Η ΟΛΜΕ, δημοσιοποιεί γνωμοδοτικό σημείωμα της νομικής συμβούλου της σύμφωνα με το οποίο η με οποιονδήποτε τρόπο επααπροκήρυξη της απεργίας θεωρείται παράνομη, απαντώντας ουσιαστικά αρνητικά στα αιτήματα των δεκάδων ΕΛΜΕ που απαιτούν από την Ομοσπονδία να συνεχίσει και να στηρίξει τον αγώνα κατά της αξιολόγησης.
Η γνωμοδότηση έρχεται λίγο πριν την πραγματοποίηση της έκτακτης γενικής συνέλευσης των προέδρων των ΕΛΜΕ που έχει συγκληθεί για το Σάββατο 27/11 με θέμα «Ο καθορισμός της στάσης του κλάδου και τα αγωνιστικά βήματα απέναντι στην αξιολόγηση».
Τα ερωτήματα
Τρία ερωτήματα τέθηκαν στη νομική σύμβουλο της ΟΛΜΕ.
1. Εάν η ΟΛΜΕ προέβαινε σε επαναπροκήρυξη της απεργίας-αποχής που κρίθηκε παράνομη, χωρίς να τηρήσει τις δύο διατυπώσεις που κρίθηκαν (πρωτοδίκως και τελεσιδίκως) επιβεβλημένες να τηρηθούν πριν την προκήρυξη απεργίας-αποχής, θα καλύπτονταν οι συμμετέχοντες εκπαιδευτικοί, υπό την έννοια ότι δεν θα κινδύνευαν να αποτελέσουν δέκτες των κυρώσεων του άρθρου 56 ν.4823/2021 ή/και των εν γένει συνεπειών συμμετοχής σε παράνομη απεργία (στέρηση μισθού κ.ο.κ);
2. Διαφοροποιείται η απάντηση στο πρώτο ερώτημα εάν η ΟΛΜΕ προέβαινε σε επαναπροκήρυξη της απεργίας-αποχής θεραπεύοντας μόνο την πλημμέλεια που αφορά στην υποβολή αιτήματος διεξαγωγής δημοσίου διαλόγου ενώπιον του ΟΜΕΔ;
3. Διαφοροποιείται η απάντηση στο πρώτο και δεύτερο ερώτημα, εάν την (επανα)προκήρυξη της απεργίας-αποχής αποφάσιζαν οι πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις-ΕΛΜΕ;
Τι απαντά η νομική σύμβουλος
Επί του πρώτου ερωτήματος.
Εφόσον η ΟΛΜΕ επαναπροκήρυττε απεργία-αποχή με το ίδιο περιεχόμενο και αιτήματα αυτής που κρίθηκε τελεσιδίκως ως παράνομη και χωρίς να τηρήσει τις δύο διατυπώσεις που κρίθηκαν επιβεβλημένες (η μία αφορά στην υποβολή αιτήματος διεξαγωγής δημοσίου διαλόγου στον ΟΜΕΔ που κρίθηκε τελεσιδίκως επιβεβλημένη, η έτερη αφορά στον καθορισμό προσωπικού ελάχιστης εγγυημένης υπηρεσίας που κρίθηκε πρωτοδίκως επιβεβλημένη χωρίς να ανατραπεί η σχετική κρίση σε δεύτερο βαθμό) είναι σαφές ότι δεν συντρέχει το πραγματικό της περ.Δ΄ της ΟλΑΠ 27/2004, ώστε να επικαλεσθεί ο συμμετέχων σε αυτήν εκπαιδευτικός το τεκμήριο νομιμότητας της νέας αυτής απεργίας-αποχής. Ανεξαρτήτως δηλαδή του εάν το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων προσέφευγε εκ νέου δικαστικώς για να κριθεί παράνομη η νέα αυτή απεργία-αποχή της ΟΛΜΕ, οι συμμετέχοντες σε αυτήν εκπαιδευτικοί και χωρίς να υπάρξει νέα δικαστική κρίση που να την κρίνει παράνομη, δεν θα μπορούσαν να επικαλεσθούν νομίμως, βάσει της ΟλΑΠ 27/2004 το τεκμήριο νομιμότητας της νέας αυτής απεργίας-αποχής της ΟΛΜΕ.
Τούτο διότι, το μεν η απεργία δεν έχει κηρυχθεί με τις νόμιμες διατυπώσεις που ορίζει ο νόμος και τούτο έχει ήδη διαγνωσθεί δικαστικώς (με τις επισημάνσεις που έγιναν σε σχέση με τον ΟΜΕΔ και τον καθορισμό προσωπικού ελάχιστης εγγυημένες υπηρεσίας τελεσιδίκως και πρωτοδίκως αντίστοιχα), το δε το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, ως εργοδότης μπορεί να αποδείξει ότι οι εκπαιδευτικοί δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που συμμετέχουν σε μία τέτοια επαναπροκηρυχθείσα απεργία-αποχή μπορούσαν να αντιληφθούν τον παράνομο αλλά και καταχρηστικό χαρακτήρα της, καταβάλλοντας την επιμέλεια του μέσου συνετού εργαζομένου, ώστε να επέλθει κάμψη της συνδικαλιστικής προστασίας τους, ενόψει του ότι:
α) Η αυτή απεργία-αποχή κρίθηκε πρωτοδίκως και τελεσιδίκως παράνομη. Κατά τούτο, η επαναπροκήρυξή της χωρίς να τηρηθεί η υποχρέωση υποβολής αιτήματος διεξαγωγής δημοσίου διαλόγου, θα παραβίαζε το δεδικασμένο της εφετειακής αποφάσεως με αρ.4242/2021, ενώ ταυτόχρονα η έλλειψη καθορισμού προσωπικού ελάχιστης εγγυημένης υπηρεσίας που κρίθηκε πρωτοδίκως επιβεβλημένη, θα παραβίαζε την σχετική πρωτόδικη κρίση που ως προς το σκέλος της αυτό δεν ανατράπηκε τελεσιδίκως.
β) Το Υπ.Παιδείας και Θρησκευμάτων μέσω δελτίων τύπου και μέσω των ΜΜΕ είχε καταστήσει γνωστό το αποτέλεσμα των δικαστικών αποφάσεων και άρα ένας μέσος συνετός εκπαιδευτικός δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν γνώριζε το αποτέλεσμα των προαναφερόμενων δικαστικών αποφάσεων, ώστε να ευρίσκεται στον χώρο της συγγνωστής νομικής πλάνης ως προς την νομιμότητα της νέας αυτής απεργιακής κινητοποίησης που συμμετέχει και κατά την επαναπροκήρυξη της οποίας δεν τηρήθηκαν οι δύο διατυπώσεις που έκριναν επιβεβλημένες οι δύο δικαστικές αποφάσεις του Εφετείου και Πρωτοδικείου αντίστοιχα.
γ) Για το λόγο αυτό δε θα μπορούσε βασίμως και με επίκληση του τεκμηρίου νομιμότητας της ΟλΑΠ 23/2004 να αμφισβητηθεί η νομιμότητα της τυχόν επιβολής κυρώσεων σε βάρος των συμμετεχόντων στην νέα αυτή απεργία αποχή εκπαιδευτικών κατ’εφαρμογή του άρθρου 56 Ν.4823/2021:
- Θα θεωρείτο πλέον υπαίτια και μη δικαιολογημένη η παράλειψη εκτελέσεως της υποχρεώσεως αξιολογήσεως, όπως περιγράφεται στην παρ.3 και 4 του άρθρου 56 ν.4823/20211 καθότι, όπως προαναφέρθηκε η με αρ.Α559/2020 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου, εφάρμοσε το τεκμήριο νομιμότητας της απεργίας στην περίπτωση του αποκλεισθέντος δημοσίου υπαλλήλου, με την ρητή ωστόσο επιφύλαξη της κάμψης της σχετικής προστασίας στην περίπτωση που ο εργαζόμενος μπορούσε να αντιληφθεί τον παράνομο και καταχρηστικό χαρακτήρα της απεργίας στην οποία συμμετέχει, που εν προκειμένω μπορεί να αποδειχθεί ευχερώς, ενόψει των όσων προαναφέρθηκαν
- Για την ταυτότητα του νομικού λόγου, θα πληρούτο η αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της παρ.5 του άρθρου 56 ν.4823/2021 για την επιβολή του μέτρου της αναστολής εξέλιξης, δοθέντος ότι η συμμετοχή σε απεργία που ο απεργός αντιλαμβάνεται ότι είναι παράνομη δεν αποτελεί αντικειμενικό λόγο δικαιολογούντα την παράλειψη εκτελέσεως των ανωτέρω υπηρεσιακών υποχρεώσεων.
- Για την ταυτότητα του νομικού λόγου θα πληρούτο η αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της παρ.8 του άρθρου 56 ν.4823/2021 κατά την οποία αν στέλεχος εκπαίδευσης αρνείται να υποβληθεί στη διαδικασία αξιολόγησης, είτε ως αξιολογητής είτε ως αξιολογούμενος, σε οποιοδήποτε στάδιο αυτής, ή την παρακωλύει με την εν γένει στάση του, αντικαθίσταται και αποκλείεται από την διαδικασία επιλογής για την πλήρωση οποιασδήποτε θέσης στελέχους εκπαίδευσης για τα επόμενα 8 έτη, άρνηση που ομοίως υπό τις περιστάσεις που αναφέρθηκαν δεν δύναται να θεωρηθεί συγγνωστή και δικαιολογημένη.
Περαιτέρω, όπως αναφέρθηκε και με δεδομένο ότι το Υπ.Παιδείας και Θρησκευμάτων θα μπορούσε να αποδείξει ότι ο μέσος συνετός εκπαιδευτικός μπορούσε να αντιληφθεί τον παράνομο χαρακτήρα της επαναπροκηρυχθείσας αυτής απεργίας-αποχής, θα μπορούσε ευχερώς να να προβεί σε ενεργοποίηση των γενικότερων συνεπειών που πηγάζουν από την συμμετοχή εργαζομένου σε παράνομη απεργία δίχως να ασκήσει αγωγή για να αιτηθεί να αναγνωρισθεί και τούτη ως παράνομη (στέρηση μισθού κ.ο.κ).
Επί του δεύτερου ερωτήματος
Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα δεν διαφοροποιείται σε περίπτωση που λάμβανε χώρα επαναπροκήρυξη της αυτής απεργίας-αποχής (με τα αυτά αιτήματα εκείνης που αποτέλεσε αντικείμενο δικαστικής κρίσης) της ΟΛΜΕ, αλλά θεραπευόταν η πλημμέλεια που αφορά στην μη υποβολή αιτήματος διεξαγωγής δημοσίου διαλόγου στον ΟΜΕΔ που κρίθηκε τελεσιδίκως ότι απαιτείτο πριν την κήρυξη της απεργίας-αποχής της ΟΛΜΕ.
Τούτο για τους εξής επιμέρους λόγους:
α) Διότι, πάλι ο συμμετέχων στην απεργία-αποχή εκπαιδευτικός δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι βρίσκεται στον χώρο της συγγνωστής νομικής πλάνης και ότι θεωρεί βασίμως ότι συμμετέχει σε μία νόμιμη και μη καταχρηστική απεργία ενόψει του ότι τελεί εν γνώσει της με αρ.4242/2021 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών που έκρινε την απεργία-αποχή της ΟΙΕΛΕ καταχρηστική ως πολιτική απεργία και της με αρ.541/2021 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που έκρινε την απεργία-αποχή της ΑΔΕΔΥ ως παράνομη και καταχρηστική για τον ίδιο λόγο. Επαναπροκήρυξη οποιασδήποτε απεργίας-αποχής με αίτημα να καταργηθούν οι διατάξεις των άρθρων 33,34,35 και 36 ν.4692/2020, του Μέρους Γ΄ του ν.4823/2021 και συγκεκριμένα των άρθρων 56-83 και 97 αυτού, καθώς και οι με αρ. 6603/ΓΔ4 (ΦΕΚ B’ 140/20.01.2021) και με αρ. 108906/ΓΔ4/10.9.2021 (ΦΕΚ Β΄ 4189) υπουργικές αποφάσεις είναι σαφές 7 ότι δεν καλύπτει συνδικαλιστικά τους συμμετέχοντες σε αυτήν εκπαιδευτικούς, καθότι το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων2 μπορεί να αποδείξει ότι γνωρίζουν, καταβάλλοντας την επιμέλεια του μέσου συνετού εργαζομένου, πως απεργία-αποχή με αίτημα την κατάργηση των ανωτέρω νομοθετικών διατάξεων και υπουργικών αποφάσεων είναι πολιτική απεργία, ενόψει των όσων κρίθηκαν για την απεργία-αποχή της ΟΙΕΛΕ σε δεύτερο βαθμό και για την απεργία-αποχή της ΑΔΕΔΥ σε πρώτο βαθμό, αμφότερες εκ των οποίων έφεραν τα ίδια αυτά αιτήματα, η επίλυση των οποίων κρίθηκε δικαστικώς ότι εξαρτάται από το Ελληνικό Κοινοβούλιο και όχι το Υπ.Παιδείας και Θρησκευμάτων ως εργοδότη, και σε αμφότερες τις περιπτώσεις εκ των οποίων, ομοίως κρίθηκε ότι η απεργία-αποχή έφερε καταχρηστικό χαρακτήρα ως εκ της αόριστης διάρκειάς (μέχρι να καταργηθούν οι ανωτέρω νομοθετικές διατάξεις και κανονιστικές αποφάσεις).
β) Διότι, πάλι ο συμμετέχων εκπαιδευτικός δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι δικαιολογημένα, ήτοι άνευ υπαιτιότητας απέχει από τα καθήκοντα αξιολόγησης που περιγράφουν οι παρ.3 και 4 ν.4823/2021, προκειμένου τυχόν επιβολή κυρώσεων δυνάμει των παρ.4,5 και 8 του νόμου αυτού να είναι δικαστικώς ακυρωτέα λόγω του τεκμηρίου νομιμότητας της οικείας απεργιακής κινητοποίησης, ενόψει ακριβώς του ότι κάμψη της προστασίας που παρέχεται από το τεκμήριο αυτό, επέρχεται κατά τον Άρειο Πάγο εάν ο μέσος συνετός εργαζόμενος μπορεί να αντιληφθεί τον παράνομο και καταχρηστικό χαρακτήρα της απεργίας που συμμετέχει. Εν προκειμένω ο μέσος εκπαιδευτικός τελεί εν γνώσει των προαναφερόμενων δικαστικών αποφάσεων και άρα κατ’ουσίαν ξέρει ότι συμμετέχει σε μία απεργία που ως προς τα αιτήματά της έχει κριθεί καταχρηστική έστω για άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Η γνώση αυτή που προκύπτει από τα δελτία τύπου του Υπουργείου Παιδείας και τα ΜΜΕ που έχουν δημοσιεύσει τα αποτελέσματα όλων των δικαστικών αποφάσεων που εξεδόθησαν για την απεργία-αποχή με αίτημα την κατάργηση των ανωτέρω νομοθετικών διατάξεων και υπουργικών αποφάσεων τον στερεί από το απαιτούμενο βαθμό καλής πίστης και προστατευόμενης εμπιστοσύνης σε σχέση με την νομιμότητα της επαναπροκηρυχθείσας απεργίας-αποχής στην οποία συμμετέχει, αφού παρά την θεραπεία της διατυπώσεως υποβολής αιτήματος διεξαγωγής δημοσίου διαλόγου προς τον ΟΜΕΔ τούτη εφόσον προσβαλλόταν δικαστηριακώς μετά βεβαιότητας θα κρινόταν καταχρηστική λόγω των δύο δικαστικών αποφάσεων που έκριναν παράνομες και καταχρηστικές τις απεργιακές κινητοποιήσεις της ΟΙΕΛΕ και της ΑΔΕΔΥ.
γ) Διότι, ανακύπτει επιπροσθέτως και ζήτημα τυπικής παρανομίας της νέας αυτής απεργίας-αποχής της ΟΛΜΕ, αφού η κρίση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου στην με αρ.534/2021 απόφαση, που δεν επικυρώθηκε μεν από το Εφετείο, αλλά ούτε εξαφανίστηκε από τούτο ως εσφαλμένη, παραμένει σε ισχύ σε σχέση με τον καθορισμό προσωπικού ελάχιστης εγγυημένης υπηρεσίας και άρα θα ανέκυπτε επιπλέον και ζήτημα συμμετοχής του εκπαιδευτικού σε εν γνώσει του τυπικώς παράνομη απεργία-αποχή που δεν είχε ορίσει τέτοιο προσωπικό. Ακόμη και εάν δεν προσφύγει δικαστικώς για να κριθεί τούτη η νέα απεργία-αποχή ως παράνομη.
Ως προς το τρίτο ερώτημα.
Η απάντηση στο πρώτο και δεύτερο ερώτημα δεν διαφοροποιείται σε περίπτωση που λάμβανε χώρα προκήρυξη της αυτής απεργίας-αποχής (με τα αυτά αιτήματα) από πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις-ΕΛΜΕ.
Είναι σαφές ενόψει των όσων εκτέθηκαν, ότι το Υπ.Παιδείας και Θρησκευμάτων (και χωρίς να χρειαστεί να προσφύγει δικαστικώς για να κριθεί παράνομη η προκηρυχθείσα απεργία-αποχή της οικείας ΕΛΜΕ με τα αυτά αιτήματα που είχε η απεργία-αποχή της ΟΛΜΕ που αποτέλεσε αντικείμενο δικαστικής κρίσεως) θα μπορούσε να προβεί σε επιβολή των κυρώσεων του άρθρου 56 ν.4823/2021 σε βάρος των εκπαιδευτικών που συμμετέχουν σε μία τέτοια απεργία-αποχή και τούτοι δεν θα μπορούσαν να επικαλεσθούν το τεκμήριο νομιμότητας της νέας απεργίας-αποχής που προκήρυξε η οικεία ΕΛΜΕ, καθότι βάσει της ΟλΑΠ 23/2004, κάμψη της συνδικαλιστικής προστασίας επέρχεται εφόσον μπορεί ο εργοδότης να αποδείξει ότι ο μέσος συνετός εργαζόμενος μπορεί να αντιληφθεί τον παράνομο και καταχρηστικό χαρακτήρα της απεργίας στην οποία μετέχει. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω τούτο μπορεί να αποδειχθεί εν προκειμένω, αφού το Υπ.Παιδείας και Θρησκευμάτων είναι σε θέση να αποδείξει ότι οι εκπαιδευτικοί τελούν εν γνώσει των αποφάσεων του Εφετείου και του Πρωτοδικείου που εξεδόθησαν για την απεργία-αποχή των ΟΛΜΕ, ΟΙΕΛΕ και ΑΔΕΔΥ.
Επιπρόσθετα ωστόσο, πρέπει να παρατηρηθεί ότι και στις τρεις περιπτώσεις επαναπροκήρυξης της αυτής απεργίας-αποχής που αποτέλεσε κατά τα ανωτέρω αντικείμενο δικαστικής κρίσεως, θα έθετε ζήτημα καταχρηστικής ασκήσεως του οικείου δικαιώματος κατά την διάταξη του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα, ενόψει ότι η επαναπροκήρυξη απεργίας-αποχής με τα αυτά αιτήματα που εξετάστηκαν από δύο πρωτοβάθμια και ένα δευτεροβάθμιο δικαστήριο, θα συνιστούσε περίπτωση καταστρατήγησης των κείμενων διατάξεων και δικαστικών αποφάσεων, αφού η επαναπροκηρυχθείσα αυτή απεργία-αποχή αποβλέπει κατ’ουσίαν σε ένα αποτέλεσμα που ήδη αποδοκιμάστηκε-καλώς ή κακώς-από την έννομη τάξη μέσω των εκδοθεισών δικαστικών αποφάσεων που προπαρατέθηκαν. Στο μέτρο δε που το Υπ.Παιδείας και Θρησκευμάτων είναι σε θέση να αποδείξει ότι ο συμμετέχων σε μία τέτοια επαναπροκηρυχθείσα απεργία-αποχή εκπαιδευτικός τελεί εν γνώσει των εν λόγω δικαστικών αποφάσεων, είναι σαφές ότι μπορεί να αποδείξει ότι δεν ευρίσκεται στο χώρο της συγγνωστής νομικής πλάνης, ώστε να τύχει προστασίας εκ του τεκμηρίου νομιμότητας που έχει αναγνωρίσει η ΟλΑΠ 23/2004.
Δείτε αναλυτικά τη γνωμοδότηση
Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα
ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση
Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό
ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)
Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 14/12
ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ
2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη