Το 32,8% των εργαζομένων στην Ελλάδα θα μπορούσε να εργαστεί από το σπίτι. Σε απόλυτο μέγεθος αυτό ισοδυναμεί με 1.263 χιλιάδες εργαζόμενους. Το ποσοστό αυτό δεν διαφέρει πολύ από αυτό άλλων ανεπτυγμένων χωρών της Ευρώπης, αν και είναι σχετικά χαμηλότερο.
Αυτό είναι ένα από τα ευρήματα της πέμπτης ανάλυσης επικαιρότητας με τίτλο «Δυνατότητα εργασίας από το σπίτι στην Ελλάδα» του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών.
Στα συμπεράσματα καταγράφεται ότι από την ανάλυση των χαρακτηριστικών των εργασιών που θα μπορούσαν να γίνουν από το σπίτι φαίνεται ότι εκεί συγκεντρώνονται περισσότερο εργασίες που μπορούν να χαρακτηριστούν ως «καλές εργασίες». Εμφανίζουν σχετικά υψηλά ποσοστά πλήρους απασχόλησης, είναι σε επιστημονικά επαγγέλματα και σε επαγγέλματα κύρους και απολαμβάνουν τα γνωστά οφέλη της απασχόλησης στο Δημόσιο. Επιβεβαίωση αυτού είναι ότι κλάδοι με υψηλότερη ευχέρεια εργασίας από το σπίτι εμφανίζουν και υψηλότερες μηνιαίες αμοιβές. Αν και υπάρχουν περιθώρια επέκτασης του θεσμού της εργασίας από το σπίτι, αυτή απαιτεί προσεκτικά βήματα καθώς μπορεί να διευρύνει τις υφιστάμενες ανισότητες μεταξύ καλών και λιγότερο καλών θέσεων εργασίας, ενώ μπορεί να βλάψει την αποτελεσματική απασχόληση κάποιων εργαζομένων.
Η εργασία από το σπίτι, όπως αναφέρει το ΚΕΠΕ, που αποτελεί μια εκδήλωση ευκαμψίας στην αγορά εργασίας, έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Εφόσον υπάρξει πολιτική βούληση, μπορεί να διαμορφωθεί το αναγκαίο νομικό πλαίσιο, το οποίο να εξασφαλίζει τα δικαιώματα του εργαζόμενου και να μην δυσχεραίνει την επιλογή εργασίας από το σπίτι για τις επιχειρήσεις. Η πρόσφατη εμπειρία έδειξε ότι η εργασία από το σπίτι σε ακραίες περιστάσεις, όπως η πανδημία του κορονοϊού COVID-19, είναι απαραίτητη τόσο για ψυχολογικούς όσο και για οικονομικούς λόγους.
Χαρακτηριστικά εργασίας
• Σχεδόν οι τρεις στους τέσσερις που ανήκουν στις επαγγελματικές κατηγορίες Υπάλληλοι Γραφείου, Ανώτερα Διοικητικά και Διευθυντικά Στελέχη και Επαγγελματίες θα μπορούσαν δυνητικά να εργαστούν από το σπίτι.
• Οι Επαγγελματίες αποτελούν την πολυπληθέστερη ομάδα που μπορούν δυνητικά να εργαστούν από το σπίτι. Από τους 556 χιλιάδες Επαγγελματίες που μπορούν να εργαστούν από το σπίτι το 46% είναι εκπαιδευτικοί, το 20% επαγγελματίες σε επιχειρήσεις και από 15% είναι οι μηχανικοί και οι νομικοί. Οι Επαγγελματίες του τομέα υγείας είναι μόλις το 1%.
• Στον αντίποδα τη χαμηλότερη δυνατότητα εργασίας από το σπίτι έχουν οι Χειριστές Βιομηχανικών Εγκαταστάσεων, Μηχανημάτων και Εξοπλισμού (1,3%).
• Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ένας στους δύο που ανήκουν στην κατηγορία Τεχνικοί και Ασκούντες Συναφή Επαγγέλματα εκτιμάται ότι θα μπορούσε να εργαστεί από το σπίτι, καθώς επίσης και σχεδόν ο ένας στους δέκα (10,8%) απασχολούμενους στην Παροχή Υπηρεσιών και Πωλητές.
• Με βάση τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, στο ένα άκρο υπάρχουν κλάδοι, όπως τα Ορυχεία και τα Ξενοδοχεία, με αρκετά χαμηλή ευχέρεια εργασίας από το σπίτι, ενώ στο άλλο κλάδοι, όπως η Εκπαίδευση και Διαχείριση Ακινήτων και Επιστημονικές Εργασίες, με αρκετά υψηλή.
• Γενικότερα, φαίνεται ότι κλάδοι που παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες (μεταποίηση, ορυχεία, γεωργία, ξενοδοχεία) εμφανίζουν χαμηλότερα ποσοστά ευχέρειας εργασίας από το σπίτι από ό,τι κλάδοι που στρέφονται κυρίως στην εγχώρια αγορά.
• Η δυνατότητα για εργασία από το σπίτι είναι μεγαλύτερη σε κλάδους με υψηλότερους μέσους μισθούς.
• Με βάση τη θέση στο επάγγελμα, το υψηλότερο ποσοστό αυτών που θα μπορούσαν να εργαστούν από το σπίτι το εμφανίζουν οι μισθωτοί (38,3%) ακολουθούμενοι από τους αυτοαπασχολούμενους με προσωπικό (εργοδότες) με 32,4%. Στον αντίποδα οι αυτοαπασχολούμενοι χωρίς προσωπικό εμφανίζουν χαμηλό ποσοστό (18,9%), γεγονός που συνδέεται με το ότι στην Ελλάδα πολλοί αυτοαπασχολούμενοι είναι αγρότες,
τεχνίτες, επισκευαστές, των οποίων η εκτέλεση της εργασίας τους απαιτεί απομάκρυνση από το σπίτι.
• Οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν υψηλότερη δυνατότητα εργασίας από το σπίτι (34,6%-68,2% ανάλογα το είδος της δημόσιας επιχείρησης), έναντι των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα (27%). Αυτό σε πολύ μεγάλο βαθμό οφείλεται στα επαγγέλματα εκπαίδευσης, τα οποία αντιπροσωπεύουν πολύ μεγάλο αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων και θεωρητικά αυτοί θα μπορούσαν να εργαστούν από το σπίτι, καθώς και σε επαγγέλματα τα οποία απαιτούν τη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών.
• Οι εργαζόμενοι με μερική απασχόληση καταγράφουν μικρότερο ποσοστό εργασίας από το σπίτι (25,5%) έναντι εκείνων της πλήρους απασχόλησης (33,6%), ως αποτέλεσμα της συγκέντρωσής τους στη γεωργία και σε καταστήματα λιανικής.
• Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι η εργασία από το σπίτι διευκολύνεται περισσότερο στις παραγωγικές μονάδες με προσωπικό πάνω από 10 εργαζόμενους (42,8%) παρά στις μικρότερες μονάδες (27,5%).
Ατομικά χαρακτηριστικά εργαζομένων
• Η δυνατότητα εργασίας από το σπίτι είναι υψηλότερη για τις γυναίκες (40,2%) έναντι των ανδρών (27,3%).
• Οι πιο νέοι (έως 29 ετών) και οι πιο ηλικιωμένοι (άνω των 60) εμφανίζουν χαμηλότερη δυνατότητα κατ‘ οίκον εργασίας από τους εργαζόμενους ηλικίας 30-59.
• Υπάρχει θετική σχέση μεταξύ των εκπαιδευτικών προσόντων των εργαζομένων και της δυνατότητας εργασίας από το σπίτι. Το 59,2% των πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (τουλάχιστον ΤΕΙ) μπορούν δυνητικά να εργαστούν από το σπίτι, ενώ για τη χαμηλότερη εκπαιδευτική βαθμίδα (υποχρεωτική εκπαίδευση, περιλαμβανομένου του Γυμνασίου) το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόλις 7,2%. Για τους απόφοιτους δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης εκτιμάται ότι το 23,2% θα μπορούσε να εργαστεί από το σπίτι.
• Η δυνατότητα εργασίας από το σπίτι εμφανίζεται αρκετά υψηλότερη στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας και διαφοροποιείται με βάση τη γεωγραφική περιφέρεια. Τα υψηλότερα ποσοστά καταγράφονται στην Περιφέρεια Αττικής (41,8%) και στην Κεντρική Μακεδονία (31,3%) και τα χαμηλότερα την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (24%) και στη Στερεά Ελλάδα (24%).
----------------------------------------------
Από τον καναπέ του σπιτιού τους θα μπορούσαν να δουλεύουν πάνω από τρεις στους δέκα Ελληνίδες και Έλληνες. Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύεται στον ιστοτόπο του γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Εργασίας (ΙΖΑ), τα καθήκοντα του 35%-37% όλων των θέσεων απασχόλησης στην Ελλάδα εκτιμάται πως μπορούν να διεκπεραιωθούν κι εκτός γραφείου. Με άλλα λόγια, 869.000- 922.000 άνθρωποι θα μπορούσαν να εργάζονται απομακρυσμένα, αν και σήμερα η τηλεργασία ουδόλως ανεπτυγμένη είναι στην Ελλάδα: μόνο το 4,4% του εργατικού δυναμικού ή περίπου 110.000 εργαζόμενοι, εργάστηκαν μακρόθεν πρόπερσι, ενώ συνολικά στην περίοδο 2008-2018 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μόλις 3,9%...
Κι αυτό ενώ, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ερευνητικός εταίρος του IZA, Κωνσταντίνος Πουλιάκας, «το 25,4% των θέσεων εργασίας στην Ελλάδα χαρακτηρίζονται ως "fully teleworkable", δηλαδή τα καθήκοντά τους θα μπορούσαν να διεκπεραιωθούν στο σύνολό τους από μακριά». Το 12% των θέσεων εργασίας προσφέρουν υψηλή δυνατότητα τηλεργασίας ("highly teleworkable") και το 25% χαμηλή ("little teleworkable"), ενώ για το 37,6% των θέσεων εργασίας η εναλλακτική της τηλεργασίας δεν είναι εφικτή.
«Θεωρώ πως, παρότι τόσες χιλιάδες άνθρωποι θα μπορούσαν άνετα να τηλεργαστούν, δεν θα φτάσουμε γρήγορα στο 37%» επισημαίνει και προσθέτει ότι η πορεία της τηλεργασίας στη χώρα μας παραμένει ουσιαστικά στάσιμη από το 2008, πιθανώς λόγω του ότι ελληνικές επιχειρήσεις δεν είναι προετοιμασμένες για κάτι τέτοιο, καθώς δεν έχουν επενδύσει στις απαιτούμενες υποδομές και στις ψηφιακές δεξιότητες των εργαζομένων τους. Συμπληρώνει δε, ότι για τη διευκόλυνση της εργασίας από το σπίτι, η Ελλάδα «χρειάζεται να εφαρμόσει υποστηρικτική πολιτική και να διαμορφώσει το κατάλληλο ρυθμιστικό περιβάλλον, με παροχές όπως η προσφορά περισσότερων εγκαταστάσεων για τη φροντίδα των παιδιών κι η οικονομική στήριξη νοικοκυριών με παιδιά κι ιδίως γυναικών με μικρά παιδιά».
Γιατί η Ελλάδα έχει από τα χαμηλότερα ποσοστό τηλεργαζόμενων στην Ευρώπη
Στην προ της πανδημίας εποχή, η Ελλάδα ήταν μια από τις χώρες με τα χαμηλότερα ποσοστά τηλεργαζόμενων στην Ευρώπη (Eurostat, 2020): κατατασσόταν 24η μεταξύ 31 κρατών ως προς το ποσοστό των ανθρώπων που εργάζονται κάποιες φορές ή συνήθως από το σπίτι. Κι ενώ μεταξύ 2018 και 2019 σημειώθηκε οριακή αύξηση του ποσοστού των τηλεργαζόμενων (από το 4,4% στο 5,3%), το ποσοστό αυτό παραμένει σημαντικά χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (14%), ιδίως σε σχέση με τα υψηλά μερίδια -37%- που παρατηρούνται σε χώρες όπως η Σουηδία ή η Ολλανδία. Γιατί όμως η τηλεργασία στην Ελλάδα δεν έχει αναπτυχθεί όσο αλλού; Οι βασικοί λόγοι φαίνεται πως είναι τέσσερις, σύμφωνα πάντα με τον κ.Πουλιάκα, ο οποίος είναι και εμπειρογνώμονας του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop).
Πρώτον, η Ελλάδα κουβαλάει το βάρος της κρίσης χρέους του 2008, που είχε προηγηθεί της Covid-19. Δεύτερον, κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ σε όρους συνολικής ψηφιακής ετοιμότητας (Κομισιόν, 2019). Τρίτον, η οικονομία της χώρας στηρίζεται κυρίως σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και αυτό ίσως οδηγεί στη χαμηλότερη χρήση ψηφιακών τεχνολογιών (ΙΟΒΕ, 2018). Και, τέταρτον, η ελληνική οικονομία παραδοσιακά βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην παροχή υπηρεσιών όπως ο τουρισμός, που απαιτούν αλληλεπίδραση εκ του σύνεγγυς.
Το προφίλ των τηλεργαζόμενων στην Ελλάδα
Η τηλεργασία στην Ελλάδα είναι κυρίαρχη στις μονογονεϊκές οικογένειες με παιδιά, ενώ η πιθανότητα να εργαστεί κάποιος από το σπίτι είναι ισχυρότερη στις γυναίκες (με εξαίρεση εκείνες με μικρά παιδιά), στα άτομα με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο, αλλά και στους εργαζόμενους συγκριτικά μεγαλύτερης ηλικίας: μέχρι τη μέση ηλικία, οι άνθρωποι, ενώ είναι πιο καταρτισμένοι στη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών, φαίνεται πως είναι λιγότερο πιθανό να εργαστούν από το σπίτι. Κληθείς να σχολιάσει αυτό το τελευταίο εύρημα της έρευνας, η οποία θα είναι σύντομα διαθέσιμη και μέσω του ελληνικού παρατηρητηρίου του London School of Economics, ο κ.Πουλιάκας επισημαίνει ότι κεφαλαιώδης για την τηλεργασία είναι η σημασία της εμπιστοσύνης, γιατί ο εργοδότης αισθάνεται ότι χάνει την επιτήρηση του εργαζόμενου, όταν αυτός δουλεύει από το σπίτι, οπότε το γεγονός ότι οι νεότεροι είναι συνήθως και νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας, συχνά καθιστά δυσκολότερη αυτή την οικοδόμηση εμπιστοσύνης.
Κατά τα λοιπά, οι άνθρωποι που εργάζονται από το σπίτι είναι πιθανότερο να είχαν ήδη εργαστεί σε κάποια θέση, πριν εργαστούν για τον τρέχοντα εργοδότη και να αναλαμβάνουν πολλές διαφορετικές δουλειές. Σε επίπεδο επαγγελμάτων, τα υψηλότερα ποσοστά εργασίας από το σπίτι εμφανίζονται σε ελεύθερους επαγγελματίες (14%, κυρίως εκπαιδευτικοί, δικηγόροι και εργαζόμενοι σε κοινωνικές υπηρεσίες ή πολιτισμό), διευθυντικά στελέχη (7%), τεχνικούς και πωλητές του κλάδου των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών. Επίσης, η πιθανότητα τηλεργασίας είναι υψηλότερη για τους εργαζόμενους σε Κεντρική Μακεδονία, Δυτική Ελλάδα και Αττική και χαμηλότερη για όσους κατοικούν Θεσσαλία και Ιόνια Νησιά.
Το 40% του εργατικού δυναμικού στην Ευρώπη μπορεί να τηλεργαστεί
Μετά το ξέσπασμα της Covid-19 εκπονήθηκαν πολλές μελέτες με στόχο να διαφανεί πόσες θέσεις εργασίας παγκοσμίως θα μπορούσαν να "μετακομίσουν" από το γραφείο στο σπίτι. Βάσει έρευνας (Dingel, Neiman, 2020), το 34% των δουλειών στις ΗΠΑ (που αντιστοιχούν στο 44% των αποδοχών) θα μπορούσαν εύλογα να γίνουν από το σπίτι. Με βάση άλλη έρευνα (Boeri, Caiumi, Paccagnella, 2020), το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται στο 24% στην Ιταλία, 25% στην Ισπανία, 28% στη Γαλλία, 29% στη Γερμανία και 31% σε Σουηδία και Ηνωμένο Βασίλειο. Συνολικά, περίπου το 40% του εργατικού δυναμικού στην Ευρώπη θα μπορούσε να εργαστεί βιώσιμα από το σπίτι. «Ενώ η εργασία από το σπίτι ήταν μια μάλλον περιορισμένη μορφή εργασίας στην προ πανδημίας εποχή, πρόσφατες εκτιμήσεις δείχνουν ότι το ένα τρίτο όλων των θέσεων εργασίας στις ανεπτυγμένες οικονομίες μπορούν να μετατραπούν σε τηλεργασία. Οι ιστορίες για εταιρείες και οργανισμούς, που κλείνουν τα γραφεία τους για χάρη της τηλεργασίας αφθονούν, ενώ πολλοί υποστηρίζουν ότι η τηλεργασία ήρθε για να μείνει. Από την άλλη, υπάρχουν όσοι αντιτείνουν ότι, αρχής γενομένης ήδη από τη δεκαετία του '70, έγιναν πολλές προσπάθειες για να αναπτυχθεί η τηλεργασία, αλλά δεν υιοθετήθηκαν μαζικότερα. Υπάρχουν επίσης ανησυχίες, για την επίπτωση που μπορεί να έχει η τηλεργασία στην ομαδική εργασία και την ανάπτυξη καινοτομίας στον εργασιακό χώρο» καταλήγει ο ερευνητικός εταίρος του ΙΖΑ._
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 14/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη