Η δευτερολογία του Αλ. Τσίπρα:
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας μας μια κυβέρνηση, πριν καν λάβει ψήφο εμπιστοσύνης στο ελληνικό Κοινοβούλιο, καλείται να διαχειριστεί μια τόσο σκληρή και δύσκολη διαπραγμάτευση που αφορά την ίδια τη θέση της χώρας στο ευρωπαϊκό και στο διεθνές γίγνεσθαι.
Είναι η πρώτη φορά που μια κυβέρνηση πριν καν καλά καλά αναλάβει δέχεται τόσο ισχυρές πιέσεις και εκβιασμούς. Αλλά ταυτόχρονα, είναι και η πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία του ελληνικού κράτους που μια κυβέρνηση, πριν καν λάβει την ψήφο της εμπιστοσύνης της Βουλής, έχει κερδίσει μια πρωτοφανή εμπιστοσύνη και αποδοχή από την ελληνική κοινωνία.
Τα αποτελέσματα των πρόσφατων σφυγμομετρήσεων αποδεικνύουν μια πρωτοφανή συσπείρωση και αποδοχή της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού στη διαπραγματευτική στρατηγική της ελληνικής Κυβέρνησης.
Και ξέρετε, εμείς δεν έχουμε άλλη δύναμη. Δεν μας στηρίζουν εμάς ισχυροί παράγοντες μέσα κι έξω από τη χώρα. Η μόνη μας στήριξη είναι η εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού.
Και ξέρετε, αυτήν την εμπιστοσύνη έχουμε ευθύνη να τη διευρύνουμε, αλλά είμαστε ιδιαίτερα χαρούμενοι που βλέπουμε αποδοχή και εμπιστοσύνη και στους άλλους ευρωπαϊκούς λαούς.
Δεν έχει ξαναγίνει ποτέ Έλληνας Πρωθυπουργός να βρεθεί στην Αυστρία και να βρίσκεται εν μέσω διαδηλώσεων συμπαράστασης Αυστριακών πολιτών στην Ελλάδα και στον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό.
Και κάποιοι μας λένε για απομόνωση. Κάποιοι μας λένε για απομόνωση εκεί που η Ελλάδα ήταν ο παρίας της Ευρώπης, εκεί που το κλίμα ήταν οι Έλληνες οι «τεμπέληδες» που ζούσαν παραπάνω από τις δυνατότητές τους.
Τώρα το κλίμα είναι ότι ο ελληνικός λαός υπέφερε άδικα, ο ελληνικός λαός αγωνίζεται και ο ελληνικός λαός πρέπει να πετύχει και η ελληνική Κυβέρνηση πρέπει να πετύχει, στο όνομα όλων των ευρωπαϊκών λαών που θέλουν ένα καλύτερο μέλλον, μια καλύτερη προοπτική, έξω από την καταστροφική λιτότητα.
Μας γεμίζει, ξέρετε, αυτοπεποίθηση, μας γεμίζει δύναμη και αποφασιστικότητα αυτή η στήριξη στη σκληρή, πράγματι, διαπραγμάτευση με τους εταίρους. Γιατί αύριο στο Eurogroup δεν θα βρίσκεται ο Γιάνης ο Βαρουφάκης, αύριο στο Eurogroup θα βρίσκεται η Ελλάδα.
Αύριο στο Eurogroup θα είναι μαζί με το Γιάνη το Βαρουφάκη δέκα εκατομμύρια Ελληνίδες και Έλληνες, που έχουν ελπίδα, προσδοκία για μια καλύτερη προοπτική γι’ αυτόν τον τόπο. Αλλά και μαζί θα είναι το ενάμισι εκατομμύριο των πολιτών που χάσανε τη δουλειά τους, οι άνεργοι, αυτά τα τεσσεράμισι χρόνια, τα δυόμισι εκατομμύρια φτωχοί, οι τριακόσιες χιλιάδες νέες και νέοι που έφυγαν μετανάστες στο εξωτερικό. Θα είναι όλοι εκεί. Θα είναι εκεί και, ξέρετε, θα είναι αυτοί που θα μας τραβάνε από το μανίκι και θα είναι αυτοί που θα μας ζητάνε, θα απαιτούνε να μη γυρίσουμε πίσω, για άλλη μια φορά, με το κεφάλι σκυμμένο.
Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι εδώ που βρισκόμαστε δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής. Η Ελλάδα δεν μπορεί να γυρίσει πίσω στην εποχή των μνημονίων και της υποτέλειας. Αυτό το έχουν καταλάβει πια όλοι στην Ευρώπη. Δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής. Γιατί εάν υπήρχε, αυτό θα σήμαινε ότι θα αποδεχόμασταν ότι στην Ευρώπη των μεγάλων κατακτήσεων, στην Ευρώπη του πολιτισμού και της δημοκρατίας η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας δεν υπάρχει πια.
Εάν αποδεχτούμε, όπως κάποιοι μας ζητάνε, να συνεχίσουμε ακριβώς από το σημείο που σταμάτησε η προηγούμενη κυβέρνηση, θα είναι σαν να αποδεχόμασταν ότι η δημοκρατία δεν έχει κανένα νόημα, καμία ισχύ και μάλιστα –πού;- στον τόπο που γεννήθηκε. Θα ήταν σαν να αποδεχόμασταν ότι δεν έχει κανένα νόημα να κάνουμε εκλογές σε αυτόν τον τόπο. Ας έρθουν εδώ οι τεχνοκράτες της τρόικα να καταλάβουν τα κυβερνητικά έδρανα και τα Υπουργεία.
Ποιος, όμως, μπορεί σήμερα στην Ευρώπη να μας ζητάει κάτι τέτοιο; Ποιος μπορεί να ζητάει από μια Κυβέρνηση με νωπή εντολή, αλλά και με πρωτοφανή κοινωνική αποδοχή και στήριξη να αποδεχτεί ότι ο λαός της δεν είναι κυρίαρχος; Και αλήθεια, ποιον θα βοηθούσε μια τέτοια εξέλιξη στην Ευρώπη;
Κάποιοι νομίζουν ότι θα βοηθούσε τις δυνάμεις που κυβέρνησαν τον τόπο και συνυπέγραψαν τα μνημόνια. Κάνουν τεράστιο λάθος. Όσοι επενδύουν σε σενάρια παρένθεσης διαπράττουν τεράστιο λάθος. Πρέπει να το καταλάβετε.
Στις 25 του Γενάρη δεν ηττηθήκατε απλώς εκλογικά. Δεν είχαμε μια απλή κυβερνητική εναλλαγή, όπως είχαμε όλα τα προηγούμενα χρόνια. Στις 25 του Γενάρη είχαμε το τέλος ενός πολιτικού καθεστώτος. Είχαμε το τέλος του παλιού κατεστημένου που κυβέρνησε για σαράντα χρόνια από τη μεταπολίτευση και μετά με τα καλά και τα άσχημα για όλα αυτά τα χρόνια –δεν μηδενίζουμε- αλλά και με ακέραια την ευθύνη της τελευταίας καταστροφικής για τη χώρα πενταετίας.
Όποιοι, λοιπόν, αυταπατώνται και επενδύουν σε μια πιθανή αποτυχία της νέας Κυβέρνησης, όσοι δηλαδή επενδύουν σε αποτυχία της Ελλάδας, να γνωρίζουν ότι εθελοτυφλούν. Η αποτυχία της νέας Κυβέρνησης δεν πρόκειται να ανοίξει τον δρόμο της δικής τους επιστροφής. Ας το καταλάβουν καλά. Ό,τι και να γίνει, ήδη ανήκουν στην ιστορία. Και η ιστορία θα τους κρίνει αυστηρά.
Το ζήτημα, όμως, είναι ότι αυτό στο οποίο επενδύουν, δηλαδή σε μια αποτυχία της Κυβέρνησης, μόνο τους εχθρούς της δημοκρατίας μπορεί να ευνοήσει, μόνο στους εχθρούς της δημοκρατίας μπορεί να ανοίξει το δρόμο, τόσο εδώ όσο και στην Ευρώπη. Και αυτό –ξέρετε- δεν έχουμε το δικαίωμα να το αφήσουμε να συμβεί στον τόπο μας, δεν έχουμε το δικαίωμα να το αφήσουμε να συμβεί στην Ευρώπη.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
βρισκόμαστε σε ένα σημείο ιστορικής καμπής και όχι μόνο για τη χώρα, αλλά σε ένα σημείο ιστορική καμπής για την Ευρώπη. Βρισκόμαστε σε ένα σταυροδρόμι. Τις επόμενες μέρες αυτό που θα κριθεί είναι το αν η Ευρώπη μπορεί να διατηρήσει τη συνοχή της και να προχωρήσει μπροστά αλλάζοντας ή εάν η Ευρώπη της δημοκρατίας και της αλληλεγγύης, η Ευρώπη των αξιών και των λαών που κάποτε γνωρίσαμε, θα δώσει τη θέση της σε μια Ευρώπη του τρόμου, του διχασμού, της τιμωρίας και εν τέλει της γενικευμένης αποσταθεροποίησης.
Και σε αυτή την κρίση, την κρίση της Ευρώπης, η μικρή Ελλάδα παίζει τον καθοριστικό ρόλο υπερασπιζόμενη για άλλη μια φορά ισχυρές οικουμενικές αξίες. Η μικρή Ελλάδα είναι αυτή που σήμερα υπερασπίζεται την Ενωμένη Ευρώπη, τη δημοκρατία και την αλληλεγγύη και προσέρχεται σε μια κρίσιμη διαπραγμάτευση με στόχο μια συμφωνία που θα απελευθερώσει θετικές δυνάμεις και θα ανακουφίσει την ευρωπαϊκή ήπειρο.
Σε αντίθεση με αρκετούς εταίρους μας που, στο όνομα πολιτικών και μόνο σκοπιμοτήτων, φαίνεται ότι θέλουν να παίξουν με τη φωτιά, να παίξουν με το διχασμό και την αποσταθεροποίηση. Και παίζουν και με την επέκταση του ευρωσκεπτικισμού σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο.
Εμείς προσερχόμαστε σε αυτήν τη διαπραγμάτευση με όλη τη θετική ενέργεια. Είμαστε ο πιο φιλοευρωπαϊκός εταίρος με διάθεση να παραμείνουμε σε μια Ευρώπη ισότιμη και δίκαιη για τους λαούς της, όχι σε μια Ευρώπη που θα έχει ενοικιαστές και ιδιοκτήτες. Είμαστε όλοι συγκάτοικοι και συνιδιοκτήτες στο κοινό μας σπίτι.
Προφανώς και σεβόμαστε το ειδικό οικονομικό και πολιτικό βάρος ορισμένων εταίρων μας που αναμφισβήτητα αποτελούν την οικονομική ατμομηχανή της Ένωσής μας, όπως για παράδειγμα είναι η Γερμανία. Τους προειδοποιούμε, ωστόσο, ότι οι ηγέτιδες δυνάμεις κατακτούν την ηγεμονία τους όχι με την εξόντωση και την τιμωρία, αλλά με την αλληλεγγύη και την πειθώ. Η ευρωπαϊκή Γερμανία έτσι κατάφερε να γίνει ηγέτιδα δύναμη στην Ευρώπη, η ευρωπαϊκή Γερμανία, όμως, όχι η Γερμανική Ευρώπη.
Όποιοι, λοιπόν, ποντάρουν στη δύναμη και στη σύγκρουση πολύ γρήγορα θα καταλάβουν ότι διαπράττουν τραγικό λάθος. Δεν τραυματίζουν τους αδύναμους, τραυματίζουν πρώτα απ’ όλα τον εαυτό τους. Τραυματίζουν πρώτα απ’ όλα την ίδια την Ευρώπη. Τραυματίζουν το κοινό ευρωπαϊκό μας μέλλον.
Αισθάνομαι, λοιπόν, την ανάγκη, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, σε αυτό το σημείο να ξεκαθαρίσω ορισμένα πράγματα. Η Ελληνική Κυβέρνηση διαπραγματεύεται σκληρά, αλλά δεν είναι μόνη απέναντι σε όλους. Μέσα σε λίγες μόνο μέρες καταφέραμε να μετατρέψουμε το ζήτημα της μικρής Ελλάδας, όχι μόνο σε ευρωπαϊκό ζήτημα, αλλά σε παγκόσμιο ζήτημα. Η χώρα απέκτησε φωνή διεθνώς, απέκτησε υπόσταση, διεθνές κύρος, αξιοπρέπεια, μια λέξη που την είχαμε ξεχάσει τα τελευταία χρόνια.
Θέλω να επαναλάβω για άλλη μια φορά ότι μέσα σε λίγες μόνο μέρες διεξάγεται μια διαπραγμάτευση που, δυστυχώς, δεν έγινε ποτέ από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, δηλαδή από το 2009 και μετά.
Αλλά, προσέξτε, δεν διαπραγματευόμαστε το μνημόνιο. Το μνημόνιο ακυρώθηκε από την ίδια την αποτυχία του και φυσικά από τη λαϊκή ετυμηγορία του λαού μας. Πιστοί σε όσα εξηγήσαμε και δεσμευθήκαμε προεκλογικά διαπραγματευόμαστε τη δανειακή σύμβαση. Το μνημόνιο δεν είναι η δανειακή σύμβαση. Το μνημόνιο είναι η νομική και πολιτική αποτύπωση του νεοφιλελευθερισμού, της λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης, είναι οι εφαρμοστικοί νόμοι –πάνω από τετρακόσιοι πενήντα- με τους οποίους βομβαρδίστηκε η Βουλή και η ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια, με κατεπείγοντα νομοσχέδια, με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, και με διαδικασίες που παραβίαζαν κατάφορα τα άρθρα του Συντάγματος και τον Κανονισμό της Βουλής. Τα μνημόνια ήταν τελικά όχι το φάρμακο για την έξοδο από την κρίση, αλλά η ευκαιρία που ζητούσαν οι αγορές και το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο για να επιβάλουν και στην Ευρώπη τις δομές, τις εργασιακές σχέσεις και το μοντέλο που επιθυμούσαν δεκαετίες τώρα. Διότι όλα αυτά που εφαρμόστηκαν μέσα σε λίγα χρόνια στην Ελλάδα, σε ένα διεθνές πείραμα, τα γνωρίζαμε εδώ και δεκαετίες ως τις βασικές αντιλήψεις και απόψεις του νεοφιλελευθερισμού σε διεθνές επίπεδο.
Τα μνημόνια ήταν η σκληρή λιτότητα και η ασφυξία ενάντια στην ισότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη ήταν το μέσο που χρησιμοποιήθηκε, ώστε να συνεχίσει η οικονομική ολιγαρχία και η διαφθορά να μεγεθύνει τα κέρδη της, ενώ η κοινωνία, οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι εξαθλιώνονταν. Ήταν, τέλος, η ευκαιρία το κοινωνικό κράτος, η υγεία, η παιδεία, η δημόσια περιουσία να περάσουν στα χέρια συγκεκριμένων συμφερόντων και ταυτόχρονα η ευκαιρία η Ευρώπη του Διαφωτισμού να μετατραπεί σε έναν κοινωνικό και εργασιακό Μεσαίωνα.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
η δανειακή σύμβαση που διαπραγματευόμαστε δεν είναι το μνημόνιο, είναι η συμφωνία με τους εταίρους για οικονομική στήριξη, ώστε η Ελλάδα να είναι σε θέση να εκπληρώνει τις δανειακές της υποχρεώσεις. Γιατί πράγματι δόθηκαν μεγάλα ποσά στην Ελλάδα, το μεγαλύτερο δάνειο στη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία. Αλλά αυτά τα χρήματα δεν δόθηκαν για να στηρίξουν την παραγωγική ή την κοινωνική βάση της χώρας μας. Η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των χρημάτων δόθηκε για να στηριχθεί το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, άρα για να παραμείνει σταθερό και το ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα και δόθηκε, επίσης, προκειμένου να επιστρέφεται πάλι πίσω στους δανειστές, δηλαδή για να μπορεί η χώρα μας να αποπληρώνει σε αυτούς τις δανειακές της υποχρεώσεις.
Με δυο λόγια, η δανειακή σύμβαση έχει αμοιβαίο συμφέρον, τόσο για την Ελλάδα όσο και για τους δανειστές. Δεν αποτελεί μια πράξη φιλανθρωπίας απέναντι στην Ελλάδα, αλλά μια πράξη αλληλεγγύης και συνευθύνης για το κοινό ευρωπαϊκό μας μέλλον.
Τι ακριβώς, λοιπόν, διαπραγματευόμαστε και τι ζητάμε τώρα από τους εταίρους; Διαπραγματευόμαστε η σύμβαση αυτή να σταματήσει να συνοδεύεται από όρους τιμωρητικούς για τον ελληνικό λαό και εν τέλει καταστροφικούς για την ελληνική οικονομία, όχι μόνο γιατί αυτοί οι όροι, αυτό το υποτιθέμενο φάρμακο, έκανε εν τέλει τον ασθενή χειρότερα από ό,τι η ίδια η ασθένεια, αλλά και γιατί αν συνεχίσουμε έτσι, στον ίδιο φαύλο κύκλο της λιτότητας και της ύφεσης, θα βρισκόμαστε διαρκώς στην ανάγκη να ανακυκλώνουμε τα δάνεια, νέα δάνεια προκειμένου να αποπληρώνουμε τα παλιά δάνεια.
Εμείς επιθυμούμε να τελειώνουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο. Δεν επιθυμούμε να επιβαρύνουμε εις το διηνεκές τους Ευρωπαίους φορολογούμενους με νέα δάνεια για την Ελλάδα. Άρα, δεν πηγαίνουμε σε αυτήν τη διαπραγμάτευση με όρους εγωιστικούς, με μια λογική «Πληρώνετέ μας, γιατί έτσι θέλουμε», αλλά με μια λογική και ρεαλιστική προσέγγιση για μια αμοιβαία και επωφελή λύση.
Και τι άλλο διαπραγματευόμαστε μέσω της δανειακής σύμβασης; Διαπραγματευόμαστε το κρίσιμο ζήτημα του χρέους, τους όρους δηλαδή και τις διαδικασίες αποπληρωμής του χρέους, πρώτα και κύρια γιατί το θέμα του χρέους έχει άμεση σχέση με το λεγόμενο δημοσιονομικό περιθώριο, με τη δυνατότητα δηλαδή μια οικονομία να έχει χώρο, περιθώριο, να επιστρέψει στην ανάπτυξη.
Με ένα χρέος που έφτασε αισίως το 180% του ΑΕΠ και με διαρκή υποχρέωση να στύβεις την οικονομία και ό,τι περισσεύει να πηγαίνει στο χρέος, που την ίδια στιγμή διαρκώς μεγεθύνεται, όχι μόνο δεν βγαίνεις από την κρίση, αλλά είσαι διαρκώς αναγκασμένος να ακολουθείς τη σισύφεια πορεία. Και με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο δεν καθίστασαι ικανός να αποπληρώνεις τις υποχρεώσεις σου, αλλά με μαθηματική ακρίβεια οδηγείσαι στο χείλος της χρεοκοπίας. Και χρεοκοπία σημαίνει όχι μόνο ότι εσύ δεν καθίστασαι ικανός να πληρώσεις, αλλά και ότι οι δανειστές σου, δηλαδή τα κράτη, δηλαδή οι λαοί, δηλαδή οι φορολογούμενοι που μας δάνεισαν τα χρήματά τους, τα χάνουν τα χρήματά τους.
Άρα, και εδώ έχουμε ένα ζήτημα συνευθύνης και αμοιβαίου οφέλους με τους εταίρους. Και το ζήτημα του χρέους δεν είναι ένα τεχνικό πρόβλημα, υπάρχουν δεκάδες τεχνικοί τρόποι για να το αντιμετωπίσει κανείς. Πιστέψτε με, όμως, είναι ένα πολιτικό ζήτημα. Δεν έχει σχέση με την υλοποίηση δεδομένων αποφάσεων. Η απομείωση του χρέους είναι μία πολιτική απόφαση και μόνο.
Όσοι, λοιπόν, επιλέγουν το δρόμο της λιτότητας δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να ανακυκλώνουν και να γιγαντώνουν το χρέος. Εμείς λέμε τέλος στη λιτότητα, ακριβώς διότι επιθυμούμε να καταστεί το χρέος βιώσιμο.
Θα μου πείτε, όμως: Γιατί θέλουν να γιγαντώνουν το χρέος; Γιατί δεν έχουν μία λογική προσέγγιση; Μα, ακριβώς γιατί το χρέος δεν ήταν τίποτα άλλο παρά το εργαλείο, προκειμένου να περάσουν τα μνημόνια, δηλαδή τη λιτότητα που ήταν ο τελικός τους στόχος.
Εμείς, λοιπόν, λέμε τέλος στη λιτότητα, για να καταστεί το χρέος βιώσιμο. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την πρόταση που καταθέτουμε στους θεσμούς, στην κοινωνία και στους εταίρους μας.
Τι ζητάμε, λοιπόν, σε αυτή τη διαπραγμάτευση; Καταρχάς, ζητάμε χώρο και χρόνο. Το πρόγραμμα-γέφυρα αυτό ακριβώς είναι. Χώρος και χρόνος. Είναι μία βραχυπρόθεσμη συμφωνία που θα μας βοηθήσει να εξυπηρετήσουμε τις υποχρεώσεις μας μέχρι να φθάσουμε σε μία νέα συνολική συμφωνία για τη συνεργασία και την ανάπτυξη στην Ευρώπη.
Μας είπατε ότι είναι νέο μνημόνιο. Νέο μνημόνιο θα ήταν, εάν συνοδευόταν με μέτρα λιτότητας. Αυτά, όμως, τελείωσαν στις 25 του Γενάρη.
Τα μνημόνια της λιτότητας τα κατήργησε ο λαός μας. Δεν έχουμε το δικαίωμα να τα ξαναφέρουμε και μάλιστα από την πίσω πόρτα.
Η βραχυπρόθεσμη αυτή συμφωνία δεν θα εμπεριέχει όρους επιβολής και λιτότητας και αυτή είναι η «κόκκινη» γραμμή μας, γιατί δεν έχουμε το δικαίωμα να αγνοήσουμε την καθαρή εντολή του λαού μας να μπει τέλος σε αυτόν τον καταστροφικό δρόμο. Ούτε, όμως, πρόκειται για ένα νέο δάνειο, όπως διαδίδεται από ξένα μέσα ενημέρωσης που εκπροσωπούν συγκεκριμένα συμφέροντα. Δεν ζητάμε και άλλα χρήματα από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ή από κάποιο μηχανισμό διάσωσης. Ζητάμε συγκεκριμένες διευκολύνσεις, όπως για παράδειγμα την επιστροφή των χρημάτων των κερδών των κεντρικών τραπεζών, που είναι 1,9 δισεκατομμύρια ευρώ, από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δηλαδή χρήματα που μας οφείλονται. Ζητάμε να αξιοποιήσουμε χρήματα που έχουμε ήδη δανειστεί και βρίσκονται στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, προκειμένου να εξυγιάνουμε το τραπεζικό μας σύστημα από τα «κόκκινα δάνεια». Για το λόγο που υπάρχουν εκεί τα θέλουμε. Ζητάμε να αυξηθεί το όριο έκδοσης εντόκων γραμματίων. Ζητάμε, δηλαδή, τεχνικές διευκολύνσεις. Δεν ζητάμε, όμως, άλλα χρήματα, δεν ζητάμε επιπλέον βάρη στους δανειστές μας.
Αυτό ζητάμε εμείς. Αλήθεια, η άλλη πλευρά τι ακριβώς ζητάει; Ποιο είναι το εναλλακτικό σχέδιο που προτείνει; Άκουσα χθες τον Πρόεδρο Ομπάμα να ρωτά ακριβώς το ίδιο στην κ. Μέρκελ στην κοινή συνέντευξη τύπου και να μην παίρνει απάντηση. Τι ακριβώς προτείνουν; Ποια είναι η εναλλακτική πρόταση; Να συνεχίσουμε την πρόταση του μνημονίου και της λιτότητας σαν μην έγιναν εκλογές στην Ελλάδα; Να πάρουμε και άλλα δανεικά; Αυτό θέλουν; Να αποδεχθούμε την αξιολόγηση της τρόικας και να πάρουμε νέα μέτρα λιτότητας; Να αγνοήσουμε, δηλαδή, τον ελληνικό λαό; Όμως, πώς να αγνοήσουμε την κοινή λογική; Μας τα πρότεινε αυτά σήμερα ο κ. Σαμαράς άλλωστε. Αφού δεν απάντησε η κ. Μέρκελ στον Αμερικανό Πρόεδρο, να στείλουμε στον Αμερικανό Πρόεδρο την ομιλία του κ. Σαμαρά σήμερα, για να δει τι ακριβώς προτείνει η άλλη πλευρά.
Θα ήθελα να σας παρακαλέσω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της μνημονιακής εμμονής και της μνημονιακής Αντιπολίτευσης, να μη μας επαναλαμβάνετε και εσείς εδώ στο Κοινοβούλιο όσα παράλογα μας προτείνει ο κ. Σόϊμπλε, δηλαδή να ζητήσουμε παράταση στο λάθος στο ίδιο πρόγραμμα. Τα ξέρουμε αυτά τα επιχειρήματα, τα εφαρμόσατε άλλωστε τέσσερα χρόνια τώρα και αποτύχατε.
Δεν ξέρω αν το καταλάβατε, αυτός είναι ο λόγος που βρίσκεστε στα έδρανα της Αντιπολίτευσης και αυτός είναι ο λόγος που βρισκόμαστε εμείς στα έδρανα της Κυβέρνησης.
Απέτυχε το πρόγραμμα που εφαρμόσατε. Αν είχατε πετύχει με αυτό το σχέδιο, δεν θα μας είχε δώσει ο ελληνικός λαός εμπιστοσύνη. Πείτε μας, λοιπόν, κάτι πιο πρωτότυπο από το ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού θα καταστρέψει την ελληνική οικονομία, ενώ η μείωση και με νόμο του κατώτατου μισθού την αναζωογόνησε την ελληνική οικονομία!
Πείτε μας κάτι πιο πρωτότυπο από το ότι θα αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα του δημόσιου χρέους, ξεπουλώντας όσο-όσο τη δημόσια περιουσία της χώρας μας, διότι είδαμε ποια ήταν τα αποτελέσματα. Ας πάρουμε το θέμα της μείωσης μισθών. Τα αποτελέσματα στην ανάπτυξη, 25% συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας και καμιά προοπτική εξόδου από την ύφεση.
Αντίθετα, η σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ θα τονώσει τη ζήτηση και θα φέρει και ανάπτυξη, ενώ ταυτόχρονα θα δημιουργήσει νέα έσοδα για τα ασφαλιστικά ταμεία. Εξάλλου, η αντίληψη ότι η ανταγωνιστικότητα μιας οικονομίας έχει να κάνει με το μισθολογικό κόστος, έχει αποδειχθεί απολύτως λανθασμένη και καταστροφική, όχι μόνο για τους εργαζόμενους, αλλά για την ίδια την οικονομία. Διότι πάντα κάποιος σ’ αυτήν την παγκοσμιοποιημένη οικονομία που ζούμε θα έχει τη δυνατότητα να δίνει χαμηλότερους μισθούς. Το στοίχημα για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας δεν είναι να μειώνουμε τους μισθούς, είναι να στηρίξουμε αυτήν την ανταγωνιστικότητα στην καινοτομία, στην υψηλή τεχνολογία, στην ποιότητα αγαθών και υπηρεσιών. Το ίδιο λανθασμένη και καταστροφική είναι, όμως και η μνημονιακή πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων. Για να είμαι μάλλον πιο ακριβής, πρέπει να πω, όχι η πολιτική ιδιωτικοποιήσεων, αλλά ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, των δικτύων, των υποδομών, που αποτελούν εθνικό κεφάλαιο.
Να σας θυμίσω μόνο ότι την περιουσία του ελληνικού δημοσίου την αποτιμήσατε το 2010 σε 50 δισεκατομμύρια ευρώ. Ήταν το μεγάλο σχέδιο για να αντιμετωπίσουμε την υπερχρέωση. Τέσσερα χρόνια μετά την αποτιμήσατε μόλις 5 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτήν την πορεία απαξίωσης και υποτίμησης είναι που εμείς θέλουμε να διακόψουμε, διότι αν συνεχίσουμε έτσι και το χρέος θα μεγεθύνεται προφανώς σε ένα βαρέλι δίχως πάτο, αλλά θα γίνουμε και η μόνη χώρα στην Ευρώπη δίχως δημόσια περιουσία. Και μην επιμένετε στον μύθο ότι στην Ελλάδα δεν είχαν γίνει ιδιωτικοποιήσεις, ότι ήταν δήθεν η τελευταία σοβιετική δημοκρατία. Αυτά λέτε. Ιδιωτικοποιήσεις είχαν γίνει και μάλιστα περισσότερες από όσες έχουν γίνει σε όλα τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη, πριν βεβαίως από το μνημόνιο, γιατί κατά τη διάρκεια του μνημονίου δεν είχατε τη δυνατότητα ούτε τους στόχους των ιδιωτικοποιήσεων να φτάσετε.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
μας ρωτάτε αν εμείς έχουμε άποψη, στόχο και σχέδιο για τις ιδιωτικές επενδύσεις. Έχουμε μία διαφορετική αντίληψη. Αναγνωρίζουμε ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις είναι ιδιαίτερα χρήσιμες για την ελληνική οικονομία, αλλά η αντίληψή μας συνδυάζει τις ιδιωτικές επενδύσεις με ένα ισχυρό πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων, με στήριξη μορφών κοινωνικής οικονομίας και με αναπτυξιακές κοινοπραξίες με σημαντικό ρόλο και δεσπόζουσα θέση στο ελληνικό δημόσιο, όχι με ξεπούλημα υποδομών.
Το έχω ξεκαθαρίσει ήδη από την Κυριακή, κυρίες και κύριοι Βουλευτές και θέλω να το επαναλάβω και σήμερα. Όσο και αν μας το ζητάει σήμερα και ο κ. Σαμαράς και ο κ. Σόιμπλε, εμείς δεν πρόκειται να ζητήσουμε παράταση του μνημονίου.
Δεν δεχόμαστε τα προαπαιτούμενα του περίφημου e-mail της τρόικα για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
Μιας και είπα την λέξη τρόικα να σας πω ότι όχι μόνο για μας ακόμη και για τους εταίρους και συνομιλητές μας έχει τελειώσει από τις 25 του Γενάρη η τρόικα ως θεσμός, ως μη θεσμός στην πραγματικότητα. Δεν υπήρξε καμία νομιμοποίηση σε αυτόν τον θεσμό. Δεν ελέγχεται από κανένα εκλεγμένο όργανο του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου.
Πράγματι βρισκόμαστε σε μια σκληρή διαπραγμάτευση και διαβούλευση εντός του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου και επιδιώκουμε να βρεθεί πολιτική λύση εντός των ευρωπαϊκών θεσμών όχι για να λύσουμε μια οικονομική εξίσωση που εξ ορισμού δεν λύνεται αλλά για να βρεθεί η συμφωνία σε ένα πρόγραμμα γέφυρα ώστε να έχουμε την άνεση να συζητήσουμε ειλικρινά χωρίς εκβιασμούς και εν τέλει να καταλήξουμε σε μια νέα συμφωνία για την ανάπτυξη και τη συνεργασία στην Ευρώπη και να συμφωνήσουμε για την αναγκαία απομείωση του ελληνικού χρέους, που να σας θυμίσω άλλωστε ότι είχε συμφωνηθεί στο Eurogroup τον Δεκέμβρη του 2012 αλλά ποτέ δεν διεκδικήθηκε από την ελληνική πλευρά.
Διεκδικούμε, λοιπόν, μια συμφωνία που θα σέβεται τους δημοσιονομικούς κανόνες της ευρωζώνης και δεν θα αποτελεί συμφωνία εξαίρεσης από τους κανόνες της ευρωζώνης. Διεκδικούμε ένα νέο συμβόλαιο Ελλάδας και Ευρώπης σε ένα πρόγραμμα για την εθνική ανασυγκρότηση που δεν θα βοηθήσει απλά την πατρίδα μας, θα βοηθήσει ολόκληρη την Ευρώπη να βγει από τον ζουρλομανδύα της λιτότητας, της ύφεσης, του αποπληθωρισμού. Θα βοηθήσει την Ελλάδα και την Ευρώπη να μπουν σε ένα νέο δρόμο ανάπτυξης, ευημερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης, όπως αρμόζει στους πολίτες της Ευρώπης την αυγή του 21ου αιώνα.
Η συμφωνία που προτείνουμε θα σέβεται τους κανόνες. Θα επαναλάβω ότι παρότι διαφωνούμε με τους κανόνες είμαστε υποχρεωμένοι να τους σεβαστούμε αλλά δεν είναι η ιδρυτική συνθήκη της Ενωμένης Ευρώπης η λιτότητα.
Όμως πάνω απ’ όλα, αυτή η συμφωνία θα σέβεται τον ελληνικό λαό και τις επιλογές του. Δεν θα τον καταδικάζει σε ισόβια δυστυχία αλλά θα πρόκειται ταυτόχρονα και για μια συμφωνία που θα βοηθήσει την Ευρώπη να ξαναβρεί τις αξίες και το δρόμο της γιατί η κρίση δεν είναι ελληνική ιδιαιτερότητα. Η κρίση είναι παρούσα στην Ευρώπη, στην ευρωζώνη που για πρώτη φορά βρέθηκε φέτος σε συνθήκες αποπληθωρισμού και στασιμότητας. Σε αυτή την Ευρώπη τόσο η επιμονή στο λάθος και η άρνηση στην επιστροφή στην ανάπτυξη όσο και πολύ περισσότερο η τυχοδιωκτική στάση του ρίσκου στο όνομα της τιμωρίας θα είναι η αρχή του τέλους της Ευρώπης που γνωρίσαμε.
Δεν μπορώ να καταλάβω ποιος θα έχει συμφέρον από μια τέτοια επιλογή. Μιλάνε πολύ ανεύθυνα και σε αυτό το Κοινοβούλιο και έξω για το μύθο της Ιφιγένειας. Με ρώτησαν και στην Αυστρία χθες. Μα, ποιος μύθος της Ιφιγένειας; Η Ιφιγένεια θυσιάστηκε για να πνεύσει ούριος άνεμος. Υπάρχει κανείς σοβαρός άνθρωπος που να πιστεύει ότι μια ρήξη της Ελλάδας με την ευρωζώνη θα απελευθερώσει ούριο άνεμο και θετική ενέργεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην ευρωζώνη, στην εύθραυστη περιοχή; Ποιος δικαιούται στην Ευρώπη να παίζει με τη φωτιά; Να σπέρνει ανέμους ώστε πολύ σύντομα να θερίσει θύελλες;
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, γνωρίζω -και είναι λογικό- πως πολλοί δεν ήθελαν το εκλογικό αποτέλεσμα και τη λαϊκή εντολή που λάβαμε, τόσο εντός, όσο και εκτός από τη χώρα.
Γνωρίζω πώς πολλοί και πολλές δεν έχουν αποδεχθεί ακόμα το εκλογικό αποτέλεσμα. Αυτό μπορεί να γίνει κατανοητό. Όμως, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Τίποτε από όσα έγιναν και συνεχίζουν να γίνονται ώστε αυτή η Κυβέρνηση να βρεθεί στα σκοινιά προτού καν αναλάβει δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Η υπονόμευση αυτή δεν έχει να κάνει με την Κυβέρνηση της κοινωνικής σωτηρίας που σχηματίσαμε. Η υπονόμευση αυτή έχει να κάνει με την Ελλάδα, έχει να κάνει με τη χώρα.
Είναι η τελευταία και απελπισμένη προσπάθεια του πολιτικού προσωπικού που υπηρέτησε αυτή τη βαρβαρότητα να αποδείξει ότι πράγματι δεν υπήρχε άλλος δρόμος και δεν υπάρχει και σήμερα εναλλακτική λύση. Και άλλος δρόμος υπάρχει και εναλλακτική πρόταση υπάρχει. Μην βιάζεστε, θα το δείτε πολύ σύντομα.
Σε αυτό το δύσκολο πλαίσιο διαπραγμάτευσης λοιπόν καθόλου πειστική δεν ήταν από πλευράς Αντιπολίτευσης η επιχειρηματολογία και οι δικαιολογίες γιατί επέλεξαν οι ίδιοι και όχι οι Ευρωπαίοι Εταίροι να πάνε όσο πιο κοντά μπορούσαν την ημερομηνία παράτασης της σύμβασης- καθόλου πειστικές.
Εντάξατε το μέλλον της χώρας στον προεκλογικό σας αγώνα. Ήταν μία πολιτική επιλογή που εξυπηρετούσε τις μικροκομματικές και μικροπολιτικές σας σκοπιμότητες, καθόλου όμως τους πολίτες και το μέλλον αυτής της χώρας.
Γιατί ξέρατε πολύ καλά πως αν υπήρχε δανειακή θωράκιση μέχρι τον Ιούνιο, δεν θα υπήρχε τεχνική δικαιολογία να απειλείται η διακοπή της χρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Γιατί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θέλει ένα δανειακό πρόγραμμα, όχι ένα μνημονικό πρόγραμμα.
Γνωρίζατε λοιπόν ότι σε αυτή την εκδοχή εμείς απλά θα εφαρμόζαμε τη λαϊκή εντολή, θα νομοθετούσαμε το πρόγραμμά μας χωρίς να μπορεί κανείς να μας εκβιάσει ότι θα βρεθούμε χωρίς χρηματοδοτική στήριξη των τραπεζών.
Εσείς όμως ονειρευόσασταν και συνεχίζετε να ονειρεύεστε παρενθέσεις. Σχεδιάσατε στην τελευταία λεπτομέρεια τον εκβιασμό της Ελλάδας και αυτό ήταν δική σας επιλογή, συνειδητή και μοχθηρή, η τελευταία σας ελπίδα μήπως και απειλώντας την Ελλάδα δικαιωθείτε ή διασωθείτε εσείς προσωπικά.
Παίξατε την Ελλάδα στα ζάρια μόνο και μόνο για να μην σας καταπιεί η ιστορία, αλλά καταλάβετέ το, η ιστορία σας έχει ήδη καταπιεί. Και η μόνη παρένθεση που θα υπάρξει τελικά στη σύγχρονη ελληνική δημοκρατία θα είναι αυτή των δικών σας μνημονιακών χρόνων- η παρένθεση της αντισυνταγματικής επιλογής, της κατάργησης του Κοινοβουλίου, της συρρίκνωσης της δημοκρατίας. Αυτή η παρένθεση τελείωσε οριστικά στον τόπο μας στις 25 του Γενάρη.
Και κάτι ακόμα. Ξέρετε -το είπα και έξω το λέω και σε εσάς- η Ελληνική Δημοκρατία δεν εκβιάζεται. Η Ελληνική Δημοκρατία δεν εκβιάζεται, γιατί η δημοκρατία στην Ευρώπη δεν εκβιάζεται και γιατί η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα. Όσο έχουμε το λαό στο πλάι μας, δεν εκβιαζόμαστε και δεν εκφοβιζόμαστε από κανέναν.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
δεν ισχυριστήκαμε ποτέ ότι αυτός θα είναι ένας εύκολος δρόμος. Ο δρόμος της διαπραγμάτευσης θα είναι δύσκολος. Είμαστε όμως έτοιμοι, προετοιμασμένοι και αποφασισμένοι να τον βαδίσουμε.
Αναρωτιέμαι όμως ειλικρινά για τη στάση της μνημονιακής αντιπολίτευσης. Δύο μέρες τώρα από τους ομιλητές ιδίως της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ακούμε αντιφατικά πράγματα. Από τη μία ότι είμαστε έτοιμοι να κάνουμε κωλοτούμπα, να αθετήσουμε τις προεκλογικές μας δεσμεύσεις και να πάμε σε συμβιβασμό άνευ όρων και από την άλλη ότι οδηγούμε τη χώρα στα βράχια. Αποφασίστε, τι από τα δύο κάνουμε;
Πολλές φορές μάλιστα τα ακούμε και τα δυο ταυτόχρονα στην ίδια ομιλία και στην ίδια παράγραφο. Όμως, επειδή άκουσα προσεκτικά αυτά που είπε ο κ. Σαμαράς, θέλω να του θέσω ευθέως το ερώτημα που απασχολεί αυτές τις μέρες τους Έλληνες πολίτες: Είναι δυνατόν να μας παρουσιάζετε σήμερα, μετά τις εκλογές, μετά από όλα όσα συνέβησαν, ξαναζεσταμένο φαγητό το success story της Ελλάδας; Σε ποια χώρα ζείτε; Δεν καταλάβατε τίποτα από το εκλογικό αποτέλεσμα; Κάνατε μία προεκλογική καμπάνια φόβου, τρόμου και ο ελληνικός λαός πήρε μια γενναία απόφαση και φαίνεται ότι αυτή τη γενναία απόφαση την υπερασπίζεται με σθένος. Το βλέπετε παντού όπου κυκλοφορείτε, στους δρόμους. Υπάρχει ένα αίσθημα ελπίδας, εθνικής υπερηφάνειας.
Θα περίμενα σήμερα να κάνετε αυτοκριτική. Δεν ξέρετε τι θα πει η λέξη «αυτοκριτική». Θα περίμενα σήμερα να μας πείτε πράγματι ότι θα στηρίξετε την εθνική προσπάθεια, όχι στα λόγια, αλλά στην πράξη.
Χθες φεύγοντας από τον Αυστριακό Καγκελάριο, όπου βρήκα έναν απρόσμενο φίλο της Ελλάδας, όπως παλαιότερα ο Καγκελάριος Μπρούνο Κράισκι ήταν φίλος της Ελλάδας έτσι κι ο σημερινός, μου είπε ότι βλέπει την πρότασή μας λογική και ρεαλιστική και ότι θα το μεταφέρει και στη Γερμανίδα Καγκελάριο. Φεύγοντας, όμως, μου είπε: «Καλά, εγώ θα το πω. Ο κ. Σαμαράς που θα πάει στη Σύνοδο του Λαϊκού Κόμματος, θα το υποστηρίξει;»
Σήμερα γενικόλογα μιλήσατε. Τι ακριβώς θα υποστηρίξετε αύριο; Να ζητήσουμε παράταση του προγράμματος, όπως μας ζητάει η κυρία Μέρκελ, ή θα υποστηρίξετε την εθνική θέση, που ψήφισε ο ελληνικός λαός; Να πάρουμε ένα πρόγραμμα-γέφυρα, να ανασάνουμε, να έχουμε χρόνο για να μπορέσουμε να πάμε σε μια συμφωνία η οποία να δώσει προοπτική σε αυτό τον τόπο; Αυτό είναι το ερώτημα. Όλα τα άλλα είναι υπεκφυγές.
Και βέβαια επειδή σας άκουσα να λέτε ότι είμαστε απομονωμένοι -τα ίδια άκουσα πριν από λίγο και από τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ- θέλω να σας πω ότι σήμερα διάβασα το άρθρο του επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Ομάδας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών σε αθηναϊκή εφημερίδα, του κ. Πιτέλα. Είναι ένα άρθρο υποστηρικτικό όχι της Κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και της κοινωνικής σωτηρίας. Είναι ένα άρθρο υποστηρικτικό της Ελλάδας. Του τηλεφώνησα αμέσως να τον ευχαριστήσω. Μου είπε ότι αυτή είναι η επίσημη θέση των Σοσιαλιστών Δημοκρατών στο Ευρωκοινοβούλιο. Μου είπε επίσης, ότι τηλεφώνησε στον Ιταλό Πρωθυπουργό τον κ. Ρέντσι, στον κ. Γιούνκερ, στον κ. Μπαντοβάν, στον κ. Σαπέν, στον κ. Μοσχοβισί και ζήτησε τη στήριξη της Ελλάδας στην κρίσιμη διαπραγμάτευση.
Αλήθεια εσείς σε ποια ομάδα ανήκετε στο Ευρωκοινοβούλιο; Στη Σοσιαλιστική ή στην ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, εκεί όπου ανήκει η κυρία Μέρκελ;
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, η Ελλάδα αποκτά συμμάχους, η Ελλάδα απέκτησε φωνή, η Ελλάδα διεκδικεί. Την καταστροφή την επιδιώκετε. Είναι ο μύχιος πόθος σας η καταστροφή. Το ατύχημα δεν το καταφέρατε προεκλογικά, την επιδιώκετε τώρα, μπας και καταφέρετε έτσι να κρύψετε τις ευθύνες σας.
Στην τριήμερη, λοιπόν, αυτή συζήτηση παρουσιάστηκαν οι Προγραμματικές Δηλώσεις της Κυβέρνησης τόσο στις γενικές τους κατευθύνσεις, όσο και εξειδικευμένα σε επίπεδο υπουργείων.
Αισθάνομαι για άλλη μια φορά την ευθύνη να διαβεβαιώσω την Εθνική Αντιπροσωπεία, αλλά και τον ελληνικό λαό, τους Έλληνες πολίτες ότι αυτές οι Προγραμματικές Δηλώσεις θα υλοποιηθούν στο ακέραιο.
Η τήρηση των δεσμεύσεων που έχουμε αναλάβει απέναντι στον ελληνικό λαό είναι για εμάς ζήτημα πολιτικής ευθύνης, αλλά και πολιτικής αξιοπιστίας.
Θέλω, επίσης, να ξεκαθαρίσω ότι η υλοποίηση των Προγραμματικών Δηλώσεων της Κυβέρνησης δεν συνιστούν κανενός είδους μονομερή ενέργεια. Θα προχωρήσουμε στα μέτρα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, στα μέτρα για την επανεκκίνηση της οικονομίας, στα μέτρα για τη θεσμική ανασυγκρότηση της χώρας παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας.
Ειλικρινά, θα ήθελα να δω στην ονομαστική ψηφοφορία, που εμείς θα ζητήσουμε για τα μέτρα στην ανθρωπιστική κρίση, θα ψηφίσετε εναντίον;
Πιστεύετε, δηλαδή, ότι σήμερα σε μία ευρωπαϊκή χώρα πρέπει να υπάρχουν πολίτες που να μην έχουν δικαίωμα πρόσβασης στο ηλεκτρικό ρεύμα και σ’ ένα πιάτο φαγητό; Ποιος μπορεί αυτό να το ισχυριστεί στην Ελλάδα και στην Ευρώπη;
Θα προχωρήσουμε, λοιπόν, σ’ αυτά τα μέτρα. Θα προχωρήσουμε, όμως, έξω και πέρα από το πλαίσιο των διαπραγματεύσεων, διότι σας έχουμε πει ξανά ότι έχουμε προβλέψει να είναι σε συνθήκες δημοσιονομικής ισορροπίας και τα μέτρα για την ανθρωπιστική κρίση δεν σχετίζονται με κανενός είδους ανάγκη για νέο δανεισμό.
Θα ήθελα να σας ενημερώσω, επίσης, ότι η Κυβέρνηση έχει ήδη έτοιμα τα δύο πρώτα νομοσχέδια, τα οποία θα έλθουν την επόμενη εβδομάδα, μόλις συγκροτηθούν οι επιτροπές.
Το πρώτο αφορά την προστασία της πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς και τη διευκόλυνση της διαδικασίας για τα «κόκκινα» δάνεια.
Αν πραγματικά θέλετε να στηρίξετε, όπως λέτε, να ψηφίσετε αυτό το νομοσχέδιο, να το ψηφίσουν όλες οι πτέρυγες της Βουλής, διότι δεν μπορεί σήμερα εν έτει 2015 να έχουμε τους Έλληνες πολίτες απροστάτευτους στην πρώτη τους κατοικία από τους πλειστηριασμούς.
Το δεύτερο νομοσχέδιο είναι τα μέτρα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης. Θα ρίξουμε, λοιπόν, τα θεμέλια για την υλοποίηση του συνόλου του προγράμματός μας και, βεβαίως, θα ακολουθήσουν τα νομοσχέδια που αφορούν μέτρα για τη σαρωτική μεταρρύθμιση του κράτους, την προστασία των εργαζομένων, την καταπολέμηση της ανεργίας, την αποκατάσταση και εμβάθυνση των δημοκρατικών θεσμών, την αναδιανομή του πλούτου υπέρ των εργαζομένων, των συνταξιούχων, των μικρών και μεσαίων επιχειρηματιών.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν έχουμε την απαισιοδοξία του νου και την αισιοδοξία της βούλησης. Είμαστε αισιόδοξοι και με τον νου και με τη βούλησή μας.
Είμαστε αισιόδοξοι γιατί οι προτάσεις μας είναι εκείνες που μπορούν να βάλουν τέλος στον παραλογισμό, στην κοινωνική ερήμωση και να μας βάλουν ξανά τη χώρα στον δρόμο του ορθού λόγου, στον δρόμο της λογικής.
Οι Ευρωπαίοι εταίροι μας –είμαι αισιόδοξος- ότι θα ανταποκριθούν στις προτάσεις μας και θα φτάσουμε σ’ έναν αμοιβαίο συμβιβασμό, γιατί δεν μπορώ να πιστέψω ότι μπορεί να υπάρχουν σήμερα δυνάμεις στην Ευρώπη που θέλουν και επιδιώκουν να οδηγήσουν έναν λαό στην ταπείνωση και στον εξευτελισμό. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι μπορεί να υπάρχουν δυνάμεις σήμερα στην Ευρώπη που θέλουν να εκδικηθούν και να τιμωρήσουν, την ίδια στιγμή που γνωρίζουν ότι αυτή η επιλογή μόνο κακό μπορεί να δημιουργήσει σε όλους μας, μόνο σε αδιέξοδα μπορεί να οδηγήσει.
Η Ευρώπη αυτά τα αδιέξοδα τα γνώρισε και τα άφησε πίσω της μια και καλή το 1953, όταν επέλεξε τον δρόμο της συνεννόησης, της αλληλεγγύης και της λογικής για χάρη της Γερμανίας τότε, αλλά και για χάρη της ευρωπαϊκής ιδέας.
Αυτήν την ευρωπαϊκή ιδέα καλούμε τους εταίρους μας να δικαιώσουν. Αυτήν την ιδέα καλούμε τους πολίτες της Ευρώπης να στηρίξουν. Τους πολίτες που ήδη κινητοποιούνται, στηρίζοντας τον αγώνα της νέας Κυβέρνησης, τον αγώνα του ελληνικού λαού για ευρωπαϊκή λύση, για τερματισμό της λιτότητας, για επιστροφή της αναπτυξιακής ατζέντας σ’ όλη την Ευρώπη.
Αυτοί οι λαοί θα συνεχίσουν να είναι στο πλάι μας και στο πλάι του ελληνικού λαού, γιατί αυτοί οι λαοί είναι σε τελική ανάλυση η «ευρωπαϊκή ιδέα σε κίνηση». Αυτοί οι λαοί είναι το μέλλον της Ευρώπης.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
στις 25 Ιανουαρίου ο λαός μας πήρε την τύχη του στα χέρια του. Σήμερα αισιοδοξεί και μαζί του αισιοδοξούμε και εμείς. Σήμερα ελπίζει, σήμερα αισθάνεται υπερήφανος και είναι έτοιμος να στηρίξει την προσπάθειά μας.
Αυτές τις τρεις ημέρες στη Βουλή ακούσαμε έναν καθαρό λόγο, ακούστηκαν σ’ αυτήν την Αίθουσα προγραμματικές δηλώσεις που ήταν στο μυαλό, αλλά και στην καρδιά των Ελληνίδων και των Ελλήνων. Ακούσατε έναν καθαρό προγραμματικό λόγο και τη χάραξη μιας κυβερνητικής πολιτικής, που βάζει τους ανθρώπους αυτής της χώρας πάνω από όλα.
Σε αυτούς τους ανθρώπους κάνουμε σήμερα, με το κλείσιμο των προγραμματικών μας δηλώσεων το κάλεσμά μας. πρώτα από αυτούς ζητάμε ψήφο εμπιστοσύνης. Χωρίς αυτούς δεν θα είμαστε τίποτα. Μαζί με τον λαό μπορούμε να καταφέρουμε τα πάντα. Γιατί, όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το λαό, υπάρχουν υπέρ του λαού και μόνον υπέρ αυτού θα τις ασκήσουμε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
σας καλώ να δώσετε ψήφο εμπιστοσύνης στις προγραμματικές δηλώσεις της νέας Κυβέρνησης. Την ψήφο εμπιστοσύνης μας την έχει δώσει ήδη η ελληνική κοινωνία. Σήμερα, σας καλώ να τη λάβουμε και από την Εθνική Αντιπροσωπεία, ώστε αύριο πιο δυνατοί να μπορέσουμε να αγωνιστούμε για το δικαίωμα αυτής της χώρας, για το δικαίωμα αυτού του λαού στην αισιοδοξία και στην ελπίδα, στο κοινό ευρωπαϊκό μας μέλλον.
Σας ευχαριστώ
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 14/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη