Thumbnail
της Ολυμπίας Ζαραμπούκα

Ετοιμάζεται, λοιπόν, ο νόμος για το νέο σύστημα επιλογής στελεχών της Εκπαίδευσης και το σύστημα αξιολόγησής τους. Για περισσότερα ΕΔΩ 

Επομένως σιγά – σιγά να ετοιμαζόμαστε και για τον νέο νόμο για την αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων και την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Άλλωστε εάν για ένα πράγμα διακρίνεται τελευταία το υπουργείο παιδείας, είναι η ταχύτητα στην συγγραφή και την διαδικασία έκδοσης νομοθετημάτων, θα μπορούσε κανείς να πει ότι δημοσιεύονται με ρυθμό πολυβόλου. Για τον λόγο αυτόν εξάλλου πριν προλάβουμε να  επεξεργαστούμε και να αποκρυσταλλώσουμε γνώμη και άποψη για το ένα, αμέσως μας προλαβαίνει η έκδοση του άλλου. Λες και ήταν έτοιμοι από καιρό. Λες και τα έχουν από καιρό γραμμένα και επεξεργασμένα. Λέτε να τα παίρνουν από κάποιον έτοιμα; Δεν νομίζω, είμαι από τους ρομαντικούς εκείνους που πιστεύουν ότι είμαστε αρκετά ικανοί και μόνοι μας να φροντίσουμε «τα του οίκου» μας. Μπορεί όμως και να κάνω λάθος. Εσείς τι λέτε; Πιστεύω πως εάν μπορούσε να γίνει με κάποιον τρόπο δημοσκόπηση στον εκπαιδευτικό κόσμο, μεταξύ της άποψης ότι τα νομοθετήματα που αφορούν την εκπαίδευση αποτελούν προϊόν μακράς και επίπονης νομοπαρασκευαστικής επεξεργασίας και της άποψης ότι μας έρχονται έτοιμα από αλλού και απλώς μεταφράζονται, δυστυχώς θα επικρατούσε με απόλυτη πλειοψηφία, δικτατορικού τύπου, η δεύτερη άποψη και κάπου στο σημείο αυτό, η ρομαντική μου διάθεση θα πήγαινε περίπατο.

Παρασύρθηκα όμως, ας επανέλθουμε στο θέμα μας: Αυτοαξιολόγηση και αξιολόγηση εκπαιδευτικών. Τι μας περιμένει άραγε; Πιστεύω πως μία χρονική αναδρομή στο παρελθόν, τουλάχιστον από την μεταπολίτευση και μετά, στην νομική ιστορία της αξιολόγησης γενικότερα στον δημόσιο τομέα και ειδικότερα στον κλάδο των εκπαιδευτικών, με θεώρηση των διαφόρων κατά καιρούς σχετικών νομοθετημάτων, θα μας βοηθούσε, αν όχι να καταλάβουμε τι μας περιμένει, τουλάχιστον να είμαστε έτοιμοι και υποψιασμένοι για να αποκρούσουμε με επιχειρήματα, οποιαδήποτε χειροτέρευση των ήδη ισχυόντων ή οποιαδήποτε άνιση συμπεριφορά προς εμάς, έναντι άλλων κλάδων του δημοσίου τομέα.

Κατ’ αρχήν να ξεκαθαρίσουμε ότι η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών υπαλλήλων δεν εντάσσεται μέσα στο γενικό νομικό πλαίσιο της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων που προβλέπεται στον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα, κατ’ αρχήν Π.Δ. 611/1077 (Υπαλληλικός Κώδικας), μετέπειτα Ν. 2683/1999 (Κώδικας Δημοσίων Υπαλλήλων) και τέλος Ν. 3528/2007 (Κώδικας Δημοσίων Πολιτικών, Διοικητικών, Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ΝΠΔΔ) που μέχρι σήμερα ισχύει, αλλά και σε άλλα νομοθετήματα, κυριότερο των οποίων είναι το Π.Δ. 581/1984 (Αξιολόγηση ουσιαστικών προσόντων προσωπικού δημοσίων υπηρεσιών και ΝΠΔΔ) που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του Ν. 1400/1983.

Χρήσιμο είναι, ανιχνεύοντας την διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 128 του αρχικού Υπαλληλικού Κώδικα (Π.Δ. 611/1977), όπως αυτή τροποποιήθηκε με την διάταξη της παρ. 14 του άρθρου 26 του Ν. 2085/1992, να παρατηρήσουμε ορισμένα πράγματα. Αρχικά παραθέτουμε αυτούσια την διάταξη: «…Καθιερώνεται  από 1.1.1992 σύστημα αξιολόγησης των ουσιαστικών προσόντων  του  προσωπικού  των  δημόσιων   υπηρεσιών   -   πλην   των εκπαιδευτικών λειτουργών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης - και   των  νομικών  προσώπων  δημόσιου  δικαίου.   Βασικές  αρχές  και κατευθύνσεις του συστήματος  αξιολόγησης  είναι  η  αντικειμενική  και αμερόληπτη  στάθμιση  της επαγγελματικής ικανότητας και καταλληλότητας των υπαλλήλων σε σχέση με το αντικείμενο  της  εργασίας  τους  και  τα καθήκοντα  που  ασκούν,  βάσει  σαφώς  προσδιορισμένων  κριτηρίων, "σε συνάρτηση με καθοριζόμενους, όπου κρίνεται εφικτό, στόχους και  δείκτες", που  επιτρέπουν την  εκτίμηση  της  απόδοσης  των  υπαλλήλων  εντός ορισμένης χρονικής περιόδου, με σκοπό την αποδοτικότερη λειτουργία των υπηρεσιών.

Η εντός " " φράση αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.14 του άρθρου 26ου Ν.2085/1992 (ΦΕΚ Α 170)

Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μέχρι 30.8.1991, με πρόταση του Υπουργού Προεδρίας  της  Κυβέρνησης,  μετά  από  γνώμη  της  Κεντρικής Επιτροπής  Αξιολόγησης  και  γνώμη  της  Α.Δ.Ε.Δ.Υ., καθορίζονται  οι περιπτώσεις κατά τις οποίες απαιτείται  αξιολόγηση,  τα  κριτήρια  της αξιολόγησης,  ο  τύπος,  η διαδικασία και τα όργανα αξιολόγησης, καθώς και τα δικαιώματα και οι εγγυήσεις υπέρ  των  υπαλλήλων  σε  σχέση  με αυτήν.  Εφ`  όσον  η  Α.Δ.Ε.Δ.Υ. δεν διατυπώνει εγγράφως τη γνώμη της, εντός μηνός από τη διαβίβαση σ` αυτήν του καταρτισθέντος  σχεδίου  από το Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης, το προεδρικό διάταγμα εκδίδεται χωρίς  τη  γνώμη  της.  Στα  κριτήρια αξιολόγησης περιλαμβάνεται και η εκπόνηση σχετικών με την υπηρεσία μελετών, άρθρων ή  προτάσεων,  καθώς και η βράβευση τέτοιων εργασιών των υπαλλήλων…».

Αυτό στο οποίο, κατά την γνώμη μου, θα πρέπει να επικεντρωθούμε είναι η θεσμοθέτηση ως προαπαιτούμενου για την έκδοση του προεδρικού διατάγματος που θα ρυθμίζει τις λεπτομέρειες της διαδικασίας αξιολόγησης, της γνώμης της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., γεγονός που καθιστά την προϋπόθεση αυτή για την έκδοση του προεδρικού διατάγματος, εχέγγυο για την προάσπιση των δικαιωμάτων των δημοσίων υπαλλήλων κατά των τυχόν αυθαιρεσιών της εκτελεστικής εξουσίας, μέσω της επεξεργασίας του από τον ανώτατο συνδικαλιστικό φορέα των δημοσίων υπαλλήλων. Για αυτό εξάλλου πριν από την έκδοση του Π.Δ. 581/1984 (Αξιολόγηση ουσιαστικών προσόντων προσωπικού δημοσίων υπηρεσιών και ΝΠΔΔ) ελήφθη η από 4/12/1984 γνωμοδότηση της ΑΔΕΔΥ. Πέραν όμως τούτου το προεδρικό διάταγμα αυτό, πριν από την έκδοσή του, εστάλει προς επεξεργασία και στο Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο και εξέδωσε την με αριθμό 838/1984 γνωμοδότησή του για την συνταγματικότητα των διατάξεών του. Δηλαδή εξασφαλίστηκε εκ των προτέρων από την Διοίκηση η νομική και συνταγματική ορθότητα των διατάξεών του, όπως συνίσταται κάθε φορά να γίνεται πριν την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων.

Από το νομοθετικό αυτό πλαίσιο αξιολόγησης είχαν εξαιρεθεί οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, για κακή μας τύχη, διότι αφενός υπήρχε η επεξεργασία των διατάξεων από την ΑΔΕΔΥ, θα μπορούσε αντιστοίχως στη θέση της να ήταν η Δ.Ο.Ε και η Ο.Λ.Μ.Ε. και αφετέρου η συνταγματικότητά του εξασφαλίστηκε με την επεξεργασία του και την έκδοση σχετικής γνωμοδότησης από το ΣτΕ αλλά δυστυχώς και για άλλα πράγματα, όπως θα καταλάβετε παρακάτω.

Ας έλθουμε τώρα στα δικά μας. Για πρώτη φορά θεσμοθετήθηκε η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 6 του Ν. 2043/1992 (Εποπτεία Διοίκηση Πρωτοβάθμιας – Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης), με την οποία αντικαταστάθηκε η παράγραφος 3 της περίπτωσης Δ του άρθρου 11 του Ν. 1566/1985 ως εξής: «…Τα   ειδικότερα   καθήκοντα   των   διευθυντών,  υποδιευθυντών  και προϊσταμένων των σχολείων καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, με εξαίρεση τα καθήκοντα  τους,  που  έχουν σχέση  με  την  αξιολόγηση  των  εκπαιδευτικών  της  πρωτοβάθμιας  και δευτεροβάθμιας  εκπαίδευσης,  τα  οποία  καθορίζονται   με   προεδρικό διάταγμα,  που  εκδίδεται  ύστερα  από  πρόταση  του  Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, με το οποίο ρυθμίζονται και όλα  τα  θέματα αξιολόγησης  του έργου των εκπαιδευτικών και ορίζονται τα κριτήρια της αξιολόγησης, η διαδικασία, ο τύπος, ο χρόνος, το  περιεχόμενο  και  τα όργανα  της  αξιολόγησης,  τα  δικαιώματα  και  οι  εγγυήσεις υπέρ των αξιολογουμένων  και  κάθε  άλλη  αναγκαία  για  την  αξιολόγηση   αυτή λεπτομέρεια…».

Κατόπιν, με την νομοθετική εξουσιοδότηση που παρείχε ο παραπάνω νόμος, 2043/1992, εκδόθηκε το προεδρικό διάταγμα 320/1993, που καθόριζε και ρύθμιζε τα ζητήματα αξιολόγησης του εκπαιδευτικού προσωπικού και το οποίο εκδόθηκε, αφού και πάλι ζητήθηκε και εκδόθηκε η με αριθμό 1/1992 γνωμοδότηση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και η γνωμοδότηση με αριθμό 601/1993 του ΣτΕ. Δηλαδή και πάλι με την τήρηση των εχεγγύων της ορθότητάς του από παιδαγωγικής και εκπαιδευτικής απόψεως και της συνταγματικότητας των διατάξεών του.

Στη συνέχεια ψηφίστηκε ο νόμος 2986/2002 (Εκπαίδευση Αξιολόγηση Εκπαιδευτικών Οργανωτικά κλπ) που αφορούσε επίσης την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, στο ίδιο περίπου πνεύμα με τα προϊσχύοντα νομοθετήματα. Σκόπιμο είναι να παραθέσουμε στο σημείο αυτό την διάταξη του άρθρου 5 του νόμου αυτού που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης των εκπαιδευτικών: «…1. Σκοπός της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών είναι: α) η ενίσχυση της αυτογνωσίας τους ως προς την επιστημονική τους συγκρότηση, την παιδαγωγική τους κατάρτιση και τη διδακτική τους ικανότητα, β) ο σχηματισμός θεμελιωμένης εικόνας για την  απόδοση στο έργο τους, γ) η προσπάθεια βελτίωσης της προσφοράς τους στο μαθητή με την αξιοποίηση των διαπιστώσεων και οδηγιών των αξιολογητών, δ) η επισήμανση των αδυναμιών τους στην προσφορά του διδακτικού τους έργου και η προσπάθεια εξάλειψης αυτών, ε) η ικανοποίηση των εκπαιδευτικών από την αναγνώριση του έργου τους και η παροχή κινήτρων σε όσους επιθυμούν να εξελιχθούν και να υπηρετήσουν σε θέσεις στελεχών της εκπαίδευσης, στ) η διαπίστωση των αναγκών επιμόρφωσής τους και ο προσδιορισμός του περιεχομένου της επιμόρφωσης αυτής, ζ) η καλλιέργεια κλίματος αλληλοσεβασμού και εμπιστοσύνης.

2. Η αξιολόγηση είναι περιοδική και αφορά όλους τους εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας  εκπαίδευσης, με προτεραιότητα στις εξής κατηγορίες:

 α) των εκπαιδευτικών για μονιμοποίηση και υπηρεσιακή εξέλιξη,

β) των ενδιαφερόμενων. εκπαιδευτικών που πρόκειται να κριθούν για την κάλυψη θέσεων στελεχών της εκπαίδευσης,

γ) των στελεχών εκπαίδευσης,

δ) των εκπαιδευτικών που επιθυμούν να αξιολογηθούν και

ε) κάθε άλλη περίπτωση που ήθελε κριθεί αναγκαία.

3. Η διαδικασία ατομικής αξιολόγησης (με ατομικές  εκθέσεις) των εκπαιδευτικών διαμορφώνεται ως εξής: α) Πριν από τη σύνταξη των εκθέσεων αξιολόγησης υποβάλλεται στο κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο αξιολόγησης, μετά από πρόσκλησή του και σε προθεσμία δεκαπέντε ημερών, έκθεση προσωπικής αυτοαξιολόγησης του αξιολογούμενου εκπαιδευτικού, βάσει των στοιχείων αξιολόγησης, αλλά χωρίς αριθμητική βαθμολογία. Παράλειψη υποβολής της έκθεσης αυτής σε καμία περίπτωση δεν επηρεάζει τη διαδικασία της αξιολόγησης. β) Ο εκπαιδευτικός αξιολογείται από το Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τον οικείο Σχολικό Σύμβουλο. γ) Ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας ή Σχολικού Εργαστηριακού Κέντρου (Σ.Ε.Κ.) αξιολογείται από τον προϊστάμενο Γραφείου ή από τον Διευθυντή Εκπαίδευσης, στην περίπτωση που δεν λειτουργεί Γραφείο, και τον οικείο Σχολικό Σύμβουλο. δ) Ο Προϊστάμενος Γραφείου αξιολογείται από τον αρμόδιο Διευθυντή Εκπαίδευσης, ως προς το διοικητικό του έργο, και τον Προϊστάμενο του Τμήματος Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης, ως προς το επιστημονικό -παιδαγωγικό του έργο. ε) Ο διευθυντής εκπαίδευσης αξιολογείται από τον περιφερειακό διευθυντή εκπαίδευσης ως προς το διοικητικό του έργο και από τον προϊστάμενο του οικείου Τμήματος Επιστημονικής Παιδαγωγικής Καθοδήγησης ως προς το επιστημονικό παιδαγωγικό του έργο. στ) Ο Σχολικός Σύμβουλος αξιολογείται από τον  Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης ως προς το διοικητικό του έργο και από τον Προϊστάμενο του οικείου Τμήματος Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης ως προς το επιστημονικό -παιδαγωγικό του έργο. ζ) Ο Προϊστάμενος του Τμήματος Επιστημονικής –Παιδαγωγικής Καθοδήγησης της περιφερειακής διεύθυνσης αξιολογείται ως προς το διοικητικό του έργο από τον Περιφερειακό Διευθυντή και ως προς το επιστημονικό - παιδαγωγικό του έργο από Σύμβουλο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, που ορίζεται με απόφαση του Προέδρου του Π.Ι. ύστερα από εισήγηση του Συντονιστικού Συμβουλίου.

4. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Τμήματος Αξιολόγησης και Επιμόρφωσης του Π.Ι., καθορίζεται ο τρόπος, ο χρόνος, η διαδικασία και το περιεχόμενο της αξιολόγησης των Διευθυντών Εκπαίδευσης και των Προϊσταμένων Γραφείων Εκπαίδευσης των νομών και νομαρχιών ως προς την επιστημονική και παιδαγωγική τους συγκρότηση…».

Αυτά λοιπόν ίσχυαν για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών πριν από τα χρόνια της κρίσης. Μπορούμε να παρατηρήσουμε στο σημείο αυτό, ότι σε γενικές γραμμές η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών δεν διέφερε κατά πολύ από την αξιολόγηση όλων των υπολοίπων δημοσίων υπαλλήλων, τουναντίον μάλιστα, είχε επιπλέον και μία διάσταση προαιρετικότητας, όπως προκύπτει από το κείμενο των νόμων που ίσχυαν. (Βλέπετε : «…Η αξιολόγηση είναι περιοδική και αφορά όλους τους εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας  εκπαίδευσης, με προτεραιότητα στις εξής κατηγορίες… δ) των εκπαιδευτικών που επιθυμούν να αξιολογηθούν και ε) κάθε άλλη περίπτωση που ήθελε κριθεί αναγκαία…»)

Ενώ έτσι είχαν τα πράγματα ως προς την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών μέχρι το 2012, δηλαδή, όπως ήταν φυσικό, η αξιολόγησή τους ως επιστημόνων πτυχιούχων Α.Ε.Ι. δεν θα μπορούσε να είναι υποχρεωτική και να προσιδιάζει σε μία αξιολόγηση δημοσίου υπαλλήλου, ο οποίος σε πολλές περιπτώσεις είναι και απόφοιτος υποχρεωτικής ή και δημοτικής εκπαίδευσης, ερχόμαστε στον καιρό της κρίσης και εν μέσω αυτής, ψηφίζεται ο νόμος 4072/2012, με το άρθρο 329 του οποίου προβλέπονταν: «…1 α)… β) Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, καθορίζονται τα όργανα, η διαδικασία και τα κριτήρια της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών της δημόσιας πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και η βαρύτητα των επί μέρους κριτηρίων για την προαγωγική εξέλιξη και την αξιολόγηση της θητείας των εκπαιδευτικών σε θέσεις ευθύνης…».

Με την νομοθετική εξουσιοδότηση του παραπάνω νόμου εκδόθηκε το «περίφημο» προεδρικό διάταγμα 152/2013 (Αξιολόγηση Εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης) που τόσες αντιδράσεις ξεσήκωσε στην εκπαιδευτική κοινότητα. Με το προεδρικό αυτό διάταγμα, γίνεται εξαντλητική περιγραφή των πεδίων και των μεθόδων αξιολόγησης των εκπαιδευτικών, σε σημείο που να αναρωτιέται κανείς, αν αυτό αφορά αξιολόγηση ανθρώπινων όντων ή μικροσκοπική ανάλυση εξωγήινων.

Μερικά μόνο από τα «μαργαριτάρια» του νομοθετήματος αυτού: «…Άρθρο 17 παρ. 2 β) γγ) Μέτα-αξιολογικής συζήτησης και αναστοχασμού. Στο στάδιο αυτό, πραγματοποιείται προφορική συζήτηση μεταξύ του αξιολογητή και του αξιολογούμενου, στην οποία παρέχεται και ανατροφοδότηση από τον αξιολογητή σχετικά με την παρακολούθηση των διδασκαλιών. Μέσα σε μία εβδομάδα από την πραγματοποίηση της συζήτησης, ο αξιολογούμενος υποβάλλει στον αξιολογητή την έκθεση εκπαιδευτικής αυτοαξιολόγησής του και τον τυχόν συνοδευτικό ατομικό φάκελο που προβλέπεται στην παράγραφο 3…».

Άλλο «μαργαριτάρι»: «Άρθρο 17 παρ. 3. Η εκπαιδευτική αξιολόγηση ολοκληρώνεται με τη σύνταξη της οικείας έκθεσης. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο αξιολογηθείς εκπαιδευτικός έχει κριθεί ως "ελλιπής" σε κάποιο κριτήριο, ο αξιολογητής οφείλει να προτείνει κατάλληλες μορφές επιμόρφωσης, ενδοσχολικής κυρίως φύσης. Η αξιολόγηση στο συγκεκριμένο κριτήριο επαναλαμβάνεται σε εύλογο χρονικό διάστημα και όχι σε διάστημα μεγαλύτερο του έτους. Οι εκθέσεις αυτοαξιολόγησης συνοδεύονται, προαιρετικά, από ατομικό φάκελο στον οποίο κάθε αξιολογούμενος μπορεί να περιλαμβάνει τα κάθε είδους δικαιολογητικά και παραστατικά που τεκμηριώνουν την αυτοαξιολόγησή του…».

Και άλλο: «Άρθρο 16 παρ. 5. Οι εκπαιδευτικοί που, σύμφωνα με την τελική τους βαθμολογία ή σύμφωνα με την παράγραφο 4, χαρακτηρίζονται συνολικά ελλιπείς, με σχετική πράξη του Διευθυντή Διεύθυνσης, εγγράφονται στον πίνακα των μη προακτέων που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 8 του ν. 4024/2011 (Φ.Ε.Κ. Α 226)…».

Άλλο : «Άρθρο 14 παρ 4 γ) Στο κριτήριο της επικοινωνίας και συνεργασίας με γονείς και με φορείς του δημόσιου και με μη κερδοσκοπικούς του ιδιωτικού τομέα για θέματα που αφορούν άμεσα ή έμμεσα την εκπαίδευση, ο αξιολογούμενος εκπαιδευτικός εντάσσεται σε βαθμίδα περιγραφικής κλίμακας ποιοτικού χαρακτηρισμού ως εξής:

αα) Ελλιπής, εφόσον συνεργάζεται περιστασιακά και ελάχιστα με γονείς και φορείς.

ββ) Επαρκής, εφόσον επικοινωνεί και ανταλλάσσει πληροφορίες με τους γονείς στις προβλεπόμενες συναντήσεις, προκειμένου να σχηματίσει πληρέστερη εικόνα για τις ανάγκες και τις δυνατότητες των μαθητών του, ενώ παράλληλα ενημερώνει τους γονείς για τους στόχους και τον τρόπο λειτουργίας της τάξης και οριοθετεί, εγκαίρως, τον ρόλο τους.

γγ) Πολύ καλός, εφόσον: i) ενθαρρύνει την επικοινωνία της οικογένειας με το σχολείο και διασφαλίζει τις προϋποθέσεις για τη συμμετοχή όλων των γονέων στις προγραμματισμένες συναντήσεις, κατά τις οποίες προσφέρει υψηλά επίπεδα ενημέρωσης και καθοδήγησης των γονέων στον ρόλο τους σε σχέση με τις σχολικές υποχρεώσεις των παιδιών τους.

ιι) αξιοποιεί τοπικούς φορείς και πραγματοποιεί εκπαιδευτικές επισκέψεις, για τις οποίες προετοιμάζει κατάλληλα τους μαθητές του, εμπλέκοντας τους σε δραστηριότητες πριν από, κατά και μετά την επίσκεψη.

δδ) Εξαιρετικός, εφόσον, πλέον των προϋποθέσεων της προηγούμενης υποπερίπτωσης, αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, οργανώνει και συντονίζει αποτελεσματικά την υλοποίηση δράσεων για το σχολείο, και όχι μόνο για την τάξη του, που φέρνουν το σχολείο σε συνεργασίες διάρκειας με άλλα σχολεία και φορείς, όπως είναι η συμμετοχή σε εκπαιδευτικά προγράμματα τοπικά, εθνικά και ευρωπαϊκά, τα οποία παρέχουν προστιθέμενη αξία στην πρακτική της σχολικής μονάδας και της σχολικής τάξης, ενώ παράλληλα εμπλέκει, όπου κρίνεται σκόπιμο και αναγκαίο, γονείς και φορείς, με επικουρικούς ρόλους, σε δράσεις της σχολικής μονάδας…».

Και για να μην σας κουράζουμε, σχεδόν αποτροπή από το να υποβάλλονται ενστάσεις στην τελική βαθμολόγηση της αξιολόγησης: «Άρθρο 20 παρ. 3. Η ένσταση στρέφεται κατά της αξιολογικής έκθεσης του αξιολογητή και πρέπει να περιλαμβάνει αναλυτικά τα συγκεκριμένα στοιχεία και τα πραγματικά περιστατικά στα οποία ο αξιολογούμενος θεμελιώνει τους ισχυρισμούς του καθώς και τα στοιχεία τα οποία αποδεικνύουν την ανακρίβεια του περιεχομένου της έκθεσης…».

Ούτε λόγος φυσικά για την πριν την έκδοση αυτού του διατάγματος λήψη εισήγησης και γνωμοδότησης, είτε του παιδαγωγικού ινστιτούτου είτε και πολύ περισσότερο των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εκπαιδευτικών  αξιολογουμένων, της Δ.Ο.Ε. και της Ο.Λ.Μ.Ε.. Ποίος θα μπορούσε να γνωμοδοτήσει θετικά σε ένα τέτοιο «κατασκεύασμα»;

Επιτρέψτε μου στο σημείο αυτό να ανοίξω μία παρένθεση και να παρατηρήσω ότι τον καιρό εκείνο, καμία από τις συνδικαλιστικές μας οργανώσεις, δεν άσκησε κανένα ένδικο μέσο – αίτηση ακύρωσης κατά του «απαράδεκτου» αυτού προεδρικού διατάγματος, για λόγους αντισυνταγματικότητας, επί παραδείγματι όπως προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της επιστημονικής υπόστασης των εκπαιδευτικών, αλλά και της ισότητας σε σχέση με τους άλλους δημοσίους υπαλλήλους που το πλαίσιο αξιολόγησής τους δεν είχε ποτέ αυτόν τον τιμωρητικό χαρακτήρα ως αποτέλεσμα πολυπλόκαμων διατάξεων και δυσνόητων λογικών ακροβατισμών. Ίσως και να παραπλανήθηκαν. Ίσως και να εμπιστεύτηκαν υποσχέσεις του τύπου: «Μη φοβάστε. Τώρα που θα ρθούμε στα πράγματα θα το καταργήσουμε, δεν θα το εφαρμόσουμε ποτέ». Aπομένει λοιπόν να το δούμε, σύντομα θα το διαπιστώσουμε, εάν είχαν δίκιο.

Άξιο επισήμανσης κατά τα λοιπά, ότι στο νομοθέτημα αυτό υπήρχε μία παράλειψη, ίσως πονηρή: Αναρωτήθηκε κανείς ποια θα ήταν η τύχη όσων εκπαιδευτικών χαρακτηρίζονταν ελλιπείς ακόμα και μετά την τυχόν κατάλληλη μορφή επιμόρφωσης που θα τους υποδείκνυε ο αξιολογητής τους; Μήπως η απόλυση; Αυτό θα το ρύθμιζε κάποια τυχόν υπουργική απόφαση που θα εκδίδονταν στη συνέχεια, μην έχετε καμία αμφιβολία.

 Ποιος θα μπορούσε να εξασφαλίσει ότι η βαθμολόγηση δεν θα εξυπηρετούσε άλλα συμφέροντα και άλλους σκοπούς, όταν η διαδικασία της αξιολόγησης περιλαμβάνει και στάδια παραδείγματος χάριν «Μέτα-αξιολογικής συζήτησης και αναστοχασμού» μεταξύ του αξιολογητή και του αξιολογούμενου;

Ποιος θα μπορούσε να εξασφαλίσει ότι η διαδικασία αυτής της αξιολόγησης δεν θα αποσκοπούσε στην τελική κρίση της ανεπάρκειας κατά το δοκούν, με τιμωρητική διάθεση και αποτέλεσμα την απόλυση, εξυπηρετώντας ταυτόχρονα και την αστείρευτη δίψα για εξοικονόμηση και μέσω της ελάφρυνσης του εκπαιδευτικού προσωπικού και της αύξησης της απασχόλησης του απομένοντος αριθμού των εκπαιδευτικών;

Αυτή όμως ήταν η «δεξιά» προσέγγιση του θέματος της αξιολόγησης. Οι σημερινοί κυβερνώντες ήταν τότε στην αντιπολίτευση και βγήκαν στους δρόμους για να μην περάσει και σωστά. Για να δούμε τώρα που τους έλαχε ο κλήρος αυτοί να νομοθετήσουν την διαδικασία της αξιολόγησης, τι θα κάνουν, θα ακολουθήσουν την «πεπατημένη» ή θα εφεύρουν ένα σύστημα δίκαιο, αξιοκρατικό και ανθρώπινο; Ποια θα είναι η «αριστερή» προσέγγιση του θέματος;

Επιτρέψτε μου να αμφιβάλλω για τις προθέσεις τους. Ο πρότερος βίος τους δεν με αφήνει να το πιστεύω. Είδαμε ότι όταν βρίσκονταν «στα κάγκελα» και υπόσχονταν τα πάντα στους πάντες (επαναφορά του κατώτατου μισθού, αφορολόγητο για όλους στις 12.000,00 ευρώ, κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, αληθινή δημόσια δωρεάν παιδεία και υγεία και άλλα πολλά) πέτυχαν να υφαρπάξουν την ψήφο του λαού και μετά, όταν αντί για τα παραπάνω αναγκάστηκαν να νομοθετήσουν ακριβώς τα αντίθετα, δήλωναν ότι «είχαν αυταπάτες» και έπεσαν έξω.

Εάν πραγματικά έχουν την ελευθερία να νομοθετήσουν όπως πρέπει και συνάδει με την ιδιότητα του εκπαιδευτικού το σύστημα αξιολόγησής του, ίσως να μην χρειαστεί να νομοθετήσουν καθόλου, διότι το προϋπάρχον της κρίσης νομικό πλαίσιο αξιολόγησης προσιδίαζε απόλυτα στην ιδιότητα αυτή. Το μόνο που θα έχουν να κάνουν είναι να το εκσυγχρονίσουν με ανθρώπινο τρόπο, με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον, την ενδυνάμωση του δημόσιου σχολείου και την δημόσια δωρεάν παιδεία για όλα τα ελληνόπουλα και όχι την μετατροπή του σχολείου σε «μαγαζί» που θα πρέπει να έχει ικανοποιημένους τους πελάτες με κάθε κόστος για να μπορεί να τους πείθει να επενδύσουν σε αυτό. 

 Μην έχετε καμία αμφιβολία ότι αξιολογήσεις του τύπου του Π.Δ. 152/2013 σε αυτό κατατείνουν. Για παράδειγμα κρίνεται ο εκπαιδευτικός: δδ) Εξαιρετικός, εφόσον, πλέον των προϋποθέσεων της προηγούμενης υποπερίπτωσης, αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, οργανώνει και συντονίζει αποτελεσματικά την υλοποίηση δράσεων για το σχολείο, και όχι μόνο για την τάξη του, που φέρνουν το σχολείο σε συνεργασίες διάρκειας με άλλα σχολεία και φορείς, όπως είναι η συμμετοχή σε εκπαιδευτικά προγράμματα τοπικά, εθνικά και ευρωπαϊκά, τα οποία παρέχουν προστιθέμενη αξία στην πρακτική της σχολικής μονάδας και της σχολικής τάξης, ενώ παράλληλα εμπλέκει, όπου κρίνεται σκόπιμο και αναγκαίο, γονείς και φορείς, με επικουρικούς ρόλους, σε δράσεις της σχολικής μονάδας…».

Το μόνο λοιπόν που θα έχουν να κάνουν οι σημερινοί κυβερνώντες, θα είναι να εξαφανίσουν από τον νομικό κόσμο το Π.Δ. 152/2013.Έχουν την δύναμη ή θα νομοθετήσουν μία από τα ίδια, γιατί έτσι θέλουν οι θεσμοί, ο ΟΟΣΑ και Κύριος είδε ποιος άλλος;

Έχοντας μετά από όλα τα παραπάνω την πεποίθηση ότι κάποιο «τερατούργημα» μας περιμένει πάλι για την αξιολόγησή μας, αισθάνομαι την ανάγκη να υπενθυμίσω στους κυβερνώντες, ποιοι είναι αυτοί που πρόκειται να αξιολογήσουν:

Αρχικά τους τονίζω ότι πρόκειται για ανθρώπινα όντα και όχι για αριθμούς. Είμαστε επιστήμονες απόφοιτοι Α.Ε.Ι. ή ανωτέρων σχολών, πολλοί από εμάς με μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς τίτλους, άλλοι δε με πολύχρονη πείρα και τριβή στα σχολικά έδρανα με την μυρωδιά της κιμωλίας να μας ακολουθεί και στο σπίτι μας ακόμα.

Ποιους πρόκειται να αξιολογήσετε;

Εκπαιδευτικούς που δεν έχουν ούτε τα απαραίτητα; Ούτε υπολογιστές, ούτε γραφεία, ούτε αθλητικό και εποπτικό υλικό, ούτε σωστά σχολικά κτίρια, ούτε γενικά υποδομές ούτε υποστηρικτικό προσωπικό; (φροντιστές, επιστάτες, τραπεζοκόμους, ψυχολόγους κλπ).

 Εκπαιδευτικούς που δεν έχουν σταθερή υπηρεσιακή κατάσταση και τρέχουν από σχολείο σε σχολείο, μη γνωρίζοντας που θα βρίσκονται την  επόμενη σχολική χρονιά; Που και την ίδια σχολική χρονιά τρέχουν από σχολείο σε σχολείο για να συμπληρώσουν ωράριο; Πως θα αξιολογηθούν αυτοί, με ποιους γονείς και μαθητές θα συνεργαστούν, με ποιους συναδέλφους θα αναπτύξουν συνεργασίες και θα αξιολογηθούν για τις ικανότητές τους αυτές; Την μια χρονιά π.χ. τους μαθητές, γονείς και συναδέλφους της Μυτιλήνης και την άλλη της Καβάλας; Τυχαίες οι περιοχές.

Εκπαιδευτικούς που για να μετακινηθούν για τις υπηρεσιακές τους ανάγκες, όσοι έχουν, βάζουν το προσωπικό τους μέσο μετακίνησης, χωρίς να αποζημιώνονται ποτέ για αυτό;

Εκπαιδευτικούς που δεν τους παρέχεται εργασιακή ασφάλεια, έρμαια υποχρεωτικών μετακινήσεων εντός ή και εκτός της περιφερείας;

Εκπαιδευτικούς που έχουν να αντιμετωπίσουν μαθητές με ιδιαίτερα προβλήματα, μαθησιακά και άλλα, χωρίς στις περισσότερες των περιπτώσεων, την παρέμβαση ειδικευμένου προσωπικού ειδικής αγωγής;

Εκπαιδευτικούς που κάθε χρόνο έχουν να προετοιμάσουν τους μαθητές τους για ένα κάθε φορά διαφορετικό σύστημα εξετάσεων είτε για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είτε και στην εκπόνηση εργασιών για τον προβιβασμό τους;

 Πόσα ακόμα να παραθέσω; Δεν είναι αυτά αρκετά για τους κρατούντες για να καταλάβουν ότι συστήματα αξιολόγησης του τύπου του Π.Δ. 152/2013, είναι ανεφάρμοστα στην δική μας δεινή πραγματικότητα; Αυτά τα πλαίσια αξιολόγησης ίσως να ήταν ανεφάρμοστα ακόμα και στα καλύτερα εκπαιδευτικά συστήματα του κόσμου, πόσο μάλλον στο δικό μας, το υποχρηματοδοτούμενο και συνεχώς συρρικνούμενο προς όφελος των ιδιωτικών κεφαλαίων – εκπαιδευτικών επιχειρήσεων κολοσσών, που περιμένουν στη γωνία για να αρπάξουν το μερίδιο αγοράς της εκπαίδευσης που εποφθαλμιούν.

 Αν όμως αυτά δεν είναι αρκετά για αυτούς, τουλάχιστον ας έχουν την ευθιξία και την γενναιότητα να μας το κάνουν σαφές: Δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς διότι αυτό απαιτούν οι δανειστές και οι θεσμοί, αυτό απαιτούν το ΔΝΤ, ο ΟΟΣΑ και η ΕΕ. Αυτό τουλάχιστον μας το χρωστούν, διότι άλλα μας έταζαν. Ας μην κοροϊδευόμαστε με βαρύγδουπους τίτλους και μεγάλα λόγια του τύπου όλα γίνονται για το δημόσιο σχολείο και την δωρεάν δημόσια εκπαίδευση.

Επειδή όμως αμφιβάλλω ότι έστω και αυτό θα το κάνουν, θα ήθελα να υπενθυμίσω, κλείνοντας, στους συναδέλφους μου τα λόγια του μεγάλου στρατηγού Μακρυγιάννη: «… Ξέρετε πότε να λέγει καθείς “εγώ”; Όταν αγω­νιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει να λέγει “εγώ”. Όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε “εμείς”. Είμαστε στο “εμείς” κι όχι στο “εγώ”» 

Τα λόγια αυτά έχοντας κατά νου, ας προετοιμαστούμε να πούμε όλοι μας «εμείς» και όχι ο καθένας μας «εγώ», γιατί τότε μόνο έχουμε πιθανότητα να αποκρούσουμε την λαίλαπα που έρχεται, εάν καταλάβουμε ότι ενωμένοι όλοι μπορούμε να κάνουμε πολλά, ακόμα και να μην «πάρουμε την δόση μας».

Ολυμπία Ζαραμπούκα MSc

Eκπαιδευτικός ΠΕ11 Φυσικής Αγωγής, μεταταγμένη υποχρεωτικώς από την δευτεροβάθμια στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση 

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Ποια είναι η ευχή της μάνας με 6 λέξεις και μόνο φωνήεντα

Μοριοδοτούμενο σεμινάριο Ειδικής Αγωγής (ΕΛΜΕΠΑ) με μόνο 50Є εγγραφή- αιτήσεις ως 19/3

2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με μόνο 65Є εγγραφή

Proficiency και Lower μόνο 95 ευρώ σε 2 μόνο ημέρες στα χέρια σας (ΧΩΡΙΣ προφορικά, ΧΩΡΙΣ έκθεση!)

ΕΥΚΟΛΕΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ και ΙΤΑΛΙΚΩΝ για εκπαιδευτικούς - Πάρτε τις άμεσα

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα