τους στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ως προαπαιτούμενο για την εγγραφή τους στο νηπιαγωγείο.
  • Υποχρεωτική ένταξή των παιδιών με αυξημένες ειδικές δυσκολίες σε ειδικά σχολεία, όποτε κρίνεται αυτό απαραίτητο από τους ειδικούς και τους εκπαιδευτικούς της πράξης.
  • Όχι στην απαξίωση της δημόσιας εκπαίδευσης. Παροχή κατάλληλων συνθηκών για δωρεάν σπουδές υψηλού επιπέδου σε κάθε δημόσια σχολική δομή και εκπαιδευτική βαθμίδα.
  • Παροχή προστασίας σε κάθε εκπαιδευτικό που αντιμετωπίζει ανάλογα προβλήματα ένεκα των παραπάνω εφαρμοζόμενων μέτρων.
  • Καθιέρωση σαφούς κανονιστικού πλαισίου για τη διασφάλιση της δίκαιης κατανομής των μαθητών και της ισότιμης αντιμετώπισης των εκπαιδευτικών.

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Νέο Προσκλητήριο Προσλήψεων Εκπαιδευτών Ενηλίκων: Αφορά όλα τα πτυχία ΑΕΙ-ΤΕΙ - Πιστοποιηθείτε άμεσα

ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ για Εκπαιδευτικούς - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ μόρια 2ης ξένης γλώσσας

Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό ΤΕΧΝΗΤΗΣ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗΣ για εκπαιδευτικούς

Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 19/10

Μοριοδοτούμενο σεμινάριο Ειδικής Αγωγής Πανεπιστημίου Πατρών με μόνο 60 ευρώ 

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

διαγ
Πανεπιστήμιο Πατρών: Φοιτητές διαμαρτύρονται για την υποβάθμιση σπουδών και τις διαγραφές
Φοιτητές του Πανεπιστημίου Πατρών διαμαρτύρονται στην Πρυτανεία για τις διαγραφές
Πανεπιστήμιο Πατρών: Φοιτητές διαμαρτύρονται για την υποβάθμιση σπουδών και τις διαγραφές
government-and-european-union-studies-ba-l241-crop.jpg
Στη 10η Σύνοδο της Σύμβασης της Λισαβόνας η Ελλάδα – Πλήρες μέλος πλέον
Η χώρα συμμετέχει για πρώτη φορά ως πλήρες μέλος στη Σύνοδο για την αναγνώριση ακαδημαϊκών προσόντων, μετά την κύρωση της Σύμβασης της Λισαβόνας.
Στη 10η Σύνοδο της Σύμβασης της Λισαβόνας η Ελλάδα – Πλήρες μέλος πλέον