Η λέξη «ζάφτι» ή ζάπι σημαίνει περιορισμός, έλεγχος, σύμφωνα με το λεξικό του Γιώργου Μπαμπινιώτη. Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από την τουρκική λέξη zapι που σημαίνει κατάκτηση, σύλληψη.
Η φράση «κάνω ζάφτι» σημαίνει επιβάλλομαι σε κάποιον, υποτάσσοντάς τον στη δική μου θέληση και δύναμη, δηλαδή τον κατανικώ, τον χαλιναγωγώ.
Παραδείγματα:
Δεν μπορεί να κάνει ζάφτι τα παιδιά του.
Τον έπιασαν τρεις μαζί και πάλι δεν μπόρεσαν να τον κάνουν ζάφτι.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
«Μπάμια»: Πώς λέγεται στα ελληνικά;
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 22/7
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ