To alfavita.gr δημοσιεύει τις ενδεικτικές απαντήσεις της Κεντρικής Επιτροπής Εξετάσεων (ΚΕΕ) για το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας των Πανελληνίων Εξετάσεων 2025 απεστάλησαν στα Βαθμολογικά Κέντρα για καθοδήγηση των βαθμολογητών καθώς έχει αρχίσει ήδη η κανονική βαθμολόγηση.
ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥΣ ΤΩΝ Β.Κ. ΚΑΙ ΤΩΝ Ε.Ε.Κ.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ «ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ» ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ ΓΕΛ
Από την Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων δίνονται οι παρακάτω ενδεικτικές απαντήσεις των θεμάτων και υπενθυμίζεται ότι κάθε απάντηση τεκμηριωμένη είναι αποδεκτή.
Α1. Θέσεις της Μπάρμπαρα Πομιεχόφσκα
Η ανθρώπινη δημιουργικότητα έχει ως βάση της τη συνδυαστική και παραγωγική σκέψη.
Η δημιουργικότητα του ανθρώπου είναι απεριόριστη.
Η δημιουργικότητα σχετίζεται με το στάδιο της γλωσσικής ανάπτυξης.
Η δημιουργικότητα ξεκινά από τη βρεφική ηλικία.
Η δημιουργικότητα συνήθως συνδέεται με ενηλίκους και όχι με μικρά παιδιά.
Προτείνεται η μελέτη των ποικίλων ανασταλτικών παραγόντων ανάπτυξης της δημιουργικότητας. (20 μονάδες)
Β1. α. Σωστό, β. Σωστό, γ. Λάθος, δ. Λάθος, ε. Σωστό (15 μονάδες)
Β2. Αρκούν δύο από τις παρακάτω επιλογές με τα αντίστοιχα παραδείγματα και τεκμηρίωση. γ΄ ρηματικό πρόσωπο η οποία οδηγεί σε κάποια μορφή, μπορεί να συνδυάζει ιδέες ή υλικά ειδικοί όροι αποκλίνουσα σκέψη, πολυαισθητηριακές εμπειρίες οριστική έγκλιση έχει επιβεβαιωθεί ερευνητικά, παρέχει τη δυνατότητα επιστημονική τυποποίηση εξασφαλίζει, αδιαμφισβήτητη παθητική σύνταξη συνδέεται άμεσα με τη φαντασία, εντοπίζεται ισχυρή σχέση ονοματοποιία αναχάλαση, ανάπλαση, έκφραση αναφορική λειτουργία νοείται ως μία διαδικασία, καθιστά δύσκολο το εγχείρημα
Τα στοιχεία διαμορφώνουν:
αντικειμενικότητα ύφους
αποστασιοποίηση
αξιοπιστία και εγκυρότητα πληροφοριών
πυκνότητα και συνοπτικότητα νοημάτων
αυξημένο βαθμό βεβαιότητας
σαφήνεια και ακρίβεια νοημάτων
Είναι απαραίτητο οι μαθητές / μαθήτριες να συνδυάσουν τις γλωσσικές επιλογές με την αντίστοιχη λειτουργία τους και με το νόημα του κάθε επιμέρους σημείου του κειμένου.
(10 μονάδες)
ενδυναμώνεται το ενδιαφέρον των μαθητών για το σχολείο
προλαμβάνονται φαινόμενα βίας/επιθετικότητας
αναπτύσσονται οι νοητικές δεξιότητες/η κρίση του μαθητή-της μαθήτριας/η συνδυαστική σκέψη/η φαντασία
καλλιεργούνται ικανότητες επίλυσης προβλημάτων -> δεξιότητες ενήλικης ζωής
προετοιμάζονται μελλοντικοί πολίτες υπεύθυνοι και ικανοί
αναπτύσσονται επαγγελματικές δεξιότητες/επαγγελματική ανέλιξη/επιχειρηματικότητα
προάγονται οι τέχνες και ο πολιτισμός.
Για το β’ ζητούμενο αναμένεται αναφορά σε βιωματικές/προσωπικές εμπειρίες έκφρασης δημιουργικότητας σε διάφορες πτυχές της ζωής τους.
Προτείνεται να θεωρούνται επαρκείς 2-3 αιτιολογημένες θέσεις για κάθε ζητούμενο. (30 μονάδες)




Οι ενδεικτικές απαντήσεις της Κεντρικής Επιτροπής Εξετάσεων στα θέματα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας: οδηγός ή παγίδα;
Κάθε χρόνο, με το τέλος της πρώτης ημέρας των Πανελλαδικών Εξετάσεων, οι εκπαιδευτικοί, οι υποψήφιοι και οι γονείς στρέφουν την προσοχή τους στις λεγόμενες «ενδεικτικές απαντήσεις» που δίνει στη δημοσιότητα η Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων. Οι απαντήσεις αυτές, ιδιαίτερα για το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας, αντιμετωπίζονται άλλοτε ως «ευαγγέλιο» για τη σωστή προσέγγιση των θεμάτων και άλλοτε ως πηγή αποπροσανατολισμού.
Αναρωτιέται, λοιπόν, κανείς: ποιος είναι ο πραγματικός ρόλος των ενδεικτικών απαντήσεων σε ένα μάθημα σαν την Έκθεση; Είναι εργαλείο υποστήριξης ή επιβολής; Ενισχύουν την ερμηνευτική ελευθερία ή την υπονομεύουν;
Το δίπολο της «ενδεικτικότητας»: Οδηγία ή κανονιστική επιβολή;
Καταρχάς, αξίζει να θυμίσουμε πως οι απαντήσεις που δίνονται δεν αποτελούν υποχρεωτικά τον μοναδικό τρόπο ορθής προσέγγισης του θέματος. Η λέξη «ενδεικτικές» εμπεριέχει την ιδέα της πολυτροπικότητας, της δυνατότητας ύπαρξης και άλλων ερμηνειών. Στην πράξη, όμως, το πνεύμα αξιολόγησης τείνει να εκτρέπεται προς μια νοοτροπία «μονόδρομου»: ό,τι δεν μοιάζει με το ενδεικτικό, απορρίπτεται ή βαθμολογείται φειδωλά.
Στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας, όπου το ζητούμενο είναι η ερμηνεία, η τεκμηρίωση, η προσωπική άποψη και η σύνθεση, μια τέτοια προσέγγιση μοιάζει να περιορίζει την αυθεντικότητα της σκέψης των μαθητών και να ευνοεί την αναπαραγωγή στερεοτύπων.
Η λογοτεχνία δεν είναι μαθηματικά
Η λογοτεχνική προσέγγιση δεν μπορεί να παγιδεύεται σε μονοσήμαντες απαντήσεις. Ένα ποίημα ή ένα απόσπασμα πεζού λόγου μπορεί να «μιλήσει» διαφορετικά σε κάθε μαθητή. Οι προσωπικές συνδηλώσεις, οι αναγνωστικές εμπειρίες, ακόμη και τα βιώματα των υποψηφίων, νομιμοποιούν διαφορετικές και εξίσου βάσιμες αναγνώσεις. Η επιμονή στις ενδεικτικές απαντήσεις συχνά λειτουργεί ως εργαλείο συμμόρφωσης, και όχι εμβάθυνσης.
Το πρόβλημα οξύνεται όταν οι επιμορφώσεις των βαθμολογητών προσανατολίζονται περισσότερο στην τυπολατρική σύγκριση παρά στην ερμηνευτική ευελιξία. Έτσι, μαθητές με πρωτότυπη σκέψη, οι οποίοι επιχείρησαν μια μη αναμενόμενη προσέγγιση, μπορεί να βρεθούν «τιμωρημένοι» επειδή απλώς δεν αντέγραψαν το πνεύμα των «ενδεικτικών».
Το φαινόμενο της «αυτολογοκρισίας» των μαθητών
Μια επίσης ανησυχητική συνέπεια είναι η καλλιέργεια ενός πνεύματος «σωστής απάντησης» που οδηγεί στην αυτολογοκρισία. Οι μαθητές, από τον φόβο της απόρριψης, μαθαίνουν να σκέφτονται με «κουτάκια». Διστάζουν να επιχειρηματολογήσουν για κάτι που δεν έχει ειπωθεί σε φροντιστήρια, σημειώσεις, ή προηγούμενα θέματα.
Οι ενδεικτικές απαντήσεις ενίοτε μετατρέπονται σε άτυπο «πρότυπο σκέψης», και η δημιουργική έκφραση στραγγαλίζεται μέσα σε φόρμες.
Αναγκαία η αναθεώρηση του πλαισίου
Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να καταργηθεί η παροχή ενδεικτικών απαντήσεων. Το αντίθετο. Οι ενδεικτικές λύσεις μπορούν να είναι πολύτιμος οδηγός για την αποσαφήνιση του πνεύματος των θεμάτων, για την παροχή κατευθύνσεων στους διορθωτές και για τη διασφάλιση μιας σχετικής αντικειμενικότητας.
Το κρίσιμο, όμως, είναι να συνοδεύονται από σαφή διευκρίνιση ότι ΔΕΝ αποτελούν την αποκλειστική «ορθή» απάντηση και ότι οι διαφορετικές, τεκμηριωμένες προσεγγίσεις πρέπει να γίνονται δεκτές ισότιμα.
Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και των βαθμολογητών πρέπει να στοχεύει περισσότερο στην ενσυναίσθηση, στην αναγνώριση της αυθεντικής μαθητικής φωνής, στη διακριτική ανάγνωση των γραπτών και όχι στη γραφειοκρατική αντιπαραβολή με τις «σωστές» απαντήσεις.
Συμπέρασμα: το ζητούμενο είναι η καλλιέργεια και όχι η πειθάρχηση
Οι ενδεικτικές απαντήσεις, όπως και κάθε εκπαιδευτικό εργαλείο, μπορούν να λειτουργήσουν ευεργετικά ή περιοριστικά – ανάλογα με τον τρόπο που χρησιμοποιούνται. Αν αφεθούν να λειτουργούν ως ερμηνευτικό «μανιφέστο», τότε αναιρούν την ίδια τη φιλοσοφία του μαθήματος.
Η Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία είναι, ή θα έπρεπε να είναι, χώρος ανάσας, δημιουργικής έκφρασης, πνευματικής διερεύνησης. Αν περιοριστεί σε αποστηθισμένες φόρμες, μετατρέπεται σε ένα ακόμη εξεταστικό μάθημα που μαθαίνει τους μαθητές όχι να σκέφτονται, αλλά να επιβιώνουν.
Ίσως το πραγματικό ζητούμενο δεν είναι να δώσουμε στους μαθητές τις «σωστές» απαντήσεις, αλλά να τους μάθουμε να κάνουν τις σωστές ερωτήσεις. Αυτές που γεννιούνται από την εμπιστοσύνη στη δική τους σκέψη – κι όχι από τον φόβο απέναντι στις ενδεικτικές.