*Είναι τα τελευταία λόγια του Μακρονησιώτη Δήμου, προς τον δεσμοφύλακα που τον οδηγούσε προς το εκτελεστικό απόσπασμα, ρωτώντας τον γιατί δε λυπάται τη ζωή του, υπογράφοντας δήλωση μετανοίας.
-----------
Συμπληρώνονται φέτος 70 χρόνια από το άνοιγμα του κολαστηρίου της Μακρονήσου, την άνοιξη του 1947 που άφησε βαθύ το σημάδι της στην Ιστορία του τόπου μας.
Το αφιέρωμα αυτό στο «ελληνικό Νταχάου», όπως ονομάστηκε, δεν αποτελεί μόνο φόρο τιμής στη γενιά του ΕΑΜικού και Κομμουνιστικού Κινήματος, που σήκωσε το ανάστημά της, αντιστεκόμενη στην ανείπωτη φασιστική βία του αγγλικού και του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και που σήμερα δυστυχώς έχει εκλείψει.
Η Αντίσταση της εξαιρετικής αυτής γενιάς, στο Μακρονήσι, είναι η δίδυμη αδελφή της Εθνικής Αντίστασης του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ-ΕΠΟΝ, στη διάρκεια της Κατοχής, ενάντια στο χιτλεροφασισμό. Συνδέονται με τον ίδιο αιμάτινο λώρο. Είναι μια Αντίσταση που δίκαια απόκτησε εθνική και παγκόσμια εμβέλεια.
Το αφιέρωμα αυτό αποτελεί ακόμα, μια προσπάθεια να διατηρηθεί η ιστορική μνήμη της ασίγαστης πάλης των καλύτερων παιδιών του λαού και του κομμουνιστικού κινήματος της χώρας μας για τα ιδανικά του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Αποτελεί μια προσπάθεια να αντληθούν συμπεράσματα για το σήμερα, όπου ο φασισμός σηκώνει ξανά το κεφάλι, στην πατρίδα μας και στον κόσμο ολόκληρο, και όπου η μαύρη μπότα του ιμπεριαλισμού λιώνει λαούς και αλέθει συνειδήσεις. Συμπεράσματα χρήσιμα, για τις νέες γενιές που ήρθαν και βρίσκονται και θα βρεθούν αντιμέτωπες, στο μέλλον, με το τέρας του φασισμού.
Η σημασία της Μακρονήσου για το λαό και τους προοδευτικούς ανθρώπους, ήταν στην εποχή της αλλά είναι και σήμερα, τεράστια.
Το μήνυμα που έδινε στα 1950 η Mακρόνησος δεν ήταν η υποταγή μπροστά στη βία, ήταν η αντίσταση. H μεγάλη επιχείρηση που ανέλαβε ο μοναρχοφασιστικός στρατός στα τέλη του 1949, αμέσως μετά τη «νίκη» του στο Γράμμο - Bίτσι, για να σπάσει τους πολιτικούς εξόριστους της Mακρονήσου, απότυχε. 150 αγωνιστές στο «σύρμα» του A'ETO, 812 αγωνιστές στο «σύρμα» του B'ETO (τον περιβόητο «7ο λόχο»), 150 αγωνιστές - ανάπηροι, γέροι, βαριά χτυπημένοι στον Άη Γιώργη του 4ου τάγματος, ήταν τα πρώτα νούμερα της ανυπόταχτης στάσης των λαϊκών αγωνιστών μπροστά στη μοναρχοφασιστική βία. Για να προστεθούν σ' αυτούς, πολύ γρήγορα, 2.000 «ανακλησίες», που πέταξαν στα μούτρα της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας το OXI. H Mακρόνησος δεν έπεσε. Ούτε η συντριπτική πλειοψηφία των «αναμορφωμένων» μετατράπηκε σε «εθνικόφρονες πολίτες», με αντικομμουνιστική ιδεολογία -ταυτότητα. Ο λαός γνώριζε καλά πως οι ήρωες ήταν στη μεριά των ανυποχώρητων και τους θαύμαζε.
Οι επόμενες γενιές, εμπνευσμένες από το παράδειγμα των Μακρονησιωτών, συνέχισαν μαζί τους τον αγώνα στις γραμμές του λαϊκού και δημοκρατικού κινήματος και των πολιτικών αγώνων στις δεκαετίες του '50 και του '60, ενάντια στη χουντική επταετία, στην εξέγερση στο Πολυτεχνείο και στους δημοκρατικούς αγώνες που άνθισαν στη μεταπολιτευτική περίοδο.
Κάποιες μαρτυρίες αναφέρουν πως συνεξόριστοι του λογοτέχνη Θέμου Κορνάρου, τον ζόριζαν για να γράψει για τη ματωμένη αυτήν περίοδο στη Μακρόνησο. «Δεν υπάρχει πένα, για να περιγράψει και να φιλοσοφήσει για το Μακρονήσι», ήταν η απάντηση. Σ' αυτό το αφιέρωμα δίνεται συχνά ο λόγος στις προσωπικές μαρτυρίες, οι οποίες παρ' όλη την ελλειμματική πένα, είναι συγκλονιστικές. Σε αυτούς πρώτα ανήκει το δικαίωμα να αφηγηθούν.
Τέλος, η ιστορική ματιά κατέχει μικρό μέρος σε αυτό το αφιέρωμα. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, μιας και συμπεράσματα για αυτή την περίοδο, μόνο σαν τσιτάτα θα μπορούσαν να παρατεθούν και όχι σαν ολοκληρωμένη μελέτη.
Γι'αυτό και παραμένουμε στην παράθεση των γεγονότων.
Ι. Εισαγωγικά: Γνωριμία με τον τόπο
Η Μακρόνησος, ή «νησί της Ελένης», ή «Ελένη» βρίσκεται απέναντι από το Λαύριο της Αττικής, σε απόσταση περίπου τεσσάρων χιλιομέτρων. Η μυθολογία αναφέρει πως από το νησί πέρασε κατά την επιστροφή της, η ωραία Ελένη του Τρωικού πολέμου. Εκτείνεται, κατά τον κύριο άξονά της, από Βορά προς Νότο και έχει μήκος 13 χιλιόμετρα και μέσο πλάτος 1,5 χιλιόμετρο, με μέγιστο πλάτος 2,5 χιλιόμετρα. Χαρακτηρίζεται από τις απόκρημνες πλευρές-ακτές της που δεν παρέχουν ασφαλή πρόσβαση από τη θάλασσα. Μόνο το 27% του εδάφους της έχει κλίση μικρότερη του 30%, (κλίση που θα μπορούσε να κατοικηθεί) ενώ το υπόλοιπο 73% στο μεγαλύτερο μέρος του έχει κλίση μέχρι και 65% (απόκρημνο). Το υπέδαφός του είναι πετρώδες, άγονο και άνυδρο. Τις περισσότερες μέρες του χρόνου φυσούν δυνατοί άνεμοι.
Ελάχιστα στοιχεία έχουμε για την ιστορία του νησιού από την αρχαιότητα. Στο χώρο που, το 1947, δημιουργήθηκε το Β'ΕΤΟ (Β' Ειδικό Τάγμα Οπλιτών), έχουν βρεθεί στοιχεία από πρωτοκυκλαδικό οικισμό του 2500 πΧ. Στο νότιο τμήμα της, υπάρχουν ίχνη προϊστορικών τάφων. Ίχνη κτιρίων και μερικών τάφων της κλασικής εποχής (5ος και 4ος αιώνας πΧ), βρέθηκαν στην περιοχή στην οποία δημιουργήθηκε το 1948 το Στρατόπεδο Πειθαρχημένης Διαβίωσης Πολιτικών Εξορίστων (βόρειο τμήμα).
Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων (1912- 1913), εγκαινιάστηκε στρατόπεδο κράτησης Τούρκων αιχμαλώτων, που δεινοπάθησαν από την πείνα, τη δίψα, τις κλιματολογικές συνθήκες και τελικά αποδεκατίστηκαν από τον τύφο.
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, για έξι περίπου μήνες, μεταφέρθηκαν στο νησί πρόσφυγες που στη συνέχεια διασκορπίστηκαν σε διάφορες μεριές.
* * *
Το 1947, μετά από εργασίες διαμόρφωσης στο δυτικό τμήμα του νησιού (σχετικά ηπιότερη κλίση εδάφους), που χρηματοδοτήθηκαν από το σχέδιο Μάρσαλ, το μεταβαρκιζιανό κράτος ιδρύει το ελληνικό Νταχάου, πάνω στη Μακρόνησο. Η λειτουργία του στρατοπέδου στη Μακρόνησο θα κρατήσει έως και το 1961.
Ένας από τους υμνητές της Μακρονήσου, ο Έντουαρντ Χάουελ, γράφει για την επιλογή του νησιού: «Ο Μπαϊρακτάρης ηρεύνησε την Ελλάδα προς εύρεσιν καταλλήλου νήσου. Τελικώς επροτίμησεν την Μακρόνησον, μιαν νήσον άγονον, ακατοίκητον και άνυδρον. Ότε ανέλαβε την εκτέλεσιν του έργου του, ευρέθει εις την ανάγκην να μεταφέρει ύδωρ δια πλοιαρίων εντός βαρελίων και ότε ήτο τρικυμία δεν υπήρχε ύδωρ». (Eφημερίδα «Μάχη», στις 20 Ιούνη του 1950*).
Κατάλληλος Νήσος... «Όποιος δεν πέρασε από τη Μακρόνησο, δεν μπορεί να φανταστεί τη σατανική συμμαχία των δημίων με τη φύση του νησιού. Η όστρια, ο γρέγος και ο σιρόκος λυσσομανούν πάνω σε τούτο το βράχο. Γκρεμίζουν τα αντίσκηνα, σηκώνουν το χώμα ψηλά σχηματίζοντας ένα γκρίζο σύννεφο και το χαλίκι εκσφενδονίζεται ορμητικά και μαστιγώνει όποιον βρει στο δρόμο του». Γράφει η Αφροδίτη Μαυροειδή Παντελέσκου, για να συμπληρώσει παρακάτω: «Το καλοκαίρι είναι αβάσταχτο στο Μακρονήσι. Οι μαύροι βράχοι πυρώνουν, τ' αντίσκηνα βγάζουν φλόγες, η γη καίει σαν πυρωμένο σίδερο και δεν υπάρχει ίσκιος πουθενά. Ούτε ένα δέντρο για να ρίξει τη δροσιά του, ευεργετική και παρήγορη. Ούτε νερό να δροσίσουμε τα μέτωπά μας. Τα «καψόνια» μας απόκαμαν...». (Στρατόπεδα Γυναικών, ΑΛΦΕΙΟΣ, σελ.284, 304).
Στις 27 και 28 Μάη του 1947, φθάνουν οι πρώτοι στρατιώτες (υπό αναμόρφωση), και δημιουργείται το στρατόπεδο του Β' Ειδικού Τάγματος Οπλιτών (Β΄ΕΤΟ). Είναι η επίσημη ένταξη της Μακρονήσου, νησιού που ελάχιστοι Έλληνες μέχρι τότε γνώριζαν, στην Ιστορία της πατρίδας μας.
42 χρόνια μετά, το Μάη του 1989, ολόκληρο το νησί της Μακρονήσου, χαρακτηρίστηκε με απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού, επί υπουργίας Μελίνας Μερκούρη, ως «ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΠΟΣ» και τα κτίρια ή τα ερείπιά τους, που έκτισαν οι κρατούμενοι, «διατηρητέα».
ΙΙ. Το κολαστήριο της Μακρονήσου
Α. Τα τάγματα
Μετά την υπογραφή της ατιμωτικής συμφωνίας της Βάρκιζας, το Φλεβάρη του 1945, ο ΕΛΑΣ, ο μοναδικός στρατός που πολέμησε, αταλάντευτα, τα ναζιστικά στρατεύματα, αφοπλίζεται.
Βασικό μέλημα των αγγλόδουλων κυβερνήσεων αποτέλεσε, τότε, η δημιουργία «Ενιαίου Εθνικού Στρατού», στρατού, που θα επανέφερε στην εξουσία τις χρεοκοπημένες στις συνειδήσεις του ελληνικού λαού, μεγαλοαστικές δυνάμεις και θα εξασφάλιζε τον ασφυκτικό έλεγχο των Άγγλων και μετέπειτα των Αμερικάνων ιμπεριαλιστών πάνω στη χώρα.
Στη διάρκεια της φασιστικής κατοχής 1940 – 1944, δεν υπήρχε ελληνικός στρατός, αφού τα γερμανο-ιταλικά στρατεύματα κατοχής «διοικούσαν» τη χώρα. Μετά την απελευθέρωση το 1944, δεν υπήρχαν στρατιωτικές μονάδες, κατά τα προπολεμικά πρότυπα. Στη χώρα δρούσαν οι εγκληματικές συμμορίες των Σούρληδων, των Χιτών και λοιπών δωσιλόγων, οι προδοτικές δυνάμεις των Σωμάτων Ασφαλείας, που στη διάρκεια της Κατοχής εξόπλισαν οι ίδιοι οι Γερμανοί και της Χωροφυλακής και είχαν αρχιστράτηγο, (συμφωνία της Καζέρτας, Σεπτέμβρης του 1944) τον διαβόητο Άγγλο (!!!), Σκόμπι
Η τρομοκρατία, τα στρατοδικεία, οι εκτελέσεις αντιφασιστών και κομμουνιστών πατριωτών, στις οποίες κατέφυγαν οι αγγλόδουλες κυβερνήσεις, δεν έσπασαν το λαϊκό φρόνημα και την αντίσταση στους καινούργιους κατακτητές. Ήταν φανερό πως η κατάσταση δεν μπορούσε να κερδηθεί με τις παραστρατιωτικές οργανώσεις και τα σώματα ασφαλείας, αλλά χρειαζόταν τακτικός στρατός, για την τελική σύγκρουση.
Τον Ιούνη του 1946, αρχικά, (κυβέρνηση Τσαλδάρη), επιστρατεύονται για να υπηρετήσουν οι απόφοιτοι Ανωτάτων Σχολών, που στα χρόνια της κατοχής είχαν αναβολή, λόγω σπουδών. Με αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση κλείνει σε στρατόπεδα σημαντικό αριθμό στελεχών του ΚΚΕ, του ΕΛΑΣ, του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ, που στη συνέχεια εξορίζονται. Η προσπάθεια να δημιουργηθεί στρατός αμιγώς «εθνικόφρων» αποτυγχάνει. Το φθινόπωρο του 1946 αποφασίζεται γενική επιστράτευση. Στρατεύσιμοι για τους οποίους υπήρχαν βάσιμες ή αβάσιμες «πληροφορίες» για αριστερά φρονήματα, δραστηριότητες σε αριστερές ή δημοκρατικές οργανώσεις ή ακόμα- ακόμα, είχαν τέτοιο οικογενειακό ιστορικό, χωρίζονται σε τρία τάγματα και βαφτίζονται σκαπανείς. Δημιουργούνται τρία τέτοια τάγματα: το Α', Β' και το Γ' Τάγμα Σκαπανέων, σε διάφορα στρατόπεδα, ανά την Ελλάδα, που σταδιακά ενοποιούνται. Πρόκειται για χιλιάδες άοπλους και ουσιαστικά κρατούμενους νέους, που πρέπει να «αναμορφωθούν» και να αποδοθούν εθνικόφρονες στον κυβερνητικό στρατό που οργανώνεται για να αντιμετωπίσει το δεύτερο αντάρτικο και τον ΔΣΕ. Ήδη από τα στρατόπεδα παρουσίασής τους ή μεταφοράς τους, πριν τη Μακρόνησο, οι στρατιώτες αυτών των τριών ταγμάτων, υφίσταντο βασανιστήρια και απόπειρες δολοφονίας από παρακρατικές οργανώσεις.
«Το 1947, όταν με το περιβόητο «Δόγμα Τρούμαν», το «κουμάντο» στην Ελλάδα, στη θέση των Άγγλων ιμπεριαλιστών, αναλαμβάνουν οι Αμερικάνοι ιμπεριαλιστές, οξύνεται στο έπακρο ο μονόπλευρος εμφύλιος πόλεμος των μοναρχοφασιστών κατά του λαϊκού κινήματος.
Τη χρονιά αυτή ιδρύεται ο «Οργανισμός Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου» (ΟΑΜ). Αρχίζει η μεταφορά αριστερών στρατιωτών στη Μακρόνησο. Μέσα σε λίγους μήνες συγκροτούνται τρία τάγματα σκαπανέων, που αργότερα μετονομάστηκαν ειδικά τάγματα οπλιτών: το Α΄ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών (Α΄ΕΤΟ), το Β΄ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών (Β΄ΕΤΟ) και το Γ΄ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών (Γ΄ΕΤΟ). Έργο και αποστολή των ταγμάτων αυτών ήταν να «αναμορφώσουν» τους στρατιώτες, να κάμψουν το φρόνημά τους, να αποσπάσουν από αυτούς τις περιβόητες «δηλώσεις μετανοίας». Και για το σκοπό αυτό χρησιμοποίησαν κάθε είδος ψυχολογικής και σωματικής βίας, όλα τα μέσα ατομικών και ομαδικών βασανιστηρίων σε βάρος των ουσιαστικά κρατουμένων στρατιωτών».(Ι.Ιορδανίδης ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ, εφημερίδα ΛΑΪΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ 30/5/2015).
Χρονολογικά η δημιουργία των στρατοπέδων πάνω στη Μακρόνησο είναι η παρακάτω:
1. Στις 27 και 28 Μάη του 1947, Β'ΕΤΟ. (1947- 1953).
2. Στις 21 Ιούλη 1947, Α'ΕΤΟ. (1947- 1953).
3. Αύγουστος 1947, Γ'ΕΤΟ. (1947- 1953).
4. Γ' Κέντρο Παρουσιάσεως Αξιωματικών (ΓΚΠΑ) (1947- 1948).
5. Αύγουστος 1947, ΣΦΑ (Στρατιωτικές Φυλακές Αθηνών). (1947- 1950).
6. Φθινόπωρο 1948, Δ' Τάγμα Πειθαρχημένης Διαβίωσης Ιδιωτών (Πολιτικοί Εξόριστοι). (1948- Ιούλιος 1950).
Το «Σύρμα». Από το φυσικό ανάγλυφο (ισχυρές κλίσεις), στην περιοχή των στρατοπέδων υπήρχαν χαράδρες. Τμήματά τους χρησιμοποιήθηκαν για την απομόνωση των «αμετανόητων», στρατιωτών ή πολιτικών εξορίστων που δεν υπέγραφαν δήλωση. Ήταν περιφραγμένα με συρματόπλεγμα τμήματα, στα οποία οι κρατούμενοι υφιστάμενοι τα βασανιστήρια έμεναν χωρίς περίθαλψη. Ανάμεσά τους ηλικιωμένοι, βαριά άρρωστοι, ανάπηροι του Αλβανικού Μετώπου και της Εθνικής Αντίστασης, ανάπηροι από τα βασανιστήρια με σπασμένα πόδια και πλευρά, άνθρωποι με βαριές ψυχολογικές παθήσεις από τα βασανιστήρια και γενικά βαριά κακοποιημένοι. Τέσσερα τέτοια «σύρματα» δημιουργήθηκαν στο Μακρονήσι. Ένα στο Β'ΕΤΟ, δυο στο Α'ΕΤΟ και ένα στη ΣΦΑ.
Τα «ΕΣΑΪ». Στα Α'ΕΤΟ και Β'ΕΤΟ, δημιουργήθηκαν από το 1949 τα Ειδικά Σχολεία Αναμορφώσεως Ιδιωτών (ΕΣΑΪ), κύρια για τους πολίτες που είχαν συλληφθεί «προληπτικά», στις ανταρτοκρατούμενες περιοχές της Ελλάδας, ενώ στο ΕΣΑΪ του Α'ΕΤΟ, δημιουργείται το ΕΣΑΓ, όπου καταυλίσθηκαν οι γυναίκες πολιτικές εξόριστες που ήρθαν από το Τρίκερι το 1950.
Το Γ' Κέντρο Παρουσιάσεως Αξιωματικών. Σε αυτό θα κρατηθούν, αρχικά, μόνιμοι αξιωματικοί του προπολεμικού στρατού που είχαν ενταχθεί στον ΕΛΑΣ και την ΠΕΕΑ. Το 1948, καθαιρέθηκαν από το στράτευμα και μεταφέρθηκαν στο Α'ΕΤΟ. Τέτοιοι όπως ο στρατηγός Στ. Σαράφης, ο συνταγματάρχης Ι. Μουστεράκης, αντισυνταγματάρχες, απλοί αξιωματικοί, που είχαν καταγραφεί στον περιβόητο «Πίνακα Β'».
Β. Η διαδικασία της «Αναμόρφωσης»
Ή στο Δαφνί τρελός, ή στον Σαν Τζώρτζη νεκρός (καθημερινή απειλή των βασανιστών)
Επίσημος, διακηρυγμένος σκοπός της «Αναμόρφωσης», ήταν να «αποδώσει στην κοινωνία», «εθνικόφρονες» ανθρώπους που θα συνειδητοποιούσαν, πια, τις βλαβερές συνέπειες του «ξενοκίνητου» κομμουνισμού για την πατρίδα. Η διαδικασία της «Αναμόρφωσης», περιλάμβανε βασανιστήρια, ομαδικά ή ατομικά, καθώς και εθνικοφρονική, εξοντωτική προπαγάνδα. Το είδος των βασανιστηρίων είχε απεριόριστη ποικιλία, ανάλογα και με την ψυχοσύνθεση του βασανιστή. Ξυλοδαρμός, ατομικά, των κρατουμένων από ομάδες Αλφαμιτών, μέχρι αναισθησίας στο κεφάλι, στο σώμα, φάλαγγα στα γυμνά πέλματα, πολύωρη ορθοστασία μέχρι λιποθυμίας. Από τα χτυπήματα στο κεφάλι, πολλοί έμειναν κουφοί ή τυφλοί. Τα σπασμένα χέρια, πλευρά και πόδια, ήταν το αποτέλεσμα της αναμόρφωσης για εκατοντάδες έγκλειστους του στρατοπέδου, που λόγω της έλλειψης ανάλογης περίθαλψης, κατέληγαν σε ακρωτηριασμούς, ή θάνατο. Τα βασανιστήρια γινόταν μέρα και νύχτα. Τα ουρλιαχτά των βασανισμένων έσκιζαν τη νύχτα, ακούγονταν έως τις σκηνές των υπολοίπων κρατουμένων, προς «συμμόρφωση». Αν κάποιος από τους βασανιζόμενους λιποθυμούσε, τον έριχναν στη θάλασσα να συνέλθει και συνέχιζαν ακάθεκτοι τα βασανιστήρια. Πολλοί τρελάθηκαν. «Στο Σύρμα, το καθένα από τα δυο κατοικημένα αντίσκηνα έχει τον τρελό του. Χώρια οι εκατόν είκοσι του «Τρελάδικου», χώρια κι οι μουγκοί, τρεις- τέσσερις κι οι άλλοι με τα διάφορα «σοκ», που είναι μαζί μας». (Γιώργος Φαρσακίδης ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ, εκδόσεις ΣΚΥΤΑΛΗ).
Στα ομαδικά βασανιστήρια ανήκει το κουβάλημα της πέτρας: Καταναγκαστική εργασία όπως το κουβάλημα πέτρας για το χτίσιμο, των κτιρίων διοίκησης, ή των θεάτρων (κάθε τάγμα είχε το δικό του θέατρο χτισμένο από τους κρατούμενους, όπου δίνονταν παραστάσεις εθνικού- αναμορφωτικού χαρακτήρα ή αντίστοιχες ομιλίες). Ή κουβάλημα πέτρας χωρίς σκοπό, μόνο για φυσική εξόντωση των κρατουμένων. Πέτρες, που ζύγιζαν πάνω από 65 κιλά και έσκιζαν τους ώμους των κρατουμένων αφού ήταν ακατέργαστες, (αντίστοιχες μαρτυρίες), φορτώνονταν από συγκρατούμενους στους ώμους τους και έπρεπε να μεταφερθούν σε αποστάσεις 1,5 χιλιομέτρου, κάτω από τα χτυπήματα των Αλφαμιτών με βούρδουλα ή ξύλα, που ούρλιαζαν «πιο γρήγορα», στο ανηφορικό έδαφος του νησιού.
Το φαγητό ήταν νεροζούμι με ίχνη οσπρίων και κουραμάνα που τελείωνε με δυο- τρεις μπουκιές, για άντρες που δούλευαν εξοντωτικά. Μπακαλιάρος και ρέγκα δινόταν ιδιαίτερα τις μέρες που δεν μπορούσε να προσεγγίσει καΐκι λόγω θαλασσοταραχής και να φέρει νερό. Νερό αντιστοιχούσε ένα παγούρι για κάθε κρατούμενο, για ολόκληρη τη μέρα, χειμώνα -καλοκαίρι, αν υπήρχε και δεν είχε έλλειψη τις μέρες της θαλασσοταραχής. Η στέρηση του νερού ονομάστηκε από τους κρατούμενους «Το μαρτύριο της δίψας».
Η συνειδητοποίηση ότι δεν πρόκειται απλά για μια «ταλαιπωρία» μερικών ημερών ή μηνών, αλλά για χρόνια ολόκληρα, καθημερινού, αποτρόπαιου βασανισμού και εξευτελισμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, καθώς και η σφαγή στο Α'ΕΤΟ, έφεραν τα μακάβρια αποτελέσματα αυτής της βίας, τις “δηλώσεις”. Πολλοί από τους κρατούμενους έκαναν «Δήλωση Μετανοίας». Οι «ανανήψαντες» συνέχιζαν να υφίστανται εξευτελισμούς από τους δήμιους. Όποιος έκανε δήλωση, έπρεπε να βγει στα μεγάφωνα του στρατοπέδου και να διαβάσει τη δήλωσή του, δείχνοντας την προδοσία του προς τους παλιούς του συντρόφους. Τη δήλωση έπρεπε να τη στείλει στον παπά του χωριού του και στις αρχές του τόπου του, για να γίνει γνωστή στην ιδιαίτερη πατρίδα του, ενώ συχνές ήταν οι παρελάσεις των μετανοημένων στις πόλεις για παραδειγματισμό και τρομοκρατία των υπολοίπων πολιτών σε όλη τη χώρα. Το χειρότερο όμως βασανιστήριο για τους μετανοημένους, ήταν η απαιτούμενη από τους δεσμοφύλακες απόδειξη πραγματικής μεταμέλειας, ώστε να αφεθούν τελικά ελεύθεροι. Έπρεπε να πάρουν μέρος στους ατομικούς ή ομαδικούς βασανισμούς των αμετανόητων, δείχνοντας εξέχοντα ζήλο, αλλιώς υφίσταντο ανηλεείς ξυλοδαρμούς, στέρηση φαγητού και νερού, δηλαδή ξανά βασανιστήρια.
«Κράτησε και δεν υπέγραψε το 10% περίπου και άλλο ένα 20% περίπου πήρε πίσω, ανακάλεσε τη δήλωση, συνολικό ποσοστό 30%.
Αυτό, καταρχήν, αποτέλεσε μια επιτυχία για το μοναρχοφασισμό, να σπάσει το 70% των εξορίστων. Και αν λάβουμε υπόψη το κατά τεκμήριο υψηλότερο πολιτικό επίπεδο των εξορίστων (η πλειοψηφία τους δεν ήταν απλά μέλη, αλλά στελέχη του λαϊκού κινήματος πρωτού πιαστούν) σε σχέση με τους στρατιώτες, που αρχικά είχαν συγκεντρωθεί στα στρατιωτικά τάγματα, (πολλοί από αυτούς, μόνο και μόνο διότι ήταν μακρινοί συγγενείς αριστερών, κομμουνιστών, λαϊκών αγωνιστών), τότε καταλαβαίνουμε τι εσήμαινε αυτό. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, ο μοναρχοφασισμός έχασε τη μάχη της Μακρονήσου. Γιατί ο στόχος του ο στρατηγικός ήταν να σπάσει τους αγωνιστές, να διαλύσει αυτή την εστία αντίστασης, να τους μετατρέψει σε άβουλα όργανά του. Σ’ αυτή του την επιδίωξη απότυχε παταγώδικα. Αν λάβουμε υπόψη μας την έκταση, το είδος και τη διάρκεια των βασανιστηρίων που χρησιμοποιήθηκαν σε βάρος των εξόριστων αγωνιστών, τότε σίγουρα μπορούμε να πούμε πως αυτό το 10% ή 30% τελικά που άντεξε ήταν μια επιτυχία του λαϊκού κινήματος. Η σημασία της λαϊκής αντίστασης, της πίστης στα ιδανικά του κομμουνιστικού κινήματος, της αυτοθυσίας και της αφοσίωσης στην υπόθεση του λαϊκού αγώνα, κρατήθηκε ψηλά. Αυτοί κράτησαν το βάρος για νέα πετάγματα του λαϊκού κινήματος στη συνέχεια.
Αλλά και η τεράστια πλειοψηφία εκείνων που υπέκυψαν προσωρινά στη σωματική βία, βγαίνοντας από αυτό το κολαστήριο, σιγά – σιγά ξαναβρήκαν το κουράγιο να αντιταχθούν στο μοναρχοφασισμό και να πάρουν μέρος στους λαϊκούς αγώνες. Πλαισίωσαν αργότερα τις οργανώσεις της ΕΔΑ, μπήκαν στα εργατικά συνδικάτα και άλλες μαζικές οργανώσεις και έδωσαν τις συνεισφορές τους στο λαϊκό αγώνα.
Και υπάρχει ένα ακόμα γεγονός που δείχνει ότι οι μοναρχοφασίστες μπορεί να έσπασαν πολύ κόσμο με τα βασανιστήρια, αλλά σε καμία περίπτωση δεν τον κέρδισαν. Είναι αυτό που συνέβηκε στις εκλογές της 5ης Μάρτη του 1950 στη Μακρόνησο και ειδικά στο Β'ΕΤΟ: όταν το βράδυ εκείνο ανοίχθηκαν οι κάλπες για να καταμετρηθούν οι ψήφοι που είχαν δοθεί, το αποτέλεσμα στο λόχο διοικήσεως που ψήφισαν οι «διαλεγμένοι» στρατιώτες, μαζί και Αλφαμίτες, ήταν η συντριπτική ήττα του Λαϊκού Κόμματος της δεξιάς. Η τεράστια πλειοψηφία των ανδρών του λόχου διοικήσεως είχε ψηφίσει τη δημοκρατική παράταξη και την ΕΠΕΚ. Ο Τζανετάτος, διοικητής του τάγματος, μόλις το έμαθε έχασε τα πασχάλια του, και λιποθύμησε. Μετά τις εκλογές στις 5 Μάρτη 1950 και την άνοδο στην εξουσία της ΕΠΕΚ του Πλαστήρα εκδηλώθηκε κίνηση για ανάκληση δηλώσεων – έφτασαν τους 2000 περίπου οι ανακλησίες. Αυτοί, μαζί με εκείνους που δεν υπέγραψαν (σύνολο περίπου 3000) που το Μάη – Ιούνη 1950 είχαν γυρίσει στο 4ο τάγμα, μεταφέρθηκαν στον Άη Στράτη τον Ιούνη – Ιούλη 1950». (Ι.Ιορδανίδης ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ, εφημερίδα ΛΑΪΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ 30/5/2015).
Χιλιάδες αγωνιστές πέρασαν από το στρατόπεδο συγκέντρωσης και εξορίας στη Μακρόνησο. Αν και έχουν περάσει 70 χρόνια από την ίδρυση του κολαστηρίου, τα επίσημα αρχεία του Στρατού, της εποχής εκείνης, δεν έχουν δοθεί στη δημοσιότητα, παρόλο ότι ζητήθηκαν. Η ντροπιαστική ιστορία και οι βαρύτατες ευθύνες του ελληνικού μετακατοχικού στρατού, μένουν στο σκοτάδι. Κανείς δεν τιμωρήθηκε ποτέ για το απάνθρωπο καθεστώς της Μακρονήσου. Μόνο προσωπικές μαρτυρίες υπάρχουν για τους «αριθμούς». «Τα ερωτηματικά γύρω από τον αριθμό των ανθρώπων που πέρασαν από τη Μακρόνησο εξακολουθούν να παραμένουν. Ο Δημήτριος Ζαφειρόπουλος, (ανήκε στην οργάνωση του Ναπολέοντα Ζέρβα και πήρε μέρος στον εμφύλιο, με τον Εθνικό στρατό, σημ.ΛΔ) στο βιβλίο του Ο αντισυμμοριακός αγών, Αθήναι 1956, σ. 212, συνόψισε ως εξής τους αριθμούς των στρατευσίμων που πέρασαν από τη Μακρόνησο: έφεδροι αξιωματικοί 1.100 («απεδόθησαν εις τον στρατόν 800, παρέμειναν εις την Μακρόνησον ως διοικηταί λόχων και διμοιριών 200, υπέστησαν έκπτωσιν του βαθμού 100 ως αμετανόητοι κομμουνισταί»), οπλίτες 27.770 («απεδόθησαν εις τον στρατόν 15.400, απελύθησαν 6.600, παρέμειναν αμετανόητοι 300»). Παραβλέποντας το γεγονός ότι όσον αφορά τους οπλίτες έχουμε ένα κενό 5.500 ανθρώπων, των οποίων η εξέλιξη δεν αναφέρεται, δεν προσδιορίζεται σε ποιες κατηγορίες ανήκουν οι έφεδροι αυτοί.» (Γιώργος Μαργαρίτης ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 1946- 1949 εκδόσεις ΒΙΒΛΙΟΡΑΜΑ τόμος 2, σελ.584).
Άγνωστος είναι ο αριθμός των νεκρών της Μακρονήσου. Με εξαίρεση τους νεκρούς της σφαγής στο Α'ΕΤΟ, το 1948, για τους οποίους υπάρχει μαρτυρία, καμία άλλη αναφορά δεν έχει βρεθεί. Το σίγουρο είναι πως δεν υπάρχουν τάφοι αγωνιστών πάνω στο ματωμένο νησί. Επίσης σίγουρο είναι πως τους νεκρούς τους πέταγαν τυλιγμένους με πέτρες στη θάλασσα κοντά στο ακατοίκητο νησάκι, Σαν Τζώρτζης, που βρίσκεται λίγο πιο νότια του Μακρονησιού.
Γ. Η αντίπερα όχθη
α. Οι βασανιστές
Για να γνωρίσουν οι νέοι και να θυμούνται οι παλιοί, αναφέρουμε τα ονόματα ορισμένων από τους πιο επιφανείς βασανιστές της Μακρονήσου.
-Μπαϊρακτάρης, Βασιλόπουλος, Σκαλούμπακας,
Σγουρός, Σούλης, κ.α
-Ιωαννίδης, διοικητής του ΕΣΑΪ και του ΕΣΑΓ του Α'ΕΤΟ. Μέλος των ταγμάτων ασφαλείας μετά την Κατοχή. Μετέπειτα χουντικός ηγέτης, διοικητής- βασανιστής της ΕΣΑ, που ευθύνεται για το Πολυτεχνείο και την τραγωδία της Κύπρου.
β. Οι υμνητές
Το ξενόδουλο μοναρχοφασιστικό καθεστώς προσπάθησε να χρυσώσει τις φρικαλεότητες που γίνονταν στο Μακρονήσι με επισκέψεις «επιφανών» παραγόντων του τόπου, αλλά και ξένων. Οι επισκέψεις των βασιλιάδων, Φρειδερίκης και Παύλου, θα μείνουν ιστορικές. Ξένοι δημοσιογράφοι, παράγοντες του ΟΗΕ, αλλά και ο ουσιαστικός κυβερνήτης, τότε, της Ελλάδας, Αμερικάνος στρατηγός Βαν Φλιτ, (των ναπάλμ του Γράμμου), επισκέπτονταν το μαρτυρικό νησί για να διαπιστώσουν ότι πράγματι ήταν «ένα Σχολείο» αναμόρφωσης, ενώ πρεσβευτές ξένων χωρών, πρυτάνεις και καθηγητές ελληνικών πανεπιστημίων, προέβαιναν σε δηλώσεις θαυμασμού για το «έργο» που συντελείτο... Εκτός από τις πασίγνωστες φράσεις του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, για τους «Νέους Παρθενώνες» που χτίζονται πάνω στη Μακρόνησο, πολλοί πνευματικοί άνθρωποι τα δίπλωσαν εκείνη την εποχή και με δηλώσεις τους ή επισκέψεις στη Μακρόνησο, ύμνησαν τις αγριότητες στο Μακρονήσι.
Ο μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Τσάτσος, είχε αναφέρει χαρακτηριστικά: «Μακάρι όλη η Ελλάδα να ήταν μια Μακρόνησος. (...) Όλοι στη ζωή μας πρέπει να περνάμε ένα Μακρονήσι. Η Μακρόνησος μακραίνει και πλαταίνει. Σε λίγο θα σκεπάσει όλη την Ελλάδα... (υπογρ. Λ.Δ.) Η ζωή που περνάτε εδώ είναι μια ευλογία. Θέλω να σας πω ένα μεγάλο ευχαριστώ για ό,τι είδα σήμερα. Αυτό το θέαμα μου δίνει δύναμη και θα το διακηρύξω παντού».
Στη Μακρόνησο εκδόθηκε και περιοδικό για την «αναμόρφωση», για να... ξεστραβώνονται οι κρατούμενοι. Το όνομά του ήταν «ο Σκαπανεύς», όργανο και των τριών Ταγμάτων της Μακρονήσου. Αρχισυντάκτης τού εν λόγω περιοδικού ήταν ο Μάκης Δόγκας, γνωστός σε όλη τη Μακρόνησο για την αχρειότητά του. Σε αυτό το περιοδικό δημοσίευσαν αντικομμουνιστικά κείμενά τους, δυστυχώς, και μερικά πολύ γνωστά ονόματα του ελληνικού πνευματικού κόσμου, όπως ο Γρηγόρης Ξενόπουλος, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο Α. Κεραμόπουλος, ο Σωτήρης Σκίπης, ο Ανδρέας Καραντώνης, ο Σπύρος Μελάς, ο Πέτρος Χάρης, η Ελένη Ουράνη ή Άλκης Θρύλος και η Σοφία Σπανούδη. Συνεργάτες του Σκαπανέως υπήρξαν επίσης οι φανατικοί αντικομμουνιστές μητροπολίτες της Χίου Παντελεήμων και της Σύρου Φιλάρετος, καθώς και μερικοί αρχιμανδρίτες, που υπηρετούσαν τότε στη Μακρόνησο ως εκκλησιαστικοί «κατηχητές».
Παρόμοιες δηλώσεις έκαναν και οι: Στρατής Μυριβήλης, που είχε εκείνη την εποχή εξελιχθεί σε αδιάλλακτο αντικομμουνιστή, ο Σωτήρης Σκίπης δηλώνοντας ότι «σήμερα οι ποιητές πρέπει να είναι στρατιώτες»,ο Καραγάτσης, που αποφάνθηκε πως «οι διανοούμενοι έχουν σήμερα υποχρέωση να αποδείξουν στον ελληνικό λαό με ατράνταχτα επιστημονικά επιχειρήματα ότι η κομμουνιστική βιοθεωρία αντιβαίνει στη φύση του ανθρώπου». Στη θλιβερή σειρά και ο σκιτσογράφος Φωκίων Δημητριάδης, που εμφανιζόταν ως ένθερμος υποστηρικτής της λειτουργίας της Μακρονήσου, που την είχε τότε επισκεφτεί.
Δ. Οι λανθασμένες θέσεις της ηγεσίας του ΚΚΕ
Ήδη από την περίοδο της κατοχής, «Η καθοδήγηση του ΚΚΕ θεωρούσε πως οι Άγγλοι έχοντας «μεγάλα στρατηγικά συμφέροντα στην Ελλάδα», σε καμιά περίπτωση δεν θα επέτρεπαν ώστε το ΚΚΕ να καταλάβει την εξουσία. Δεν πίστευε εξάλλου, η καθοδήγηση του ΚΚΕ, πως μπορούσαμε να πάμε κόντρα στους Άγγλους και να καταλάβουμε την εξουσία». (ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΕ ΤΗΣ ΟΜΛΕ ΓΙΑ ΤΑ 56 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΚΚΕ, ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ 1975, σελ.27).
Κάτω από αυτή την ηττοπαθή αντίληψη, ο ανυπέρβλητος σε ηρωισμό αγώνας του ΔΣΕ, 1946- 1949, χρησιμοποιήθηκε όχι σαν η ανώτερη εκείνη μορφή πάλης που θα όφειλε να οδηγήσει στην κατάληψη της εξουσίας από το επαναστατικό κίνημα, αλλά σαν ένα μέσο πίεσης, για να εξαναγκαστεί ο μοναρχοφασισμός να αποδεχτεί μια «έντιμη δημοκρατική λύση» του εσωτερικού προβλήματος.
Οι Μακρονησιώτες αγωνιστές δεν είχαν να αντιπαλέψουν μόνο με τις ναζιστικές μέθοδες αναμόρφωσης. Η απογοήτευση από τη γραμμή υποχώρησης που εφάρμοσε η ηγεσία του ΚΚΕ, από το Λίβανο, την Καζέρτα, τη Βάρκιζα, μέχρι την καθοριστική αργοπορία στο ξεδίπλωμα του δεύτερου αντάρτικου και τελικά η ήττα του, επιδρούσαν αρνητικά στο ηθικό των κρατουμένων. Παρόλο που έφταναν πληροφορίες για την κατάσταση στα κέντρα παρουσιάσεως των στρατευσίμων και στη Μακρόνησο, οι αγωνιστές πήγαιναν εκεί χωρίς καθοδήγηση για το πώς θα αντιμετωπίσουν την κατάσταση. «Πληροφορίες που έφταναν ανέφεραν για τα βασανιστήρια που συνεχίζονταν εκεί. Τα στοιχεία ήταν συγκεκριμένα, που όφειλε η καθοδήγηση να τα αξιοποιήσει προετοιμάζοντας τον κόσμο για τις μάχες που επέρχονταν. Καμιά προετοιμασία, καμιά ενημέρωση, ούτε στα στελέχη της πολιτικής οργάνωσης. Με το «επιχείρημα» να μην τρομοκρατηθεί ο κόσμος, τον άφησαν χωρίς μια σωστή πληροφόρηση, έρμαιο της αρβύλας που αλώνιζε τα μυαλά των εξορίστων πότε «πληροφορώντας» τους πως εκεί «καλοπερνάνε» όσοι πήγαν, με καλό φαΐ και τσιγάρα και πότε τα ακριβώς αντίθετα. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά.». (Ι.Ιορδανίδης ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ, εφημερίδα ΛΑΪΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ 30/5/2015).
ΙΙΙ. Η σφαγή στο Α΄ΕΤΟ
Έως τις αρχές του 1948 η «αναμόρφωση» δεν είχε αποδώσει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Η βασική μάζα των στρατιωτών ακόμα κρατούσε. Ειδικά στο Α΄ΕΤΟ, το «κόκκινο τάγμα». Το Σεπτέμβρη του 1947, δυο μόλις μήνες από την εγκατάστασή του στη Μακρόνησο, όλο το τάγμα αποφάσισε: «Δε βάζουμε υπογραφή σε κανένα χαρτί που μας παρουσιάζουνε». Και αυτό τηρήθηκε.
Αυτή η ανυποχώρητη στάση μόνο με έγκλημα μπορούσε να καμφθεί. Και η διοίκηση της Μακρονήσου, ήταν πρόθυμη να το διαπράξει.
Να πώς περιγράφει ο αξέχαστος σύντροφός μας, Νίκος Βοσνίδης, τη σφαγή στο Α'ΕΤΟ:
«Την Κυριακή το πρωί, στις 29 Φλεβάρη το 1948, κάναμε το πρωινό προσκλητήριο στο γήπεδο του Στρατοπέδου, και αφού τελείωσε το προσκλητήριο μας είπαν να πάμε στο χώρο του Θεάτρου για να γίνει μια θρησκευτική ομιλία. Άρχισαν οι λόγοι, 6.000 στρατός, εφτά λόχοι ήταν, 800-900 άτομα ο κάθε ένας, και κατευθυνόμασταν προς το θέατρο. Εκεί που τελείωνε ο στρατός, στον τελευταίο λόχο όρμησαν ορισμένοι Αλφαμίδες επάνω και άρχισαν να χτυπάνε τους στρατιώτες. Αρχίσαμε να διαμαρτυρόμαστε, να φωνάζουμε τι γίνεται, αίσχος, τι κατάσταση είναι αυτή, και εκείνη την ώρα είχαν έτοιμα τα πολυβόλα, πάνω από το Λόχο Διοικήσεως, και βάλαν με τα πολυβόλα μέσα στον κόσμο. Έτσι, δίχως καμία άλλη εξήγηση. Το αποτέλεσμα ήταν να σκοτωθούνε έξι άτομα και να τραυματιστούν 10-11 άλλοι, οπότε σταματήσαμε οι υπόλοιποι, κατεβήκαμε μπροστά στη σκηνή του Διοικητή και αρχίσαμε να διαμαρτυρόμαστε. Φωνάζαμε: «Θέλουμε δικαιοσύνη» «Τι κατάσταση είναι αυτή», κατεβάσαμε τη σημαία μεσίστια, τραγουδήσαμε τον Εθνικό Ύμνο. Τελικά μετά από μια ώρα ήρθε ο Βασιλόπουλος, που είχε διοριστεί για να προκαλέσει τα γεγονότα αυτά - εκείνες τις μέρες τον είχαν αλλάξει, γιατί, απ’ ό,τι φαίνεται, ο προηγούμενος διοικητής, ο Κωνσταντόπουλος, δεν είχε δεχτεί να αναλάβει να κάνει το έγκλημα. Είπε θα αποδώσει δικαιοσύνη, μαζευτήκαμε στις σκηνές μας εμείς και περιμέναμε. Αλλά αυτοί ετοιμάζανε άλλα, δεν ικανοποιήθηκαν μ’ αυτά τα γεγονότα.
Ξενυχτήσαμε μέσα στις σκηνές φοβισμένοι και την άλλη μέρα το πρωί ήρθε ο Μπαϊρακτάρης με την ακταιωρό, μπροστά από το Μακρονήσι και φώναζε από τα μεγάφωνα «Συγκεντρωθείτε στον 7ο λόχο, αφήστε τους μερικούς κομμουνιστές, συγκεντρωθείτε εκεί για να γλυτώσετε από τους κομμουνιστές. Εγκαταλείψτε τους».
Κανένας όμως δεν κουνιόταν. Άρχισε να λέει ότι όποιος δεν πάει στις 11 η ώρα θα μετανιώσει πικρά, και κάθε τέταρτο που περνούσε μας έλεγε ότι έμεινε μία ώρα, τρία/τέταρτα, μισή ώρα, ώσπου έφτασε 11 η ώρα και φέρανε τους ροπαλοφόρους με τα μπαμπού στα χέρια, αρχίσανε να μας βαράνε, να μας χτυπάνε, τους λέγαμε αδέλφια μας είστε, γιατί μας χτυπάτε; τι κάναμε; Αλλά όταν είδαν ότι με τα μπαμπού δεν μπορούσαν να διαλύσουν και να ποδοπατήσουν τους κρατούμενους, τους απέσυραν και τους έδωσαν τα αυτόματα στο χέρι (εννοεί τους Αλφαμίτες, σημ.ΛΔ). Και αρχίσανε αυτοί να ρίχνουν ριπές μέσα στον κόσμο. Υποχρεωτικά μαζευτήκαμε κάτω, συγκεντρωθήκαμε μεταξύ των μαγειρείων και της θάλασσας που ήταν μια απόσταση 50μ., μας κλείσαν και από τις δυο πλευρές και μη έχοντας τι άλλο να κάνουμε εμείς - ορισμένοι πέφταν στη θάλασσα για να πνιγούν - βλέποντας αυτή την κατάσταση καθίσαμε προσοχή και ψάλλαμε τον Εθνικό Ύμνο....
....Πριν πάμε στη δίκη του Λαυρίου, τα θύματα που είχαμε, τους νεκρούς που είχαμε από την πρώτη μέρα, είχαμε πάρει άδεια να τους θάψουμε πάνω στο Μακρονήσι, και ετοιμαζόμασταν για την ταφή. Αλλά ο Μπαϊρακτάρης, επειδή είδε τις κινήσεις αυτές, γιατί παρακολουθούσαν όλες μας τις ενέργειες, έδωσε εντολή να πάρουν τους νεκρούς και να τους πάνε στο Κέντρο Παρουσιάσεως 2.000 μ. πάρα κάτω για να τους φορτώσουν στο καΐκι και να τους πάνε στο Λαύριο.
Μαζί τους πήρανε και ένα στρατιώτη τον Γρηγόρη τον Μαγριπλή, για να τους βοηθήσει, να φορτώσει τους νεκρούς στο καΐκι. Γυρνώντας ο Μαγριπλής από το Κέντρο Παρουσιάσεως με τα πόδια και μόνος, γιατί τον εγκατέλειψαν, τον περιλάβανε στο φυλάκιο και τον μαυρίσανε στο ξύλο. Όταν έφτασε στο στρατόπεδο κοντά και τον είδαμε εμείς, αρχίσαμε να διαμαρτυρόμαστε, να φωνάζουμε, να τον τραβάμε από τα χέρια. Αυτοί δεν τον άφηναν, μας απειλούσαν με τα αυτόματα, και εκείνη την ώρα άλλος έπαιρνε πέτρα, άλλος προσπερνούσε, κι εκείνη τη στιγμή επειδή μας απειλούσαν, ανοίγω εγώ τα στήθια μου, και του λέω: «Βάρα, ρε, άναδρε!» Όταν είπα αυτό, ορμήσαν οι άλλοι πήραν τον στρατιώτη από τα χέρια του Αλφαμίτη. Αυτό ήταν, με σταμπάρισαν και μετά που μας συγκέντρωσαν στον 7ο λόχο, με αναγνώρισε και ήρθε και με πήρε για να περάσω μέσα από 50-100 μπαμπού που χτυπούσαν τους στρατιώτες. Περνώντας μέσα από κει κάποιο ήρθε πάνω στο κεφάλι μου έπεσα κάτω εγώ και με πετάξανε για νεκρό πίσω από την ουρά. Όταν μαζέψανε τους κρατουμένους, 165 άτομα, για μια στιγμή εγώ άνοιξα τα μάτια μου, γιατί δεν ήξερα που βρισκόμουν. Ακούω και μιλάγανε: «Αυτός ζει ακόμα, ζει». Με πήραν και με πήγανε στη γραμμή του Στρατοδικείου» (από τη συνέντευξη του Ν.Βοσνίδη στο ΛΑΪΚΟ ΔΡΟΜΟ, 9/5/1998).
Συγκλονιστική, ηρωική στιγμή Αντίστασης, οι ακίνητοι, πολυβολούμενοι, φαντάροι του Α'ΕΤΟ, ψέλνοντας τον Εθνικό ύμνο!
Η πορεία των σκαπανέων σαν τα σμήνη των πουλιών περνάει από το βόρειο τμήμα στη θάλασσα και από κεί στη νότια χαράδρα, όπου πάρα πολλοί σκοτώνονται. Τα βράχια και η θάλασσα βάφονται από το αίμα των ηρωικών σκαπανέων, ενώ τα βογγητά των τραυματισμένων μπερδεύονται με τον ήχο των πολυβόλων και τα χτυπήματα των Αλφαμιτών με ξύλα και σίδερα πάνω στα κορμιά, τραυματισμένων και όρθιων.
Ως «αρχηγός της στάσης», γιατί για υποτιθέμενη «στάση» των κρατουμένων που έπρεπε να καταστείλουν μίλησαν οι αρχές του Μακρονησιού, για να δικαιολογήσουν την αποτρόπαιη εγκληματική ενέργεια, δηλώθηκε ο Αριστείδης Αρσένης και «άμεσοι βοηθοί» οι Νίκος Αμπατιέλος, Νίκος Βοσνίδης, Παρίσης Κατσαρός και Νίκος Μπαλτάς. Αυτοί οι 5, μαζί με άλλους 109 σκαπανείς παραπέμφθηκαν στο στρατοδικείο με την κατηγορία της έσχατης προδοσίας. Οι 5 «αρχηγοί» καταδικάστηκαν σε θάνατο, που αργότερα, μετά την κατακραυγή, μετατράπηκε σε 15, 12 ή 6 χρόνια φυλάκισης.
Να πώς περιγράφει την τύχη των νεκρών στρατιωτών του Α'ΕΤΟ, μετά τη σφαγή, ο Μίμης Βρονταμίτης, καπετάνιος του καϊκιού που κουβάλαγε νερό, τρόφιμα, νεοφερμένους στο κολαστήριο: «Στο φοβερό ντουφεκίδι του Μάρτη του 1948, ο Σκαλούμπακας μου κόλλησε το πιστόλι στο κεφάλι και με απειλές με διέταξε να κουβαλάω σκοτωμένους φαντάρους πέρα μακρυά στον Κάβο Ντόρο, στο ξερόνησο Σαν Τζιόρτζιο. Στο Γ' Τάγμα φόρτωνα τους νεκρούς φαντάρους, που τους εξέταζε ο γιατρός Μαλάμης κι έγραφε στο πιστοποιητικό θανάτου τη λέξη «νεκρός». Ήτανε δίπλα στο γιατρό Μαλάμη και δυο άλλοι γιατροί.
.... Σ' ένα δρομολόγιο φορτώσαμε 185 νεκρούς φαντάρους.
....Ανοιγόμασταν τη νύχτα στον Κάβο Ντόρο. Εκεί στο Σαν Τζιόρτζιο περίμενε καράβι πολεμικό. Οι ναύτες παίρνανε τους σκοτωμένους φαντάρους και τους χώνανε μέσα σε συρμάτινα δίχτυα με βαρίδια και τους φουντάρανε στο βυθό της θάλασσας. Αυτό ξανάγινε.
Οι νεκροί όλοι- όλοι ήταν κοντά 350, τους μέτραγα έναν -έναν και ήταν 350 φαντάροι νεκροί. Αυτή ήταν η πιο τραγική εμπειρία που έζησα στη ζωή μου». (Από το βιβλίο «ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ ιστορικός τόπος», ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, τόμος Α' σελ.579). Οι «θεματοφύλακες» της πατρίδας ξεφορτώνονταν νύχτα τα ...θεάρεστα έργα τους.
ΙV. Μαρτυρίες
Μα- κρό- νη- σος.
Τι ματωμένες συλλαβές.
Πολ Ελυάρ
α. Μόνο βασανιστήρια
α.1.
Ξεχωριστή είναι η μαρτυρία του Ισαάκ Ιορδανίδη για τον ακατάβλητο «ΑΓΩΝΙΣΤΗ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ», Γιάννη Χοντζέα, στο Λ.Δ. της 5/11/1994. «Πρέπει ιδιαίτερα να μνημονευθεί η δοκιμασία της Μακρονήσου. Το φθινόπωρο του 1949 όταν οι πολιτικοί εξόριστοι παραδόθηκαν στην «αναμορφωτική» μανία του στρατού, ο Γιάννης Χοντζέας μεταφέρθηκε, μαζί με τους άλλους νεολαίους, από το πολιτικό (4ο) τάγμα στο περιβόητο Α'ΕΤΟ των Βασιλόπουλου -Ιωαννίδη, όπου βασανίστηκε άγρια. Άντεξε παλικαρίσια τα βασανιστήρια των αλφαμιτών και πέρασε στο «σύρμα», (χώρος απομόνωσης, περιφραγμένος με συρματόπλεγμα, όπου κρατούνταν εκείνοι που δεν είχαν υποκύψει), μαζί με άλλους 100 περίπου νέους αγωνιστές (από το σύνολο των 1200 περίπου, που είχαν μεταφερθεί στο Α'ΕΤΟ)».
α.2.
Ο εξαίρετος σύντροφος, Παντελής Λιότσος, ο καπετάν Κόρακας του ΕΛΑΣ, που πολέμησε στο αλβανικό μέτωπο ως έφεδρος ανθυπολοχαγός ενάντια στους φασίστες κατακτητές και ήταν μάλιστα ο πρώτος Έλληνας έφεδρος ανθυπολοχαγός που μπήκε στο Αργυρόκαστρο, διηγείται: «Στη Μακρόνησο με πήγε συνοδεία ένας ανθυπολοχαγός και με παρέδωσε στο Λαύριο στην Υπηρεσία. Εκεί ήταν άλλοι είκοσι πέντε έφεδροι αξιωματικοί, μεταξύ των οποίων και ο Κώστας Δεσποτόπουλος, κατόπιν Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών.
Η υπηρεσία την ίδια μέρα, στις 5 του Μάη του 1948, μας μετέφερε στο Γ’ Κέντρο, στη Μακρόνησο. Και ο μεν Δεσποτόπουλος μεταφέρθηκε στον κλωβό, όπου ήταν και προηγούμενα, οι άλλοι έκαναν δήλωση και έμεινα μόνος μου μπροστά στο γραφείο του διοικητή συνταγματάρχη Νταούλη, επί τρεις ώρες, οπότε με ρώτησε: «Γιατί σε φέραν εδώ;» Και του απάντησα: «Γιατί πολέμησα τους Γερμανούς.»
Αμέσως διέταξε και με πήραν οι Αλφαμίτες, οι οποίοι με βασάνισαν μέχρι το πρωί, οπότε με μετέφεραν στα χέρια μέσα στον κλωβό των στρατιωτών, γιατί δεν μπορούσα να περπατήσω - εκεί, όπου ήταν και άλλοι 200 κρατούμενοι στρατιώτες και καθαιρεθέντες αξιωματικοί.
Έμεινα κατάκοιτος σε μια σκηνή με άλλους δύο επί 15 ημέρες, γιατί δεν μπορούσα να περπατήσω, οπότε ένας ανθυπίατρος με έστειλε στην Αθήνα στο Νοσοκομείο Ευαγγελισμός. Εκεί έμεινα 20 ημέρες, οπότε κατάφερα να περπατήσω. Με μετέφεραν στη συνέχεια στον κλωβό στη Μακρόνησο, όπου συνεχίζονταν τα βασανιστήρια.
Στο τέλος Σεπτεμβρίου του 1948 με πήγαν στη ΣΦΑ κατηγορούμενο για ανθρωποκτονία. (Ήταν τόσο ψεύτικα κατασκευασμένη η κατηγορία που ακόμα και οι συγγενείς του θύματος κατέθεσαν πως ήταν αθώος. Σημ. Λ.Δ.) Διοικητής στη ΣΦΑ ήταν ο Θωμάς Σούλης, απότακτος Ταγματάρχης σαν ομοφυλόφιλος, ο οποίος με παρέδωσε στον αρχιβασανιστή τον Κοθρά, ο οποίος με έβαλε στην απομόνωση και με κρατούσε όρθιο συνεχώς. Με χτυπούσαν με ξύλα και με σιδερόβεργες συνέχεια, με έριχναν στη θάλασσα και όταν έχανα τις αισθήσεις μου μου έριχναν νερό στις πλάτες». («ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ ιστορικός τόπος», ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, τόμος Β' σελ.107).
β. Γυναίκες στη Μακρόνησο
Διαβάζουμε από το κείμενο της Αφροδίτης Μαυροειδή Παντελάκου «Στρατόπεδα Γυναικών», ΑΛΦΕΙΟΣ, σελ.282):
«Να μια μονάχα αφήγηση της απλοϊκής χωριατοπούλας Διαμάντως Καραμπέτσου, χαρακτηριστική για τον τρόπο που προσπάθησαν χωρίς επιτυχία να της αποσπάσουν τη «δήλωση»:
"... Το βράδυ κατά τις εννιά με δέκα η ώρα με πήρανε και με πήγανε στο Α2 γραφείο. Μόλις μπήκα μέσα μου λένε, αυτό είναι καλό κορίτσι και θα κάνει δήλωση. Εγώ δεν μίλησα. Η σκηνή ήταν γεμάτη από αξιωματικούς και Αλφαμίτες που έτρωγαν. Σχεδόν είχαν τελειώσει και έβαζαν να φάνε τα μήλα τους. Μπαίνοντας μέσα είχα τα χέρια μου στις τσέπες, στο παλτό. Με ρωτάνε από πού είμαι και τους λέω από την Κόνιτσα. Μου λένε, να κάνεις μια δήλωση και να πας στο σπίτι σου. Τους λέω, εγώ δεν έκανα τίποτα και έτσι δεν κάνω δήλωση. Μετά άρχισαν να με αγριεύουν. Μου λένε, βγάλε τα χέρια σου από τις τσέπες ο αξιωματικός σου μιλά. Βγάνω τα χέρια μου από τις τσέπες. Θα κάνεις δήλωση, μου λέει. Όχι, τους λέω, γιατί με λυσσάξανε απ' το πρωί στο ξύλο χωρίς λόγο. Άρχισαν να με χτυπούν. Κατακεφαλιές, βουρδουλιές, κλωτσιές, τράβηγμα από τα μαλλιά, με χτυπούσαν στο κεφάλι πιο πολύ. Εγώ φώναζα: Μανούλα μου τι άνθρωποι είναι αυτοί που σκοτώνουν τον κόσμο στο ξύλο; Θα με σκοτώσουν απόψε. Δεν έχουν μανάδες, γυναίκες και αδερφές; Εκεί που φώναζα, ο Παπαγιαννόπουλος πήγε να μου βάλει το χέρι στο στόμα. Εγώ το τράβηξα και συνέχισα να φωνάζω. Τότε με τραβάει απ' τα μαλλιά, ενώ άλλος μου έκοβε σκαμπίλια, άλλος κλωτσές κι άλλος με έσπρωχνε, για να με πάνε στο τραπέζι εκεί που γράφανε. Μου τραβούσαν το χέρι για να μου το βάλουν στο μελάνι. Εγώ είχα σφίξει το χέρι μου κλειστό και μόλις έφτασα στο τραπέζι, δίνω μια και ρίχνω κάτω τα μελάνια τους. ...... Και με χτυπούσαν. Με πάνε ξανά στο τραπέζι για να μου βάλουν το δάχτυλο στο μελάνι και μου λέγανε: άντε λίγο ακόμα και το κούμπησες το δάχτυλο. Εγώ φώναζα, όχι! όχι! Τους λέω, τι με τραβολογάτε τόσοι άντρες να μου κουμπήσετε το δάχτυλο; Εγώ ξέρω γράμματα για την υπογραφή μου. Μου λέει ο Παπαγιαννόπουλος, τη βάζουμε εμείς την υπογραφή σου. Τέτοιες ψευτοδηλώσεις, τους λέω, κοιτάτε να παίρνετε; Αυτοί γελούσαν όλοι. Αν είχα την ευχαρίστηση να έρθω μονάχη μου... όχι να με τραβολογάτε με το ζόρι. Ήθελαν να με βγάλουν έξω και ο Αλφαμίτης Κλης Γκάσιος τους έγνεφε να με πάρουν πάλι. Και με πήραν και με χτυπούσαν. Τότε, λέει ο Παπαγιαννόπουλος στον Αλφαμίτη: Το έχεις το όπλο σου; Πάρτηνε και πήγαινέ τη στη χαράδρα και ξεμπέρδεψέ την. Δεν μίλησα. Ύστερα έρχεται ο Παπαγιαννόπουλος προς τα μένα, όπως ήμουνα εγώ κοντή κι αυτός ψηλός, και μου λέει: Ξέρεις πως θα σε πάνε στη χαράδρα και θα σε ξεμπερδέψουν; Όπου θέλουν ας με πάνε, του λέω. Με πήρε ένας αλφαμίτης και με πήγε από το άλλο μέρος της σκηνής. Έψαχνε τις σκηνές να μην είναι άλλες γυναίκες μέσα. Με πήγε στην τελευταία σκηνή μόνη μου. Μόλις πήγαμε μπήκε πρώτα ο αλφαμίτης μέσα με το φακό. Εγώ στάθηκα στην πόρτα. Μου λέει, πέρασε μέσα. Καλά θα έρθω, του λέω. Έβγα εσύ έξω. Το σταυρό σου, μου λέει κι φεύγει.
Καθόμουνα μόνη μου και αργά τη νύχτα έφεραν τη Β. Γκοβάτσου. Μόλις μπήκε μέσα και έφυγε ο αλφαμίτης της μίλησα και μου είπε ποια είναι. Εγώ δεν μπόρεσα να καταλάβω, γιατί δεν μπορούσα να έρθω στα λογικά μου από το ξύλο. Και όταν έφεξε τη γνώρισα. Όλη τη νύχτα, δεν μ' έπιασε ύπνος. Σκεφτόμουνα μήπως μου είχαν ακουμπήσει το δάχτυλό μου στο μελάνι και είχα κάνει δήλωση. Και έλεγα, Παναγία μου, φώτισε καμιά φορά να ιδώ το δάχτυλό μου, αν έχει μελάνι.
Και φώτισε καμιά φορά και το δάχτυλό μου δεν είχε μελάνι ... "».
γ. Τα παιδιά στη Μακρόνησο
Στις 30 Γενάρη του 1950 όλες οι γυναίκες και οι μανάδες του ΕΣΑΓ, κάτω από τα ουρλιαχτά του Ιωαννίδη, κλήθηκαν να παρουσιαστούν με τα παιδιά τους. Περιγράφει η Ναταλία Αποστολοπούλου τα δραματικά γεγονότα της μέρας: «Ώσπου μια στιγμή ακούνε: «Ο Εθνικός Στρατός παίρνει τα παιδιά από τις ανάξιες μανάδες!». Κόπηκε η πνοή των μανάδων. Σπάραξαν τα παιδάκια! Χύθηκαν οι Αλφαμίτες σαν όρνια στις μητρικές αγκαλιές. Οι μανάδες σφίξανε πάνω τους τα παιδιά τους με απόγνωση! Γραπώθηκαν κι εκείνα τη στιγμή του κινδύνου στις μανάδες τους, δένοντας τα χεράκια τους σφιχτά γύρω στους μητρικούς λαιμούς. Γινήκανε σύμπλεγμα αξεχώριστο.....
Αντισταθήκανε οι μανάδες να κρατήσουν τα παιδιά τους, μα οι γενίτσαροι ήταν πάνοπλοι και δυνατοί. Νικήθηκαν στην άνιση μάχη και χάσαν τα σπλάχνα τους...
Τα παιδιά σπάραζαν στις αγκαλιές και τα χέρια των Αλφαμιτών, καθώς ξεμάκραιναν από τις μανάδες τους. Η κραυγή τους: «μαμά μουου! μαμά μουου!», έσκιζε τις καρδιές μας μέσα στην παγωνιά του γεναριάτικου πρωινού και της φουρτουνιασμένης θάλασσας. Και είδαμε τότε πως πολλές θέσεις άδειαζαν... από τις μωρομάνες, όμως, καμιά δεν κουνήθηκε από τις θέσεις τους! Καμιά! Και τους αξίζει έπαινος! Αθάνατες! Αθάνατες!». («ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ ιστορικός τόπος», ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, τόμος Β' σελ.482).
Κείμενα - Επιμέλεια Τάνια Ζωγράφου - Εφημερίδα Λαϊκός Δρόμος
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 14/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη