Το παρεμπιπτόντως είναι επιρρηματικός τύπος της μετοχής παρεμπίπτων του αμετάβατου ρήματος παρεμπίπτω, που σημαίνει παρεμβάλλομαι, παρεντίθεμαι, μεσολαβώ μεταξύ δύο ή περισσοτέρων πραγμάτων.
Το παρεμπίπτω παράγεται από τη σύνθεση δύο προθέσεων (παρά + εν) και του ρήματος πίπτω. Όπως είναι γνωστό, το ένρινο ν τρέπεται σε μ, όταν βρίσκεται μπροστά από τα χειλικά (π, β, φ) ή το ψ: εμπνέω (εν + πνέω), έμψυχος (εν + ψυχος). Αυτό συμβαίνει, ασφαλώς, και στην περίπτωση τού εμπίπτω (εν + πίπτω).
Ο τύπος παρεπιπτόντως δεν δημιουργεί πρόβλημα στην κατανόηση της λέξης, αλλά, βάσει των προαναφερθέντων, δεν ευσταθεί από ετυμολογικής απόψεως.
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
«Κανόνι» σε μεγάλη ασφαλιστική στην Ελλάδα - Χιλιάδες οδηγοί χωρίς κάλυψη από 1η Ιουλίου!
Παν.Πατρών: Tο 1ο στην Ελλάδα Πανεπιστημιακό Πιστοποιητικό Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς
Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Το κορυφαίο πρόγραμμα ειδικής αγωγής στην Ελλάδα - Αιτήσεις έως 16/6
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ