Το μεγαλείο της εργοδοσίας - Μέρος 2ο
Από τον Χρήστο Επαμ. Κυργιάκη
….
Το αφεντικό, αφού κάπνισε σκεφτικός το μεγάλο Κουβανέζικο πούρο του, σήκωσε πάλι το ακουστικό του τηλεφώνου και καθισμένος αναπαυτικά στην πολυθρόνα του, περίμενε την απάντηση από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής στην οποία βρισκόταν ο μεγαλοεφοπλιστής και επιχειρηματίας Τεό Βαρδίγιαννος.
- Έλα Τεό, Σβέρκος εδώ.
- Που΄σαι ρε φίλε; Καιρό έχω να σε ακούσω.
- Τρεχάματα μωρέ, μία το ένα μία το άλλο, δεν μπορώ να πάρω ανάσα. Έχω και το παιδί σήμερα με πυρετό.
- Τι; Έχει πολύ πυρετό;
- 37,2 αλλά δεν αργεί αυτός ο άτιμος να γίνει 40. Τέλος πάντων, για άλλο σε πήρα. Σήμερα πρότεινα στους εργάτες μου να δεχτούν να δουλεύουν στο εξής με 650 το μήνα καθαρά.
- Είσαι τρελός; Πας γυρεύοντας; Θα μας ανάψεις καμιά φωτιά όλων μας και θα τρέχουμε. Γιατί το τραβάς τόσο το σχοινί; Αφού είπαμε να το χειριστούμε έξυπνα και με το μαλακό.
- Άκου φίλε. Στη βράση κολλάει το σίδερο. Ή θα τους πάρουμε τώρα και τα σώβρακα και θα καθαρίσουμε για τα επόμενα 50 χρόνια, ή θα το λιβανίζουμε μέχρι που κάποια στιγμή θα ξυπνήσουν και θα ζητήσουν πίσω όσα τους πήραμε. Εγώ έτσι το βλέπω. Και να σου πω και κάτι; Δεν τους είδα και πολύ αγριεμένους. Μάλλον θα το καταπιούν κι αυτό όπως και τα προηγούμενα. Σαν κότες θα κάτσουν πάλι και θα κλωσήσουν τα αυγά τους. Η ανεργία βλέπεις είναι τελικά πολύ μεγάλη εφεύρεση. Τους είπα. Ή 650 και μένετε ή παίρνω άλλους με 500.
- Και που θα τους βρεις με 500 και να ξέρουν και τη δουλειά;
- Δεν είναι σίγουρο ότι θα τους βρω. Εκείνοι όμως δεν το ξέρουν. Τεό, δεν έχεις καταλάβει ότι όλα είναι θέμα σωστής διαχείρισης της ψυχολογίας των ανθρώπων; Μπλοφάρω. Δεν έχω τίποτα να χάσω. Εκείνοι όμως παίζουν κορώνα-γράμματα τη δουλειά τους. Να δεις που θα πιάσει.
- Εγώ σου λέω να μην το τραβήξεις στα άκρα. Κουβέντιασε και με τους άλλους γιατί αλλιώς είπαμε να το χειριστούμε το θέμα. Είπαμε να περιμένουμε το σύνθημα από τους ξένους και να μην κάνουμε του κεφαλιού μας.
- Δε με χέζεις με τους ξένους; Αρκετά τους ανεχτήκαμε.
- Κοίτα. Αυτά δεν λέγονται από το τηλέφωνο. Καλύτερα να τα πούμε από κοντά.
- Καλά, εντάξει. Για άλλο σε πήρα κυρίως. Αύριο, θα βγουν στην εφημερίδα μερικά ονόματα μεγαλοοφειλετών. Θα είναι κάποιοι φτωχοποιημένοι που δεν έχουν ούτε να φάνε και θα έχει και τα ονόματα τα δικά μας.
- Και γιατί το αφήνεις να συμβεί; Καταλαβαίνεις τι προβλήματα μπορεί να δημιουργηθούν; Θα γίνουμε θέμα στα παράθυρα.
- Μα, αυτό ακριβώς θέλουμε.
- Τι; Να κουβεντιάζει για μας όλη η Ελλάδα; Να μας βρίζουν και να μας καταριούνται από τον μικρότερο μέχρι το μεγαλύτερο κάτοικο αυτής της χώρας;
- Ακριβώς! Δεν καταλαβαίνεις ποιο μήνυμα στέλνουμε έτσι; Τους λέμε φόρα-παρτίδα ότι κοιτάξτε να δείτε, εμείς είμαστε τα αφεντικά σ΄αυτόν τον τόπο και κάνουμε ότι μας γουστάρει. Και τα κονομάμε την ώρα που εσείς πεινάτε και εισφορές δεν πληρώνουμε και καμία επίπτωση δεν έχουμε. Εμείς είμαστε ο νόμος, εμείς και το κράτος εμείς τα πάντα.
- Νομίζω πως παίζεις με τη φωτιά. Μήπως ξεχνάς τι έγινε με τους μαύρους στην Αμερική που όταν έφτασε ο κόμπος στο χτένι άρχισαν να καίνε τις τράπεζες; Τελευταία στιγμή το πρόλαβαν και δεν έγινε γενική εξέγερση. Μήπως ξεχνάς τι έγινε στην Αργεντινή; Νομίζω ότι ρισκάρεις και θα την πληρώσουμε όλοι. Έτοιμοι να εκραγούν είναι, δεν το πήρες χαμπάρι. Μια σπίθα μπορεί να μας τινάξει όλους στον αέρα. Δεν ξέρω. Εγώ λέω να περιμένεις. Άσε να πιέσουν πρώτα οι ξένοι και μετά μπαίνουμε κι εμείς στο παιχνίδι.
- Καλά, θα δούμε. Άλλωστε, τους έδωσα ένα μήνα διορία να το σκεφτούν. Σ’ αφήνω τώρα γιατί πρέπει να πάω στο σπίτι να δω και τι έγινε με τον πυρετό του παιδιού.
Το αφεντικό, έκλεισε το τηλέφωνο και βυθίστηκε γεμάτος σκέψεις στην πολυθρόνα. Σε λίγο, μπήκε μέσα στο γραφείο η γραμματέας κρατώντας το ποτήρι με το ουίσκι και τον πάγο. Συνήθιζε αυτή την ώρα να πίνει ένα ποτό για να χαλαρώνει. Τον βοηθούσε να παίρνει πιο ήρεμος τις αποφάσεις του και τούτη την ώρα, ένα ποτό ήταν ακριβώς ότι του χρειαζόταν.
«Τι θα έκανα χωρίς εσένα;», είπε στη γραμματέα του η οποία απομακρύνθηκε χαμογελώντας. «Που θα μου πας;», μουρμούρισε. «Θέμα χρόνου είναι να μου κάτσεις. Κάνεις τη δύσκολη, αλλά θα το βρω κι εσένα το κουμπί σου».
Στη συνέχεια, ζήτησε από τη γραμματέα του να ειδοποιήσει τον οδηγό ότι σε 10 λεπτά θα φύγουν ενώ ο ίδιος συγκέντρωσε τα χαρτιά του και τα έβαλε στο δερμάτινο χαρτοφύλακα περιμένοντας την ειδοποίηση πως το αυτοκίνητο είναι έτοιμο και τον περιμένει.
………………………………………………………………………………………………………………
Ο Παναγόπουλος, βγαίνοντας από το γραφείο του αφεντικού ήταν έτοιμος να εκραγεί από θυμό και στενοχώρια. «Έπρεπε να του σπάσω τα μούτρα. Απορώ πώς κρατήθηκα και γιατί κρατήθηκα;» μονολογούσε ψιθυριστά.
Κατεβαίνοντας στην αυλή του εργοστασίου τον περίμεναν με αγωνία οι υπόλοιποι εργάτες. Είχε «φροντίσει» το αφεντικό να μαθευτούν οι προθέσεις του και γι’ αυτό όλοι είχαν την περιέργεια να μάθουν ποιες ήταν αυτές οι «νέες» προτάσεις που θα τους παρουσίαζε μέσω του Παναγόπουλου. Το λόγο πήρε ο Τουφεκάκης. Πάνω από είκοσι χρόνια δούλευε στο εργοστάσιο χωρίς να πάρει ούτε μια ώρα αναρρωτική, όπως συνήθιζε πολύ συχνά να λέει. Έξι μήνες ένσημα ήθελε ακόμη για να βγει στη σύνταξη.
- Λέγε γρήγορα, μη μας κρατάς σε αγωνία. Τι σου είπε; Αποφάσισε να το κλείσει το γ&μ@μ^ν#; Μας έφαγε την ψυχούλα! Θα το κλείσω και θα το κλείσω. Άι σιχτίρι πια. Βάλε λουκέτο να το πάρουμε εμείς να το δουλέψουμε να ησυχάσουμε.
- Προτείνει μείωση μισθού πάλι. Εμένα από τα 780 θέλει να με πάει στα 650, αλλιώς έρχεται απόλυση και προσλαμβάνει ανέργους με 500. Έτοιμους, λέει, τους έχει. Περιμένουν σήμα για να πιάσουν δουλειά. Μας δίνει ένα μήνα διορία να το σκεφτούμε.
- Μπλοφάρει πάλι όπως και τις προηγούμενες φορές. «Δε βγαίνω» και «Καλύτερα να το κλείσω», «Για σας το κρατάω, για να μην πεινάσετε» και την ίδια στιγμή παραγγέλνει κι άλλα καράβια στην Κορέα. Να πεις ότι τα έχτιζε και στα δικά μας τα ναυπηγεία. Χώρια το εργοστάσιο στο Αζερμπαϊτζάν για να έχει κι εκεί να στέλνει εκατομμύρια. Εγώ λέω να μη δεχτούμε πάλι τους όρους του.
«Και τι να κάνουμε μαστρο-Τουφεκάκη; Αν απολυθούμε είναι καλύτερα; Τρία παιδιά έχω να θρέψω», ακούστηκε να λέει ένας εργάτης.
«Γιατί ρε Παναγιώτη; Εμείς τι έχουμε να θρέψουμε; Σαλιγκάρια; Παιδιά έχουμε κι εμείς, αλλά, δεν ξέρω για σένα, εγώ ούτε τώρα μπορώ να τα θρέψω. Κάθε μέρα που περνάει πεθαίνω κι από λίγο και μαζί με μένα αργοπεθαίνουν κι εκείνα».
«Έχει δίκιο ο Λευτέρης. Εμένα η κόρη μου ετοιμαζόταν για γάμο. Δυο μήνες πριν το γάμο την απέλυσαν από τη δουλειά μαζί με τον αρραβωνιαστικό της. Από τότε, την τρέχω σε ψυχολόγους και ψυχοθεραπευτές και δεν ξέρω αν και πότε θα συνέρθει. Αν μας κόψει κι άλλο τους μισθούς μας οδηγεί σε αργό θάνατο. Εγώ είμαι αποφασισμένος για όλα. Δεν την αντέχω άλλο τέτοια ζωή γιατί ζωή δεν τη λες. Εγώ είμαι μέσα στο να αντιδράσουμε όλοι μαζί».
«Πώς να αντιδράσουμε βρε παιδιά; Τι να κάνουμε δηλαδή; Μπορούμε να τα βάλουμε με το θηρίο; Σαν ποντίκια μας βλέπει».
«Στο χωριό μου, σαν ήμουν μικρός, θυμάμαι που τα ποντίκια έφαγαν ένα ολόκληρο βόδι και μάλιστα ζωντανό. Ήταν όμως πολλά μαζί. Ένα ποντίκι μόνο του δεν θα μπορούσε. Αν είμαστε ενωμένοι στο δίκιο μας μάλλον το θηρίο πρέπει να φοβάται και όχι εμείς. Κι εγώ είμαι μέσα στα να αντισταθούμε όλοι μαζί και να μη δεχτούμε κι άλλο πετσόκομμα στο μισθό».
Σιγή επικράτησε για λίγο και όλοι έστρεψαν το κεφάλι τους προς τη μεριά του Μάνθου. Δε μιλούσε πολύ αλλά πάντα η γνώμη του ήταν καθοριστική και υπολογίσιμη από όλους. Ακόμη και όσοι διαφωνούσαν μαζί του, τον άκουγαν με προσοχή και περισυλλογή.
«Τι λες εσύ Μάνθο;», τον ρώτησε ο Παναγόπουλος.
Εκείνος έκανε δυο βήματα πιο μπροστά, άναψε τσιγάρο και αφού τράβηξε μια βαθειά ρουφηξιά, πήρε το λόγο.
«Όλοι μας έχουμε τους λόγους μας να κάνουμε ή να μην κάνουμε κάτι. Πάντα έτσι είναι όταν πρέπει να παρθούν δύσκολες αποφάσεις. Το τελευταίο διάστημα βλέπω όλο και πιο συχνά στον ύπνο μου τον παππού μου το Μάνθο. Χάθηκε στο πρώτο το αντάρτικο. Στο σημείωμα που άφησε πίσω του έγραφε πως αν δεν πολεμήσουμε για τα παιδιά μας θα έρθει η μέρα που αυτά τα ίδια θα ντρέπονται για μας. Ζωή χωρίς πλούτη αντέχεται, ζωή μες στη ντροπή, δεν είναι ζωή. Αν είναι να ντρεπόμαστε κάθε μέρα που ξημερώνει καλύτερα να μην ξημερώσει ποτέ. Αυτά μας άφησε παρακαταθήκη ο παππούς μου. Μπορεί να μην έχουμε πόλεμο με όπλα, όπως το ’40. Έχουμε όμως έναν άλλο πόλεμο, ύπουλο, σκοτεινό με τον εχθρό να είναι αόρατος. Πώς να πολεμήσεις κάποιον που δεν τον ξέρεις; Άντε και ξεκινάμε αγώνα και κάνουμε και κατάληψη, άντε και παίρνουμε το εργοστάσιο στα χέρια μας. Πώς θα το δουλέψουμε; Μπορούμε; Εγώ λέω ναι! Θα μπορέσουμε να πουλήσουμε τα προϊόντα; Και πάλι ναι λέω! Αλλά θα είναι δύσκολο. Δεν θα μας αφήσουν. Μπορεί να χυθεί και αίμα. Θα γεμίσει ο τόπος με μπράβους και αστυνομικούς. Οι δημοσιογράφοι θα πέσουν να μας φάνε. Μόνοι μας δεν θα αντέξουμε. Αν μπουν στη μάχη και τα άλλα εργοστάσια ίσως να τα καταφέρουμε. Στο κάτω-κάτω, όλον αυτόν τον πλούτο που έχει ο Σβέρκος και οι όμοιοί του, με τον ιδρώτα μας τον απέκτησαν. Αλλιώς, ας βάλουμε την ουρά κάτω από τα σκέλια σαν τα ζαγάρια και να περιμένουμε πότε θα μας πετάξει ο αφέντης κανένα ξεροκόμματο για να ζήσουμε. Αυτά, είχα εγώ να πω. Θέλει σχέδιο, οργάνωση, ψυχραιμία και θέληση αν αποφασίσουμε να συγκρουστούμε».
Τα λόγια του Μάνθου έπεσαν σαν πέτρα στα στήθια των εργατών. Είχε δίκιο ο Μάνθος, αλλά πάλι, θα μπορούσαν ποτέ να νικήσουν σε μια τέτοια μάχη;
Γύρισαν στα πόστα τους προβληματισμένοι και θυμωμένοι με έναν κόμπο στο λαιμό να αρνείται να κατέβει προς τα κάτω.
Είχαν ένα μήνα περιθώριο να το σκεφτούν και να αποφασίσουν. Πριν διαλυθούν, συμφώνησαν να συναντηθούν όλοι το ερχόμενο Σάββατο, στα γραφεία του σωματείου για να ξανασυζητήσουν το θέμα.
Συνεχίζεται…
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 14/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη