Ο «σουλτάνος» που βρυχάται: Πού θα φτάσει ο Ερντογάν;
Μόνο τον λυκο- σύμμαχο (και μέχρι πρότινος «εχθρό») Πούτιν δείχνει πλέον να υπολογίζει κάπως ο Ερντογάν

Σε πρώτη ανάγνωση, ο Ταγίπ Ερντογάν ποτέ δεν ήταν ισχυρότερος απ' ό,τι σήμερα: όχι μόνον κατάφερε να επιβιώσει από το στρατιωτικό πραξικόπημα-οπερέτα του Ιουλίου 2016, αλλά και εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο τη συγκυρία για να (εκ-)καθαρίσει το εσωτερικό πολιτικό τοπίο από κάθε σοβαρό ανταγωνιστή, περιλαμβανομένου και του περίφημου derin devlet, του κεμαλικού «βαθέος κράτους».

Σήμερα, ενάμιση χρόνο μετά το κακοσχεδιασμένο «κίνημα», οι τουρκικές φυλακές αντιλαλούν από τις οιμωγές 50.000 αντιπάλων του, πραγματικών ή φανταστικών, ενώ άλλοι 100.000 δημόσιοι υπάλληλοι απολύθηκαν ή τέθηκαν σε διαθεσιμότητα.

Ο στρατός και το δικαστικό σώμα, οι δύο κατ' εξοχήν «ενοχλητικοί» για τον Ερντογάν θεσμοί, έχουν χάσει λόγω των διώξεων μεγάλο μέρος της ισχύος τους, τα ανυπάκουα ΜΜΕ έκλεισαν ή αναγκάστηκαν να αλλάξουν γραμμή και να δοξάζουν νυχθημερόν τον αφέντη και η φιλοδυτική κεμαλική αντιπολίτευση (CHP) έχει «λουφάξει».

Η εξέγερση των Κούρδων στη νοτιοανατολική Τουρκία συντρίφτηκε με στρατιωτικά μέσα, οι ακτιβιστές του πάρκου Γκεζί –το άνθος της τουρκικής νεολαίας– τσακίστηκαν με φυλακίσεις και βασανιστήρια, και το μοναδικό αριστερό, φιλοκουρδικό κόμμα της χώρας (HDP) έχει πρακτικά τεθεί εκτός νόμου, με τόσα στελέχη του πίσω από τα σίδερα.

Συμμαχία με τους «Γκρίζους Λύκους»

Το σημαντικότερο είναι πως στη χώρα έχει επιβληθεί ένα ημιμόνιμο καθεστώς εκτάκτου ανάγκης που ανανεώνεται αυτόματα και επιτρέπει στον Ερντογάν να κυβερνά με διατάγματα, ως ντε φάκτο «δικτάτορας με δημοκρατικό μανδύα»: και η πρόσφατη συμμαχία του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) με τους «Γκρίζους Λύκους» του εθνικιστικού ΜΗΡ, σε συνδυασμό με τις πρωτοφανείς υπερεξουσίες που θα απολαμβάνει ο επόμενος πρόεδρος και εγκρίθηκαν με δημοψήφισμα από τον παραζαλισμένο τουρκικό λαό το 2017, επιτρέπουν θεωρητικά στον Ερντογάν να γίνει σουλτάνος... και με τη βούλα, (ότ)αν κερδίσει τις προεδρικές εκλογές του 2019.

Εχοντας κυριαρχήσει –έστω και με το αίμα και τη βία– απόλυτα στο εσωτερικό της Τουρκίας, ο αυταρχικός Ερντογάν έχει «απασφαλίσει», το τελευταίο ιδίως διάστημα, εντελώς και στην εξωτερική πολιτική. Πάνε οριστικά οι εποχές του δόγματος της «μαλακής ισχύος» και των σχέσεων καλής γειτονίας του καθηγητή Νταβούτογλου.

Το νέο δόγμα είναι άκρως επιθετικό και φιλοπόλεμο, καθώς ο φέρελπις «σουλτάνος» δεν ακούει πια κανέναν από τους παραδοσιακούς συμμάχους του και απειλεί τους πάντες και τα πάντα, εισβάλλοντας στα κουρδικά καντόνια της βόρειας Συρίας, αποκλείοντας από ξηρά και θάλασσα τους Κούρδους του Ιράκ, εμποδίζοντας το ιταλικό γεωτρύπανο να κάνει τη δουλειά του στην κυπριακή ΑΟΖ και αυξάνοντας συνεχώς το θερμόμετρο των διεκδικήσεων και των παραβιάσεων στο Αιγαίο.

Ποια ευρωπαϊκή προοπτική;

Ταυτόχρονα, το... σουλτανάτο της Αγκυρας τραβάει συνεχώς το σκοινί της αντιπαράθεσης με την κατ' εξοχήν προστάτιδα δύναμη της Τουρκίας, τις Ηνωμένες Πολιτείες, με αφορμή τη «φιλοξενία» που αυτές παρέχουν στον Γκιουλέν και τους Κούρδους, ενώ στο ναδίρ παραμένουν και οι σχέσεις του με την Ευρωπαϊκή Ενωση, περιλαμβανομένων και παραδοσιακών φιλοτουρκικών ευρωπαϊκών δυνάμεων, όπως η Γερμανία, η Βρετανία και η Γαλλία.

Μόνο τον λυκο- σύμμαχο (και μέχρι πρότινος «εχθρό») Πούτιν δείχνει πλέον να υπολογίζει κάπως ο Ερντογάν, άντε και τους Ιρανούς και το... αδελφό Κατάρ – όλοι οι άλλοι αντιμετωπίζονται ως δυνάμει αντίπαλοι, που υπονομεύουν συστηματικά το μεγαλειώδες πεπρωμένο της Τουρκίας.

Οπως δήλωσε πρόσφατα ένας υψηλόβαθμος Τούρκος αξιωματούχος στην Guardian, «ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει τελειώσει, αλλά για εμάς ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν έχει τελειώσει ακόμη»: εννοείται για τους μετα-Οθωμανούς όψιμους ιμπεριαλιστές, που αμφισβητούν ευθέως τη Συνθήκη της Λωζάννης, το Σύμφωνο Σάικς-Πικό και συνολικά το (ομολογουμένως παράλογο, «οριενταλιστικό» στη ματιά του και εξόφθαλμα αποικιοκρατικό στους σκοπούς του) στάτους κβο ενός αιώνα σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, από το Χατάι ώς τη Μοσούλη, αλλά δευτερευόντως και προς Δυσμάς, από την Κύπρο και το Αιγαίο ώς τα δυτικά Βαλκάνια...

«Βιετνάμ» στο Αφρίν

Ομως η δράση γεννάει αντίδραση και η ερντογανική «follie de grandeur» συναντά ήδη τα όριά της στα υψώματα του Αφρίν, όπου ο προαναγγελθείς από τον ίδιο «περίπατος» («σε δέκα ώρες θα είμαστε στο Αφρίν», κόμπαζε πριν από... ενάμιση μήνα) εξελίσσεται σε «μικρό Βιετνάμ» χάρη στην ψυχωμένη κουρδική αντίσταση.

Και η αντίσταση στα σχέδιά του δεν περιορίζεται στο Κουρδιστάν, αλλά επεκτείνεται ήδη τόσο στα σαλόνια της διεθνούς διπλωματίας (όπου η Τουρκία αντιμετωπίζεται όλο και περισσότερο ως επιθετικό κράτος-παρίας) και –το κυριότερο– μέσα στην ίδια την καθημαγμένη από τον φόβο τουρκική κοινωνία, το προοδευτικότερο και «κοσμικότερο» κομμάτι της οποίας ασφυκτιά από την αδιάκοπη πολιτική, πολιτισμική και πρωτίστως οικονομική οπισθοδρόμηση και απομόνωση.

Οικονομία, στράτευμα

Το βασικότερο πρόβλημα του Ερντογάν, η αχίλλειος πτέρνα του αν προτιμάτε, είναι η τουρκική οικονομία, η «Τίγρη της Εγγύς Ανατολής» όπως την περιέγραφαν μέχρι πρόπερσι οι δυτικοί οικονομολόγοι, αιμορραγεί, με τις ξένες επενδύσεις και τον τουρισμό να μειώνονται συνεχώς λόγω της αστάθειας, τη λίρα να υποχωρεί διαρκώς και την ανεργία και τον πληθωρισμό να καλπάζουν με 13% και 12% αντίστοιχα το 2017 – αν και τα πραγματικά μεγέθη είναι σίγουρα μεγαλύτερα από τα επίσημα.

Οπως σωστά είπε πέρσι ο ηγέτης της αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, «είναι λογικό να νιώθουν ανασφάλεια και να φεύγουν οι ξένοι επενδυτές από μια χώρα όπου δεν υφίστανται πλέον νόμος, δικαιοσύνη και ελευθεροτυπία». Και δεν είναι μόνον οι επενδυτές – ακόμη και η τουρκική αγροτιά, η «ραχοκοκαλιά» του Ερντογάν και του ΑΚΡ σε όλες τις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις, διαμαρτύρεται πλέον έντονα για τις πολύ χαμηλές τιμές των εμπορευμάτων της και το «μπλοκάρισμα» της πρόσβασης στις διεθνείς αγορές.

Αυτή η ασθμαίνουσα οικονομία, όπως και οι αποψιλωμένες από έμπειρα στελέχη ένοπλες δυνάμεις δεν μπορούν να υποστηρίξουν για πολύ τα μεγαλεπήβολα επεκτατικά σχέδια του «κατακτητή» Ερντογάν, ο οποίος, αντί να «μαζευτεί» κάπως στα πραγματικά του γράδα, αυτά μιας ισχυρής περιφερειακής δύναμης, και να λειτουργήσει επιτέλους ως ορθολογικός παίκτης απέναντι στα «μεγάλα κανόνια» που πρωταγωνιστούν στο συνεχιζόμενο γεωπολιτικό «Great Game», επιμένει στον τυφλό τσαμπουκά του «μόνος μου κι όλοι σας» – μια απόπειρα «φυγής προς τα εμπρός» από τα αδιέξοδά του που πολλοί, ανάμεσά τους και ο γράφων, πιστεύουν με βεβαιότητα ότι θα πληρώσουν ακριβά τόσο ο ίδιος και η πειθήνια «αυλή» του, αλλά και ο τουρκικός λαός συνολικά.

Κύπρος - Ελλάδα - Τουρκία: το τέλος των μύθων

Του ΤΖΕΝΓΚΙΖ ΑΚΤΑΡ

Καθηγητής Πολιτικών Επιστημών

H πρόσφατη κλιμάκωση, αρχικά του πολέμου δηλώσεων και εν συνεχεία των θερμών επεισοδίων στο Αιγαίο και στα ανοιχτά της Κύπρου, απαιτεί μια επανεκτίμηση της τουρκικής πολιτικής απέναντι στους γείτονές της, αλλά και των ευθυνών της έναντι της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΝΑΤΟ.

Η πολεμική ρητορική και η δράση της Αγκυρας είναι οι άμεσες συνέπειες μιας επιλογής στην εξωτερική της πολιτική - ανεξαρτήτως του αν αυτή η επιλογή στοχεύει στην τόνωση του εγχώριου εθνικιστικού ρεύματος εν όψει των εκλογών.

Είτε με είτε χωρίς εκλογές, οι ιθύνοντες στην Αγκυρα έχουν επιλέξει να αμφισβητήσουν παλιές συμμαχίες και συνεργασίες, καθώς και τις ευθύνες που απορρέουν από αυτές. Εχουν αποφασίσει να πορευθούν μόνοι σε ένα κατά τα λοιπά ιδιαίτερα δύσκολο και επικίνδυνο διεθνές περιβάλλον, οπλισμένοι με υπερβολική αυτοπεποίθηση και καθησυχασμένοι από την πολιτική κατευνασμού της Δύσης και την πολιτική «καλοπιάσματος» από πλευράς Ρωσίας απέναντι στις πράξεις τους.

Εκμεταλλευόμενοι πλήρως και ποντάροντας στη γεωγραφική θέση της χώρας, μοιάζουν αποφασισμένοι να πάρουν το μερίδιό τους από τον ορυκτό πλούτο που πιστεύεται ότι υπάρχει στον πυθμένα του Αιγαίου και στα ανοιχτά της Κύπρου. Η ενεργειακή δίψα της Τουρκίας αποτελεί έναν ισχυρό μοχλό.

Aς αξιολογήσουμε εν συντομία τη στάση της Δύσης απέναντι στην Τουρκία. Οι Δυτικοί επιμένουν να στηρίζουν τον Ερντογάν για τέσσερις βασικούς λόγους:

- Για να συνεχίσουν να πωλούν τα προϊόντα τους, κυρίως όπλα, και να υποβάλλουν προσφορές για επικερδή κατασκευαστικά σχέδια εκεί όπου απουσιάζει η τοπική τεχνογνωσία.

- Για να κρατήσουν την Τουρκία στο ΝΑΤΟ και να αποφύγουν να τη σπρώξουν στην αγκαλιά του Πούτιν.

- Για να επιβραβεύσουν τον Ερντογάν που εγκατέλειψε τη θέση για ένταξη στην Ε.Ε., και βραχυπρόθεσμα

- Για να διασφαλίσουν ότι θα συνεχιστούν οι περιπολίες στα τουρκικά σύνορα ώστε να εμποδιστούν οι μαζικές εισροές προσφύγων, μεταναστών και τώρα πια των πρώην τζιχαντιστών προς την Ευρώπη.

Κατά συνέπεια, οι δηλώσεις και οι εκθέσεις των Δυτικών είναι συστηματικά αυτολογοκρινόμενες, υπέρ το δέον προσεκτικές και πάντως, χωρίς αντίκρισμα. Ολα αυτά όμως, από την άλλη, ενθαρρύνουν διαρκώς την Αγκυρα, η οποία εντείνει την πολεμική της ρητορική και δράση. Τα τελευταία παραδείγματα είναι ο χονδροειδής τρόπος με τον οποίο αποφεύγουν να καταδικάσουν την τουρκική επίθεση στον κουρδικό θύλακα του Αφρίν στη βόρεια Συρία, καθώς και τις απειλές προς Κύπρο και Ελλάδα.

Με δεδομένες αυτές τις συγκυρίες οφείλει κανείς να επανεκτιμήσει τις τρέχουσες πολιτικές επιλογές, ιδίως εκείνες που θεωρούνται δεδομένες. Θα ήθελα να σταθώ εν συντομία σε δύο από αυτούς τους μύθους της πολιτικής: την άσκηση πίεσης μέσω της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας και μέσω των συνομιλιών για την επανένωσης της Κύπρου.

Οι ευρωπαϊκές προοπτικές της Τουρκίας έχουν πεθάνει. Μέχρι να τερματιστεί επίσημα το σημερινό στάτους της «υποψήφιας προς υπό ένταξη χώρας», κάτι που μπορεί να συμβεί τον Απρίλιο, οι δύο πλευρές θα εξακολουθήσουν να παριστάνουν ότι τα πράγματα βαίνουν ομαλά. Στην Ευρώπη, δεν υπάρχει καμία χώρα που η κυβέρνησή της ή η κοινή της γνώμη να είναι υπέρ της ένταξης της Τουρκίας. Στην Τουρκία, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, το 73% και το 67% των Τούρκων αντίστοιχα έχουν αρνητικές απόψεις για την Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ. Η Τουρκία, υπό τη σιδηρά πυγμή του Ερντογάν, αποδυτικοποιείται με βήμα ταχύ, ανατρέποντας βίαια μια τάση των δύο τελευταίων αιώνων και μη αφήνοντας περιθώρια για οποιονδήποτε δεσμό με τη Δύση στο μέλλον.

Ακόμα κρισιμότερα, το τέλος των προσπαθειών ένταξης στην Ε.Ε. ακυρώνει και αχρηστεύει τα επιτεύγματα των τελευταίων 20 χρόνων σε ό,τι αφορά τις καλές διμερείς σχέσεις με κράτη-μέλη της Ε.Ε. Η πολεμοχαρής ρητορική και οι ενέργειες των τελευταίων ετών σε βάρος μιας σειράς χωρών της Ε.Ε., Ευρωπαίων πολιτικών και πολιτών συνιστούν ισχυρά σημάδια της τουρκικής φυγόκεντρης πορείας.

Οι συμβατικές υποχρεώσεις της Τουρκίας έναντι των γειτόνων της, που απορρέουν από την προοπτική ένταξης στην Ε.Ε., δεν περιορίζονται στις διπλωματικές σχέσεις. Σήμερα δύο έργα υποδομών, που έχουν άμεσο αντίκτυπο σε χώρες της Ε.Ε. και απαιτούν δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων, συνεχίζονται ερήμην. 

Αυτά είναι ο πυρηνικός σταθμός παραγωγής ενέργειας στο Ακουγιού (Μερσίνα), που βρίσκεται σε σεισμογενή (!) περιοχή ακριβώς απέναντι από την Κύπρο, και το αποκαλούμενο Κανάλι της Κωνσταντινούπολης, το οποίο ειδικοί θεωρούν δυνητικά μοιραίο για ολόκληρη την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, συμπεριλαμβανομένων των ποταμών που την «τρέφουν».

Με την ευρωπαϊκή προοπτική να βγαίνει εκτός κάδρου, όλα τα σενάρια είναι ανοιχτά. Φυσικά, λαμβανομένων υπόψη και των παραπάνω, κανείς δεν θα έπρεπε να ποντάρει στις σχέσεις με την Ε.Ε. και/ή το ΝΑΤΟ για την εκτόνωση των εντάσεων με γείτονες, ιδιαίτερα την Κύπρο και την Ελλάδα, ή να καλεί την Αγκυρα να συμμορφωθεί με το κοινοτικό κεκτημένο ως προς την προστασία του περιβάλλοντος και την αποτροπή καταστροφών.

Η μοναδική άσκηση πίεσης έγκειται στην απειλή ενός ευρωπαϊκού/δυτικού οικονομικού εμπάργκο, εφόσον γίνει πράξη μια εισβολή ή/και προσάρτηση ευρωπαϊκού εδάφους. Ολες οι άλλες ενέργειες θα περνούν απαρατήρητες και χωρίς έλεγχο από τη Δύση, έως ότου χώρες επηρεαστούν άμεσα ή έμμεσα, για παράδειγμα από το αποκαλούμενο Κανάλι της Κωνσταντινούπολης, που θα μπορούσε δυνητικά να καταστρέψει την υφιστάμενη οικολογική ισορροπία μέχρι τις πηγές του Δούναβη στη Γερμανία, «αδειάζοντας» τη Μαύρη Θάλασσα.

Το δεύτερο ζήτημα είναι οι ατέρμονες συνομιλίες για την επανένωση της Κύπρου. Αν και η επανένωση είναι μια ιδανική λύση για διέξοδο από τα υφιστάμενα προβλήματα, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι -εξαιτίας της μεταβαλλόμενης φύσης του καθεστώτος της Αγκυρας- φαντάζει πιο μακρινή από ποτέ. Για έναν απλό αλλά θεμελιώδη λόγο: ένα μη δημοκρατικό καθεστώς δεν μπορεί να ανεχτεί μια πρόδηλα δημοκρατική λύση, όπως μια ομοσπονδία!

Τέλος, δεν πρέπει ποτέ κανείς να ξεχνά ότι η συνολική συλλογιστική του καθεστώτος Ερντογάν βασίζεται στην πολιτική της ισχύος -ακριβώς όπως το πρότυπό του, η Ρωσία- κι είναι έτοιμο να καταφύγει σε εκβιασμούς, απειλές, επίδειξη δύναμης και ανομία στη χώρα και αλλού. Αυτή η υπέρμετρη ισχύς, που δεν είναι δυνατόν να κρατήσει για πολύ, θα μπορούσε να διαταράξει σοβαρά το προϋπάρχον στάτους κβο με γείτονες και να προκαλέσει απροσδόκητες ζημίες, όπως σήμερα στο Αφρίν της Συρίας.

Ελληνοτουρκικές σχέσεις και στρατηγικές συμμαχιών

Του ΣΩΤΗΡΗ ΡΟΥΣΣΟΥ

Αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών, www.cemmis.edu.gr

H αντιμετώπιση των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο βασίστηκε σε τρεις διαδοχικές στρατηγικές, χωρίς όμως η υιοθέτηση της μιας να ακυρώνει την προηγούμενη. Η πρώτη στρατηγική είναι αυτή της «τριγωνικής» σχέσης Ελλάδας, Τουρκίας και ΗΠΑ η οποία κυριάρχησε από το 1974 ώς την κρίση των Ιμίων το 1996.

Σύμφωνα με αυτή την στρατηγική, κάθε κρίση μεταξύ της Αγκυρας και της Αθήνας είχε επιπτώσεις στη σχέση τους με την Ουάσινγκτον και πολλές φορές Ελλάδα και Τουρκία βρίσκονταν σε έναν ανταγωνισμό επιρροής στα αμερικανικά κέντρα αποφάσεων. Σε αυτή την τριγωνική σχέση οι ΗΠΑ ήταν ο αποκλειστικός επιδιαιτητής των ελληνοτουρκικών διαφορών, ιδιαίτερα μάλιστα σε καιρούς κρίσης.

Οι δύο χώρες χρησιμοποιούσαν τα εκατέρωθεν γεωπολιτικά πλεονεκτήματά τους για να εξασφαλίσουν την ευμενή προς τα συμφέροντά τους στάση των ΗΠΑ. Στην ελληνοτουρκική κρίση του 1987, όταν οι δύο χώρες βρέθηκαν πραγματικά στα πρόθυρα πολεμικής σύρραξης, ο Ανδρέας Παπανδρέου απείλησε με την αναστολή λειτουργίας μερικών αμερικανικών βάσεων και με συμμαχία με την κομμουνιστική τότε Βουλγαρία φτάνοντας την τριγωνική αυτή σχέση στα όριά της.

Η στρατηγική της τριγωνικής σχέσης δεν επέλυσε τα προβλήματα μεταξύ των δύο κρατών αλλά, όπως έδειξε και η κρίση στα Ιμια το 1996, ήταν αποτελεσματική στο να αποσοβεί ένοπλες συρράξεις.

Το αποτέλεσμα της αμερικανικής παρέμβασης στην κρίση των Ιμίων δεν θεωρήθηκε επωφελές για τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Αντιθέτως η πολιτική των «ίσων αποστάσεων» που εφαρμόζει η Ουάσινγκτον μάλλον επέτεινε τις τουρκικές διεκδικήσεις. Τη στιγμή εκείνη, τρία στοιχεία οδήγησαν την Αθήνα στην υιοθέτηση της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την Τουρκία.

Το ένα ήταν η αντίληψη της Αθήνας ότι η χώρα είχε εδραιωθεί στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το δεύτερο η πολιτική της διεύρυνσης που ήταν κυρίαρχη στις Βρυξέλλες και το τρίτο, ίσως το σημαντικότερο, η επιλογή των τουρκικών ελίτ του κεμαλισμού και ιδιαίτερα του πολιτικού Ισλάμ (Ερντογάν) για επιτυχή ενταξιακή διαδικασία.

Η ευρωπαϊκή στρατηγική για την Τουρκία βασιζόταν στην αντίληψη ότι η χώρα αυτή μέσα από τη διαδικασία ένταξης είτε θα αναγκαστεί είτε θα πεισθεί να ακολουθήσει κανόνες και συμπεριφορές που θα άλλαζαν την πολιτική απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο. Η Τουρκία δηλαδή θα «κοινωνικοποιηθεί» σε ένα περιβάλλον που δεν θα ανταμείβεται ο «τσαμπουκάς», αλλά θα υπάρχουν ευκαιρίες συμβιβασμού και αμοιβαίου κέρδους από τον σεβασμό ενός συνόλου συγκεκριμένων κανόνων και διαδικασιών.

Δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν συνέβη γιατί, πρώτον, η ισλαμική Δεξιά του Ερντογάν, όπως φάνηκε, δεν είχε κάνει πραγματικά την επιλογή της ένταξης, αλλά τη χρησιμοποίησε για να περάσει το αναγκαίο νομικό και πολιτικό πλαίσιο ώστε να εξουδετερώσει τους κεμαλικούς αντιπάλους της στο πολιτικό σύστημα, στον στρατό, στη Δικαιοσύνη και τη διοίκηση. Μετά την επιτυχή έκβαση της ενδοκαθεστωτικής μάχης, ο Ερντογάν είχε πολύ λίγο πραγματικό ενδιαφέρον για την ενταξιακή διαδικασία. Πολύ περισσότερο μάλιστα από τη στιγμή που αυτή δημιουργούσε δυσκολίες στην αυταρχική τροπή της διακυβέρνησής του.

Δεύτερον, η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση, τα προσφυγικά/μεταναστευτικά ρεύματα και η άνοδος της Ακροδεξιάς και της ισλαμοφοβίας στην Ευρώπη ακύρωσαν στην πράξη τη στρατηγική διεύρυνσης της Ε.Ε. Τρίτον, η χρεοκοπία της Ελλάδας εξαφάνισε τη διαπραγματευτική της δύναμη εντός της Ενωσης και δημιούργησε τριβές και δυσπιστία στις σχέσεις της με μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, όπως η Γερμανία.

Η Ελλάδα και η Κύπρος στράφηκαν από το 2009 προς τριμερείς συμμαχίες με το Ισραήλ από τη μια και την Αίγυπτο από την άλλη με βασικό άξονα την εκμετάλλευση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα και η Κύπρος, κράτη με σημαντικά και μακροχρόνια προβλήματα με τον τουρκικό αναθεωρητισμό, συμμαχούν τώρα με το Ισραήλ και την Αίγυπτο προκειμένου να αντιμετωπίσουν ή να προλάβουν τουρκικές διεκδικήσεις που αφορούν κυρίως την Ανατολική Μεσόγειο.

Το Κάιρο και το Τελ Αβίβ έχουν προβλήματα όχι με μια μακροχρόνια στρατηγική του μετακεμαλικού τουρκικού κράτους, αλλά με τις συγκυριακές περιφερειακές επιλογές της ισλαμιστικής κυβέρνησης και προσωπικά του Ερντογάν. Το Ισραήλ θεωρεί την τουρκική κυβέρνηση έναν επιθετικό υποστηρικτή της Χαμάς και τον Ερντογάν έναν πολιτικό ηγέτη που αμφισβητεί βασικές παραμέτρους ασφάλειας του Ισραήλ στην περιοχή.

Ο Αιγύπτιος πρόεδρος Σίσι, που συνεχίζει ουσιαστικά την πολιτική παράδοση των αυταρχικών κυβερνήσεων του παρελθόντος, θεωρεί την ερντογανική Τουρκία επικίνδυνο αντίπαλο που αναμειγνύεται στα εσωτερικά της χώρας του. Σήμερα όμως που η Αγκυρα επιλέγει, λόγω της συριακής κρίσης και του κουρδικού ζητήματος να δοκιμάσει έμπρακτα τον αναθεωρητισμό της δεν φαίνεται ότι η Αίγυπτος και το Ισραήλ έχουν τη δυνατότητα ή τη θέληση να εμπλακούν σε μια ελληνοτουρκική (εδώ περιλαμβάνω και την Κύπρο) διένεξη. Ετσι επανερχόμαστε στο πρώτο σκαλοπάτι, της τριγωνικής σχέσης με τις ΗΠΑ για την αποκλιμάκωση των ελληνοτουρκικών εντάσεων.

Μια εναλλακτική στρατηγική θα ήταν η συγκρότηση βαλκανικών συμμαχιών μέσα από την ενδυνάμωση της ευρωπαϊκής προοπτικής τους και βέβαια την επίλυση της διαφοράς με την ΠΓΔΜ. Οι βαλκανικές συμμαχίες υπήρξαν ιστορικά ο πιο αποτελεσματικός τρόπος ανάσχεσης των τουρκικών ηγεμονικών τάσεων στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου.

Είναι γεγονός ότι η Τουρκία προσεγγίζει την Αλβανία και την ΠΓΔΜ και ασκεί σημαντική επιρροή σε αυτές. Είναι βέβαιο, όμως, ότι η επιρροή αυτή θα μειώνεται όσο οι χώρες αυτές πιστεύουν ότι η ένταξή τους στην Ε.Ε. είναι εφικτή και ότι περνά από τον σεβασμό κανόνων και διαδικασιών και όχι από την πρόσδεση στο άρμα των τουρκικών περιφερειακών φιλοδοξιών. Μια νέα βαλκανική συμμαχία στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής προοπτικής είναι μια στρατηγική που αξίζει να δοκιμάσουμε.

Η «μετά το Κρανς Μοντάνα» εποχή του Κυπριακού

Του ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΠΙΕΡΙΔΗ

Δημοσιογράφος, πολιτικός επιστήμονας

Σε τροχιά συνεχούς επιδείνωσης εισέρχονται το Κυπριακό και οι προοπτικές επίλυσής του, μετά την παρεμπόδιση από το πολεμικό ναυτικό της Τουρκίας της ερευνητικής γεώτρησης της ΕΝΙ στην κυπριακή ΑΟΖ νοτιοανατολικά της νήσου.

Η Λευκωσία, από τα πρώτα στάδια της νέας προεδρικής θητείας του Νίκου Αναστασιάδη, βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα νέο, πιο πολύπλοκο σκηνικό, σε σύγκριση με αυτό που άφησε το ναυάγιο στο Κρανς Μοντάνα το περασμένο καλοκαίρι. Τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη μετα-Κρανς Μοντάνα εποχή είναι:

Η επιβολή ενός νέου τετελεσμένου στην άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας στις ελεύθερες θαλάσσιες ζώνες – τη νότια ΑΟΖ. Πρόκειται για την πρώτη τέτοιου είδους αμφισβήτηση που καταγράφεται μετά το ’74 και τα τετελεσμένα της τουρκικής κατοχής σε ξηρά και θάλασσα.

Η απόφαση για την παρεμπόδιση της ΕΝΙ αποτελεί προέκταση της πολιτικής Ερντογάν να μην επιτρέψει πλήρη αξιοποίηση των όποιων δυνατοτήτων έχει η κυπριακή κυβέρνηση στο ενεργειακό της πρόγραμμα με απώτερο σκοπό να το ακυρώσει. Η επιβολή γκρίζων ζωνών είναι διπλή, τόσο στη νοτιοδυτική ΑΟΖ, ως διεκδίκηση τουρκικής υφαλοκρηπίδας, όσο και στη νοτιοανατολική ΑΟΖ, για λογαριασμό των Τουρκοκυπρίων.

Η κυβέρνηση Αναστασιάδη σε πρώτο χρόνο έχει αντιδράσει με έντονα διπλωματικά διαβήματα και καταγγελίες, αλλά βρήκε χλιαρή συμπαράσταση στις ΗΠΑ και τη Βρετανία και μια καθαρή υπόδειξη από τον γ.γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες για επιστροφή στην τράπεζα των συνομιλιών. Η Ε.Ε. στο επίπεδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου εξέφρασε αλληλεγγύη προς την Κύπρο για την ανάγκη διαφύλαξης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της στην ΑΟΖ, καλώντας την Τουρκία να τερματίσει τις παράνομες ενέργειες.

Η τροπή των γεγονότων καταδεικνύει την έλευση μιας περιόδου αβεβαιότητας, που όσο παρατείνεται, είναι δυνατόν να προκαλέσει νέες εντάσεις και τετελεσμένα, ανάλογα ή και χειρότερα των όσων συνέβησαν στο τεμάχιο 3 της ΑΟΖ. Ο πρόεδρος Αναστασιάδης θεώρησε σκόπιμο να προειδοποιήσει για ακύρωση προγραμματισμένης ευρωτουρκικής συνάντησης κορυφής στη Βάρνα και να επιβάλει συνολικό βέτο σε όλες τις διεργασίες για επανενεργοποίηση των σχέσεων Τουρκίας-Ε.Ε.: διαπραγματεύσεις ένταξης, απελευθέρωση βίζας, ενισχυμένη τελωνειακή ένωση.

Μια τέτοια εξέλιξη στις ήδη προβληματικές σχέσεις πιθανόν να πυροδοτήσει νέες εντάσεις στην περιοχή που είναι ήδη βεβαρημένη, όχι μόνο εξαιτίας των όσων συνέβησαν στην Κύπρο και στα Ιμια, αλλά και σε σχέση με τα όσα τεκταίνονται στη Μέση Ανατολή.

Οι διαμορφωτές πολιτικής σε Αθήνα και Λευκωσία δεν υποτιμούν καθόλου το γεγονός ότι η Τουρκία ενεργεί στο πεδίο ισχύος όπου καταφανώς υπερέχει και μόνο ισχυρά διπλωματικά αντίδοτα θα μπορούσαν να την αποτρέψουν. Ωστόσο, τα πολλά ανοιχτά μέτωπα της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. εκτιμάται ότι δεν επιτρέπουν την άσκηση αποτελεσματικής επιρροής στην Αγκυρα, δεδομένου ότι διακυβεύονται πολύ πιο ισχυρά συμφέροντα.

Η Λευκωσία ελπίζει ότι μέσα στους επόμενους μήνες θα είναι σε θέση να αναστρέψει το κλίμα με την ομαλή εκτέλεση προγραμματισμένης για τον Οκτώβριο γεώτρησης στο τεμάχιο 10 της ΑΟΖ από την αμερικανική Exxon Mobil.

Το συγκεκριμένο τεμάχιο δεν βρίσκεται στις γκρίζες περιοχές, γειτονεύει με το τεράστιο αιγυπτιακό κοίτασμα Ζορ και εκτιμάται ως το πλέον υποσχόμενο σε υδρογονάνθρακες. Ακόμα και σε αυτή την εξέλιξη όμως, η Τουρκία φαίνεται να προετοιμάζει την επόμενη κίνησή της που είναι δυνατόν να σχετίζεται με τη διεξαγωγή δικής της γεώτρησης στην κυπριακή ΑΟΖ.

Πολλοί διεθνείς παράγοντες, ιδίως στην Ε.Ε., θεωρούν αναγκαία την εκτόνωση της έντασης και την επιστροφή στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού. Παραμένει άγνωστο πώς θα το επιτύχουν, δεδομένου ότι ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ δεν επιθυμεί απλώς μια επανάληψη των γνωστών, ανιαρών και μακρόσυρτων συνομιλιών.

Γι’ αυτό έχει θέσει από το Κρανς Μοντάνα και μετά ένα ξεκάθαρο πλαίσιο για κατάληξη σε στρατηγική συμφωνία επίλυσης. Για να συμβεί κάτι τέτοιο, ο πρόεδρος Αναστασιάδης θα χρειαστεί να ζυγίσει όλες τις κινήσεις του τις επόμενες εβδομάδες και κυρίως να βρει τον τρόπο προσέγγισης με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί.

Στον φαύλο κύκλο του Κυπριακού, αυτό δεν θεωρείται πιθανό, όσο προβάλλεται η απαίτηση από την τουρκική πλευρά για προηγούμενη συμφωνία στον συνολικό ενεργειακό προγραμματισμό και διαδικασία διαπραγματεύσεων με τελεσίδικο αποτέλεσμα. Παράλληλα δεν πρέπει να υποτιμάται το γεγονός ότι οι σχέσεις Αναστασιάδη-Ακιντζί βρίσκονται πλέον στο ναδίρ και χαρακτηρίζονται από έντονη καχυποψία για τις προθέσεις εκατέρωθεν. Δεν είναι οι σχέσεις των δύο Λεμεσιανών που πριν από δύο χρόνια έβαζαν τις βάσεις για την πιο ελπιδοφόρα προσπάθεια των Κυπρίων.

Καθώς ο Αντόνιο Γκουτέρες παραμένει το μόνο αποδεκτό κανάλι επικοινωνίας, φημολογείται εδώ και ημέρες ότι από την πλευρά του ΟΗΕ θα επιχειρηθεί μια «κοινωνικού χαρακτήρα» συνάντηση. Αν συμβεί, θα είναι χρήσιμη και κάθε άλλο παρά κοινωνική, αλλά παραμένει αμφιβόλου αποτελέσματος.

Ο άλλος δρόμος για τον Νίκο Αναστασιάδη είναι ο ακριβώς αντίθετος της πορείας σύγκρουσης, δηλαδή η επανεκκίνηση του Κυπριακού με βάση το πλαίσιο Γκουτέρες. Με αντίστοιχες κινήσεις που να έχουν ισχυρή ευρωπαϊκή υποστήριξη, η Βάρνα στις 26 Μαρτίου, όχι μόνο να μην ακυρωθεί, αλλά στην πτυχή που αφορά την Κύπρο και την ευθυγράμμιση συμφερόντων, να αποτελέσει ισχυρή κίνηση προς τα εμπρός.

Η Λευκωσία βλέπει θετικά την ενεργοποίηση προς την κατεύθυνση του Ταγίπ Ερντογάν, ενός από τους πιο έγκυρους συνομιλητές του σήμερα, του προέδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν και ήδη υπάρχει ανοιχτή γραμμή. Τα ζητήματα που αφορούν την ευρωτουρκική σχέση παραμένουν ωστόσο τόσο «ατάκτως ερριμμένα», ο Ερντογάν εντελώς απρόβλεπτος και ο Αναστασιάδης αναποφάσιστος, που δύσκολα μπορεί να ποντάρει κανείς σε μια θετική εξέλιξη.

Πηγή: efsyn.gr

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Σχολεία: Αλλάζουν οι ώρες αποχώρησης των μαθητών

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με μόνο 65Є εγγραφή - έως 26 Απριλίου

Μοριοδοτούμενο σεμινάριο Ειδικής Αγωγής (ΕΛΜΕΠΑ) με μόνο 50Є εγγραφή- αιτήσεις ως 26/4

2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη

Proficiency και Lower μόνο 95 ευρώ σε 2 μόνο ημέρες στα χέρια σας (ΧΩΡΙΣ προφορικά, ΧΩΡΙΣ έκθεση!)

ΕΥΚΟΛΕΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ και ΙΤΑΛΙΚΩΝ για εκπαιδευτικούς - Πάρτε τις άμεσα

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα