Γιατί να μάθουν οι νέοι άνθρωποι Ιστορία;
Σκέψεις σχετικά με το προτεινόμενο Πρόγραμμα Σπουδών στην Ιστορία

Βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη ένας διάλογος για το νέο Πρόγραμμα Σπουδών στο μάθημα της Ιστορίας και επιθυμώ να καταθέσω τις απόψεις μου για αυτό το τόσο σοβαρό θέμα. Δεν είμαι ιστορικός, επομένως δεν έχω γνώση όλων των μεθοδολογικών εργαλείων. Δεν είμαι ερευνήτρια, επομένως παρακολουθώ τις επιστημονικές εξελίξεις όσο μου επιτρέπει ο ελεύθερος μου χρόνος και όσο μου επιβάλλει η συνείδησή μου και η διδακτική ευθύνη. Δεν είμαι Σχολική Σύμβουλος ή Διευθύντρια και γι΄ αυτό δεν έχω και πολλές δεσμεύσεις, πέραν της κοσμιότητας, της τεκμηρίωσης και της ανάληψης της ευθύνης για τις απόψεις μου. Μιλώ, επομένως, ως αγωνιώσα δασκάλα που διδάσκει Ιστορία από το 1984, ως πολίτης που θέλω οι μαθητές μου να γνωρίζουν Ιστορία και ως αριστερός άνθρωπος, που πιστεύει ότι η Ιστορία είναι όπλο στα χέρια των ανθρώπων για να κατανοήσουν τον κόσμο. Μετά τις αναγκαίες συστάσεις, τις οποίες οφείλει να κάνει ο καθένας όταν καταπιάνεται με ένα τόσο σοβαρό θέμα, ώστε οι αναγνώστες του να γνωρίζουν εν μέρει τις προθέσεις και τα όριά του, θα προσπαθήσω να τοποθετηθώ και επί του σχεδίου του ΙΕΠ και επί της ανακοίνωσης της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων (ΠΕΦ). 

Ως μάχιμη εκπαιδευτικός (συγχωρήστε με αλλά επικαλούμαι αυτήν την τιμή), όταν αναρωτιέμαι πώς θα ήθελα ένα Πρόγραμμα Σπουδών για την Ιστορία, θέτω στον εαυτό μου τρία ερωτήματα:

1) τι θέλουμε να μάθουν τα παιδιά,

2) πώς θέλουμε να το μάθουν,

3) γιατί θέλουμε να μάθουν αυτό και με αυτόν τον τρόπο;

Με τα περιορισμένα εφόδιά μου και με την πλούσια εμπειρία για τα όρια ενός ανθρώπου, απαντώ συνοπτικά και –σίγουρα- ατελώς:

  1. Θέλω να γνωρίζουν την ιστορία του τόπου τους (εθνικός χώρος πια/όρια κράτους, χωριό/ τοπικότητα, ευρύτερη περιοχή: ηπειρωτική/ νησιωτική Ελλάδα, περιοχή που βρέθηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ή στη βενετική κυριαρχία κλπ, πόλη/ ύπαιθρος κλπ), σε συνδυασμό προς τα ευρύτερα σύνολα στα οποία ανήκε αυτός ο τόπος ή καθοριζόταν από εκείνα η ζωή του. Άρα, θέλω να ξέρουν ελληνική ιστορία, σε συνδυασμό με την ιστορία των Βαλκανίων, της Ανατολής, της Ευρώπης, του κόσμου στα νεότερα χρόνια. Εδώ, θέλω να σταθώ σε μια από τις κρίσεις στο πόνημα της ΠΕΦ, πιο συγκεκριμένα του ΔΣ της ΠΕΦ, διότι τόσο γρήγορα μόνο ΔΣ θα μπόρεσαν να κάνουν, εάν έγινε και αυτό: «Παιδαγωγικά ωφέλιμο  είναι να γνωρίσουν οι μαθητές τους εξω-ευρωπαϊκούς πολιτισμούς και την ιστορία λαών πέρα από τα όρια του Δυτικού πολιτισμού, όμως εφόσον προηγουμένως έχουν γνωρίσει σε βάθος την ελληνική και ευρωπαϊκή ιστορία.» Υποθέτω ότι μιλάμε για παιδιά 8-16 ετών και θέτουμε ως προϋπόθεση για τη γνώση της παγκόσμιας ιστορίας την σε βάθος γνώση της ελληνικής; Δεν καταλαβαίνουμε όλοι μας ότι «σε βάθος» προσεγγίζουν την Ιστορία και κάθε γνωστικό αντικείμενο οι νέοι στο Πανεπιστήμιο, και αν;  Η παράλληλη και ομόκεντρη διδασκαλία βοηθά το παιδί να αποκτήσει έθος μελέτης. Επίσης, η μακρόχρονη εμπειρία του ελληνοκεντρισμού στη διδασκαλία του μαθήματος, δεν φέρει ευθύνη για τον εθνικισμό ή την αντίληψη περί «αναδέλφου έθνους»; 

  2. Θέλω οι μαθητές να γνωρίζουν ότι η Ιστορία είναι μια κοινωνική επιστήμη, η οποία εμπεριέχει την ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ και τον ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΣΜΟ. Άρα, προσπαθούμε να ανασυστήσουμε και να κατανοήσουμε εποχές και δεν είμαστε ποτέ σίγουροι για το «τι ακριβώς έγινε», δηλαδή για το δόγμα του Θετικισμού, το οποίο απαντούσε μεν στην αυλική ιστορία των προηγούμενων εποχών, στάθηκε χρήσιμο για τη συγκρότηση της Ιστορίας ως επιστήμης αλλά καθόλου δεν είναι επαρκές για τη σύγχρονη εποχή. Αυτό εξάλλου αποδεικνύεται και από την έκρηξη των ιστορικών σπουδών και την επέκτασή τους σε πλείστα κοινωνικά πεδία. Άρα, η υπόσχεση για «αντικειμενική ιστορία» είναι τουλάχιστον αντιεπιστημονική, αν όχι κακόβουλη. Το παιδί πρέπει να ξέρει ότι υπάρχουν οπτικές και διαφορετικές προσεγγίσεις. Αυτό δεν είναι «παροντισμός». Είναι ανάγκη για την κατανόηση του παρελθόντος. Ας μην πάμε μακριά: ο Θουκυδίδης, πατέρας της «επιστημονικής ιστορίας» είναι –και δεν το κρύβει- ένας θαυμαστής και απολογητής της αθηναϊκής ισχύος (πᾶσαν μὲν θάλασσαν καὶ γῆν ἐσβατὸν τῇ ἡμετέρᾳ τόλμῃ καταναγκάσαντες γενέσθαι).Αυτό δεν τον κάνει χειρότερο, λιγότερο αντικειμενικό ιστορικό. Ίσα ίσα τον καθιστά ἐς αἰεὶ επίκαιρο, γοητευτικό δάσκαλο και αναλυτή. Με αυτήν την έννοια, μου προκαλεί κατάπληξη η κρίση της ΠΕΦ: «Η νέα αντίληψη για την Ιστορία και τη διδασκαλία της, που κυριαρχεί στα Προγράμματα Σπουδών του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, βασίζεται στην κατανόηση, κατά κύριο λόγο, του παρόντος, στην αναζήτηση ταυτοτήτων και στην βιωματική προσέγγιση, γεγονός που καταλήγει σε μια ιδεολογική κατασκευή και σε υποκειμενικές σχετικιστικές αλήθειες. Πρόκειται για μια χρηστική, ιδεοληπτική ιστορία σύμφωνα με την οποία τα επιστημονικά κριτήρια δεν θεωρούνται αναγκαία.» Κατ΄ αρχάς, από πού διαφαίνεται ότι «τα επιστημονικά κριτήρια δεν θεωρούνται αναγκαία»; Κατά δεύτερον, ποια ιστορική αφήγηση αφίσταται του σχετικισμού; Ο ιστορικός δεν αποτελεί προϊόν της εποχής του; Το ποιες πηγές διασώθηκαν και ποιες κατεστράφησαν δεν κρίθηκε με «σχετικιστικά»/ υποκειμενικά κριτήρια; Ίσα ίσα, η υφέρπουσα άποψη ότι «υπάρχει μία ιστορία και την αναζητούμε», εκθέτει τα παιδιά στον κίνδυνο του δογματισμού και της ανιστορικότητας, έρμαια σε κάθε λογής μεσσιανισμό.

  3. Θέλω οι μαθητές να γνωρίζουν ότι η Ιστορία έχει τα δικά της επιστημονικά εργαλεία, ορολογία, μεθόδους έρευνας και διδασκαλίας, τα οποία πρέπει τα παιδιά να μάθουν να χρησιμοποιούν, πρωτίστως στο πώς σκέφτονται.

Στο δεύτερο ερώτημα μπορώ να απαντήσω μόνο εμπειρικά. Ας μου συγχωρήσουν οι ιστορικοί την πιθανή ανακρίβεια στους όρους της Διδακτικής της Ιστορίας. Επικαλούμαι την αγάπη μου για την Ιστορία, την παρακολούθηση συνεδρίων και βιβλιογραφίας θεωρητικής, κυρίως όμως την τριακονταετή διδασκαλία του μαθήματος, σε όλες τις τάξεις της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, σε φροντιστήρια και σχολεία από την ορεινή Αχαΐα, στη δυσπρόσιτη Αμοργό και σε αρκετά σχολεία των μικροαστικών προαστίων της Αθήνας. Στο πώς θα μάθουν τα παιδιά Ιστορία, απαντώ:

  1. Μαθαίνοντας τα γεγονότα, όσο τα ξέρουμε από τις πηγές, και τις αιτίες τους ( από διαφορετικές οπτικές).

  2. Μαθαίνοντας τι σήμαιναν για την ανθρώπινη ζωή τότε και τι στο πέρασμα των αιώνων. Άρα, πώς αξιολογείται το ιστορικό γεγονός συγχρονικά και διαχρονικά.

  3. Μαθαίνοντας τη Μικροϊστορία και τη Μακροϊστορία, διότι τα γεγονότα παράγονται από κοινωνικές διεργασίες οι οποίες συνήθως δεν φωτίζονται από τη στρατιωτική και πολιτική Ιστορία, οι οποίες διεργασίες  συχνά είναι πολύ πιο σημαντικές από τα ίδια τα γεγονότα. Επίσης, εάν δεν εξεταστεί ένα γεγονός στο πλαίσιο της Μακροϊστορίας, ίσως δεν μπορεί να κατανοηθεί στην πληρότητά του, διογκώνεται ενδεχομένως ή υποτιμάται η σημασία του∙ οι μαθητές αυτό πρέπει να το γνωρίζουν ή τουλάχιστον το σχολείο να μπορεί να το δώσει στους μαθητές που μπορούν να το καταλάβουν.

Στο ερώτημα γιατί να μάθουν οι νέοι άνθρωποι Ιστορία απαντώ, χωρίς φυσικά να φιλοδοξώ να συμπεριλάβω όλες τις πλευρές. Εξάλλου και το προτεινόμενο Πρόγραμμα Σπουδών, θεωρώ ότι επαρκώς στέκεται σε αυτό.

  1. Πρέπει να είναι μορφωμένοι άνθρωποι και σωστοί πολίτες.

  2. Πρέπει να μπορούν να κατανοήσουν το παρόν, αυτό που ζουν, τα κοινωνικά προβλήματα, τη διεθνή συγκυρία, τους πολιτικούς λόγους κλπ κλπ, σε σχέση με το παρελθόν.

  3. Πρέπει να μπορούν να εξάγουν συμπεράσματα για τις διεθνείς πολιτικές ισορροπίες, τον πόλεμο και την ειρήνη, τις σχέσεις με τις γείτονες χώρες, τα μεγάλα οικουμενικά προβλήματα όπως οι μεταναστευτικές ροές, οι Εμφύλιοι Πόλεμοι, η οικονομική κυριαρχία, η φτώχια και ο πλούτος κλπ κλπ και να μην είναι εύκολο να μετατραπούν σε φερέφωνα απλοϊκών και στερεοτυπικών απόψεων. Η ΠΕΦ όμως έχει άλλη γνώμη: «Το να κατανοήσουν σήμερα οι νέοι την παθολογία, την τραγωδία, το «τραύμα» του πολέμου και την προσωρινή ισορροπία, την οποία επιφέρει η αλληλεγγύη, είναι ένα μέρος της ιστορικής προσέγγισης και αν εμείνουμε σ’ αυτό, εξετάζουμε την Ιστορία μονόπλευρα. Το ουσιαστικό στοιχείο της Ιστορίας είναι η αναζήτηση των αιτίων και των κινητήριων δυνάμεων, οι οποίες οδηγούν τους ισχυρούς σε άδικες πράξεις.» Η εύλογη απορία μου είναι γιατί το ένα έρχεται σε αντίθεση με το άλλο. Οι «αιτίες και οι κινητήριες δυνάμεις» εξαιρούνται του «τραύματος»; Και εάν η προσέγγιση του «τραύματος» είναι ιδεοληπτική χρήση της Ιστορίας, τότε η υπόρρητη τελεολογική, μηχανιστική αντίληψη περί κινητηρίων δυνάμεων δεν συνθέτει ιδεοληψία; Και, τέλος πάντων, γιατί τα παιδιά πρέπει οπωσδήποτε να καθοδηγούνται σε μια συγκεκριμένη ερμηνεία και να μην παρουσιάζονται σε αυτά οι δυο-τρεις βασικές, ώστε μεγαλώνοντας να κρίνουν;

Το ΙΕΠ κατέθεσε μια πρόταση.

Κατ΄ αρχάς, νομίζω ότι πρέπει να τη διαβάσουμε. Εκπαιδευτικοί είμαστε και –υποθέτω- μας νοιάζει η δουλειά μας. Δεν μπορούμε να ζητούμε από φίλους και γνωστούς να μας κάνουν περιλήψεις.  Πολύ περισσότερο από εφημερίδες και πολιτικούς φορείς. Εκεί θα διεξαχθεί μέρος του διαλόγου αλλά η προσωπική μας άποψη πρέπει να στηρίζεται στα κείμενα.

Στη συνέχεια, θεωρώ ότι είναι επιτακτική ανάγκη να επιδειχθεί διάθεση σύνθεσης, από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και τα φυσικά πρόσωπα. Να απεμπολήσουμε τον διδακτισμό και την πανταχόθεν ιδεοληψία, τα οποία εύκολα εξακοντίζουμε προς τους αντιπάλους αλλά πολύ δύσκολα αναγνωρίζουμε στον εαυτό μας. Και δεν γράφω «Έκθεση Ιδεών». Αναφέρομαι σε αναγνωρίσιμες στάσεις και στο ΙΕΠ και στους πανεπιστημιακούς κύκλους και στην ΠΕΦ και οπωσδήποτε σε κάθε πολιτικό φορέα ή πολιτικά ενασχολούμενο φυσικό πρόσωπο που τοποθετείται. Χαρακτηριστικά, η ΠΕΦ: «Εκφράζει τη συνολική της αντίθεση  στο προτεινόμενο σχέδιο το οποίο μεταβάλλει ριζικά τον χαρακτήρα του μαθήματος της Ιστορίας εκτρέποντάς το προς κατευθύνσεις που δεν πληρούν τους επιστημονικούς και παιδαγωγικούς του  στόχους.» Δεν ξέρω εάν μια τέτοια κατηγορηματική αντίθεση μπορεί να εκφράζει επιστήμονες. Για να φτάνεις στο σημείο να κάνεις την προαναφερθείσα εκτίμηση, ή δεν θεωρείς Ιστορία αυτό που παράγεται σήμερα στα ιστορικά τμήματα των ελληνικών και ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων ή προσέρχεσαι σε έναν διάλογο, έχοντας εκ των προτέρων αποφασίσει ότι δεν μπορούν να γίνουν συνθέσεις. Ίσως κάποιος αναρωτηθεί: «και ποια είναι η ΠΕΦ; Τι εκφράζει; Πόσοι από τους φιλολόγους ψηφίζουν για την ανάδειξη των εκπροσώπων;». Ας μην υποτιμηθεί η επαφή της με συντηρητικά αντανακλαστικά του κλάδου, τα οποία ενδέχεται να είναι σε ύφεση αλλά, δοθείσης ευκαιρίας, μπορούν να ενεργοποιηθούν, στο όνομα ποικίλων σκοπιμοτήτων. Και τέλος πάντων, είναι ένας θεσμικός εταίρος ο οποίος κρίνεται από τους συναδέλφους και δεν πρέπει να προσπερνάται η άποψή της και ως αντανάκλαση της συνείδησης μέρους των φιλολόγων. Όμως, ας αναλογιστεί και η ΠΕΦ ότι φέρει τεράστια ευθύνη για την εκπόνηση ενός νέου προγράμματος σπουδών, το οποίο δεν μπορεί φυσικά να εναρμονίζεται με τις αξίες και την ιδεολογικοπολιτική τοποθέτηση του κάθε μέλους της, διότι η εκπαίδευση είναι ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους και εκ των πραγμάτων αυτό έχει τον πρώτο λόγο. Εξάλλου, μήπως είναι πλειοψηφικές στην κοινωνία ή στους καθηγητές αυτές οι απόψεις που διατύπωσε η ΠΕΦ στο κείμενό της; Με πόσους συναδέλφους συζήτησε; Πόσες εκδηλώσεις έκανε; Πώς μιλά εξ ονόματός μας, με έναν λόγο απόλυτα ταιριαστό σε συγκεκριμένη ιδεολογική ταυτότητα; Επικρίνει για ιδεοληψία το σχέδιο του ΙΕΠ και επιδεικνύει την ίδια στη δική της απάντηση. Ας μην είμαστε υποκριτές. Αν θέλουμε νέο πρόγραμμα σπουδών, πρέπει να συνθέσουμε και όχι να ταμπουρωθούμε. Το σχολείο το χρειάζεται, η ΠΕΦ τι απαντά; «Όχι σε όλα;»

Είναι ζωτικής ανάγκης η σύνθεση και η υλοποίηση ενός νέου Προγράμματος Σπουδών για τους εξής απλούς λόγους:

  1. Τα παιδιά δεν μαθαίνουν Ιστορία και πρέπει να κάνουμε κάτι για αυτό. Βέβαια, δεν μαθαίνουν και πολλά άλλα. Όμως τώρα μιλάμε για αυτό, καθώς επίσης ξέρουμε ότι η άγνοια σε αυτό το γνωστικό αντικείμενο «κοστίζει» στην κοινωνία και στη ζωή μας περισσότερο από την άγνοια άλλων γνωστικών αντικειμένων. Και φυσικά, δεν μπορούμε να περιμένουμε τη Δευτέρα Παρουσία ή την συνολική κοινωνική ανατροπή, για να εκπονηθεί ένα πρόγραμμα σπουδών.

  2. Πολλοί κύκλοι –άλλοι εθνικιστικά ορμώμενοι και άλλοι από νοσταλγία στο «τότε που μαθαίναμε» (ο Δήμος Αργυρούπολης- Ελληνικού κάνει προγράμματα με τίτλο «Το σχολείο όπως παλιά») και ελλείψει άλλης πρότασης, επιθυμούν και πιέζουν στο να μη γίνει καμιά αλλαγή ή να γίνουν αλλαγές προς τον εθνικοφρονηματιστικό χαρακτήρα της Ιστορίας. Άρα, υπάρχει σοβαρή πολιτική ευθύνη για σύνθεση.

  3. Για να προχωρήσει μια αλλαγή, πρέπει να έχει τη συναίνεση ενός ικανού αριθμού εκπαιδευτικών, οι οποίοι θα την υλοποιήσουν. Συγχρόνως, να έχει την ουδέτερη καλοήθη ή απορητική στάση μιας μεγάλης μάζας (κάτι μας έμαθε η θητεία μας στο ΚΚΕ και την κομμουνιστική Αριστερά, καθώς και η μελέτη της Ιστορίας). Αν δεν εξασφαλίσει το ΙΕΠ αυτές τις συμμαχίες, το πρόγραμμα σπουδών θα έχει την τύχη των εφετινών Δημιουργικών Εργασιών.  Για δείτε τι θυμήθηκα!

-Και εάν επιμένουν να το έχουν, εάν το έχουν χωρίς να το έχουν, -Τι εννοείτε έχουν δεν έχουν; - Εάν νομίζουν ότι το έχουν και εις την ουσίαν δεν το έχουν, αυτοί θα χαίρονται πως το έχουν και εμείς θα ξέρουμε πως δεν το έχουν. Έτσι θα έχουν χωρίς να έχουν και δεν θα έχουν ενώ θα έχουν (Ιάκωβος Καμπανέλης, Το Μεγάλο μας Τσίρκο).

Η αδράνεια που χαρακτηρίζει μεγάλο μέρος εκπαιδευτικών, η απόσταση που τη χωρίζει από τις επιστημονικές εξελίξεις των μεταφοιτητικών τους χρόνων, η παντελής απουσία επιμόρφωσης φτιάχνουν νοοτροπίες άρνησης, οι οποίες μπορούν να τσακίσουν κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Να μην υποτιμηθεί επίσης, η επίδραση στους εκπαιδευτικούς της πανταχόθεν δημόσιας Ιστορίας και οι ιδεολογικές αγκυλώσεις του καθενός μας. Ας έχουμε κατά νου επιπλέον ότι το μάθημα μέχρι και την Α΄ λυκείου διδάσκεται κυρίως από ειδικότητες αλλότριες της ιστορικής, κάτι που δεν θα αλλάξει, όσο και αν το ευαγγελίζεται ένα Πρόγραμμα Σπουδών ή το ζητούν οι συνδικαλιστικές και επιστημονικές μας οργανώσεις, διότι –πολύ απλά- δεν έχουν τι να κάνουν τους συναδέλφους αυτών των ειδικοτήτων. Ας προσγειωθούμε και ας δούμε τι μπορεί να γίνει με δεδομένη αυτήν την κατάσταση και… «όταν βγούμε στις αγορές, όλα θα φτιάξουν».

Κατά την ταπεινή μου γνώμη, η πρόταση κινείται σε σωστή κατεύθυνση και μπορεί να αποτελέσει μια βάση συζήτησης, εάν το κριτήριό μας είναι η επιστημονική αναβάθμιση του μαθήματος και η αποτελεσματικότητά του ως προς την εκμάθηση. Εδράζω την κρίση μου στα εξής:

1. Η πρόταση έχει συνεκτικό ιστό που τη διαπερνά και με βάση τη λογική της ο μαθητής έχει την ευκαιρία μιας σφαιρικής προσέγγισης στην υποχρεωτική εκπαίδευση  (ως την Α΄ λυκείου).

2. Διακρίνεται από μεθοδολογική συνοχή, κάτι που ελλείπει από τη σημερινή διδασκαλία, διότι σε κάθε τάξη έχουμε και ένα υπόλοιπο διαφορετικών προγραμμάτων σπουδών και εγχειριδίων κατά καιρούς.

3. «Ανοίγει» την Ιστορία στη διεπιστημονικότητα. Η σημειούμενη από αρκετούς έγκριτους και έντιμους συναδέλφους τάση προς την Κοινωνιολογία νομίζω ότι υποστηρίζει την ιστορικότητα και δεν την υποσκάπτει.

4. Σπάει τον εθνοκεντρισμό και την «παπαρρηγοπουλική» τριμερή διάκριση και συνέχεια του ελληνισμού ανά τους αιώνες. Βέβαια, η ΠΕΦ θεωρεί αδόκιμη τη χρήση του όρου: «εποχή του Χριστιανισμού» σε αντικατάσταση του όρου «Βυζαντινή εποχή». Μάλλον, θεωρεί ως χριστιανισμό μόνο το ορθόδοξο ανατολικό δόγμα ή δεν εντοπίζει παραλληλίες ανάμεσα στη ζωή της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και τις εξελίξεις στη Δυτική Ευρώπη.

5. Λαμβάνει υπόψη τα μεθοδολογικά εργαλεία των Κοινωνικών Επιστημών, τα οποία πολύ καθυστερημένα εισάγονται στο σχολείο. Βέβαια, ας μην ξεχνάμε παλαιότερη προσπάθεια με το βιβλίο Ιστορία του ανθρωπίνου γένους του Σταυριανού και την Εισαγωγή στις Ιστορικές Σπουδές της Χριστοφιλοπούλου. Θα άξιζε να αποτιμήσουμε την εμπειρία από αυτά τα δυο βιβλία, η οποία-κατά τη γνώμη μου- ήταν ιδιαιτέρως θετική. Με την προαναφερθείσα εμπειρία, αξίζει να σταθούμε στην ατεκμηρίωτη, δογματική θέση της ΠΕΦ ότι: «Η διδασκαλία της πολιτικής ιστορίας, που εστιάζει στην παρουσίαση πολιτικών-στρατιωτικών γεγονότων και στη δράση μεγάλων προσωπικοτήτων, χωρίς να αποτελεί τη μοναδική επιλογή, ενδείκνυται  ιδιαίτερα στις  μικρότερες ηλικίες.» Είναι σαν να μην έχουν διαβάσει Μπροντέλ, Annales, σαν να μην υπάρχουν οι «από κάτω», σαν να μην έχει περάσει ένας σχεδόν αιώνας από τότε που η επιστήμη της Ιστορίας πλούτισε από την οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ματιά, την ιστορία του φύλου, την προφορική ιστορία κλπ κλπ.

6. Αφήνει περιθώρια στον δάσκαλο να αυτενεργήσει δημιουργικά και να προσαρμόσει στην τάξη του το μάθημά του. Εδώ βέβαια, η ΠΕΦ σημειώνει: «Η επιλογή ΠΣ, που έχει τη μορφή curriculum, για το μάθημα της Ιστορίας, είναι από παιδαγωγική άποψη αναποτελεσματική καθώς  αφήνει τα περιθώρια επιλογής και αναδιάταξης της ύλης στον εκπαιδευτικό αποδυναμώνοντας τη χρήση του σχολικού εγχειριδίου.  Συντελεί έτσι στη διαμόρφωση ιστορικής παιδείας, εξαρτώμενης από τις προσωπικές επιλογές του εκπαιδευτικού. Η πολυδιάσπαση της γνώσης και η επιλεκτική προβολή θεμάτων υπονομεύει την ίδια τη γνώση.» Η απολυτότητα και μόνο της κρίσης δείχνει ότι δεν εμπιστεύεται την επιστημονική συγκρότηση των καθηγητών και τη δυνατότητα των Σχολικών Συμβούλων να επιτελούν το παιδαγωγικό τους έργο. Αν μάλιστα υπάρχει ένα ζωντανό και ελκυστικό σχολικό εγχειρίδιο (κάτι που είναι στα «ζητούμενα» από την πρόταση του ΙΕΠ), γιατί να φοβηθούμε την αυτενέργεια μέσα στο πνεύμα του ΠΣ και με τη συνεργασία των άλλων συναδέλφων;

Έχω όμως και κάποιες παρατηρήσεις, όχι ήσσονος σημασίας ούτε στην περιφέρεια:

  1. Είναι υπερφίαλο και σε αρκετά σημεία ασαφές. Δεν είναι καθαρό τι ακριβώς διδάσκεται σε κάθε τάξη, ώστε να γίνει κατανοητό από το σύνολο όσων κληθούν να το διδάξουν, ακόμη και αν ανήκουν σε διαφορετικές του ιστορικού ειδικότητες. Αφίσταται της σχολικής πραγματικότητας, θεωρώντας ότι τα «ευκόλως εννοούμενα» στην επιστημονική κοινότητα είναι αντίστοιχα κατανοητά και στον κάθε εκπαιδευτικό. Πρέπει να γίνει πιο απλό, πιο λειτουργικό, με λιγότερη ορολογία, και να μην είναι βαρυφορτωμένο από θεωρητικές αναφορές. Κατανοητή η ανάγκη τεκμηρίωσης του «γιατί» αλλά πρέπει να είναι και χρηστικό.

  2. Νομίζω ότι χρειάζεται ενίσχυση της Αρχαίας Ιστορίας. Είναι πολύ σημαντικό αυτό, διότι η Ελλάδα έχει αρχαία ιστορία και πρέπει τα παιδιά να τη μαθαίνουν εκτενώς.

  3. Πρέπει να υπάρξει μέριμνα για νέα συγγράμματα. Το κύριο βάρος της διδασκαλίας πρέπει να το φέρουν τα συγγράμματα, για πολλούς λόγους: ένας από αυτούς είναι ότι οι μαθητές πρέπει να έχουν ένα βασικό υπόβαθρο ίδιο σε όλη τη χώρα. Επίσης, περιορίζονται πιθανότητες αυθαιρεσίας από τους εκπαιδευτικούς. Επιπλέον, βοηθούνται οι συνάδελφοι άλλων ειδικοτήτων που διδάσκουν το μάθημα. Συμπληρωματικά προς το διδακτικό εγχειρίδιο, το οποίο πρέπει να είναι διαδραστικό και ανανεούμενο, πρέπει να συγκροτηθεί άφθονο υποστηρικτικό υλικό πηγών, και για τους μαθητές και για τους διδάσκοντες. Οι φάκελοι να είναι υποστηρικτικοί του συγγράμματος. Υπάρχει ο κίνδυνος, επειδή δεν έχουμε και λεφτά για καινούρια βιβλία, να φτιαχτούν μερικοί διαδικτυακοί φάκελοι, όπως στα Θρησκευτικά, και ο καθένας να κάνει του κεφαλιού του.

  4. Να ενισχυθεί η αναφορά στην πολιτική ιστορία. Νομίζω ότι σε αυτό το σημείο η ΠΕΦ έχει δίκιο. Δεν είναι σωστό να «μπατάρει» το πρόγραμμα στον αντίποδα αυτού που συνέβαινε ως τώρα. Στο τέλος τέλος, μιλάμε σε παιδιά, και τα παιδιά θέλουν και τους ήρωες και τους στρατηγούς και τους αρχηγούς για να αγαπήσουν την Ιστορία. Εξάλλου, μέσα από τη συζήτηση για τον ρόλο της προσωπικότητας, μπορεί κάλλιστα να αναδεικνύεται το κοινωνικό υπόστρωμα, τα διλήμματα των ηγετών, οι πιέσεις από τις κοινωνικές συνθήκες κλπ κλπ.

Κρίνω σκόπιμο να κρούσω για άλλη μια φορά τον κώδωνα του κινδύνου αναφορικά με το πώς γίνονται οι αλλαγές. Πάντα και, από όσο ξέρω, και σε άλλες χώρες, μια αλλαγή στο Π.Σ. της Ιστορίας ξεσηκώνει θύελλες. Οι θύελλες όμως αντιμετωπίζονται με σύνεση και όχι κατασταλτικά. Νομίζω ότι η δοκησισοφία, η έπαρση, ο «διαμαντοπουλικός» διδακτισμός από τη μια και η ξύλινη γλώσσα από την άλλη μπορεί να συμβάλουν στην ακύρωση της όποιας αλλαγής. Το θέλουμε αυτό; Η λογική του «όλα ή τίποτα» πέραν του ότι δεν ταιριάζει σε επιστήμονες, μόνο σε αδιέξοδα μπορεί να οδηγήσει. Η παρούσα κυβέρνηση και οι επιτροπές του Υπουργείου Παιδείας σήμερα είναι, αύριο δεν είναι. Το Πρόγραμμα Σπουδών όμως στην Ιστορία πρέπει να αλλάξει και να υπάρξει, να δοκιμαστεί, να αποτιμηθεί, να γεννήσει συζητήσεις, πειραματισμούς και προβληματισμό ανάμεσα στους μαχόμενους δασκάλους. Η μεθόδευση της έγκρισης και του πολλαπλασιασμού του δεν είναι σαν τα μνημόνια που κάποιοι τα αποφασίζουν και μας τα επιβάλλουν. Εξαρτάται από το πόσο οι εκπαιδευτικοί θα το «αγκαλιάσουν», αν θα το κάνουν δική τους υπόθεση, εάν σε αυτό θα βρουν νόημα για τη διδασκαλία τους. Και αυτό δεν γίνεται από τα πάνω. Ας μελετήσουν οι εισηγητές του προγράμματος την εμπειρία της μεταρρύθμισης Αρσένη, καθώς και αυτήν της μητσοτακικής αξιολόγησης.  Η εύκολη λύση είναι να δουν παντού «εχθρούς», «Αναστασιάδηδες» και «Καργάκο-Καραμπελιάδες», να αισθανθούν «σταυροφόροι» μιας «χαμένης προσπάθειας» εντέλει. Πρέπει να ακούσουν τους δασκάλους και καθηγητές και να τους στηρίξουν, διότι αυτοί θα υλοποιήσουν ή δεν θα υλοποιήσουν την όποια αναγκαία αλλαγή.

Αυτά μέχρι τώρα. Σίγουρα, ξαναδιαβάζοντας το ΠΣ, θα σκεφτώ κι άλλα. Μην το προσπεράσουμε συνάδελφοι φιλόλογοι. Μην τοποθετηθούμε μόνο με κριτήριο τις πολιτικές μας μικροπροτιμήσεις. Ας ανοίξουμε έναν πλούσιο διάλογο και ας το πάρουμε επάνω μας.

Άντα Στριφτόμπολα, καθηγήτρια φιλόλογος, ΜΔΕ στη Νεοελληνική Φιλολογία, 5ο Γενικό Λύκειο Νέας Σμύρνης

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

ΕΛΜΕΠΑ: Το κορυφαίο πρόγραμμα Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα για διπλή μοριοδότηση

Το 1ο στην Ελλάδα Πρόγραμμα επιμόρφωσης Τεχνητής Νοημοσύνης για εκπαιδευτικούς με Πιστοποιητικό

ΑΣΕΠ: Η πιο Εύκολη Πιστοποίηση Αγγλικών για μόρια σε 2 ημέρες (δίνεις από το σπίτι σου με 95 ευρώ)

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με 65Є εγγραφή - έως 11/12

ΕΥΚΟΛΕΣ πιστοποιήσεις ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ - ΙΤΑΛΙΚΩΝ - ΓΑΛΛΙΚΩΝ - ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ για ΑΣΕΠ - Πάρτε τις ΑΜΕΣΑ

2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

Κινητοποίηση
ΔΟΕ: Κινητοποίηση για αυξήσεις μισθών και υπογραφή Σ.Σ.Ε. που εξισώνει τα δικαιώματα των αναπληρωτών με αυτά των μόνιμων
ΔΟΕ:  Ο εισαγωγικός μισθός είναι 776€, ο μισθός του αναπληρωτή 930€ και στο μεγαλύτερο ποσοστό των μόνιμων ο μισθός να κυμαίνεται περίπου στα 1000€,...
ΔΟΕ: Κινητοποίηση για αυξήσεις μισθών και υπογραφή Σ.Σ.Ε. που εξισώνει τα δικαιώματα των αναπληρωτών με αυτά των μόνιμων
dikastirio-1.jpg
Διώξεις και δίκες με συχνότητα που δεν έχει προηγούμενο τα μεταπολιτευτικά χρόνια!
Οργανωμένη επίθεση στη συνδικαλιστική και πολιτική δράση με συχνότητα που δεν έχει προηγούμενο τα μεταπολιτευτικά χρόνια. Νεολαίοι, φοιτητές,...
Διώξεις και δίκες με συχνότητα που δεν έχει προηγούμενο τα μεταπολιτευτικά χρόνια!