Για την Αμαλία Τσακνιά
Για τη μνήμη που μένει αθρυμμάτιστη

Δυο λόγια με αφορμή ένα ποίημα της ποιήτριας και μεταφράστριας Αμαλίας Τσακνιά. Μιλά για την μνήμη που δεν σβήνει ποτέ και επανέρχεται. Αναφέρεται ακόμη στον μόχθο της ποιήτριας και στο ότι δεν πρέπει να την λησμονούμε. Το κείμενο είναι αφιερωμένο στην Σοφία Γεωργακοπούλου, καθηγήτρια Λατινικής Φιλολογίας του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Ανδρέας Λαμπέτης, μεταπτυχιακός φοιτητής της κλασικής Φιλολογίας, Universität Hamburg / Humboldt Universität zu Berlin

Με αφορμή ένα ποίημα της Αμαλίας Τσακνιά: όταν οι στίχοι απρόσκλητοι ανασταίνουν την μνήμη

«Έτσι απλά»

Έτσι απλά φεύγουν μια μέρα

εκείνοι που αγαπήσαμε

στρίβουνε στη γωνιά του δρόμου

χωρίς ούτε ένα νεύμα αποχαιρετισμού.

Τώρα το σπίτι έχει περισσότερο χώρο

μετακινούμε κάποια έπιπλα

συγυρίζουμε

έχουν μείνει κάτι παλιά χαρτιά στο τραπέζι

αποδείξεις και λογαριασμοί

εμείς διακριτικά τα μαζεύουμε

αλλά όταν πάμε να τα κάψουμε αυτά δεν καίγονται

τσουρουφλίζονται στα δάχτυλά μας

τα σκίζουμε σε μικρά κομμάτια

τα θάβουμε στον κήπο

με το βράδυ να τα πάλι στο τραπέζι

κιτρινισμένα

καψαλισμένα στις άκρες

κι εμείς μπαινοβγαίνουμε αφηρημένα στο σπίτι

που έχει τώρα περισσότερο χώρο

γιατί ένας ένας φύγαν εκείνοι που αγαπήσαμε

έτσι απλά κι αθόρυβα μια μέρα

έστριψαν στη γωνιά του δρόμου.

Αμαλία Τσακνιά, Τα ποιήματα (1969 - 1984), Στιγμή, Αθήνα 2000

Το κείμενο είναι αφιερωμένο στην δασκάλα μου Σοφία Γεωργακοπούλου. Για την μνήμη που μένει αθρυμμάτιστη.

Αμέτρητες είναι οι μνήμες που συλλέγουμε στο ταξίδι της ζωής μας. Κάποιες φαίνονται ανθεκτικές, άλλες πάλι σκορπούν σαν την άμμο μπρος στο φρέσκο αγέρι που φέρνει νέους ανθρώπους, με πρόσωπα και λόγια αλλιώτικα, με μνήμες νεογέννητες. Κι αναπολώντας τα όσα ζήσαμε και ζούμε, έρχεται μια στιγμή που νιώθουμε όλη η ζωή μας να είναι ένα υφαντό, υφασμένο από χέρια δικά και ξένα. Κατάστικτο απ’ τα ρηχά ή βαθιά ίχνη των συνανθρώπων μας. Όλων αυτών που τους απλώνουμε το χέρι, ζητώντας συμπαράσταση στον αγώνα μας, για να γνωρίσουμε και να χαρούμε τον κόσμο που μας περιβάλλει. Κι όταν μιαν ανύποπτη στιγμή μας βρουν στίχοι σαν αυτούς της Αμαλίας Τσακνιά· στίχοι που μιλάνε για τους αγαπημένους που είναι φευγάτοι πια κάτω από ξένους ουρανούς ή εκεί που σταματά του χρόνου η κλεψύδρα, στεκόμαστε για λίγο σιωπηλοί και ξαναπιάνουμε ν’ αντικρίζουμε το υφαντό της ζωή μας. Ακουμπάμε το βλέμμα μας πάνω του και βλέπουμε να ζωντανεύουν ξανά ίχνη που τα πιστέψαμε για ξεχασμένα. Έρχονται μπρος στα μάτια μας οι παιδικοί μας χρόνοι, στίχοι, μουσικές, παιχνίδια, μυρωδιές, πληγές κι ευτυχίες. Μια κουβέντα στοργική ή μια αυστηρή παρατήρηση σ’ ένα αμφιθέατρο κάπου σ’ ένα σκοτεινό κτήριο. Τα πάθη των ποιητών που έφυγαν νωρίς. Ο παλιός γλυκός ήχος της καμπάνας που δεν πιστεύουμε πια. Ένα βιβλίο εξαντλημένο που τόσο το χρειαστήκαμε, ώστε γυρέψαμε να μας το φωτοτυπήσουν έναντι μιας χαμηλής αμοιβής. Μετά το τοποθετήσαμε πλάι στο προσκεφάλι μας, για να κάνουμε μέρα με την ημέρα δικά μας τα βάσανα και τις ελπίδες εκείνης της Κοραλίας που έναν Δεκέμβρη του 1976 ο αττικός ουρανός την είδε να πετάει μαυροφορεμένο πουλί, βάφοντας κόκκινα τα παγερά δάπεδα που δεν νιώθουν. Εμάς μας έμεινε η κατάφαση για την ζωή και αντέχουμε ακόμη.

Μέσα σ’ αυτόν τον ποταμό από αναμνήσεις καυτερές, ξεπροβάλλουν και κάτι άλλες μνήμες που δροσίζουν. Όπως όταν σ’ ένα βιβλιοπωλείο   είδαμε ένα βιβλιαράκι του Guy de Maupassant., ίδιο κομψοτέχνημα, να φέρει τον παράδοξο τίτλο «Η Χοντρομπαλού». Το αγοράσαμε απ’ το υστέρημά μας και με αδημονία χωθήκαμε μες στις σελίδες του, βρίσκοντας ομορφιές κι αλήθειες σωρό. Έπειτα θελήσαμε να μοιραστούμε την χαρά μας, δωρίζοντάς το σε πρόσωπα αγαπημένα. Πέταξε το βιβλίο απ’ τα χέρια μας, μα έμεινε ο πλούτος του χαρίσματος και της σκέψης ότι βρίσκεται πια στην καρδιά κάποιου που κάπως το εννόησε. Αλήθεια, όμως, λησμονήσαμε να θυμηθούμε κι εκείνον που κόπιασε, για να ντύσει το ξένο κείμενο στη γλώσσα τη δική μας. Ήταν η ποιήτρια, ανθολόγος και μεταφράστρια Αμαλία Τσακνιά. Το χαμηλόφωνο πέρασμά της βρήκε μιαν άκρη μες στο σπίτι της μνήμης μας, για να σταθεί. Πού και πού γυρνάμε στους στίχους της κι ακούμε την φωνή της να επιμένει. Σαν τριζόνι που μάχεται την βουή της πόλης. Ο μόχθος της καλά ασφαλισμένος σε βιβλία χάρτινα και άυλα περιμένει να τον ανακαλύψουμε. Και μας καλεί να μην ξεχνάμε ν’ ανταποδίδουμε -έστω και αργά- το δώρο που κάποτε λάβαμε.

Οι γνωστοί κι άγνωστοι άνθρωποι που πέρασαν απ’ την ζωή μας, μας συνοδεύουν πάντα, ακόμη κι όταν οι ίδιοι δεν το ξέρουν. Είναι το δισάκι μας φορτωμένο απ’ τα λόγια και τις πράξεις τους, που δανειστήκαμε, για να μη χαθούμε στο ταξίδι.

Ανδρέας Λαμπέτης, μεταπτυχιακός φοιτητής της κλασικής Φιλολογίας, Universität Hamburg / Humboldt Universität zu Berlin,

Ανατολικό Βερολίνο, 07 Δεκέμβρη του 2020

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Σχολεία: Αλλάζουν οι ώρες αποχώρησης των μαθητών

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με μόνο 65Є εγγραφή - έως 26 Απριλίου

Μοριοδοτούμενο σεμινάριο Ειδικής Αγωγής (ΕΛΜΕΠΑ) με μόνο 50Є εγγραφή- αιτήσεις ως 26/4

2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη

Proficiency και Lower μόνο 95 ευρώ σε 2 μόνο ημέρες στα χέρια σας (ΧΩΡΙΣ προφορικά, ΧΩΡΙΣ έκθεση!)

ΕΥΚΟΛΕΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ και ΙΤΑΛΙΚΩΝ για εκπαιδευτικούς - Πάρτε τις άμεσα

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

ΕΚΠΑ
ΣΔΘΕ ΕΚΠΑ: Ένα ακόμη βήμα προς την κατάργηση της δημοκρατίας στο Πανεπιστήμιο και στη Σχολή μας
Ανακοίνωση του Συλλόγου Διδασκόντων Θετικών Επιστημών του ΕΚΠΑ
ΣΔΘΕ ΕΚΠΑ: Ένα ακόμη βήμα προς την κατάργηση της δημοκρατίας στο Πανεπιστήμιο και στη Σχολή μας