νωδός
Η ελληνική γλώσσα είναι ιδιαίτερα πλούσια σε λεξιλόγιο και είναι γνωστό πως καμία άλλη γλώσσα στον κόσμο δεν έχει τόσες πολλές λέξεις.

Νωδός σημαίνει:  χωρίς δόντια, φαφούτης

π.χ. «Εμφανίστηκε ένα μεγάλης ηλικίας άτομο, που ήταν και νωδός, έτσι κανείς δεν καταλάβαινε τι λέει» 

π.χ. «Χαρακτηριστικό των νωδών είναι η δυσκολία στην προφορά ορισμένων φθόγγων»

Ετυμολογία : αρχαία λέξη νωδός < στερητ. νη- [όπως νηνεμία] + ὀδούς, ὀδόντος [το ο τού ὀδούς «δόντι» ετράπη σε ω- λόγω τής συνθέσεως, όπως ἀνωφελής < ἀν- + ὄφελος,ἐπώνυμος < ἐπί + ὄνυμα]

 Επίθετο
νωδός, -ή, -ό

 

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Ρεβεγιόν με χιόνια στην Αττική - Προβλέψεις από Καλλιάνο και Κολυδά

Παν.Αιγαίου: Νέα Μοριοδοτούμενα σεμινάρια για Εκπαιδευτικούς με Υποτροφίες έως 31/12

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα