Η πιο σκοτεινή ώρα
 Η ταινία του Joe Right αφηγείται σαν σε θρίλερ τον κρίσιμο πρώτο μήνα της πρωθυπουργίας του Τσόρτσιλ, τον Μάιο του 1940, και δίνει την ευκαιρία στον Gary Oldman να δείξει (ξανά) το πληθωρικό του ταλέντο. 

Σε μια κρίσιμη και ιστορική στροφή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Μ. Βρετανία βρίσκεται σε ένα οριακό σταυροδρόμι: Συνθηκολόγηση απέναντι στην επέλαση των ναζί ή αντίσταση (με κάθε κόστος) στην θηριωδία; Ένας –τότε- μάλλον ξεπεσμένος συντηρητικός, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, θα κληθεί αιφνιδίως να ηγηθεί και να αναλάβει την ευθύνη της απόφασης. Η ταινία του Joe Right αφηγείται σαν σε θρίλερ τον κρίσιμο πρώτο μήνα της πρωθυπουργίας του Τσόρτσιλ, τον Μάιο του 1940, και δίνει την ευκαιρία στον Gary Oldman να δείξει (ξανά) το πληθωρικό του ταλέντο. 

­Ξανά στη Δουνκέρκη

Η κινηματογραφική «επιστροφή» στον «Αγγλικό» Μάιο του 1940, που φέτος ως θέμα εκπροσωπείται δις στις υποψηφιότητές για Όσκαρ καλύτερης ταινίας («Dunkirk» και «Darkest Hour»), μάλλον δεν είναι και τόσο συμπτωματική. Ομοίως μη συμπτωματική είναι η ανάλογη (κινηματογραφική) εξερεύνηση της εποχής Nixon στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπου μετά το (επίσης υποψήφιο) «The Post», η ταινία «Mark Felt» αφηγείται την «συνέχεια» των αποκαλύψεων της Post για το σκάνδαλο Watergate, μέσα από την οπτική γωνία του κυρίου που έμεινε στην ιστορία γνωστός ως «Βαθύ Λαρύγγι». Οι αναλογίες που θέλει να φέρει το προοδευτικό Χόλιγουντ ανάμεσα στον Nixon και τον Trump είναι σχετικά σαφείς και ρητά διατυπωμένες∙ από την άλλη πλευρά, το «Βρετανικό φρόνημα» στον απόηχο του Brexit φαίνεται να χρειάζεται μια γερή «υπενθύμιση» (προς πάσα κατεύθυνση) για τον καθοριστικό ρόλο της Αγγλίας στην διαμόρφωση της σύγχρονης Ευρώπης.

Φυσικά, οι κύριοι Christopher Nolan (Dunkirk) και Joe Wright (Darkest Hour) πιθανότατα είχαν οραματιστεί και σχεδιάσει τις ταινίες τους πριν (και ανεξάρτητα από) το Brexit. Είναι όμως πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι οι δυο ταινίες μοιάζουν αρμονικά συμπληρωματικές και αυτό δεν αφορά μονάχα την ιστορική δραματουργική τους αφορμή (η επιχείρηση διάσωσης Βρετανών και Γάλλων στρατιωτών από την παραλία της Δουνκέρκης) αλλά και την αντίστιξή τους: Η ταινία του Nolan θα μπορούσε να μην έχει τον παραμικρό διάλογο (έχει ελάχιστους), αφοσιωμένη καθώς ήταν στην απεικόνιση της δράσης. Από την άλλη πλευρά, η ταινία του Joe Wright είναι όλη διάλογος, αφοσιωμένη σε ένα τεράστιο χρονικό συσκέψεων και συναντήσεων που δρομολόγησαν στα πως και τα γιατί της επιχείρησης διάσωσης (γνωστής ως «Δυναμό»). Η ταινία του Nolan είναι γεμάτη ανοιχτά πλάνα, ουρανό και θάλασσα∙ το Darkest Hour είναι γεμάτο νύχτα, δωμάτια στο ημίφως και στενούς διαδρόμους. Στο Dunkirk η αφήγηση σπάει ανάμεσα σε τόσους στρατιώτες και πρόσωπα που ο «ήρωας» σαν έννοια μοιάζει να διαστέλλεται συνεχώς ∙ στην ταινία του Wright ο ήρωας είναι ένας και μόνο ένας: Ο νεόκοπος πρωθυπουργός της Αγγλίας, Winston Churchill. Το Dunkirk αφιερώνει τον κινηματογραφικό του χρόνο για να αφηγηθεί το χρονικό μιας εβδομάδας∙ στο Darkest Hour η διάσωση δεν «έχει» πλάνα, και το δίωρο αφιερώνεται σε ένα μήνα διαπραγματεύσεων και αποφάσεων που οδήγησαν τελικά στην επιχείρηση. Τέλος, στο Dunkirk κανένας ηθοποιός δεν «αφήνεται» να επιβληθεί των σκηνών: Πρόσωπα έρχονται και φεύγουν, επιβιώνουν ή πεθαίνουν, αλλά στο τέλος αναδύεται πρώτα και κύρια η «κάμερα» και ο σκηνοθέτης-δημιουργός. Στην ταινία του Joe Wright, που σιγά σιγά ολοκληρώνει τον κύκλο της στις ελληνικές αίθουσες (αξίζει να την προλάβει κανείς), ο σκηνοθέτης παραμένει διακριτικά στην θέση του πίσω από την κάμερα: Δίνει σημαντικό ρόλο στους φωτισμούς και την φωτογραφία, αλλά κυρίως αφήνει όλο το χώρο στην ερμηνευτική δύναμη των καλλιτεχνών μπροστά της. Ακόμα και αν ένα κομμάτι της κριτικής βρήκε στην ταινία αρκετά από τα «κλισέ» των ιστορικών ταινιών και βιογραφιών, η υπόκλιση μπροστά στην «ερμηνεία ζωής» του Gary Oldman στο ρόλο του Τσόρτσιλ ήταν καθολική και απόλυτα δικαιολογημένη. Θα συμπληρώναμε: Και λίγο ετεροχρονισμένη, καθώς ο ηθοποιός έχει ξαναπιάσει στο παρελθόν ανάλογες κορυφές, και μάλιστα σε λιγότερο «αβανταδόρικους» ρόλους.

Η αλήθεια θα είναι πάντα στους sex pistols

Άλλωστε, ο θρυλικός πρωθυπουργός δεν είχε ανάγκη το σινεμά για τον «μύθο» του. Σε έναν ιδιαίτερο συνδυασμό μορφής, στυλ και προσωπικότητας, ο Τσόρτσιλ έχει ήδη μια πολύ μεγάλη ιστορία κινηματογραφικών απεικονίσεων: Albert Finney, Brian Cox, Christian Slater, Timothy Spall, Brendan Gleeson, Richard Burton είναι μόνο μερικοί από τους ηθοποιούς που τον έχουν ενσαρκώσει. Για όλους, το μεγάλο στοίχημα δεν ήταν μόνο να αποτυπωθεί η πληθωρική μορφή (πάντα με το πούρο-φετίχ ως προέκτασή της), αλλά και να αποδοθεί όσο γίνεται η αμφιλεγόμενη, ειρωνική και συνήθως χειμαρρώδης ιδιοσυγκρασία του συντηρητικού ηγέτη. Για τον αδύνατο, νευρικό και συνηθισμένο στο ρόλο του «κακού» (και συχνά παρανοϊκά κακού) Gary Oldman, η πρόκληση της μεταμόρφωσης στον Τσόρτσιλ και συγκεκριμένα σε μια ταινία που αφοσιώνεται στην «αγιοποίηση» και ηρωοποίηση του ήταν ακόμα μεγαλύτερη και με ιδιαίτερη σημειολογία: Άλλωστε, η αρχή της καριέρας του Gary Oldman και η σχεδόν άμεση καταξίωσή του σε έναν αγαπημένο ηθοποιό του μαζικού σινεμά, ήρθε από την «αντίπερα όχθη» της αγγλικής κουλτούρας και συγκεκριμένα από την punk ερμηνεία του ως Sid Vicious (Sid and Nancy).

Στην πορεία της καριέρας του ο Gary Oldman έγινε (μεταξύ πολλών άλλων) Dylan Thomas, Sirius Black, ο κόμης Δράκουλας, ο Όσβαλντ, ο Zorg, και πολύ εσχάτως σε μια αναλόγως εκπληκτική ερμηνεία, ο Smiley. Σήμερα φαντάζει (και δίκαια) αδιαφιλονίκητο φαβορί για το Όσκαρ Α’ Αντρικού Ρόλου, ξεπερνώντας στα προγνωστικά ακόμα και τον αγαπημένο των Όσκαρ Daniel Day Lewis, ακόμα και παρά το γεγονός ότι η δική του «Αόρατη Κλωστή» (ίσως) είναι η τελευταία του ταινία. Στην ταινία Darkest Hour ο Oldman «χάνεται» ολοκληρωτικά στο ρόλο- μαζί του βέβαια, για λόγους μάλλον δραματουργικούς και αμιγώς πολιτικούς, «χάνεται» και ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του ίδιου του Τσόρτσιλ. Αλλά (μάλλον) για καλό σκοπό.

Το χρονικό μιας διάσωσης και ενός «όχι»

Θα ήταν άδικο να χρεωθεί η επιτυχία της ταινίας μονάχα στην ερμηνεία του Gary Oldman. Άλλωστε, και τον ίδιο βοηθάει ένα ακριβές (όχι τόσο στην ιστορία όσο στην αφηγηματική οικονομία) σενάριο και μια καλοκουρδισμένη σκηνοθεσία. Η «Πιο σκοτεινή ώρα» είναι μια απολαυστική ταινία για αρκετούς λόγους∙ πρώτα και κύρια το ότι καταφέρνει να είναι απολαυστική σε αντίθεση με τα δεκάδες ιστορικά και βιογραφικά «αδελφάκια» της, που ακροβατούν ανάμεσα στον συντηρητικό ακαδημαϊσμό και την γνήσια βαρεμάρα. Ο Joe Wright δεν παίρνει βέβαια ιδιαίτερα ρίσκα και γενικά δεν «παρεμβαίνει» πολύ στην ιστορία του∙ καταφέρνει ωστόσο να την πει όπως πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει για να προκαλέσει συγκίνηση, ακολουθώντας έναν τελείως διαφορετικό δρόμο από αυτόν του Nolan- ας μην ξεχνάμε πως η «αγωνία» για ένα ιστορικό γεγονός που πλησιάζει τον αιώνα, με σαφή έκβαση και γνωστές λεπτομέρειες, δεν είναι εύκολη υπόθεση.

Φυσικά, έχει αρκετές «ιστορικές ελευθερίες»: Για παράδειγμα, η (εξαιρετική κατά τ’ άλλα) σκηνή που ο Τσόρτσιλ παίρνει το μετρό για να «αφουγκραστεί την λαϊκή βούληση» και ενώ δέχεται πιέσεις να συνθηκολογήσει με τον Χίτλερ, δεν αντιστοιχεί σε κάποιο ιστορικό γεγονός. Αυτή και άλλες τέτοιες μικρές λεπτομέρειες ωστόσο δεν «κυριαρχούν» επί της ιστορικά αναγνωρισμένης ακολουθίας γεγονότων. Η βασική «γκρίζα» περιοχή στην οποία βαδίζει η ταινία έχει να κάνει κυρίως με αυτά που «δεν λέει» παρά με τα όποια πρόσθετα διακοσμεί το ιστορικό της σώμα.

Τα έργα και οι ημέρες του Γουίνστον Τσόρτσιλ φυσικά δεν έχει νόημα να παρουσιαστούν εδώ: Τσόρτσιλ «υπήρχε» και (πολύ) πριν γίνει πρωθυπουργός, Τσόρτσιλ υπήρχε και αρκετά μετά, και η (πάντα ευφράδης) αντίστασή του στην ναζιστική φρίκη δεν «σβήνει» τις ολόδικές του ρατσιστικές θέσεις και αντιλήψεις (ιδίως σε ότι αφορούσε τις αγγλικές αποικίες), την σύγκλισή του ακόμα και με την Ναζιστική Γερμανία σε «δευτερεύοντα» ζητήματα (βλ. ευγονική..), την συμμετοχή του σε ιστορικά εγκλήματα (Ινδία, Αφρική) αλλά και την σαφώς επιθετική και αντιλαϊκή πολιτική του ατζέντα στα «εντός» του βρετανικού οίκου. Φυσικά, θα ήταν μάλλον παράλογη απαίτηση να αποδοθεί και αυτή η πλευρά του Τσόρτσιλ (ή μήπως αυτή είναι η βασική;) σε μια ταινία που αφηγείται έναν σκάρτο μήνα από την στιγμή που ανέλαβε πρωθυπουργός (ακολουθώντας την παραίτηση του «παθητικού» Neville Chamberlain), ειδικά όταν σε εκείνο ακριβώς το μήνα απέρριπτε την συνθηκολόγηση με τον φασισμό και προχωρούσε στην διάσωση του Dunkirk.

Πράγματι, η Σκοτεινή Ώρα του τίτλου δεν αφορά τόσο το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας όσο το μέλλον της Μ. Βρετανίας και της Ευρώπης εν συνόλω. Το 1940 ο Χίτλερ επελαύνει, καταφέρνοντας τον ένα θρίαμβο μετά τον άλλο. Η Γαλλία είναι έτοιμη να παραδοθεί ενώ κοντά στο μισό εκατομμύριο σύμμαχοι στρατιώτες έχουν αποκλειστεί στη Δουνκέρκη, περικυκλωμένοι από τους Γερμανούς και στο έλεος των βομβαρδιστικών τους. Η Αγγλία έχει ακόμα τον στόλο της αλλά είναι ευάλωτη από αέρος, το πεζικό της είναι στη φάκα της Δουνκέρκης, το ηθικό της στα τάρταρα (οι ΗΠΑ ακόμα απέχουν) και η τεράστια πολιτική κρίση οδηγεί τον πρωθυπουργό σε παραίτηση και τον Βασιλιά Γεώργιο (τον γνωστό με το τραύλισμα και από την παλαιότερη οσκαρική ταινία «Ο λόγος του Βασιλιά») έτοιμο να αυτοεξοριστεί. Ο Τσόρτσιλ δεν προκρίνεται στον θώκο ως ήρωας, ούτε έστω ως διαχειριστής της κρίσης∙ ορίζεται απρόθυμα ως ένας ακόμα «αναλώσιμος», ενόσω μια ολόκληρη χώρα συσκέπτεται για μια πολύ κρίσιμη απόφαση: Από τη μια, ένα (αναίμακτο) σύμφωνο ειρήνης (βλ. υποταγής) με τον Χίτλερ θα σήμαινε σίγουρη σωτηρία για τους εγκλωβισμένους της Δουνκέρκης και τουλάχιστον μια κάποια ασφάλεια για το Νησί. Το μόνο «κόστος»; Ότι πλέον και ο τελευταίος αντίπαλος του Χίτλερ θα είχε παραδοθεί, ολοκληρώνοντας (πρόωρα) τον Β’ Παγκόσμιο πριν καν γίνει Παγκόσμιος. Από την άλλη, μια άρνηση συνθηκολόγησης θα δρομολογούσε, αργά ή γρήγορα, τον ανελέητο βομβαρδισμό του Λονδίνου και της Αγγλίας μέχρι την ισοπέδωσή της, αφού πρώτα τα Γερμανικά τανκ έσπρωχναν μισό εκατομμύριο ψυχές στη θάλασσα της Μάγχης. Το ερώτημα ήταν σαφές, για εκείνη την στιγμή, τον Μάιο του 1940: Να ταπεινωθούμε ζωντανοί ή να πέσουμε μαχόμενοι. Ο ιστορικός λόγος του Τσόρτσιλ (γνωστός ως we shall fight in the beaches) καθώς διέταζε πολιτικά σκάφη να φτάσουν στην Δουνκέρκη (σώζοντας τελικά περισσότερους από 300.000 στρατιώτες) δεν είχε ούτε την γνώση του απώτερου μέλλοντος (και της ταπεινωτικής ήττας των Ναζί) ούτε κάποιας άλλης μορφής σιγουριά για την επόμενη μέρα. Ήταν όμως μια απόφαση που αναζωπύρωσε την έτοιμη να σβήσει φλόγα της ελπίδας απέναντι στο σκοτάδι της Γερμανικής θηριωδίας – μια φλόγα που βέβαια θα θέριευε η αντίσταση και αντεπίθεση των λαών της Ευρώπης αλλά και το «κυνηγητό» των Ναζί από το Ανατολικό Μέτωπο.

Είναι προς τιμήν της ταινίας που αυτή η απόφαση μοιάζει να προκύπτει από τον λαό- και ας έχει αρκετές ιστορικές ανακρίβειες αυτή η διαπίστωση. Είναι προς τιμήν της ταινίας που κάνει ξεκάθαρο πως ο δρόμος του συμβιβασμού ήταν εν δυνάμει πλειοψηφικός για τους πολιτικούς ηγέτες της χώρας, σε βαθμό που επηρέασαν ακόμα και τον ίδιο τον Τσόρτσιλ (ενδιαφέρον συμπληρωματικό και επίκαιρο ανάγνωσμα επί του θέματος είναι οι διακριτικές επισημάνσεις του Καζούο Ισιγκούρο στα «Απομεινάρια μιας μέρας», όπου μέσω του μπάτλερ Στίβενς περιγράφονται οι αντιφάσεις των Άγγλων ευγενών και αριστοκρατών κατά την ανάδυση του Χίτλερ και η αυξανόμενη τάση για συμβιβασμό ή και ενστερνισμό του Ναζιστικού οράματος). Αυτό γιατί τελικά, μπορεί ο Joe Wright και ο σεναριογράφος Anthony McCarten να «χαρίζουν» στον Τσόρτσιλ μια αγιογραφία (κατ’ αναλογία, ότι έκανε η Phyllida Loyd για την Θάτσερ στο Iron Lady – με την Meryl Streep και το προβλεπόμενο Όσκαρ), αλλά στην πραγματικότητα η ταινία καταλήγει να «χρησιμοποιεί» τον Τσόρτσιλ ως ένα ακόμα όχημα για έναν ακόμα μεγαλύτερο σκοπό: Την αντίσταση στον φασισμό και μαζί την εμπιστοσύνη στην λαϊκή βούληση.

Bonus: Εν αναμονή των Oscar

Υπενθυμίζουμε τις υποψηφιότητες για την καλύτερη ταινία της χρονιάς, συμπληρώνοντας σιγά σιγά και τον σχολιασμό μας. Ποια πιστεύετε ότι θα κερδίσει στις αρχές του Μάρτη;

Η πιο σκοτεινή ώρα [Darkest Hour]

Αόρατη Κλωστή [Phantom Thread]: https://goo.gl/FKz38y

Η μορφή του νερού [Shape of Water]: https://goo.gl/nXGXFq

Οι τρεις πινακίδες έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι [Three billboards outside Ebbing, Misouri]: https://goo.gl/vLPWbB

Απαγορευμένα Μυστικά [The Post]: https://goo.gl/qa3ptX

Δουνκέρκη [Dunkirk]: https://goo.gl/pvRFDy

Πασχαλίτσα [Ladybird]:

Να με φωνάζεις με τ’όνομά σου [Call me by your name]

Τρέξε! [Get Out!]

 

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Σχολεία: Αλλάζουν οι ώρες αποχώρησης των μαθητών

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με μόνο 65Є εγγραφή - έως 26 Απριλίου

Μοριοδοτούμενο σεμινάριο Ειδικής Αγωγής (ΕΛΜΕΠΑ) με μόνο 50Є εγγραφή- αιτήσεις ως 26/4

2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη

Proficiency και Lower μόνο 95 ευρώ σε 2 μόνο ημέρες στα χέρια σας (ΧΩΡΙΣ προφορικά, ΧΩΡΙΣ έκθεση!)

ΕΥΚΟΛΕΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ και ΙΤΑΛΙΚΩΝ για εκπαιδευτικούς - Πάρτε τις άμεσα

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα

nazi
«Γιαβόλ» – 4η έκδοση: Πώς ξεπλύθηκαν από το Ναζιστικό τους παρελθόν μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις
Προδημοσίευση από την εμπλουτισμένη νέα έκδοση του βιβλίου του Γιώργου Χαρβαλιά
«Γιαβόλ» – 4η έκδοση: Πώς ξεπλύθηκαν από το Ναζιστικό τους παρελθόν μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις
sklirinsi
Σκλήρυνση κατά πλάκας: Ενδείξεις της νόσου εμφανίζονται στο αίμα πριν εκδηλωθούν τα συμπτώματα
Συγκεκριμένα, εντοπίστηκε ότι οι ασθενείς με αυτά τα αυτοαντισώματα είχαν αυξημένα επίπεδα νευροϊνιδίων χαμηλού μοριακού βάρους (Nfl), πρωτεϊνικά...
Σκλήρυνση κατά πλάκας: Ενδείξεις της νόσου εμφανίζονται στο αίμα πριν εκδηλωθούν τα συμπτώματα