Δυσάρεστες εκπλήξεις επιφύλασσε η εξέταση στα Μαθηματικά για τους υποψηφίους των ΓΕΛ που διεκδικούν, με τη συμμετοχή τους στις Πανελλαδικές εξετάσεις, μια θέση σε σχολές των Θετικών Επιστημών, της Οικονομίας και της Πληροφορικής.
Τα φετινά θέματα χαρακτηρίστηκαν ιδιαίτερα απαιτητικά, με τους πρώτους υπολογισμούς από μαθηματικούς βαθμολογητές να εκτιμούν ότι είναι πιθανό οι βαθμολογίες κάτω από τη βάση να ξεπεράσουν το 75% στο 4ο Επιστημονικό Πεδίο.
«Δε γράφεται με αποστήθιση, μόνο με κατανόηση»
Σύμφωνα με μαθηματικούς βαθμολογητές, τα φετινά θέματα παρουσίαζαν σαφή κλιμάκωση και προϋπέθεταν βαθιά κατανόηση των μαθηματικών εννοιών, ξεφεύγοντας από την πεπατημένη της απλής εφαρμογής τύπων. Όπως σχολίασαν μαθηματικοί, «απαιτούνταν όχι μόνο γνώσεις, αλλά και στρατηγική σκέψη — στοιχεία που προϋποθέτουν εμβάθυνση στην ύλη σε βάθος χρόνου και όχι απλώς προ της εξεταστικής περιόδου».
Μαθηματικοί: «Το υψηλό ποσοστό κάτω από τη βάση είναι αποτυχία του συστήματος»
Ιδιαίτερη ανησυχία επικρατεί στην εκπαιδευτική κοινότητα μετά τη χθεσινή εξέταση στα Μαθηματικά, με βαθμολογητές και μαθηματικούς να εκτιμούν ότι το ποσοστό των υποψηφίων κάτω από τη βάση στον Οικονομικό Κύκλο ενδέχεται να αγγίξει το 75%.
Με λίγα λόγια 3 στους 4 υποψήφιους του Επιστημονικού Πεδίου Οικονομίας και Πληροφορικής, που είναι και το μαζικότερο, φαίνεται να έχουν γράψει κάτω από τη βάση
Όπως υπογραμμίζουν εκπαιδευτικοί, αυτή η συνεχής αύξηση των χαμηλών επιδόσεων δεν συνιστά επιτυχία του εξεταστικού συστήματος, αλλά μάλλον απόδειξη ότι απαιτείται άμεσα αναθεώρηση στη φιλοσοφία της θεματοδότησης.
Προτείνουν μάλιστα την εισαγωγή σαφούς διαβάθμισης στα θέματα – με ζητούμενα που να αντιστοιχούν στο «5», στο «10» και στο «20» – ώστε να δίνεται η δυνατότητα σε όλους τους υποψηφίους να αποδώσουν με βάση το επίπεδο της προετοιμασίας τους.
Παράλληλα, τονίζεται η ανάγκη για αναδιάρθρωση του μαθήματος των Μαθηματικών ανά κατεύθυνση, με διαφοροποίηση των απαιτήσεων ανάλογα με τον στόχο σπουδών: άλλη προσέγγιση για υποψηφίους Πολυτεχνικών Σχολών, άλλη για Οικονομικές ή Ιατρικές. «Τα Μαθηματικά δεν πρέπει να λειτουργούν αποτρεπτικά ή ως φόβητρο, αλλά ως εργαλείο σκέψης και λογικής για κάθε μαθητή», τονίζουν χαρακτηριστικά.
Το επίμαχο θέμα Γ4
Έντονες αντιδράσεις έχει προκαλέσει το θέμα Γ4, το οποίο σχολιάστηκε ως ασαφές ή παραπλανητικό από μαθητές και εκπαιδευτικούς. Πολλοί έκαναν λόγο για παγίδα, αμφισβητώντας τη σαφήνεια του ερωτήματος.
Ωστόσο, σύμφωνα με την Ελληνική Μαθηματική Εταιρεία, δεν τίθεται ζήτημα ούτε στην εκφώνηση ούτε στην επίλυση του θέματος. Όπως εξηγούν βαθμολογητές και μαθηματικοί, το ζητούμενο ήταν ξεκάθαρο: ο υποψήφιος καλούνταν να εξετάσει εάν ισχύει μια συνθήκη και, αφού διαπίστωνε ότι δεν ισχύει, να προχωρήσει παρακάτω. Οι ενστάσεις που διατυπώθηκαν, χαρακτηρίζονται ως υπερβολικές.
Από την πλευρά του, το Παράρτημα Ηρακλείου της ΕΜΕ αναγνωρίζει ότι υπήρξε μια λεπτομέρεια στον μαθηματικό ορισμό ρυθμού μεταβολής, η οποία όμως, όπως επισημαίνεται, δεν αλλοιώνει την ορθότητα της λύσης και δεν αναμένεται να επηρεάσει τη βαθμολόγηση των γραπτών.
«Γιατί οι υποψήφιοι της Οικονομίας εξετάζονται σαν να δίνουν για Μαθηματικό;»
Την ίδια στιγμή, συνεχίζεται η συζήτηση για την κοινή θεματοδότηση Μαθηματικών ανάμεσα στο 2ο και το 4ο Επιστημονικό Πεδίο. Ειδικοί στον χώρο της εκπαίδευσης επισημαίνουν την ασυμβατότητα των εξετάσεων με τις πραγματικές απαιτήσεις των σχολών.
Σύμφωνα με εκπαιδευτικούς και συμβούλους επαγγελματικού προσανατολισμού, είναι άδικο οι υποψήφιοι του Οικονομικού Πεδίου να εξετάζονται στην ίδια ύλη και τα ίδια δύσκολα θέματα με υποψήφιους Πολυτεχνικών Σχολών. Όπως υποστηρίζουν, η αποτυχία δεν αντικατοπτρίζει το επίπεδο των μαθητών, αλλά ένα εξεταστικό πλαίσιο υπερβολικά απαιτητικό και ακατάλληλο για τους στόχους τους.
Το μήνυμα προς τους μαθητές: «Μην απογοητεύεστε»
Η γενικότερη εικόνα που αποτυπώνεται είναι πως η μεγάλη πλειοψηφία των υποψηφίων βρέθηκε φέτος κάτω από τη βάση, και αυτό — όπως σημειώνουν καθηγητές και βαθμολογητές — δεν συνιστά ατομική αποτυχία, αλλά πρόβλημα του ίδιου του εξεταστικού συστήματος.
Η σύσταση προς τους μαθητές είναι να μην χάσουν το κουράγιο τους, καθώς τα χαμηλά ποσοστά είναι γενικευμένα και όχι μεμονωμένα. «Η απογοήτευση είναι κατανοητή, αλλά δεν πρέπει να εσωτερικεύεται ως προσωπική ευθύνη. Αντίθετα, πρέπει να σημάνει συναγερμό για την ανάγκη αλλαγών στον τρόπο αξιολόγησης», υπογραμμίζουν.