Αν και το «ρισκάρω» έχει ριζώσει για τα καλά στον καθημερινό λόγο των Ελλήνων, πίσω του κρύβεται μια ξένη γλωσσική καταγωγή. Το ρήμα που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε μια τολμηρή ή επισφαλή απόφαση προέρχεται από την ιταλική λέξη rischio — τη λέξη που σημαίνει «κίνδυνος».
Το «ρισκάρω», ωστόσο, δεν ήρθε απλώς ως δάνειο: κατέκτησε τη γλώσσα μας, εκτοπίζοντας σε πολλές περιπτώσεις τον ελληνικό του αντίστοιχο όρο, το «διακινδυνεύω». Μια λέξη πιο λόγια, πιο «καθαρή» — αλλά και λιγότερο... πιασάρικη στην καθημερινότητα.
Κι έτσι, κάθε φορά που κάποιος λέει «ρισκάρω», μιλά —χωρίς να το ξέρει— μια μικρή δόση ιταλικών. Και κάθε φορά που κάποιος τολμά, η γλώσσα φανερώνει τη δική της ιστορία από δάνεια, έννοιες και αλλαγές.
Θες και τίτλο; Ορίστε μερικές επιλογές:
Το ρίσκο… στα ιταλικά: Γιατί δεν λέμε "διακινδυνεύω"
Ρισκάρω ή διακινδυνεύω; Όταν η γλώσσα παίζει με την τόλμη
Ιταλική η λέξη, ελληνική η αγωνία: Η ιστορία του "ρισκάρω"
Το ρήμα της απόφασης και της αβεβαιότητας: Ελληνικό ή ιταλικό το ρίσκο;
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
Προσοχή! Νέο κύμα καύσωνα από σήμερα Κυριακή με διάρκεια και κινδύνους – Ποιες περιοχές θα «καούν»
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 14/7
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ