«Τα ιδιωτικά σχολεία είναι αναγνωρισμένα από το Σύνταγμα της Τροιζήνας, τα ιδιωτικά σχολεία υπάρχουν, υπήρχαν και θα υπάρξουν και με το ΣΥΡΙΖΑ, και μετά το ΣΥΡΙΖΑ, και γενικά θα συνεχίσουμε να υπάρχουμε!».
Με αυτή τη βεβαιότητα, έκλεισε την ομιλία του ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ιδρυτών Ελληνικών Ιδιωτικών Εκπαιδευτηρίων Σχολείων (ΣΙΕΙΕ) Χαράλαμπος Κυραϊλίδης, στις 2/8, στη συνεδρίαση της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, για την επεξεργασία των προτεινόμενων ρυθμίσεων, του Yπουργού Παιδείας Ν. Φίλη, για την ιδιωτική εκπαίδευση, που συμπεριλαμβάνονται στο Σχέδιο Νόμου «Ρυθμίσεις για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση, τη διαπολιτισμική εκπαίδευση και άλλες διατάξεις».
Ο κ. Κυραϊλίδης και οι πρόεδροι των εργοδοτικών ομοσπονδιών των φροντιστηρίων μέσης εκπαίδευσης (ΟΕΦΕ) Γ. Βαφειαδάκης, και των κέντρων ξένων γλωσσών (PALSO) Γ. Μιχαηλίδης, απαίτησαν την απόσυρση των ρυθμίσεων.
Από την άλλη μεριά, η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδας (ΟΙΕΛΕ) υποστηρίζει ότι οι ρυθμίσεις αποκαθιστούν πλήρως τη συνταγματική νομιμότητα γιατί επαναφέρουν την εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια και στην υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού προσωπικού τους. Επιπροσθέτως, θεωρεί ότι συνεπικουρούν στην ποιότητα των εκπαιδευτικού έργου και καταπολεμούν τα φαινόμενα αδήλωτης εργασίας, φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής.
Οι ρυθμίσεις πρόκειται να εισαχθούν στην Ολομέλεια το απόγευμα της Τρίτης 30 και το πρωί της Τετάρτης 31 Αυγούστου, ημέρα που αναμένεται να τεθούν σε ψηφοφορία. Στην αρμόδια Επιτροπή υπερψηφίστηκαν από το ΣΥ.ΡΙΖ.Α., τους ΑΝ.ΕΛΛ. και το Κ.Κ.Ε. Επιφυλάχθηκαν το Ποτάμι, η Δημοκρατική Συμπαράταξη και η Ένωση Κεντρώων. Καταψήφισε η Ν.Δ.
Η Ν.Δ., αμέσως μετά την κατάθεση των ρυθμίσεων στη Βουλή, απαίτησε την απόσυρσή τους. Το Δελτίο Τύπου (28/7) του τ. Πρύτανη ΕΚΠΑ, βουλευτή Επικρατείας και Τομεάρχη Παιδείας της Ν.Δ., Θ. Φορτσάκη, στις 28/7, αποδεικνύει ότι η μοίρα του κόμματός του είναι άρρηκτα δεμένη με τη προστασία των εργοδοτικών συμφερόντων: «Η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, αντί να εργαστεί για να διορθώσει τα χάλια των δημόσιων σχολείων, που η ίδια έχει προκαλέσει, θέτει ως προτεραιότητά της πλέον και τη διάλυση των ιδιωτικών σχολείων. Ο σκοπός τους είναι ένας και άσχετος με την εκπαίδευση: Η ικανοποίηση ενός συγκεκριμένου κομματικού ακροατηρίου, που απεχθάνεται την ιδιωτική πρωτοβουλία, την αξιοκρατία και την αξιολόγηση».
Ο κ. Κυραϊλίδης, ενώπιον της Επιτροπής υπερασπιζόμενος τη συνέχιση του καθεστώτος των απελευθερωμένων απολύσεων στα ιδιωτικά σχολεία, απέδειξε ότι ο οικονομικός σκοπός του επιχειρηματία αγιάζει κάθε μέσο: «Οφείλω να προστατέψω αυτό τον καλό εκπαιδευτικό και το εισόδημά του και την ευθύνη απέναντι στην οικογένειά του από τον κακό εκπαιδευτικό, γιατί δεν θα κλείσει μόνο το δικό μου σχολείο, θα χάσει την δουλειά του και ο καλός, αν έχω έναν ρεμπεσκέ δίπλα μου. Και δεν μου δίνετε το δικαίωμα να τον εκδιώξω από το σχολείο».
Ο πρόεδρος του ΣΙΕΙΕ, ανταποκρινόμενος στο προσωνύμιο «Ρομπέν» των σχολαρχών που του απέδωσαν «Τα Νέα» (31/10/15), εκτός από υπερασπιστής των «καλών» και διώκτης των «ρεμπεσκέδων», συστήθηκε και ως υπερασπιστής των μνημονίων και των ελλήνων: «Κατά την διάρκεια της κρίσης έγιναν βήματα φιλελευθεροποίησης, ίσως, όχι, αρκετά, αλλά έγινα κάποια. Τα βήματα αυτά είναι που προσπαθεί να ανατρέψει η παρούσα Κυβέρνηση, προκειμένου να χαϊδέψει τα αυτιά ενός συνεχούς συρρικνούμενου κομματικού ακροατηρίου και εναντίον στο συμφέρον των ελλήνων». Ο κ. Κυραϊλίδης, πιστεύοντας προφανώς ότι οι προτεινόμενες ρυθμίσεις αλλοιώνουν το πολίτευμα, διακήρυξε ότι «Η Δημοκρατία θα επιζήσει στην Ελλάδα».
Μολονότι αναγνωρίζουμε ότι οι κανόνες της αστικής δημοκρατίας είναι γενικά ψεύτικοι, κατανοούμε απολύτως, ιδιαίτερα στην εποχή μας, την πολιτική και ερμηνευτική σημασία του Συντάγματος. Η αναφορά του κ. Κυραϊλίδη στο Σύνταγμα της Τροιζήνας μας κέντρισε το ενδιαφέρον, ώστε να ανατρέξουμε στις συνταγματικές διατάξεις για την ιδιωτική εκπαίδευση και να προσεγγίσουμε ιστορικά το νομικό πλαίσιο της ρύθμιση, που οι εργοδότες επιδιώκουν να αποδομήσουν. Παράλληλα, τα όσα ενδιαφέροντα ειπώθηκαν στην Επιτροπή από τους εκπροσώπους των κομμάτων, των εργατικών σωματείων και των εργοδοτικών ενώσεων, μας υποχρέωσαν να εξετάσουμε και να ερευνήσουμε ορισμένες όψεις των διαμορφωμένων εργασιακών σχέσεων, καθώς και την ιδεολογική και υλική βάση των πολιτικό-επιχειρηματικών αντιδράσεων, που με ιδιαίτερη ένταση προβάλλονται από ορισμένα μεγάλα «μηντιακά» συγκροτήματα. Αλλά πριν προχωρήσουμε ας εξετάσουμε πρώτα την αναφορά που έκανε ο κ. Κυραϊλίδης στον Ελ. Βενιζέλο.
Η αναφορά στον Ελ. Βενιζέλο
Ο πρόεδρος του ΣΙΕΙΕ φαίνεται ότι δεν άφησε να εκφραστεί ελεύθερα η θέλησή του εντός του «ναού» της Δημοκρατίας. Δεν πρόβαλε τη διάσπαση του δικαιώματος σύστασης και λειτουργίας μη κρατικών εκπαιδευτικών μονάδων από τα χαρακτηριστικά του δημόσιου λειτουργήματος της εκπαίδευσης που έχει σκοπό την άμβλυνση των κοινωνικών αντιθέσεων.
Αλλά, από την άλλη, δε φάνηκε πρόθυμος να ενισχύσει τη διττή φύση «των εκπαιδευτηρίων που δεν ανήκουν στο κράτος» (Σ.1975. αρ.16§8). Προέκρινε μια χαλαρή σχέση με την Πολιτεία, ένα είδος «μη εποπτείας». Για να θεμελιώσει την άποψή του, καταφεύγοντας στο μακρινό 1929, ανέσυρε ένα απόσπασμα από την ομιλία του αείμνηστου Ελ. Βενιζέλου στα εγκαίνια του νεόκτιστου Μπενάκειου Εκπαιδευτήριου του ελληνοαμερικάνικου Κολλεγίου των Αθηνών στο Ψυχικό και το ανάγνωσε με εύλογη δυσκολία: «Εις τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια γίνεται δυνατόν όπως πραγματοποιώνται αι μεγαλύτεραι και επιτυχέστεραι καινοτομίαι, διότι τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, τελούνται απλώς υπό την εποπτείαν του Κράτους και συμμορφούμενα μόνον προς τα γενικάς κατευθύνσεις του, έχουν την ελευθερίαν της οποίας στερούνται τα δημόσια και δια τούτο δύνανται να επιτελέσουν μεγαλυτέρας προόδους».
Εξαρχής επισημαίνουμε ότι μόνο μέσα στο πολιτικό-οικονομικό περιεχόμενο της εποχής μπορούν να βρουν δικαίωση οι πράξεις και τα λόγια ακόμα και των πιο σημαντικών πολιτικών ηγετών.
Αν ο κ. Κυραϊλίδης συνέχιζε την ανάγνωση της ομιλίας του Ελ. Βενιζέλου, θα ακούγαμε ότι «Εις το εκπαιδευτήριο, όπου γίνεται η συνεργασία του αρχαίου Ελληνικού πνεύματος και των σημερινών ιδεωδών της μεγάλης Βορειο-Αμερικανικής Δημοκρατίας, εις το Κολλέγιο τούτο, οι μαθηταί λαμβάνουν την μόρφωσιν (…) ώστε να κατορθώσουν μίαν ημέραν, εξερχόμενοι από το Κολλέγιον, να είναι χρήσιμοι εις εαυτούς και τους περί αυτούς, αλλά και γενικώτερα εις την πατρίδα, της οποίας θα αποτελέσουν την ηγέτιδα τάξην…».
Πράγματι το «Κολλέγιο τούτο» έμελλε να αποτελέσει τη ναυαρχίδα της αναπαραγωγής της άρχουσας τάξης της νέας Ελλάδας, και από την άποψη αυτή, ο Ελ. Βενιζέλος δικαιώθηκε απόλυτα στα μάτια της. Είναι γνωστό ότι οι πιο σημαντικοί επιχειρηματικοί και πολιτικοί παράγοντες της χώρας, καθώς και οι περισσότεροι μεταπολεμικοί πρωθυπουργοί έχουν αποφοιτήσει από το «Κολλέγιο» του οποίου σήμερα πρόεδρος είναι ο Αλ. Σαμαράς, αδελφός του τέως πρωθυπουργού Α. Σαμαρά. Στους «κολεγιόπαιδες» συγκαταλέγεται και ο κ. Φορτσάκης.
Αλλά, πριν προχωρήσουμε τη σκέψη μας, επισημαίνουμε ότι ο Ελ. Βενιζέλος και ο Υπουργός Παιδείας της τότε Κυβέρνησης θα όφειλαν να είχαν μεριμνήσει ώστε τα δημόσια σχολεία να απολαμβάνουν πρωτίστως τη μέγιστη ελευθερία. Ήταν φαίνεται τόση μεγάλη η ελευθερία που απολάμβανε το «Κολέγιο» της αστικής τάξης ώστε, όπως δήλωσε παλιό διευθυντικό στέλεχος του Κολλεγίου σε ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ, ο Ελ. Βενιζέλος, κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψή του, προσέφερε από την τσέπη του 100 χρυσές λίρες.
Αν το περιεχόμενο ολόκληρης της ομιλίας του Ελ. Βενιζέλου το αξιολογούσαμε με μια σύγχρονη ματιά, θα ήταν σκανδαλώδες. Πως μπορεί δηλαδή να «συνεργάζεται το αρχαίο Ελληνικό πνεύμα με τα σημερινά ιδεώδη των ΗΠΑ»; Επιπροσθέτως, θα προσέκρουε στο Σύνταγμα της χώρας μας. Καταρχάς, σύμφωνα με το Σύνταγμα, δεν υφίστανται ο παλιός προσδιορισμός «ιδιωτικά εκπαιδευτήρια» κατά την έννοια των ιδιωτικών επιχειρήσεων ώστε να διεκδικούν ή να απολαμβάνουν μεγαλύτερης ελευθερίας από εκείνη των κρατικών επιχειρήσεων. Εξάλλου, σύμφωνα με το «θεμελιώδη νόμο», «η ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της διδασκαλίας δεν απαλλάσσουν από το καθήκον της υπακοής στο Σύνταγμα» (Σ. 1975, 16§1). Επιπλέον, το Σύνταγμα δεν ορίζει απλά «ιδιωτικά εκπαιδευτήρια», αλλά «εκπαιδευτήρια που δεν ανήκουν στο Κράτος» (Σ. 1975, 16§8). Όμως, την ουσιώδη αυτή διαφορά θα εξετάσουμε στη συνέχεια.
Είναι γνωστό ότι το Κολλέγιο των Αθηνών ιδρύθηκε τ0 1925 από το Ελληνοαμερικανικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα. Εμπνευστές του, μέλη της διοίκηση και χρηματοδότες ήταν δύο εξέχουσες προσωπικότητες της αστικής τάξης και πολιτικοί φίλοι του Ελ. Βενιζέλου. Ο πάμπλουτος επιχειρηματίας, βουλευτής, υπουργός με την παράταξη του Ελ. Βενιζέλου και διατελέσας δήμαρχος της Αθήνας Εμμ. Μπενάκης, καθώς και ο επιχειρηματίας, δημοτικιστής λογοτέχνης και τραπεζίτης Στέφανος Δέλτας. Σημειώνεται ότι πατέρας του προέδρου του Κολλεγίου από το 1974 έως το 1990 Γ. Γόντικας, ήταν ο τότε Υπουργός Παιδείας Κ. Γόντικας. Με βάση την ερμηνευτική δήλωση του άρ. 23 του συντάγματος του 1927 σύμφωνα με την οποία «δια νόμου δύνανται να θεσπισθώσιν άδειαι προς ίδρυσιν ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων», ο Κ. Γόντικας υπέγραψε τον ειδικό νόμο 3776/29 που καθόρισε τη λειτουργία του Κολλεγίου Αθηνών και αναγνώρισε την ισοτιμία του με τα δημόσια σχολεία.
Τα «αριστοκρατικά σχολεία» βρίσκονται στην κορυφή του τριγώνου της μη κρατικής εκπαίδευσης. Ο ρόλος τους δεν εξαντλείτε απλά στη γρήγορη κερδοφορία, στην υπόσχεση κοινωνικής ανόδου σε ευρύτερα μικροαστικά κοινωνικά στρώματα ή στην επίλυση οικογενειακών αναγκών και παροχής διευκολύνσεων που το δημόσιο σχολείο αδυνατεί αντικειμενικά να προσφέρει. Απευθύνονται στους γόνους της (κυρίαρχης) αστικής τάξης, της υψηλόβαθμης κρατικής γραφειοκρατίας και της πολιτικής ελίτ. Τα «αριστοκρατικά σχολεία» δεν αποτελούν απλά όψεις αναπλήρωσης των ελλείψεων και παραλείψεων της Πολιτείας σε βάρος της Δημόσιας Εκπαίδευσης, αλλά σχολεία στρατηγικής κοινωνικής διάκρισης.
Σύμφωνα με τον αναρτημένο τιμοκατάλογο στην ιστοσελίδα του Κολλεγίου Αθηνών, τα δίδακτρα της 1ης Δημοτικού για το α.έ. 2016/2017 (χωρίς τα μεταφορικά, τα τροφεία ή τις άλλες προσφερόμενες υπηρεσίες και δραστηριότητες) ανέρχονται στα 11.363 ευρώ. Σε μία εποχή βαθιάς οικονομικής κρίσης, φτωχοποίησης των εργαζομένων, ο τιμοκατάλογος και μόνο αποδεικνύει τους ισχυρισμούς μας. Σύμφωνα με δημοσιευμένες έρευνες μόνο 8 σχολεία ελέγχουν το 50% του τζίρου της αγοράς.
Μαθητικός πληθυσμός και διδακτικό προσωπικό
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ το έτος 2012-13 στα ιδιωτικά σχολεία φοίτησαν 82.227 μαθητές (11.ο35 στο νηπιαγωγείο, 41.211 στο δημοτικό, 15.087 στο γυμνάσιο και 14.894 στο λύκειο), ποσοστό που αντιστοιχεί στο 6,4% του συνόλου των 1.280.234 (155.541 στο νηπιαγωγείο, 588.832 στο δημοτικό, 304.863 στο γυμνάσιο και 230.998 στο λύκειο) μαθητών των δημόσιων σχολικών μονάδων. Σύμφωνα με τους ίδιους στατιστικούς πίνακες το διδακτικό προσωπικό των ιδιωτικών σχολείων ήταν 8.369 άτομα (698 στο νηπιαγωγείο, 3.831 στο δημοτικό, 2.080 στο γυμνάσιο και 1.760 στο λύκειο).
Σύμφωνα με τα τελευταία σε εμάς γνωστά στοιχεία του Υπουργείου Παιδείας, στα Κέντρα Ξένων Γλωσσών το έτος 2012-13 φοίτησαν 472.423 μαθητές και δίδαξαν 20.019 καθηγητές, στα Φροντιστήρια Β/μιας Εκπαίδευσης 130.683 μαθητές και δίδαξαν 16.806 καθηγητές όλων των ειδικοτήτων και στα Φροντιστήρια Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης φοίτησαν 1.268 μαθητές και απασχολήθηκαν 171 καθηγητές.
Οι συνταγματικές προβλέψεις (1827 – 1968)
Σύμφωνα με το αρ. 20 του συντάγματος της Τροιζήνας του 1827 «Οι Έλληνες έχουσι το δικαίωμα να συστοίνωσιν καταστήματα παντός είδους, παιδείας, φιλανθρωπίας, βιομηχανίας και τεχνών, και να εκλέγωσιν διδασκάλους δια την εκπαιδευσίν των». Παράλληλα, το αρ. 85 κατοχυρώνει την εκπαίδευση στο νεοσύστατο Κράτος: «η Βουλή επαγρυπνεί εις την δημόσιαν παιδείαν, και προστατεύειν αυτήν».
Η τελευταία διατύπωση επαναλαμβάνεται στο άρ. 99 του συντάγματος του 1832. Ωστόσο, η λειτουργία της ιδιωτικής εκπαίδευσης ρυθμίζεται με τα πρώτα εκπαιδευτικά νομοθετήματα της χώρας, τα Διατάγματα τoυ 1834 «περί Δημοτικών Σχολείων» και του 1836 «περί κανονισμού των Ελληνικών Σχολείων και Γυμνασίων».
Η ιδιωτική εκπαίδευση που λειτουργεί παράλληλα με τη Δημόσια, από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους, κατοχυρώνεται με ουσιώδη τρόπο με το άρ. 11 του συντάγματος του 1844: «Η ανωτέρα εκπαίδευσις ενεργείται δαπάνη του Κράτους, εις δε την δημοτικήν συντρέχει και το Κράτος κατά το μέτρον της ανάγκης των δήμων. Έκαστος έχει το δικαίωμα να συσταίνει εκπαιδευτικά καταστήματα, συμμορφούμενος με τους νόμους του Κράτους». Η ίδια διάταξη επαναλαμβάνεται στο άρ. 16 του συντάγματος του 1864.
Στο άρ. 16 του συντάγματος του 1911 ο όρος «εκπαιδευτικά καταστήματα» τροποποιείται σε «ιδιωτικά εκπαιδευτήρια»: «Η εκπαίδευσις, διατελούσα υπό την ανωτάτην εποπτείαν του Κράτους, ενεργείται δαπάνη αυτού (…) Επιτρέπεται εις ιδιώτας και εις νομικά πρόσωπα η ίδρυσις ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων, λειτουργούντων κατά το Σύνταγμα και τους νόμους του Κράτους». Η ίδια διάταξη επαναλαμβάνεται στα συντάγματα του 1927 και του 1952.
Σύμφωνα με το άρ. 17 του συντάγματος του 1968 «Οι Ιδρύοντες ιδιωτικά εκπαιδευτήρια και οι διδάσκοντες εις ταύτα δέον να κέκτηνται τα δια τους δημοσίους υπαλλήλους απαιτούμενα ηθικά και λοιπά προσόντα, ως νόμος ορίζει».
Το Σύνταγμα του 1975
Ανάμεσα στα συντάγματα του 1952 και του 1975 διατυπώθηκαν προτάσεις σύμφωνα με τις οποίες η ιδιωτική εκπαίδευση ήταν ένας καθιερωμένος θεσμός στις Δυτικές κοινωνίες, εντός των περιορισμένων δυνατοτήτων του Κράτους, οι οποίες το απάλλασσαν από περαιτέρω δαπάνες για την Δημόσια Εκπαίδευση. Βαθμιαία διαμορφώθηκε στο πολιτικό σύστημα η πεποίθηση ότι η ιδιωτική εκπαίδευση αποτελεί μέρος της κρατικής εκπαίδευσης. Συνεπώς, έπρεπε να προφυλάσσεται ο εκπαιδευτικός δημόσιος χαρακτήρας της, να εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας, να διασφαλίζονται οι εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών και η ανεξαρτησία τους. Οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων να αντιμετωπίζονται ισότιμα με τους μαθητές των δημοσίων και να διασφαλίζεται η ισοτιμία των τίτλων.
Σύμφωνα με το ισχύον άρ. 16§8 του συντάγματος του 1975 «Νόμος ορίζει τις προϋποθέσεις και τους όρους χορήγησης άδειας για την ίδρυση και λειτουργία εκπαιδευτηρίων που δεν ανήκουν στο Κράτος, τα σχετικά με την εποπτεία που ασκείται πάνω σ’ αυτά, καθώς και την υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού προσωπικού τους. Η σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται».
Η διαφορά της διάταξης αυτής από προγενέστερες είναι προφανής. Οι όροι «καταστήματα» και «ιδιωτικά εκπαιδευτήρια» αντικαθίστανται από τον όρο «εκπαιδευτήρια που δεν ανήκουν στο Κράτος», γεγονός που αφαιρεί από τον τομέα αυτό της εκπαίδευσης τον ιδιωτικό χαρακτήρα της οικονομικής επιχείρησης. Ο νομοθέτης, με βάση την συνδυαστική διάταξη του άρ. 16 παρ. 2 ότι «η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους», επιδεικνύοντας προσωρινή ανοχή, αναγνωρίζει «τα μη ανήκοντα στο κράτος εκπαιδευτήρια» ως δομές μιας δεδομένης κοινωνικό-οικονομικής πραγματικότητας. Η μη επέκταση τους στα πανεπιστήμια αποδεικνύει ότι το Κράτος αντιμετωπίζει την ιδιωτική εκπαίδευση με καχυποψία και αρνητικό πνεύμα.
Οι σπουδαιότερες ρυθμίσεις (1958 – 2007)
Το Κράτος, παρεμβαίνοντας στην κατεύθυνση της συνταγματικής υπεράσπισης του δημοσίου λειτουργήματος των εκπαιδευτικών δομών της ιδιωτικής εκπαίδευσης, που αρχικά είχαν εμφανιστεί με ιεραποστολικά σχολεία κατά τα πρότυπα μεσαιωνικών σχολείων και με ξένα, επιταχύνει τον εκσυγχρονισμό τους και διασφαλίζει την ισοτιμία των τίτλων σπουδών.
Το φαινόμενο των φροντιστηρίων άρχισε να αναπτύσσεται πολύ πριν τον β’ παγκόσμιο πόλεμο. Το Κράτος, με τον Α.Ν. 2545/1940 «περί ιδιωτικών σχολείων, φροντιστηρίων και οικοτροφείων» που σε ένα βαθμό διασφάλιζε εργασιακά δικαιώματα των καθηγητών ιδιωτικών σχολείων, ρύθμιζε ζητήματα σχετικά με την υπηρεσιακή κατάσταση των εκπαιδευτικών αλλά και τη λειτουργία των φροντιστηρίων μέσης εκπαίδευσης και ξένων γλωσσών. Ο τότε γενικός επιθεωρητής εκπαίδευσης των ιδιωτικών σχολείων, σε εγκύκλιο, το 1940. ανάμεσα σε άλλα αναφέρει: «Η ιδιωτική εκπαίδευσης δεν πρέπει κατ’ αρχάς να θεωρηθεί εμπορική επιχείρησις», «τα ιδιωτικά σχολεία δέον να λειτουργώσι πάντοτε, ως τα δημόσια, εντός του πλαισίου των Εθνικών, Θρησκευτικών και πάτριων καθόλου παραδόσεων».
Σε εφαρμογή των αποφάσεων της Επιτροπής Παιδείας του 1958 ψηφίστηκε το νομοθετικό διάταγμα 3855/1958 που ενίσχυσε περεταίρω την εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας. Οι προσλήψεις γίνονται με 3ετη σύμβαση, τα ¾ του διδακτικού προσωπικού του κάθε σχολείου πρέπει να είναι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί και το ¼ κατ’ ανώτατο όριο συνταξιούχοι ή εκπαιδευτικοί της δημόσιας εκπαίδευσης. Ορίζεται ότι οι αποδοχές είναι αυτές των καθηγητών της δημόσιας εκπαίδευσης. Οι σχολάρχες, σε πολλές περιπτώσεις, δεν εφάρμοσαν τον νόμο αυτό. Προσέφυγαν μάλιστα στο ΣτΕ προκειμένου να χαρακτηριστεί ως αντισυνταγματικός, αλλά ηττήθηκαν.
Στην συνέχεια οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί προέβαλλαν το αίτημα της ψήφισης ενός οργανικού νόμου που να περιλαμβάνει διατάξεις που να τους απολυτρώνουν από την επιχειρηματική παρέμβασης στο εκπαιδευτικό έργο. Το Σχέδιο Νόμου που διατυπώθηκε το 1959, έμεινε στα χαρτιά, όριζε ότι: 1. «Τα ιδιωτικά σχολεία υφ' ην έννοιαν νοεί ταύτα ο παρών νόμος, δεν θεωρούνται, ως αί λοιπαί εν τω Κρατεί επιχειρήσεις μορφής τύπου των εμπορικών επαγγελματικών και εν γένει βιοτεχνικών επιχειρήσεων του Κράτους, αλλά σχολικοί οργανισμοί, ανασκοπούντες την ηθικήν και πνευματικήν ανάπτυξιν της Κοινωνίας (…) Οι υπηρετούντες εις τα ιδιωτικά σχολεία εκπαιδευτικοί προσφέροντες υπηρεσίαν ομοίαν προς την υπό των εις τα δημόσια σχολεία υπηρετούντων εκπαιδευτικών προσφερομένην, θεωρούνται, ως και εκείνοι, λειτουργοί». Σχέδια Νόμου που διατυπώθηκαν μέχρι το 1962 δεν εισάγονταν στο κοινοβούλιο προς συζήτηση και ψήφιση.
Το αίτημα των ιδιωτικών εκπαιδευτικών για την ανάγκη ψήφισης ενός οργανικού νόμου επανήλθε έντονα με την άνοδο στην εξουσία της Ένωσης Κέντρου, αλλά δεν υπήρξε νομοθετική πρωτοβουλία.
Με το ν. 651/1970 καθιερώνεται η μονιμότητα των ιδιωτικών εκπαιδευτικών μέσα από την «αυτοδίκαια» ανανέωση των «τριετιών» του ν. 3855/1958. Έγινε δεκτό το αίτημα πολλών σχολείων να γίνουν ισότιμα.
Με βάση το Σύνταγμα του 1975 και ως επιστέγασμα των μεγάλων μεταπολιτευτικών αγώνων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών και των μεταμορφωμένων αντιλήψεων στις αστικές ηγεσίες ψηφίστηκε ο ν. 682/1977. Ο νόμος αποτέλεσε τομή για την εκπαίδευση. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση, το Υπουργείο Παιδείας καθορίζει το πλαίσιο «μέσα στα οποία η Πολιτεία θα ασκεί εποπτεία στα (ιδιωτικά) σχολεία», ρυθμίζει τα της «υπηρεσιακής κατάστασης του διδακτικού προσωπικού», θεωρεί ότι «η κείμενη νομοθεσία επιβάλλει, από πολλά χρόνια, όπως τα ιδιωτικά σχολεία ακολουθούν τους κανόνες λειτουργίας των δημοσίων». Παρουσιάζεται «ένα σαφές νομοθετικό καθεστώς ώστε να διαγράφονται με ακρίβεια οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των παραγόντων της ιδιωτικής εκπαιδεύσεως (...) να ρυθμίσει τις σχέσεις μεταξύ των παραγόντων αυτών και να καθορίσει το περιεχόμενο της εποπτείας που πρέπει να ασκεί η καλή λειτουργία τους προς όφελος του κοινωνικού συνόλου». Τέλος, αναγνωρίζεται ότι «τα ιδιωτικά σχολεία είναι όμοια προς τα δημόσια σχολεία».
Το 1983, «για την ομοιόμορφη λειτουργία» των ξενόγλωσσων φροντιστηρίων, εκδόθηκε η ισχύουσα Υπουργική Απόφαση 5500/Δ5/4/11/83 (ΦΕΚ 652-Β, 16-11-83), που καθόρισε, σύμφωνα με τα σχολικά πρότυπα, τις ημέρες αργιών και διακοπών εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων. Σχετική απόφαση του Υπουργείου εξεδόθη στη συνέχεια και για τα φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης.
Στο επόμενο διάστημα ψηφίστηκαν μια σειρά ευνοϊκοί νόμοι (όπως οι 1600/86, 2986/02, 3194/03) που ρύθμιζαν τις σχέσεις εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, τη χρονική διάρκεια των συμβάσεων, τους όρους πρόσληψης τους στην Δημόσια Εκπαίδευσης μετά την απόλυσή τους, καθώς και τη μονιμοποίησή τους. Ο ν. 3577/2007 με το αρ.24 για τον έλεγχο των παράτυπων τίτλων και πτυχίων, σύμφωνα με πρόσφατη δήλωση της τότε Υπουργού Παιδείας Μαριέττας Γιαννάκου, δεν εφαρμόστηκε ποτέ.
Η απορρύθμιση του 2014
Ο ν. 4254/2014, παρ. Ζ, Κεφ. Α, θεμάτων αρμοδιότητος του τότε Υπουργού Παιδείας κ. Αρβανιτόπουλου, καταργώντας διατάξεις του ν. 682/1977, απορρύθμισε πλήρως το πλαίσιο λειτουργίας των «μη κρατικών εκπαιδευτηρίων», τα κατέστησε κοινές κερδοσκοπικές ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Χαρακτηριστική για τη λειτουργία της ιδιωτικής εκπαίδευσης είναι η σκέψη του ΣτΕ 2376/1988 (Ολ.): «Συνεπώς με την Συνταγματική αυτή πρόβλεψη δεν παρέχεται απλώς η δυνατότητα ασκήσεως ιδιωτικής επιχειρήσεως στα πλαίσια του αρ. 5 του Συντάγματος, αλλά και δημοσίου λειτουργήματος υπό ιδιωτικόν φορέα υποκείμενον σε κρατικό έλεγχο και εποπτεία».
Όμως, η Δικομματική Κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ θέτει άλλες προτεραιότητες. Η Διεύθυνση Ιδιωτικής Εκπαίδευσης καταργείται. Απελευθερώνονται οι απολύσεις και επιβάλλονται μεγάλες μισθολογικές μειώσεις. Τίθενται σε κίνδυνο η ανεξαρτησία των εκπαιδευτικών και η αξιοπιστία των χορηγούμενων τίτλων.
Το πλαίσιο εργασίας στα φροντιστήρια
Ποτέ έως σήμερα το Υπουργείο Παιδείας και καμία Κυβέρνηση δεν είχε μεριμνήσει και τολμήσει ώστε, συνδυαστικά με το συνταγματικό προσδιορισμό των γενικών όρων της εργασίας (22§2), να θεσμοθετηθεί το εβδομαδιαίο ωράριο πλήρους διδακτικής απασχόλησης των καθηγητών Φροντιστηρίων Μέσης Εκπαίδευσης (ΦΜΕ) και Κέντρων Ξένων Γλωσσών (ΚΞΓ) και άλλες διατάξεις. Από αυτήν την άποψη η απόφαση συνιστά τομή στην εκπαιδευτική νομοθεσία.
Το εργασιακό πλαίσιο των καθηγητών καθοριζόταν αποκλειστικά από τις Συλλογικές Συμβάσεις (ΣΣΕ) που σύναπταν τα δύο μέρη (εργατικό σωματείο – εργοδοτική ένωση) απευθείας ή με τους κανόνες της διαιτησίας, η οποία στη συνέχεια με απροκάλυπτο και αντισυνταγματικό τρόπο υπονομεύτηκε ή καλύτερα καταργήθηκε με τους «μνημονιακούς νόμους».
Με βάση το πλαίσιο των «ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων», το εβδομαδιαίο διδακτικό ωράριο στα ΦΜΕ είχε καθοριστεί στις 21 ώρες και στα ΚΞΓ στις 18. Οι προτεινόμενε ρυθμίσεις του Υπουργού Παιδείας καθορίζουν ένα ομοιογενές «διδακτικό ωράριο 21 ωρών που η συμπλήρωσή του θα αντιστοιχεί σε 25 ένσημα μηνιαίως, ανεξαρτήτως της κατανομής των διδακτικών ωρών μέσα στην εβδομάδα». Είναι χαρακτηριστικό, ότι οι καθηγητές στα ΚΞΓ απαιτούν την επαναφορά και τη θεσμοθέτηση των 18 ωρών.
Καθηγητές τονίζουν ότι οι προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν εμπεριέχουν διατάξεις για την διάρκεια των συμβάσεων τέτοιες ώστε να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία των διδασκόντων των ΦΜΕ και ΚΞΓ όπως δικαίως συμβαίνει με τους καθηγητές των ιδιωτικών σχολείων. Ισχυρίζονται ότι ενώ η εφαρμογή των ρυθμίσεων μετά την ψήφισή τους, θα ευνοήσουν τη δημιουργία ενός καλύτερου εκπαιδευτικού περιβάλλοντος, αυτοί θα εξακολουθήσουν να παραμένουν σε άμεση εξάρτηση από τον εργοδότη εξαιτίας του καθεστώτος των ολιγόμηνων συμβάσεων εργασίας, πράμα που ασκεί αρνητική επιρροή στο κοινωνικό τους λειτούργημα.
Η τελευταία κλαδική συλλογική σύμβαση για τους καθηγητές των ΦΜΕ, με συμβαλλόμενα μέρη το ΣΕΦΚ και τον ΕΣΙΦΜΕΑ, καθόρισε για το 2011/2012 κατώτερο μηνιαίο μισθό για τις 21 ωρών την εβδομάδα 1.175,00 ευρώ και ωρομίσθιο 13,75 ευρώ, ενώ η πανελλαδική σύμβαση, με συμβαλλόμενα μέρη την ΟΙΕΛΕ και την ΟΕΦΕ, καθόρισε μεικτό μισθό 976,00 ευρώ και ωρομίσθιο 11,ο9 ευρώ. Αναφορικά με τους καθηγητές των ΚΞΓ, η πανελλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας (Δ.Α 5/2011) με συμβαλλόμενα μέρη την ΟΙΕΛΕ, την PALSO και το EUROPALSO καθόρισε, για το 2011/2012, κατώτερο μεικτό μισθό για τις 18 ώρες 694,72 ευρώ και ωρομίσθιο 9,63 ευρώ. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν καθορίζουν μισθό ή ωρομίσθιο όπως περιέργως αφήνουν να εννοηθεί οι εργοδοτικές ενώσεις, και ούτε υπεισέρχονται σε αυτό το ζήτημα.
Στο χώρο των ΚΞΓ της Αττικής πριν την υπογραφή των παραπάνω ΣΣΕ, όπως καταγγέλλεται από όλες τις βαθμίδες και εκφάνσεις του συνδικαλιστικού κινήματος, είχαν ήδη εμφανιστεί πρωτόγνωρες πρακτικές «κίτρινου» συνδικαλισμού. Τα εργατικά σωματεία μιλούν ακόμα και για «μπράβους» αγκυροβολημένους σε δημόσιους χώρους και έξω από τόπους δουλειάς.
Στις 29/9/12 καταγγέλλεται στη Βουλή, από μεγάλη ομάδα βουλευτών, ότι «Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ιδιοκτητών Κέντρων Ξένων Γλωσσών-EUROPALSO ανέλαβε πρώτος το έργο της απόλυτης εξαθλίωσης των καθηγητών ξένων γλωσσών και της οριστικής αποδιάρθρωσης του συστήματος των συλλογικών διαπραγματεύσεων (..) Το εργοδοτικό σωματείο διεξάγει εκλογές με την παρουσία «μπράβων» (…) Ο εργοδοτικός σύνδεσμος υπογράφει με το εργοδοτικό συνδικάτο που ο ίδιος δημιούργησε, δηλαδή με τον εαυτό του, μια κατάπτυστη κλαδική συλλογική εργασία (…) μνημείο εργασιακού μεσαίωνα».
Καθορίζουν αποκλειστικά ωρομίσθια απασχόληση που την κοστολογούν με 3,52 ευρώ (μεικτά). Η μείωση αποδοχών φτάνει έως το 90%. Καταργούνται το εβδομαδιαίο ωράριο πλήρους διδακτικής απασχόλησης, οι (διδακτικές) τριετίες, τα επιστημονικά επιδόματα, οι αργίες και οι εκπαιδευτικές διακοπές εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα.
Οι εργοδοτικές ενώσεις, καταγγέλλοντας τις γνήσιες ΣΣΕ του κλάδου και φαλκιδεύοντας τις «ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις», απορρύθμισαν πλήρως τις εργασιακές σχέσεις. Εναρμονιζόμενες με τις παράνομες πρακτικές του «κίτρινου» συνδικαλισμού, κατήργησαν το διδακτικό ωράριο. Διαιρώντας το κατώτερο βασικό υποτιμημένο βασικό μισθό της ΕΓΣΣΕ των 586,ο8 ευρώ με τις 40 εβδομαδιαίες ώρες εργασίας των ιδιωτικών υπαλλήλων και εργατών καθόρισαν για τους εκπαιδευτικούς βασικό μεικτό ωρομίσθιο 3.52 ευρώ [(586,ο8 : 25) Χ 6] : 40].
Περαιτέρω, η αποδιάρθρωση των δομών κρατικού ελέγχου, τα φαινόμενα της αδήλωτης και της απλήρωτης εργασίας, της υποασφάλισης και τα ποσοστά υποαπασχόλησης και ανεργίας είχαν αρχίσει να λαμβάνουν τραγικές διαστάσεις.
Στις 21/10/13, ήρθε στο φως της δημοσιότητας η απόφαση 554/2012 της Επιτροπής Ανταγωνισμού (Ε.Α.), σύμφωνα με την οποία 5 εργοδοτικές ενώσεις, διαφορετικών νομών της Ελλάδας του συστήματος PALSO, με περίπου 600 ΚΞΓ, είχαν προχωρήσει σε κρυφές συμφωνίες υψηλών διδάκτρων και είχαν υιοθετήσει ρήτρες συμμετοχής ή όχι στα διάφορα πιστοποιητικά γλωσσομάθειας (βλ. «Εφ.Συν» και «ΤαΝέα», 22/10/13).
Η Ε.Α. τους επέβαλλε πρόστιμα εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ και απεύθυνε συστάσεις στο σύστημα του EUROPALSO και απείλησε με πρόστιμο τη PALSO. Η επιβάρυνση των μαθητών, μέσα στην οικονομική κρίση, αποτελεί δηλωτικό στοιχείο αποσάθρωσης του κοινωνικού λειτουργήματος της εκπαίδευσης. Στην σελ. 23 της απόφασης αυτής οι καθηγητές που εντωμεταξύ εργάζονται χωρίς διδακτικό ωράριο πλήρους απασχόληση και αμείβονται με «τρεις κι εξήντα» διαβάζουν: «Η διοίκηση ενός φροντιστηρίου οφείλει να προσφέρει ικανοποιητικές αμοιβές ανά ώρα διδασκαλίας (20-24 €/ώρα περίπου), καθώς και να εξασφαλίζει εβδομαδιαίο πρόγραμμα που να αποτελείται από 20 κατά μέσο όρο ώρες, σε συνεχόμενα τμήματα, ώστε να μην δημιουργούνται κενά».
Παραβιάζονται τα μνημόνια…
Οι εκπρόσωποι των εργοδοτικών ενώσεων επισείουν τη δαμόκλειο σπάθη του ξένου παράγοντα και της τρόικας Υποστηρίζουν ότι η Κυβέρνηση με τις ρυθμίσεις της παραβιάζει τις μνημονιακές δεσμεύσεις της χώρας. Η ΟΕΦΕ υποστηρίζει ότι «είναι αυξημένη τυπικής ισχύος ως εκτελεστικοί κυρωτικοί νόμοι ανειλημμένων διεθνών υποχρεώσεων της χώρας και δεν μπορούν να καταργηθούν με απλό νόμο» («Εφ.Συν.», 14/4). Επιπλέον, ισχυρίζονται ότι βάλλεται η «επιχειρηματική ελευθερία τους».
Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, θέτουν τους όρους ενός καθολικού πλαισίου διάβρωσης του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης με την μεταφορά κοινωνικών πόρων σε ιδιωτικές εκπαιδευτικές δομές που το τελευταίο διάστημα εμφανίζουν διαρροή μαθητών. Ο κ. Φορτσάκης προτείνει «Οι γονείς που επιλέγουν την ιδιωτική παιδεία να ενισχύονται οικονομικά από το κράτος είτε με “κουπόνι” είτε με φοροαπαλλαγή, με συγκεκριμένες προϋποθέσεις» (Καθημερινή, 7/8), ενώ ο Κυρ. Μητσοτάκης στο συνέδριο της Ν.Δ. (4/2016), συμπυκνώνοντας τα νοήματα, όρισε τους μαθητές ως «πραγματικούς πελάτες της παιδείας».
Πρόκειται για την επαναφορά παλαιοτάτων θέσεων του θεμελιωτή του νεοφιλελεύθερου μοντέλου της οικονομίας Μ. Φρίντμαν, σύμφωνα με τις οποίες «το εκπαιδευτικό κουπόνι είναι ένα μέσο για να επιτευχθεί η μετάβαση από ένα κρατικό σύστημα σε ένα σύστημα αγοράς». Οι θέσεις αυτές εφαρμόστηκαν από τον δικτάτορα Πινοσέτ στη Χιλή, με καταστροφικές συνέπειες για τη Δημόσια Εκπαίδευση και την κοινωνία.
Το φροντιστήριο της παραπληροφόρησης
Ο κ. Βαφειαδάκης της ΟΕΦΕ αναρωτήθηκε στην Επιτροπή: «Αυτά τα περί τα 3,60 και 4,30 τι είναι αυτό; Από που αποδεικνύεται; Πως τεκμαίρεται αυτό το πράγμα;».
Όμως, λίγους μήνες νωρίτερα, όπως αποκάλυψε η «Εφ.Συν» (11/4), η ΟΕΦΕ είχε καταθέσει υπόμνημα στο Υπουργείο Παιδείας, που έγραφε επί λέξει: «Ο υπολογισμός του κατώτερου ωρομισθίου των καθηγητών μας έχει όριο τις κατώτερες αποδοχές που θεσπίζει η Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. και ισχύει και στα φροντιστήρια με το συμβατικό ωράριο των 40 ωρών εβδομαδιαίως».
Επιπλέον, ο κ. Βαφειαδάκης ενώ εμφανίστηκε αιφνιδιασμένος και έκπληκτος: «Δεν μπορώ να καταλάβω από πού προκύπτουν οι 21 ώρες», στο παραπάνω υπόμνημα αναγράφεται ότι «η επιχειρούμενη θέσπιση 21 ωρών εργασίας αποτελεί τεράστιο παρεμβατισμό του κράτους στην συλλογική αυτονομία και στην επιχειρηματική ελευθερία τους».
Πολλά ερωτήματα για την ειλικρίνεια των εργοδοτικών επιχειρημάτων προκύπτουν από το γεγονός ότι ο κ. Βαφειαδάκης έχει υπογράψει, σε συμφωνία με τους εργαζόμενους, κάτω από διατάξεις που καθόριζαν το διδακτικό ωράριο των 21 ωρών. Στην ηλεκτρονική διεύθυνση του Υπουργείου Εργασίας μπορεί ο οποιοσδήποτε να το διαπιστώσει: http://www.ypakp.gr/uploads/docs/3848.pdf
Ο εκπρόσωπος του ΣΕΦΚ στην Επιτροπή σχολίασε: «Εμείς, προφανώς, δεν ζητάμε τα ωρομίσθιά μας από κανένα Υπουργείο. Το εργατικό κίνημα θέλει να διεκδικήσει ελεύθερες συλλογικές συμβάσεις για τους μισθούς. Εμείς ζητάμε το αυτονόητο. Όπως με πιστοποιείς και με λες δάσκαλο, μου δίνεις άδεια διδασκαλίας και μου λες ότι θέλω το πτυχίο σου, τις ιατρικές εξετάσεις, θέλω να έχεις λευκό ποινικό μητρώο, θέλω να μου αναγνωρίσεις και ένα εκπαιδευτικό ωράριο. Τόσο απλά. Γιατί 21 ώρες, που τώρα χτυπιούνται για αυτές; 21 ώρες είχαν οι συμβάσεις ελεύθερων διαπραγματεύσεων με τους εργοδότες σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης. Στα Κέντρα Ξένων Γλωσσών ήταν 18, τα οποία γκρινιάζουν». Επιπλέον, δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι οι καθηγητές, λόγω της φύσης της εργασίας τους, εργάζονται πλέον του διδακτικού προγράμματος και να εξηγήσει ότι οι 21 ώρες αποτελούν το εβδομαδιαίο διδακτικό ωράριο εργασίας που υπερβαίνει το μέσο όρο του διδακτικού ωραρίου της μέσης εκπαίδευσης, όπου εκεί διαμορφώνεται, από 18 έως 23 ώρες, ανάλογα της προϋπηρεσίας του διδάσκοντος.
Η γλώσσα της δημιουργικής (συλ)λογιστικής
Ο κ. Μιχηλίδης της PALSO που έχει στις τάξεις της περίπου 40 Συλλόγους, με κάπου 2.500 ιδιοκτήτες-μέλη, μίλησε για «ενδιάμεσους πλασιέ», για «τεράστια φοροδιαφυγή», για «μίζες που παίρνουν οι ιδιοκτήτες των Κέντρων Ξένων Γλωσσών» και για «‘μαύρα’ χρήματα» όπως χαρακτηριστικά είπε. Παίρνοντας αποστάσεις από τo EUROPALSO, τόνισε ότι «δεν έχει καμία σχέση με οποιοδήποτε σωματείο ίδρυσε (…) σωματείο εργαζομένων ‘μαϊμού’». Τέλος, διαβεβαίωσε ότι «οι δικοί του άνθρωποι δεν πληρώνουν αυτά που άκουσε».
Ωστόσο, στη σελίδα της PALSO στο facebook, στις 7/8, ενημέρωσε τα μέλη της εργοδοτικής ομοσπονδίας ότι αν «Στον υπολογισμό του ωρομισθίου» που κοινοποίησε αντικαταστήσουν «τις 40 ώρες του πλήρους ωραρίου της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (μόνο αυτή υπάρχει) με τις 21 ώρες της τροπολογίας (πλήρες ωράριο)» θα διαπιστώσουν «αμέσως ότι το ωρομίσθιο διπλασιάζεται», και παραπέμποντας στο ιδεολόγημα του κοινωνικού αυτοματισμού και της «μνημονιακής τάξης» επισήμανε ότι «Κάνουν μία υπέρβαση που σημαίνει αυξήσεις μόνο για μία τάξη εργαζομένων παραβιάζοντας έτσι και τις μνημονιακές τους υποχρεώσεις». Στο τέλος, τους παρακάλεσε να «ενημερώσουν άμεσα όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, ακόμα και τους τοπικούς συλλόγους φροντιστών μέσης εκπαίδευσης, τα κέντρα ξένων γλωσσών μέλη και μη μέλη, τον τοπικό τύπο, τους βουλευτές και τα κόμματα καθώς και τα γραφεία της ΕΕ». Κατέληξε λέγοντας ότι «δεν γίνεται να νομοθετούν για εμάς χωρίς εμάς. Επίκεινται κι άλλες αλλαγές».
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι για τις ρυθμίσεις αυτές, που έχουν ανακοινωθεί, χωρίς σημαντικές διαφοροποιήσεις, δύο φορές (4/15, 3/16), οι εργοδοτικές ενώσεις έχουν καταθέσει, στο δημόσιο διάλογο, την κάθετη διαφωνία τους. Επί παραδείγματι, στην από 1/4/16, αναρτημένη επιστολή του EUROPASO προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Πρωθυπουργό, την Κυβέρνηση και τα κόμματα, επαναλαμβάνεται η αντίθεση προς την «επικείμενη προς ψήφιση νομοθετική ρύθμιση». Ακριβώς, όπως την είχε εκφράσει και στην, από 30/3/16, επιστολή προς τον Υπουργό Παιδείας. Μάλιστα, εκτιμώντας ότι «οι συγκεκριμένες προτεινόμενες ρυθμίσεις κινούνται στα όρια της νομιμότητας» απείλησε την Κυβέρνηση με «δικαστικές διαμάχες».
Στα πρόθυρα νευρικής κρίσης
Ο αντιπρόεδρος του ΣΕΦΚ Α. Σεληνιωτάκης, αφού ανέλυσε στην Επιτροπή τις όψεις ενός γενικευμένου μεσαιωνικού καθεστώτος «μαύρης» και υποτιμημένης εργασίας στα φροντιστήρια, απαντώντας στα εργοδοτικά επιχειρήματα κατέληξε: «Τούτη την κατάσταση και τούτη την επιβολή είναι υποχρέωση του Υπουργείου να περιορίσει, να περιφρουρήσει την ψυχική υγεία των μαθητών και των καθηγητών, σαν εργαζομένων. Θεωρούμε ότι αργήσατε!»
Ο μεγάλος φόβος
Γιατί οι ρυθμίσεις ενώ συνάδουν με το σκοπό της ιδιωτικής εκπαίδευσης που αποτελεί τη ratio της κρατικής παρέμβασης, όπως αυτή ορίζεται στο φιλελεύθερο Σύνταγμα της χώρας, γίνεται αντικείμενο λυσσαλέας επίθεσης;
Μήπως επειδή ο σημερινός Υπουργός Παιδείας είναι τάχα ένας ιδιότροπος μπολσεβίκος των αρχών του περασμένου αιώνα ο οποίος έχει κρυφή ατζέντα;
Τεκμαίρεται ότι, πέρα από τη στρατηγική της ιδιωτικής απαλλοτρίωση του δημόσιου χώρου της εκπαίδευσης, υπάρχει ένας άμεσος και σπουδαίος λόγος: ο φόβος μήπως συρρικνωθούν ή έρθουν στην επιφάνεια αδήλωτα εισοδήματα του πλέγματος των εκμεταλλευτικών διαμορφωμένων κοινωνικό-πολιτικών σχέσεων στο σύνολο της ιδιωτικής εκπαίδευσης.
Πάντως, οι εκπαιδευτικοί, που πιστεύουν ότι οι ρυθμίσεις βρίσκονται προς τη σωστή κατεύθυνση, θεωρούν ότι το αίτημα του κόσμου της εργασίας για μια εκπαίδευση αποκλειστικά δημόσια, δωρεάν και υψηλού επιπέδου, εξακολουθεί να απαντάει σε όλα τα ερωτήματα.
Πέτρος Λυμπερόπουλος
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 14/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη