Αν γυρίσουμε λίγο τη σκέψη μας στα σχολικά χρόνια, παλιότερα ή πιο πρόσφατα, μάλλον θα συμφωνήσουμε πως για τους πιο πολλούς και τις πιο πολλές από εμάς, το μάθημα της Ιστορίας ήταν μιας μορφής αγγαρεία. Ακόμη κι αν κάποιες φορές το βιβλίο ή ένας χαρισματικός δάσκαλος μπορούσαν να μας εξάψουν κάπως το ενδιαφέρον, ο τρόπος εξέτασης του μαθήματος, διά της παπαγαλίας, το έκανε τελικά απωθητικό.
Κι επειδή κανένα κενό δεν μένει για πολύ ακάλυπτο, τον χώρο που άφησε το σχολικό μάθημα στις συνειδήσεις μας γρήγορα τον κατέλαβαν οι κυρίαρχες αναπαραστάσεις του 1821 από τον κρατικό λόγο, τις χουντικές ταινίες που παίζει κάθε χρόνο η τηλεόραση, τους άσχετους δημοσιολογούντες και κάποιες κιτς σχολικές και τοπικές γιορτές με θεματολογία και αισθητική κληρονομημένες από την εθιμοτυπία της δικτατορίας, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες κάποιων εκπαιδευτικών να οργανώσουν πιο ουσιαστικούς εορτασμούς. Έτσι, οι πιο πολλοί Έλληνες κουβαλάνε μέσα τους μια εικόνα για την περίοδο της Οθωμανοκρατίας και για το 1821 εντελώς ξένη από όλα αυτά που έχει αποδείξει η ιστορική έρευνα και όλα όσα διδάσκονται στα πανεπιστήμια εδώ και σαράντα χρόνια. Και αντιδρούν πολύ άσχημα όταν έρθουν σε επαφή μαζί τους, γιατί νιώθουν να αμφισβητείται η εθνική ιστορία και η εθνική ταυτότητά τους. Από την άλλη, πολλοί από εμάς, ενοχλημένοι από το εθνολαϊκιστικό κιτς με το οποίο ντυνόταν πάντα η 25η Μαρτίου, απωθήθηκαν από την μελέτη του 1821. Το αποτέλεσμα ήταν κοινό. Άγνοια.
Όμως, ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό πρόγραμμα για το 1821 δεν είναι καθόλου δύσκολο πια να στηθεί. Αρκεί να κάνει δύο πράγματα. Πρώτον, να αλλάξει τον τρόπο εξέτασης του μαθήματος της Ιστορίας, αν μιλάμε για ένα σχολικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Αλλιώς, κάθε αλλαγή θα κινδυνεύει να πάει στα σκουπίδια. Δεύτερον, να βάζει το 1821 στις συγκεκριμένες ιστορικές του συνθήκες και στο πραγματικό του μέγεθος. Να δείξει πως ήταν ένα μοναδικής σημασίας γεγονός για την Ελλάδα, αλλά όχι ένα μοναδικό παγκόσμιο γεγονός. Και να εξετάσει το 1821 και την Οθωμανοκρατία μακριά από την καταστροφική ιδέα πως το μάθημα της ιστορίας πρέπει να «παραδειγματίζει».
Η δουλειά της Ιστορίας είναι απαντάει στα ίδια ερωτήματα που απαντάει και ο συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων. Ποιος, που, πότε, πως και γιατί έκανε κάτι. Αυτός ήταν και ο άξονας της δουλειάς που κάναμε με την ομάδα του Σπούτνικ, μία πολιτική και πολιτιστική πρωτοβουλία νέων ανθρώπων, δημιουργώντας, με τη συνδρομή πανεπιστημιακών, μια σειρά από βίντεο για την Επανάσταση υπό τον γενικό τίτλο «1821. Ένα παγκόσμιο ελληνικό γεγονός».
Εκεί προσπαθήσαμε να δείξουμε πως οι παραπάνω ερωτήσεις είναι αλληλένδετες και καμία δεν έχει αυτονόητη απάντηση. Για παράδειγμα, αν δεν κατανοήσουμε πως οι επαναστάτες δεν ήταν άνθρωποι που σκέφτονταν όπως εμείς σήμερα, αλλά ένα ετερόκλητο σύνολο ανθρώπων, που άλλοι είχαν στο μυαλό τους το έθνος και άλλοι το χωριό τους, που άλλοι ήταν κλέφτες κι άλλοι ήταν αρματολοί, δηλαδή υπάλληλοι των Οθωμανών, άλλοι αγρότες που δεν είχαν πιάσει ποτέ τους όπλο και δεν είχαν διανοηθεί να διώξουν τους Οθωμανούς, άλλοι ήταν γαιοκτήμονες με παραδοσιακές ιδέες και άλλοι ήταν έμποροι με πιο καινοτόμες απόψεις για τα εθνικά κράτη και την πολιτική, πως όλοι πολέμησαν επιδιώκοντας ταυτόχρονα και την ικανοποίηση των ατομικών τους συμφερόντων, τότε δεν θα καταλάβουμε ποτέ γιατί πολλοί περίφημοι οπλαρχηγοί τη μία έμπαιναν στην Επανάσταση και την άλλη προσκυνούσαν τους Οθωμανούς, γιατί οι πολεμιστές άφηναν τον πόλεμο και γύριζαν στα χωριά τους όταν δεν τους πλήρωναν, γιατί έγιναν οι Εμφύλιοι και γιατί δολοφονήθηκε ο Καποδίστριας. Και θα αναμασάμε κοινοτυπίες για την «διχόνοια των Ελλήνων».
Δεν θα καταλάβουμε πόσο πολύ άλλαξε τελικά η επανάσταση αυτούς τους ανθρώπους, δηλαδή δεν θα νιώσουμε το μεγαλείο κάθε μεγάλης πολιτικής διαδικασίας, όπως είναι μια εθνική επανάσταση. Και θα νομίζουμε πως όποιος μας μιλάει για αυτά τα πράγματα είναι εθνοπροδότης.
Αντιστοίχως, μια σχολική ιστορική αφήγηση για την Επανάσταση και την Οθωμανοκρατία που δεν θα μοιάζει με videogame, δηλαδή δεν θα είναι μια ατελείωτη σειρά από μάχες, θα πρέπει να απαντάει σε κάποια στοχευμένα ερωτήματα και να ανοίγει την όρεξη για νέα. Γιατί έγινε μετά από 400 χρόνια μια επανάσταση; Γιατί δεν είχαν εξελιχθεί με αυτόν τον τρόπο οι τοπικές εξεγέρσεις των προηγούμενων αιώνων; Μπορεί το 1821 να είχε μείνει ανεπηρέαστο από τους σεισμούς της Αμερικάνικης και της Γαλλικής Επανάστασης; Ποιες ήταν οι κοινωνικές δυνάμεις της Ελλάδας και της Επανάστασης; Τι στόχους και συμφέροντα είχε η καθεμία; Συμμετείχαν όλες τους στην Επανάσταση; Η εθνική συνείδηση των Ελλήνων ήταν κοινή για όλους; Είχε πιο πολύ αναφορά στο Βυζάντιο ή στην αρχαία Ελλάδα;
Κι έτσι, σιγά-σιγά, μπορεί να ανοίξει ένα νέο πεδίο κατανόησης. Για να καταλάβουμε πως η Επανάσταση δεν ήταν μόνο στρατιωτικό αλλά και ένα σπουδαίο πολιτικό γεγονός. Πως οι ήρωες του 1821 δεν ήταν άγιοι, αλλά άνθρωποι με αδυναμίες και πισωγυρίσματα, πως ήταν καθημερινοί άνθρωποι που κάποια στιγμή έκαναν μη καθημερινά πράγματα. Πως οι πιο πολλοί δεν μπήκαν στην Επανάσταση επειδή είχαν διαμορφώσει πλήρως την εθνική τους συνείδηση, αλλά την διαμόρφωσαν μέσα στην Επανάσταση. Κι έτσι θα καταλάβουμε πως οι εμφύλιοι δεν ήταν μια εξαίρεση, αλλά μια αναμενόμενη εξέλιξη μετά από κάθε επανάσταση. Και πως πράγματι οι ξένοι παρενέβησαν στα εσωτερικά της Ελλάδας, αλλά επειδή τους το επέτρεψαν οι ίδιοι οι επαναστάτες. Και τελικά, να μπορέσουμε έτσι να αγαπήσουμε το 1821. Να καταλάβουμε πως ήταν μια… επαναστασάρα που αν την βλέπαμε ως σειρά εποχής στο Netflix θα μας κράταγε καθηλωμένους για πολλούς κύκλους. Γιατί τα είχε όλα. Ίντριγκες και ηρωισμούς, διαψεύσεις και θριάμβους, συνωμότες και προδότες, διεθνείς επαναστάτες και ανθρώπους που δεν είχαν βγει ποτέ από το χωριό τους, τεράστιο διπλωματικό παρασκήνιο και ανθρώπους που έπρεπε να πολεμάνε και ταυτόχρονα να βρίσκουν φαγητό για την οικογένειά τους, ηρωισμούς και θηριωδίες, πόλεμο και πολιτική.
Αν θέλαμε να εκφράσουμε με λίγες λέξεις τον στόχο όλου αυτού του σχεδίου θα λέγαμε το εξής: Να καταλάβουμε το πώς σκέφτονταν οι άνθρωποι τότε. Δηλαδή, πρωτίστως να κατανοήσουμε και να αποδεχτούμε πως δεν σκέφτονταν όπως εμείς τώρα. Πως δεν είχαν διαμορφωμένη πλήρως την εθνική συνείδηση μέσα τους, γιατί δεν υπήρχε ακόμα το κράτος που της έδωσε την τελική της μορφή. Πως οι άνθρωποι αυτοί ήταν ταυτόχρονα κομμάτι του παλιού και του νέου κόσμου. Του παραδοσιακού κόσμου, όπου οι άνθρωποι ενδιαφέρονταν πρωτίστως για τον τόπο τους, το χωριό τους, τα συγγενικά τους δίκτυα και την τοπικής τους εξουσία. Και του νεωτερικού κόσμου, όπου οι άνθρωποι αρχίζουν να αποκτούν την συνείδηση του έθνους και να αγωνίζονται για αυτό. Αυτή η σύλληψη είναι που μπορεί να κάνει την Ιστορία γοητευτική. Ως μάθημα και ως διαδικασία.
*Σταύρος Παναγιωτίδης, υποψήφιος διδάκτορας ιστορίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 14/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη