Από την Πέμπτη 9 Οκτώβρη 2025, η Πλατεία Συντάγματος είναι άδεια. Χωρίς την σκηνή του Πάνου Ρούτσι μπροστά από το άγαλμα του Αγνώστου Στρατιώτη, η οποία ενοχλούσε μάλιστα ορισμένους κυβερνητικούς, καθώς κατά τα λεγόμενά τους προκαλούσε όχληση στο ιστορικό σημείο. Πού αλλού όμως να πάει μια ξεριζωμένη καρδιά για να διαμαρτυρηθεί; Σε ποιο άλλο σημείο της πόλης να ακουστεί με καλύτερο τρόπο η κραυγή του;
Έχω γράψει παλιότερα για τον συμβολισμό των Τεμπών («Τα Τέμπη ως συμβολισμός της παραπαίουσας σύγχρονης Ελλάδας»). Η τραγωδία αυτή συνιστά ένα συλλογικό τραύμα, αποτυπωμένο στη μνήμη, κυρίως εξαιτίας της αποτρόπαιας επιχείρησης για την αποσιώπησή της. Η ίδια η πολιτεία έθαψε τα νεκρά θύματα του δυστυχήματος για δεύτερη φορά. Εξαφάνισε τα ίχνη, ισοπέδωσε με χώμα τα ανθρώπινα υπολείμματα, εξύβρισε τους δυστυχείς γονείς, παραπλάνησε ασύστολα τους πολίτες. Η υπόθεση των Τεμπών, όποια κι αν είναι η δικαστική κατάληξη, συνιστά την κραυγαλέα αποτύπωση της κυβερνητικής αναλγησίας και την συγκάλυψης της ενοχής.
Σήμερα, όμως, θα εστιάσω σε έναν άνθρωπο του κορυφαίου δράματος. Στον Πάνο Ρούτσι. Έναν άνθρωπο απλό, που δεν είχε σκοπό να τραβήξει τα φώτα της δημοσιότητας, ούτε να «διαταράξει την ρουτίνα της Πλατείας Συντάγματος». Ούτε, επίσης, να ενοχλήσει τους υπουργούς και τους βουλευτές που έχοντας ως φόντο την τραγική σκηνή του, «κοπιάζουν αμερόληπτα για το καλό του έθνους»… Ο Ρούτσι διατύπωσε ένα στοιχειώδες αίτημα. Έστω και τώρα, έστω και διόμισι χρόνια μετά, να εξακριβώσει ορισμένες αλήθειες που αφορούν στο πτώμα του γιού του. Αίτημα, που από μόνο του, αν σκεφτεί κανείς, είναι συγκλονιστικό. Και δεν χρειάζεται να προσδιοριστεί το γιατί.
Εάν ήταν άλλος στη θέση του Ρούτσι, με δεδομένο οτι κάθε προσωπικότητα είναι διαφορετική, μπορεί να αντιδρούσε αλλιώς αν πνιγόταν από το δίκιο του και η κραυγή του ήταν «φωνή βοώντος εν τη ερήμω». Μπορεί να ούρλιαζε μερόνυχτα έξω από τη Βουλή, σαν λύκος. Να έσκιζε τα ρούχα του και να σπάραζε, γυμνός. Να έπαιρνε ένα όπλο και να τουφέκιζε προς κάθε κατεύθυνση ή να το έστρεφε προς τον εαυτό του. Να έκοβε τις φλέβες του ή να είχε αυτοπυρποληθεί. Προσωπικά, αν ήμουν στη θέση του, ίσως να είχα χυμήξει εναντίον των κυβερνητικών και να τους είχα γεμίσει το σώμα δαγκωνιές. Η παρεμπόδιση της δικαίωσης του σκοτωμένου παιδιού του, η περιφρόνηση και η απανθρωπία με την οποία αντιμετωπίστηκε το πτώμα του νεκρού, θα μπορούσε να είχε οδηγήσει τον καθένα σε αντιδράσεις ανεξέλεγκτες, καθώς ο πόνος αυτός ξεπερνάει τα λογικά όρια και εξωθεί τον άνθρωπο σε τυφλούς παραλογισμούς. Το πώς θρηνεί, κανείς, για την τραγική και άδικη απώλεια του αγαπημένου προσώπου είναι ζήτημα υποκειμενικό.
Αυτός, όμως, ο Πάνος Ρούτσι, έμεινε εκεί, στωϊκός, με εσωτερικευμένο τον μεγάλο του πόνο. Είκοσι τρεις ολόκληρες μέρες, νηστικός, και ενάντια στους κανόνες της επιβίωσης, προκαλούσε κάθε στιγμή τον ίδιο του τον θάνατο. Με ένα βλέμμα προς όλους, προσηνής και ανθρώπινος. Πώς άντεχε να παραμένει όρθιος; Η Μιρέλα μου είπε πως αντλεί ενέργεια ακριβώς από την μεγάλη αυτή υποστήριξη του κόσμου, που είναι και η δύναμή του.
Είδα εκεί μαθήτριες να κλαίνε, γυναίκες και άνδρες να τον αγκαλιάζουν, περαστικούς να του σφίγγουν το χέρι, και μικρά παιδιά να του δίνουν λουλούδια. Ένα αγοράκι, του Δημοτικού, του έκανε ερωτήσεις και σημείωνε τις απαντήσεις του, λέγοντάς του με σοβαρότητα ότι επέλεξε αυτόν ως εξώφυλλο της εργασίας του. Κι ο Ρούτσι τον αγκάλιασε, μέσα σε ζεστά χειροκροτήματα.
Αυτό εξέφρασε ο Ρούτσι. Μια καθαρότητα, ένα συναίσθημα, τη συγκίνησή μας. Απευθυνόμενος σε όλες τις ηλικίες ανακάλεσε πνιγμένα συναισθήματα μέσα μας, λύγισε το άκαμπτο συναισθηματικό παραπέτασμα του καιρού, προξένησε ένα ήσυχο δάκρυ. Για την Ελλάδα που ονειρευτήκαμε και ακόμη δεν ήρθε. Για το κράτος που δικαιούμαστε αλλά δεν έχουμε. Για μια Ελλάδα κατώτερη των προσδοκιών μας, που δεν βάζει τον άνθρωπο στο κέντρο της.
Γι’ αυτόν το λόγο μοιραστήκαμε την κρυφή δύναμη του Ρούτσι. Χωρίς να ωρύεται, με το βλέμμα του, αφύπνισε το συναίσθημα. Είμαστε κι εμείς, ο καθένας χωριστά, και όλοι μαζί, ένα μέρος του σύγχρονου κατακερματισμένου κόσμου, και μιας επίσης κατακερματισμένης και ως εκ τούτου αναποτελεσματικής πολιτικής. Είμαστε μέρος μας χώρας που δεν αναλαμβάνει την ευθύνη παρά μόνο στα λόγια, που δεν αποδίδει δικαιοσύνη παρά μόνο όταν φοβάται μη χάσει κι άλλο, που δεν αγαπάει τους νέους της παρά μόνο τους χρησιμοποιεί, και που δεν σέβεται τον ίδιο τον άνθρωπο και τον ανθρώπινο πόνο. Αυτά εξέφραζε η σιωπή του.

Οι συνειρμοί που αναδύονται στην επιφάνεια της συνείδησης, με αφορμή τον Ρούτσι, έχουν σχέση με όλα τα κακώς κείμενα που καλείται ο νεοέλληνας να αντιμετωπίσει. Αυτή είναι η συμβολική δύναμη ενός ανθρώπου που, σπρωγμένος από το δικό του δράμα, εξέφρασε το γενικότερο κοινωνικό αδιέξοδο. Αν ο θεσμός της δικαιοσύνης σου κλείνει την πόρτα ακόμη κι αν ζητάς το αυτονόητο, τότε πού να απευθυνθείς και με ποιο τρόπο; Κι αν το στοιχειώδες δίκαιο δεν αποδίδεται, τότε η απελπισμένη οργή σου δεν σε ωθεί κατά του φαύλου συστήματος;
Αυτό, ακριβώς, είναι και το αίτιο της αποδοχής των αιτημάτων του Ρούτσι. Η κυβέρνηση στην αρχή υποτίμησε την δυναμική του εγχειρήματός του. Και επιχείρησε συστηματικά να τον υπονομεύσει. Μέχρι και την τελευταία στιγμή πάλεψε εναντίον του - και ακόμη παλεύει. Της πήρε πολύ καιρό για να καταλάβει ότι από τον Ρούτσι είχε φυτρώσει πλέον στη συνείδηση του κόσμου ένας γόνιμος σπόρος. Και έτσι αναγκάστηκε στο τέλος να παραδεχτεί (έμμεσα) την ήττα της.

Η κυβέρνηση είχε δύο επιλογές. Ή να αναδιπλωθεί και να ικανοποιήσει τα αιτήματά του, ή σε περίπτωση βλάβης του Ρούτσι να βρεθεί αντιμέτωπη με ένα ολόκληρο κίνημα το οποίο πιθανόν να λάμβανε πανελλαδικές και ίσως ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Αν πάθαινε το παραμικρό ο Ρούτσι, είναι βέβαιο ότι θα αποτελούσε έναν αδικοχαμένο Ήρωα, η θυσία του οποίου θα εξόργιζε όλους. Ο ίδιος ήδη αποτελεί ένα απολύτως συμβολικό και ηρωϊκό πρόσωπο, αλλά ο θάνατός του θα μπορούσε να τον αναγάγει σε μια μεγάλης εμβέλειας και επιρροής προσωπικότητα, που θα ξεσήκωνε τα πλήθη. Για την κυβέρνηση το πρόβλημα δεν είναι το ότι ο ίδιος θα είχε τοποθετηθεί στο πάνθεο των ηρώων, αλλά το ότι οι κοινωνικές αντιδράσεις, ο ξεσηκωμός, ο δίκαιος θυμός θα είχαν μεγάλες συνέπειες, λειτουργώντας πολλαπλώς εναντίον της. Δεν την συνέφερε, επομένως, να αναμετρηθεί μαζί του.
Ευτυχώς ο Ρούτσι σώθηκε, έστω και έτσι, έστω και την τελευταία στιγμή. Έχει μεγάλη πορεία ακόμη να διανύσει και εκείνος, όπως και οι άλλοι χαροκαμένοι γονείς και συγγενείς θυμάτων, αλλά αλλιώς πολεμάς νεκρός και αλλιώς ζωντανός. Η λήξη της απεργίας πείνας χάρισε σε όλους μας μια λυτρωτική ανακούφιση, σαν να ήταν άνθρωπος δικός μας. Την Τετάρτη, 8 Οκτώβρη, ημέρα των γενεθλίων του, τον αποχαιρετήσαμε για να αποχωρήσει, επιστρέφοντας επιτέλους σπίτι του και ζώντας σαν άνθρωπος με την οικογένειά του. Ήμασταν εκεί κοντά του και χαμογελούσαμε. Πολλά δεν θέλει η καρδιά για να νιώσει χαρά και να γλυκάνει.
Είναι βέβαιο ότι για την εφαρμογή των αιτημάτων του Ρούτσι θα υπάρξουν και νέα κωλύματα και προσχώματα. Το σύστημα είναι αμείλικτο όταν προασπίζει τα σκοτεινά του συμφέροντα. Επί του παρόντος, όμως, ο Ρούτσι, ένας γνήσιος λεβέντης, μας έδωσε ελπίδα. Μια αμυδρή αλλά πολλά υποσχόμενη ελπίδα. Αναπτέρωσε, δηλαδή, την πίστη ότι ένας αγώνας δεν είναι πάντα χαμένος. Οτι μπορεί και να αλλάξουν κάποια στιγμή τα πράγματα. Να υπάρξει δικαίωση. Και ο άνθρωπος να ζει σε μια καλύτερη κοινωνία, όπου η πολιτεία να σέβεται τις βασικές αξίες που αυτός δικαιούται.
* Κωνσταντίνα Γογγάκη
Αν. Καθηγήτρια Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
Νέο Προσκλητήριο Προσλήψεων Εκπαιδευτών Ενηλίκων: Αφορά όλα τα πτυχία ΑΕΙ-ΤΕΙ - Πιστοποιηθείτε άμεσα
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό ΤΕΧΝΗΤΗΣ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗΣ για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 13/10
Μοριοδοτούμενο σεμινάριο Ειδικής Αγωγής Πανεπιστημίου Πατρών με μόνο 60 ευρώ