Αποτελεί σύνθεση δύο λέξεων:
«νέος», που σημαίνει καινούργιος,
και «ἥλυς», που σχετίζεται με το ρήμα «ἔρχομαι» (δηλαδή «έρχομαι» ή «καταφθάνω»).
Στα αρχαία κείμενα, η λέξη χρησιμοποιούταν κυρίως για άτομα που είχαν φτάσει πρόσφατα σε έναν τόπο — όπως ταξιδιώτες, ξένους ή νέους κατοίκους. Είχε συχνά περιγραφικό χαρακτήρα, δίνοντας έμφαση στην αίσθηση της άφιξης και της πρώτης επαφής με το άγνωστο.
Στη σύγχρονη εποχή, η λέξη σπάνια εμφανίζεται στον καθημερινό λόγο και όταν χρησιμοποιείται, έχει πιο λογοτεχνικό ή ποιητικό ύφος.
Παράδειγμα χρήσης:
«Ο νέηλυς ταξιδιώτης στάθηκε στην είσοδο του χωριού, παρατηρώντας με δέος το νέο τοπίο που απλωνόταν μπροστά του.»
Σε αυτό το παράδειγμα, ο όρος περιγράφει κάποιον που μόλις έχει φτάσει σε άγνωστο μέρος, μεταφέροντας την αίσθηση της πρώτης εντύπωσης και του καινούριου.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
2ος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Η ύλη για 47.000 υποψήφιους ως 21/5 με τις λύσεις
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 21/05
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ