Thumbnail

 

Της Μο­νά Σο­λέ


Μας υ­πο­σχέ­θη­καν ό­τι η τε­χνο­λο­γία θα α­πε­λευ­θέ­ρω­νε την αν­θρω­πό­τη­τα ε­λευ­θε­ρία και θα πρό­σφε­ρε ά­φθο­νο ε­λεύ­θε­ρο χρό­νο. Αλλά ο ρυθ­μός της ζωής α­κο­λού­θη­σε τον ξέ­φρε­νο ρυθ­μό της μη­χα­νής και τώ­ρα ο κα­θέ­νας μας νιώ­θει να πνί­γε­ται στους κα­τα­να­γκα­σμούς της. Άνι­σα κα­τα­νε­μη­μέ­νος, ο χρό­νος συ­νι­στά πια έ­να φυ­σι­κό πό­ρο που σπα­νί­ζει και διεκ­δι­κεί­ται α­πό πολ­λούς. Για να κα­τα­νοή­σου­με τις αι­τίες αυ­τής της έλ­λει­ψης χρό­νου, χρή­σι­μη εί­ναι μια ι­στο­ρι­κή α­να­δρο­μή.

Ο ι­σπα­νός οι­κο­νο­μο­λό­γος και μυ­θι­στο­ριο­γρά­φος Φερ­νά­ντο Τρίας ντε Μπες εί­χε την ι­δέα πριν α­πό με­ρι­κά χρό­νια να δη­μο­σιεύ­σει έ­να πε­ζο­γρά­φη­μα με τίτ­λο «Ο πω­λη­τής χρό­νου». Ο κε­ντρι­κός ή­ρωας, για να μπο­ρέ­σει να ξε­χρεώ­σει τα δά­νειά του, α­πο­φα­σί­ζει να στή­σει μια ε­πι­χεί­ρη­ση, για να που­λά­ει χρό­νο στους συ­μπο­λί­τες του, που τό­σο λεί­πει και στον ί­διο.
Ο μύ­θος του Τρίας ντε Μπες σκια­γρα­φεί το μη­χα­νι­σμό του χρέ­ους σαν «κλο­πή χρό­νου», κα­θώς και την κα­τά­στα­ση «χρο­νι­κής πεί­νας», που βιώ­νουν οι σύγ­χρο­νες δυ­τι­κές κοι­νω­νίες. Μή­πως οι κοι­νω­νίες αυ­τές τυ­φλω­μέ­νες α­πό το κύ­ρος που προσ­δί­δει ο φρε­νή­ρης ρυθ­μός, φυ­λα­κι­σμέ­νες σε μια συ­γκε­κρι­μέ­νη α­ντί­λη­ψη για τη δρά­ση και το αν­θρώ­πι­νο πε­πρω­μέ­νο, υ­πο­τι­μούν το ου­σιώ­δες α­γα­θό που συ­νι­στά ο χρό­νος, μέ­χρι του ση­μείου να τον ευ­τε­λί­ζουν χω­ρίς αι­δώ; Πί­σω α­πό αυ­τό που ο κα­θέ­νας βλέ­πει συ­νή­θως σαν έ­να φυ­σι­κό δε­δο­μέ­νο, ή σαν το α­πρό­βλε­πτο της α­το­μι­κής ύ­παρ­ξής του, υ­πάρ­χει μο­λα­ταύ­τα έ­να «κα­θε­στώς χρό­νου» που δεν έ­χει κα­μία σχέ­ση με το τυ­χαίο, ό­πως υ­πο­γραμ­μί­ζει ο γερ­μα­νός κοι­νω­νιο­λό­γος Χάρ­τμουτ Ρό­ζα.
Ο ί­διος δια­κρί­νει στην πρό­σφα­τη ι­στο­ρι­κή πε­ρίο­δο τρεις μορ­φές ε­πι­τά­χυν­σης που συν­δυά­ζο­νται: τε­χνο­λο­γι­κή ε­πι­τά­χυν­ση (Δια­δί­κτυο, σι­δη­ρό­δρο­μοι υ­ψη­λής τα­χύ­τη­τας, φούρ­νοι μι­κρο­κυ­μά­των), κοι­νω­νι­κή ε­πι­τά­χυν­ση (συ­χνές αλ­λα­γές ερ­γα­σίας και συ­ζύ­γου στη διάρ­κεια της ζωής, πιο συ­χνή α­ντι­κα­τά­στα­ση χρη­στι­κών α­ντι­κει­μέ­νων), ε­πι­τά­χυν­ση του ρυθ­μού ζωής (κοι­μό­μα­στε λι­γό­τε­ρο, μι­λά­με πιο γρή­γο­ρα, βλέ­που­με λι­γό­τε­ρο συ­χνά τους δι­κούς μας, κά­νου­με τα πά­ντα τη­λε­φω­νώ­ντας και βλέ­πο­ντας τη­λεό­ρα­ση). Σύμ­φω­να με την τρέ­χου­σα λο­γι­κή, η τε­χνι­κή ε­πι­τά­χυν­ση θα έ­πρε­πε να ε­ξα­σφα­λί­ζει σε ό­λους μια κα­θη­με­ρι­νό­τη­τα ή­ρε­μη και νω­χε­λι­κή. Κι ό­μως, ε­νώ μειώ­νει τη διάρ­κεια των δια­φό­ρων δια­δι­κα­στι­κών, πολ­λα­πλα­σιά­ζει ε­πί­σης τον α­ριθ­μό τους.
Εί­ναι α­λή­θεια ό­τι γρά­φεις πιο γρή­γο­ρα έ­να η­λεκ­τρι­κό μή­νυ­μα, αλ­λά τα μη­νύ­μα­τα αυ­τά που στέλ­νεις εί­ναι πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρα α­πό τις ε­πι­στο­λές που θα έ­γρα­φες. Το αυ­το­κί­νη­το μας ε­πι­τρέ­πει να πη­γαί­νου­με στον προο­ρι­σμό μας πιο γρή­γο­ρα, αλ­λά κα­θώς συ­νε­πά­γε­ται την αύ­ξη­ση των με­τα­κι­νή­σεων, δεν μειώ­νει, τε­λι­κά, το χρό­νο που ξο­δεύου­με γι’ αυ­τές… Η έ­κρη­ξη του πλή­θους των δυ­να­το­τή­των –στην κα­τα­νά­λω­ση, στη βιο­μη­χα­νία των δια­κο­πών, στο Δια­δί­κτυο, στην τη­λεό­ρα­ση…– μας υ­πο­χρεώ­νει σε διαρ­κείς και χρο­νο­βό­ρους δια­κα­νο­νι­σμούς.

Ρο­λόι, ο «μύ­λος του δια­βό­λου»

Σύμ­φω­να με τον Χάρ­τμουτ Ρό­ζα, το ι­στο­ρι­κό φαι­νό­με­νο της ε­πι­τά­χυν­σης αρ­χι­κά ε­ξε­λίχ­θη­κε στις δυ­τι­κές κοι­νω­νίες, κα­θώς έ­βλε­παν σ’ αυ­τό μια υ­πό­σχε­ση προό­δου και αυ­το­νο­μίας. Αλλά στη συ­νέ­χεια βρα­χυ­κύ­κλω­σε τους θε­σμούς και τα πο­λι­τι­κά στε­λέ­χη. Γί­νε­ται πια μια «ο­λο­κλη­ρω­τι­κή δύ­να­μη στο ε­σω­τε­ρι­κό της σύγ­χρο­νης κοι­νω­νίας», με την έν­νοια α­φη­ρη­μέ­νης και πα­ντα­χού πα­ρού­σας αρ­χής, α­πό την ο­ποία κα­νείς δεν μπο­ρεί να ξε­φύ­γει.
Στην κα­θη­με­ρι­νό­τη­τά του το ά­το­μο έ­χει την ε­ντύ­πω­ση ό­τι δεν κά­νει τί­πο­τε άλ­λο πα­ρά να τρέ­χει, χω­ρίς πο­τέ να στα­θεί και να α­να­στο­χα­στεί την ί­δια του τη ζωή. Και στο συλ­λο­γι­κό πε­δίο οι πο­λι­τι­κές κοι­νό­τη­τες χά­νουν τον έ­λεγ­χο του πε­πρω­μέ­νου τους. Κα­τά πα­ρά­δο­ξο τρό­πο, αυ­τή η τρελ­λή κούρ­σα συ­νο­δεύε­ται α­πό έ­να αί­σθη­μα α­δρά­νειας και μοι­ρο­λα­τρείας.
Οι προο­δευ­τι­κοί κύ­κλοι μπο­ρεί να μην ταυ­το­ποιούν πά­ντα με σα­φή­νεια το χρό­νο σαν το δια­κύ­βευ­μα μιας στρα­τη­γι­κής μά­χης, μπο­ρού­με ω­στό­σο να δια­πι­στώ­σου­με ό­τι έ­χει με­τα­τρα­πεί σε ε­ξαι­ρε­τι­κά διεκ­δι­κού­με­νο πό­ρο, που εί­ναι πο­λύ ά­νι­σα κα­τα­νε­μη­μέ­νος. Στη Γαλ­λία, οι «νό­μοι Ομπρί» για τη μείω­ση του χρό­νου ερ­γα­σίας το 1998 και το 2000, πρό­σφε­ραν στα στε­λέ­χη ε­πι­πλέ­ον η­μέ­ρες αρ­γίας, αλ­λά α­πο­διάρ­θρω­σαν τους ρυθ­μούς των λι­γό­τε­ρο ει­δι­κευ­μέ­νων μι­σθω­τών, που εί­δαν να τους ε­πι­βάλ­λε­ται αυ­ξη­μέ­νη ε­λα­στι­κό­τη­τα στο ω­ρά­ριο ερ­γα­σίας.

Ο γυ­ναι­κείος χρό­νος

Τα πρα­κτο­ρεία που προ­σφέ­ρουν «προ­σω­πι­κές υ­πη­ρε­σίες», ε­πι­τρέ­πουν στις εύ­πο­ρες τά­ξεις να α­παλ­λάσ­σο­νται α­πό το βά­ρος της φρο­ντί­δας του σπι­τιού ή των παι­διών με τη βοή­θεια γυ­ναι­κών συ­νή­θως, φτω­χών ή /και με­τα­να­στριών, που α­να­λαμ­βά­νουν τό­σο ά­χα­ρες ό­σο και κα­κο­πλη­ρω­μέ­νες δου­λειές.
Στο σύ­νο­λό τους οι γυ­ναί­κες υ­φί­στα­νται ι­διαί­τε­ρη πίε­ση. Τον Ιού­λιο του 2012, το βελ­γι­κό κί­νη­μα Γυ­ναι­κεία Ζωή, α­φιέ­ρω­σε σ’ αυ­τό το πρό­βλη­μα την ε­τή­σια «ε­βδο­μά­δα με­λέ­της». Με τίτ­λο «Να α­να­κτή­σου­με τον έ­λεγ­χο του χρό­νου» (), η πρό­σκλη­ση ση­μείω­νε ό­τι οι γυ­ναί­κες, α­να­λαμ­βά­νο­ντας το με­γα­λύ­τε­ρο μέ­ρος των οι­κια­κών κα­θη­κό­ντων, παί­ζουν το ρό­λο του «α­μορ­τι­σέρ του χρό­νου» τό­σο στην ε­πι­χεί­ρη­ση που ερ­γά­ζο­νται, συ­νή­θως με κα­θε­στώς με­ρι­κής α­πα­σχό­λη­σης, ό­σο και στην ι­διω­τι­κή ζωή τους, ό­που φέ­ρουν το βά­ρος «της ορ­γά­νω­σης των δια­φό­ρων χρό­νων της οι­κο­γε­νεια­κής ζωής». Εί­ναι θύ­μα­τα, ε­πί­σης των «σε­ξι­στι­κών α­ντι­λή­ψεων που συν­δυά­ζουν τη θη­λυ­κό­τη­τα με την α­φο­σίω­ση στους άλ­λους». Όπως έ­λε­γε μια νο­σο­κό­μα, «έ­χω πά­ντα την ε­ντύ­πω­ση, ό­ταν κά­νω κά­τι για τον ε­αυ­τό μου, ό­τι έ­χω πα­ρα­με­λή­σει κά­ποιον άλ­λο».

Ο χρό­νος ερ­γα­σίας

Μπο­ρεί τις τε­λευ­ταίες δε­κα­ε­τίες η ερ­γα­σία να έ­χει γί­νει πιο ε­ντα­τι­κή και για ο­ρι­σμέ­νες κα­τη­γο­ρίες μι­σθω­τών να τεί­νει να ει­σβά­λει στην προ­σω­πι­κή σφαί­ρα, αλ­λά η ε­πί­ση­μη διάρ­κειά της δεν έ­πα­ψε να μειώ­νε­ται α­πό την έ­ναρ­ξη της σύγ­χρο­νης ε­πο­χής. Συ­νε­πώς, οι άν­θρω­ποι έ­χουν πε­ρισ­σό­τε­ρο ε­λεύ­θε­ρο χρό­νο, αλ­λά τους τον υ­φαρ­πά­ζει ο δαι­μο­νι­κός ρυθ­μός της ζωής. Από την άλ­λη με­ριά, συ­χνά α­φιε­ρώ­νουν το χρό­νο της αρ­γίας σε δρα­στη­ριό­τη­τες ε­λά­χι­στης α­ξίας, ό­πως η πα­ρα­κο­λού­θη­ση τη­λεό­ρα­σης: υ­πο­φέ­ρουν α­πό έ­να εί­δος α­νά­σχε­σης, που τους ε­μπο­δί­ζει να κά­νουν αυ­τό που πραγ­μα­τι­κά έ­χουν α­νά­γκη να κά­νουν.
Αυ­τό δεν εί­ναι πα­ρά­δο­ξο. Το πρό­βλη­μα του χρό­νου δεν εί­ναι πρό­βλη­μα πο­σό­τη­τας μό­νο –που πα­ρου­σιά­ζει έλ­λειμ­μα– αλ­λά και ποιό­τη­τας: δεν ξέ­ρου­με πια πώς να τον ε­ξοι­κειώ­σου­με, να τον δα­μά­σου­με. Η α­ντί­λη­ψη του χρό­νου που έ­χου­με, έ­χει δια­μορ­φω­θεί με βά­ση την κα­πι­τα­λι­στι­κή η­θι­κή, που έ­χει κα­τα­γω­γή προ­τε­στα­ντι­κής έ­μπνευ­σης, η ο­ποία ό­μως έ­χει εκ­κο­σμι­κευ­θεί: πρό­κει­ται για έ­ναν α­φη­ρη­μέ­νο φυ­σι­κό πό­ρο «που πρέ­πει να τον εκ­με­ταλ­λευ­τού­με ε­πι­κερ­δώς με ό­σο το δυ­να­τόν πιο ε­ντα­τι­κό τρό­πο».
Ο βρε­τα­νός ι­στο­ρι­κός Έντουαρ­ντ Πάλ­μερ Τόμ­σον α­να­φέ­ρει ό­τι ε­ξε­γέρ­θη­καν οι πρώ­τες γε­νιές ερ­γα­τών που τους ε­πέ­βα­λαν την ερ­γα­σία που ό­ρι­ζε το ρο­λόι ή η σει­ρή­να της φά­μπρι­κας και ό­χι το συ­γκε­κρι­μέ­νο έρ­γο που τους εί­χαν α­να­θέ­σει. Με την κα­νο­νι­κό­τη­τα που ρυθ­μί­ζε­ται με το χρό­νο του ρο­λο­γιού, ο ερ­γά­της χά­νει την αυ­θόρ­μη­τη συ­νή­θεια να ε­ναλ­λάσ­σει τις πε­ριό­δους ε­ντα­τι­κής ερ­γα­σίας με πε­ριό­δους α­νά­παυ­σης, που το Τόμ­σον θεω­ρεί «φυ­σι­κό» ρυθ­μό της αν­θρώ­πι­νης ύ­παρ­ξης.
Ο αυ­στη­ρός τε­μα­χι­σμός του χρό­νου ρυθ­μί­ζει την πει­θαρ­χία τό­σο στο ερ­γο­στά­σιο ό­σο και στο σχο­λειό, με στό­χο να τι­θα­σεύ­σει πρώι­μα τους φο­ρείς της ερ­γα­τι­κής δύ­να­μης: στο Μά­ντσε­στε­ρ, το 1775, ο αι­δε­σι­μώ­τα­τος Τζ. Κλέι­τον α­νη­συ­χού­σε ε­πει­δή έ­βλε­πε τους δρό­μους γε­μά­τους «με ά­πρα­γα ρα­κέν­δυ­τα παι­διά, που ό­χι μό­νο χά­νουν το χρό­νο τους, αλ­λά α­πο­κτούν και τη συ­νή­θεια να παί­ζουν».
Η κα­τα­πιε­στι­κή διά­στα­ση της ε­πι­χεί­ρη­σης εμ­φα­νί­ζε­ται με σα­φή­νεια στα λό­για του που­ρι­τα­νού θε­ο­λό­γου Ρί­τσαρ­ντ Μπάξ­τε­ρ, που υ­πα­γό­ρευε πριν τη γε­νί­κευ­ση των ρο­λο­γιών τσέ­πης, ο κα­θέ­νας να ρυθ­μί­ζε­ται «με βά­ση το ε­σω­τε­ρι­κό η­θι­κό ρο­λόι του». Πιο πρό­σφα­τα, το 2005, στη Γερ­μα­νία, ο χρι­στια­νο­δη­μο­κρά­της υ­πουρ­γός Δι­καιο­σύ­νης του κρα­τι­δίου της Έσσης υ­πο­δεί­κνυε την «ε­πι­τή­ρη­ση των α­νέρ­γων» με τη βοή­θεια «η­λεκ­τρο­νι­κού βρα­χιο­λιού», με σκο­πό να τους δι­δά­σκου­με πώς να «ξα­να­ζούν με κα­νο­νι­κό ω­ρά­ριο»…

Ο ε­λεύ­θε­ρος χρό­νος

 Η λο­γι­κή της α­πο­δο­τι­κό­τη­τας και της α­ντα­γω­νι­στι­κό­τη­τας, που προ­σι­διά­ζει στην οι­κο­νο­μι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα («ο α­ντα­γω­νι­σμός δεν κοι­μά­ται πο­τέ»), ε­πε­κτεί­νε­ται σε ό­λους τους το­μείς της ζωής. Ο ε­λεύ­θε­ρος χρό­νος, που κερ­δή­θη­κε με α­κρι­βό α­ντί­τι­μο, ο­φεί­λει κι αυ­τός να διευ­θε­τεί­ται α­πο­τε­λε­σμα­τι­κά. Η έλ­λει­ψη μιας τέ­τοιας διευ­θέ­τη­σης μπο­ρεί να ο­δη­γή­σει στη δια­σπά­θι­σή του, που έ­χει πο­λύ σο­βα­ρές συ­νέ­πειες. Μπο­ρεί εξ αυ­τού να προ­κύ­ψουν μειο­νε­κτή­μα­τα που μοι­ρά­ζο­νται σ’ ό­λη την κοι­νω­νι­κή κλί­μα­κα α­πό πά­νω μέ­χρι κά­τω: «Όπως ο υ­φι­στά­με­νος την εκ­με­τάλ­λευ­ση, το ί­διο και ο εκ­με­ταλ­λευ­τής δεν μπο­ρεί να α­φε­θεί χω­ρίς κα­μία ε­πι­φύ­λα­ξη στη γλυ­κειά ρα­θυ­μία», γρά­φει ο Ρα­ούλ Βα­νε­γκέμ. «Κά­τω α­πό τη φαι­νο­με­νι­κή χαύ­νω­ση του ο­νεί­ρου, ξυ­πνά­ει μια συ­νεί­δη­ση που το κα­θη­με­ρι­νό σφυ­ρο­κό­πη­μα της δου­λειάς την ε­ξο­ρί­ζει α­πό την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα του ει­σο­δη­μα­τία».
Ο Ρό­ζα το ε­πι­βε­βαιώ­νει: ό­ποιος θέ­λει να α­να­κτή­σει τον έ­λεγ­χο της δια­δρο­μής της α­το­μι­κής και συλ­λο­γι­κής ι­στο­ρίας, χρειά­ζε­ται πρώ­τα α­π‘ ό­λα να α­παλ­λα­γεί α­πό τους «ση­μα­ντι­κούς χρο­νι­κούς πό­ρους», που προο­ρί­ζο­νται για το παι­χνί­δι, τη σχό­λη και για να ξα­να­μά­θου­με να «ξο­δεύου­με ά­σκο­πα» το χρό­νο.
Και προ­σθέ­τει ό­τι αυ­τό που αμ­φι­σβη­τεί­ται, εί­ναι η δυ­να­τό­τη­τα «οι­κειο­ποίη­σης του κό­σμου», χω­ρίς την ο­ποία ο κό­σμος γί­νε­ται «βου­βός, ψυ­χρός, α­διά­φο­ρος, α­κό­μα και εχ­θρι­κός».
Η ε­ρευ­νή­τρια Αλίς Μέ­ντιν­γκ, ε­πί­σης, ταυ­το­ποιεί έ­να «φαι­νό­με­νο α­ποοι­κειο­ποίη­σης», που δια­τη­ρεί το σύγ­χρο­νο υ­πο­κεί­με­νο σε μια κα­τά­στα­ση που το κά­νει να νοιώ­θει ξέ­νο μέ­σα στον κό­σμο και στην ί­δια του την ύ­παρ­ξη. Πριν α­πό τη βα­σι­λεία του ρο­λο­γιού -που οι αλ­γε­ρι­νοί χω­ρι­κοί στη δε­κα­ε­τία του ‘50, ό­πως ση­μειώ­νει ο Πιερ Μπουρ­ντιέ, το α­πο­κα­λού­σαν «μύ­λο του δια­βό­λου»- οι τρό­ποι υ­πο­λο­γι­σμού του χρό­νου συ­νέ­δε­αν φυ­σιο­λο­γι­κά τις αν­θρώ­πι­νες υ­πάρ­ξεις με το σώ­μα τους και το συ­γκε­κρι­μέ­νο πε­ρι­βάλ­λον τους. Οι βιρ­μα­νοί μο­να­χοί, διη­γεί­ται ο Τόμ­σον, ση­κώ­νο­νταν το πρωί την ώ­ρα που «έ­χει αρ­κε­τό φως, ώ­στε να βλέ­πουν τις φλέ­βες του χε­ριού τους». Στη Μα­δα­γα­σκά­ρη, η στιγ­μή ι­σο­δυ­να­μεί με την ώ­ρα που χρειά­ζε­ται «μια α­κρί­δα να τη­γα­νι­στεί»...

Η κρί­ση χρό­νου

Η κρί­ση χρό­νου, α­κρι­βώς ε­πει­δή έ­χει πο­λύ βα­θειά τις ρί­ζες της στην ι­στο­ρία της νεω­τε­ρι­κό­τη­τας, δεν α­ντι­με­τω­πί­ζε­ται με ε­πι­φα­νεια­κές λύ­σεις. Γι‘ αυ­τό και χρειά­ζε­ται να ε­ξε­τά­ζου­με με φρό­νη­ση πρω­το­βου­λίες ό­πως του ευ­ρω­παϊκού «κι­νή­μα­τος για τη βρα­δύ­τη­τα»: βρα­δύ­τη­τα στο φα­γη­τό, με α­νά­λο­γη γα­στρο­νο­μία, βρα­δύ­τη­τα στα μί­ντια, με α­νά­λο­γη δη­μο­σιο­γρα­φία... Στις Η­ΠΑ, ο Στιούαρτ Μπρα­ντ ε­πο­πτεύει στην έ­ρη­μο του Τέ­ξας την κα­τα­σκευή ε­νός «Ρο­λο­γιού του Πα­ρό­ντος Μα­κράς Διάρ­κειας», που θα λει­τουρ­γεί ε­πί δέ­κα χι­λιά­δες χρό­νια και θα ξα­να­δώ­σει έ­τσι στην αν­θρω­πό­τη­τα την έν­νοια του μα­κρο­πρό­θε­σμου. Το συ­γκε­κρι­μέ­νο σχέ­διο, βέ­βαια, χά­νει την ποιη­τι­κό­τη­τά του, ό­ταν γνω­ρί­ζου­με ό­τι χρη­μα­το­δο­τεί­ται α­πό τον ι­δρυ­τή του δια­δι­κτυα­κού ε­μπο­ρι­κού τό­που amazon: οι υ­πάλ­λη­λοί του, υ­πο­χρεω­μέ­νοι να τρέ­χουν ό­λη μέ­ρα στις α­πο­θή­κες του, πο­λύ αμ­φι­βάλ­λου­με αν αν­τλούν ο­ποια­δή­πο­τε υ­παρ­ξια­κή ευ­χα­ρί­στη­ση...

Το κεί­με­νο της Μο­νά Σο­λέ δη­μο­σιεύ­τη­κε στη «Μο­ντ Ντι­πλο­μα­τίκ» (τεύ­χος Δε­κεμ­βρίου 2012).

 

H ΕΠΟΧΗ

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Νέο Προσκλητήριο Προσλήψεων Εκπαιδευτών Ενηλίκων: Αφορά όλα τα πτυχία ΑΕΙ-ΤΕΙ - Πιστοποιηθείτε άμεσα

ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ για Εκπαιδευτικούς - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ μόρια 2ης ξένης γλώσσας

Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό ΤΕΧΝΗΤΗΣ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗΣ για εκπαιδευτικούς

Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 12/9

Μοριοδοτούμενο σεμινάριο Ειδικής Αγωγής Πανεπιστημίου Πατρών με μόνο 60 ευρώ 

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

Καφές
Αλλεργία στην καφεΐνη: Συμπτώματα, αιτίες και τρόποι πρόληψης
H καφεΐνη, το βασικό συστατικό του καφέ, μπορεί να προκαλέσει σε κάποιους όχι μόνο δυσανεξία αλλά και αλλεργία, με συμπτώματα που δεν πρέπει να...
Αλλεργία στην καφεΐνη: Συμπτώματα, αιτίες και τρόποι πρόληψης