Thumbnail
Γράφει ο Πολύκαρπος Πολυκάρπου 

Το παρακάτω κείμενο συνοδεύει το Αφιέρωμα στο Film Noir που πραγματοποιείται στον Δημοτικό Κινηματογράφο Νέας Ιωνίας «Αστέρα» τον Μάιο.

Σήμερα Δευτέρα 14.5 Έναρξη: 20:30μμ - Είσοδος Ελεύθερη Δημοτικός Κινηματογράφος Νέας Ιωνίας Αστέρας

Διψασμένος για ηδονή (In a Lonely Place)
HΠΑ| 1950| 94'
Σκηνοθεσία: Nίκολας Ρέι| Με τους: Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, Γκλόρια Γκράχαμ, Φρανκ Λοβίϊου, Τζεφφ Ντόννελλ

Τί είναι το Film Noir;

Προσπαθώντας να βρούμε έναν ορισμό.

Για να δείξω πόσο δύσκολο είναι να ορίσουμε τι είναι το  film noir, θα αρχίσω με ένα κουίζ.

Είδαμε δύο ταινίες.

Στην πρώτη: ο Α, ένας πλούσιος επιχειρηματίας, με πολιτικές και άλλες άκρες, προσλαμβάνει τον ιδιωτικό ντεντέκτιβ Β, για να ανακαλύψει αν η γυναίκα του Γ τον απατά. Ο Β, στην πορεία, αποκαλύπτει, εκτός από την απιστία,  μια σειρά από καλά κρυμμένα οικογενειακά  μυστικά, εξιχνιάζει ένα φόνο, που γίνεται στο μεταξύ, παίρνει την αμοιβή του και γυρνά στην καθημερινή του ρουτίνα μέχρι την επόμενη υπόθεση που θα αναλάβει.

Στη δεύτερη: Ο ιδιωτικός ντεντέκτιβ Β, ερωτεύεται την Γ, γυναίκα του Α, που του ανάθεσε να την παρακολουθήσει. Στη συνέχεια σκοτώνει τον άντρα της για να την παντρευτεί, εκβιάζεται όμως από τον εραστή της που με τη συνέργεια της άπιστης γυναίκας του Α είχανε στήσει όλη την ίντριγκα, και καταλήγει σε ένα χαντάκι σκοτωμένος από έναν αστυνομικό που ήταν παλιός συνεργάτης  και φίλος του.

Ποια από τις δύο ταινίες είναι νουάρ;

Ο όρος «film noir» είναι μεθύστερος. Κανένας από τους δημιουργούς των ταινιών που χαρακτηρίζονται ως νουάρ δεν ξεκίνησε με τον πρόθεση να γυρίσει μια ταινία, «νουάρ».

Όλα ξεκίνησαν το 1946, στο Παρίσι, με μια ρετροσπεκτίβα αμερικάνικων ταινιών, που ήταν απαγορευμένες στη Γαλλία κατά τη διάρκεια του πολέμου. Στα μάτια,  τόσο του γαλλικού κοινού όσο και των κριτικών, αποκαλύφτηκε ξαφνικά ένας νέος κόσμος, οπτικός, ακουστικός και μυθικός. Ζωντανός, παρόλη την σκοτεινιά του, γοητευτικός, παρόλη τη μοιραιότητά του και αλλιώτικος, που προσπερνούσε τη γαλατική κοσμιότητα και την ευρωπαϊκή αστική ηθική, αγγίζοντας, σχεδόν, τα ακροδάχτυλα ενός κάποιου ιδιόρρυθμου, πραγματιστικού υπαρξισμού.

Έπειτα, ήρθε, σαν μια πρώτη, από μια σειρά προσπαθειών για τον ορισμό του φιλμ νουάρ, το 1955, το βιβλίο των Ραϊμόν Μπορντ και Ετιέν Σομετόν,  Πανόραμα του αμερικανικού φιλμ νουάρ 1941–1953, (RaymondBorde, Etienne Chaumeton. Panorama du film noir americain, 1941-1953). Στο βιβλίο τους, οι δύο Γάλλοι κριτικοί, κωδικοποιούν τα χαρακτηριστικά που ορίζουν τη «μαύρη ταινία». Το ονειρικό, το παράξενο, το ερωτικό, το αμφίσημο και το σκληρό. Επιμένοντας, ωστόσο,  ότι η πρόταση τους είναι υπεραπλουστευτική,  επειδή  όλα τα φιλμ νουάρ  δεν ενσωματώνουν και τις πέντε αυτές ιδιότητες στον ίδιο βαθμό.

Αν και το φιλμ νουάρ συχνά ταυτίζεται με μια συγκεκριμένη σκηνοθετική γραφή που πάει πέρα από τα χολιγουντιανά στερεότυπα (χαμηλός φωτισμός, άνισες συνθέσεις, ήρωες στα όρια της παραβατικότητας) οι μαύρες ταινίες παρουσιάζουν μια ποικιλία σκηνοθετικών γραφών, με κάποιες από αυτές να υποκύπτουν στο κυρίαρχο συμβατικό χολιγουντιανό μοντέλο, χώρια που εμφανίζουν μια θεματική ποικιλία που περιλαμβάνει όχι μόνο αστυνομικές ιστορίες, αλλά και ρομαντικά ειδύλλια, και δικαστικά και κοινωνικά δράματα.

Ούτε όμως και ο αστικός  χώρος που εκτυλίσσεται  η νουάρ ιστορία  μπορεί να αποτελέσει  στοιχείο ορισμού,  επειδή  υπάρχουν πολλές κλασικές ταινίες του είδους που διαδραματίζονται σε μικρές πόλεις, προάστια, αγροτικές περιοχές ή ακόμα και στο δρόμο. Με το ίδιο σκεπτικό ούτε η παρουσία του ιδιωτικού ντεντέκτιβ και της μοιραίας γυναίκας αποτελεί καθοριστικό στοιχείο  για να καταγραφεί μια ταινία ως νουάρ, επειδή υπάρχουν ταινίες που απουσιάζουν τέτοιοι  ήρωες.

Τι είναι επομένως το «film noir»; Μήπως δεν είναι καν είδος και είναι ένα «στυλ»; Αυτό υποστηρίζει oΑμερικανός ιστορικός του κινηματογράφου Τόμας Στατζ. ΄Άλλοι, όμως, όπως ο Άλεν Σίλβερ, έγκυρος μελετητής του νουάρ, κάνει λόγο για «θεματικό κύκλο» ή για ξεχωριστό «φαινόμενο» με συγκεκριμένους, όπως γίνεται σε ένα είδος, θεματικούς και οπτικούς  κώδικες.

Και η συζήτηση συνεχίζεται χωρίς συγκεκριμένο αποτέλεσμα!



Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά

Αν  θέλαμε να καθορίσουμε, συνολικά, ποια στοιχεία καθορίζουν τις ταινίες νουάρ θα λέγαμε, για κυνικούς ήρωες, παράξενους φωτισμούς, πολλά flashbacks, δαιδαλώδεις ίντριγκες μαζί με κάποιες υποφώσκουσες νύξεις υπαρξιστικής φιλοσοφίας.

Η Εικονοπλασία

Ο κινηματογράφος ως οπτικό ερέθισμα οφείλει την ύπαρξή του στο φως. ΄Ετσι ο διευθυντής φωτογραφίας μιας ταινίας είναι ουσιαστικά ο σκηνοθέτης του φωτός που θα σαρκώσει την ύπαρξή της. Ο φωτισμός λοιπόν στα κλασικά  νουάρ, χαμηλός με έντονες αντιθέσεις μαύρου και γκρίζου με μια μεγάλη γκάμα δραματικών φωτοσκιάσεων θυμίζει το κιαροσκούρο των ζωγράφων της Αναγέννησης. Οι σκιές των περσίδων ή των κάγκελων της κουπαστής μιας σκάλας που πέφτουν επάνω στο πρόσωπο του ήρωα ή σε έναν τοίχο ή σε ολόκληρο το χώρο είναι ένα από τα κλασικά φιλμικά στερεότυπα του είδους. Το σκοτάδι μπορεί να κρύβει ένα μέρος ή ολόκληρο το πρόσωπο του ήρωα για να διατηρηθεί το μυστήριο και η αγωνία των θεατών. Η επιτυχία της ατμόσφαιρας που περιέγραψα παραπάνω θα ήταν αμφίβολη χωρίς τη βοήθεια της ασπρόμαυρής  κινηματογράφησης. Χωρίς αυτό να αποτελεί κανόνα επειδή υπάρχουν και έγχρωμα φιλμ που διατηρούν και το ύφος και την ατμόσφαιρα, π.χ. Party Girl (1958) του Ν. Ρέη, και ο Δεσμώτης του Ιλίγγου (1958) (Vertigo) του Α. Χίτσκοκ.  Άλλα οπτικά μέσα έκφρασης που χρησιμοποιούνται συχνά είναι οι λήψεις ανθρώπων που καθρεφτίζονται σε έναν ή περισσότερους καθρέφτες, πλάνα μέσα από κυρτό ή παγωμένο γυαλί, παραμορφωμένη εικόνα, απροσδόκητες γωνίες λήψης, λοξά κάδρα κ.λπ.. Το οπτικό μέρος έρχεται να συμπληρώσει το ακουστικό η μουσική είναι υποβλητική και συχνά υποβάλει τη δραματικότητα της στιγμής. Οι φυσικοί ήχοι όπως οι ψυχρές φωνές στα τηλέφωνα, τα φρένα των αυτοκινήτων στους δρόμους, ο ήχος των γυναικείων τακουνιών στην άσφαλτο ή τις πλάκες του πεζοδρομίου, οι πόρτες που τρίζουν, οι πυροβολισμοί, οι κραυγές ή στριγκλιές αυτών που κινδυνεύουν ή φοβούνται, όλα μαζί εντείνουν την αγωνία του θεατή και τον ωθούν να συμπάσχει με τους ήρωες.  

Δομή και Αφηγηματικές Τεχνικές

Το σενάριο στη μαύρη ταινία είναι ασυνήθιστα περίπλοκο, με πολλά φλάσμπακς και άλλες αφηγηματικές τεχνικές  που διακόπτουν και κάποτε ξεστρατίζουν τη λογική αλληλουχία της πλοκής. Η off αφήγηση, σε πρώτο συνήθως πρόσωπο, που είναι η φωνή του κεντρικού ήρωα, είναι ένα ακόμη χαρακτηριστικό του νουάρ  της κλασικής περιόδου. Για παράδειγμα, στην ταινία H Kυρία της Λίμνης (Lady in the Lake)(1947), η πρωτοπρόσωπη αφήγηση ταυτίζεται με ένα διαρκές υποκειμενικό πλάνο του ήρωα, το πρόσωπο του οποίου το βλέπουμε μόνο όταν περνά μπροστά ή κοιτάζεται μέσα σε κάποιο καθρέφτη.
 


Μύθος, ήθος των ηρώων, δραματικός χώρος

Τα θέματα των υποθέσεων  του είδους περιστρέφονται γύρω είναι τη ζήλια, το φόνο, την προδοσία,  την απιστία, που προκύπτουν από την εγγενή μοιρολατρία των ηρώων. Το έγκλημα, κυρίως κάποια δολοφονία, είναι στοιχείο σχεδόν όλων των φιλμ νουάρ, με κύριο κίνητρο, εκτός από την απληστία, τη ζήλια. H βασική πλοκή συνήθως περιλαμβάνει κάποια έρευνα για την εξιχνίαση του εγκλήματος από έναν ιδιωτικό ντετέκτιβ, έναν αστυνομικό, που συνήθως δρα μόνος του, ή από κάποιον ερασιτέχνη που τα στοιχεία του εγκλήματος έλκουν το ενδιαφέρον του. Άλλα κοινά στοιχεία πολλών σεναρίων είναι το ότι οι πρωταγωνιστές εμπλέκονται σε ληστείες ή τεχνάσματα εξαπάτησης ή σε δολοφονικές συνωμοσίες που απορρέουν από  απιστία ή από τις ερωτικές σχέσεις μεταξύ των ηρώων. Οι αβάσιμες υποψίες και οι κατηγορίες για προδοσία είναι, επίσης, συχνά στοιχεία της πλοκής.

Το ήθος των νουάρ ηρώων έχει περισσότερα ελαττώματα και ηθικά διλήμματα από το μέσον όρο ενός κοινού ανθρώπου και τις περισσότερες φορές είναι ξεπεσμένα κοινωνικά πρόσωπα ή απόκληροι. Ένα βασικό τυπολόγιο ηρώων θα μπορούσε να είναι το ακόλουθο: σκληροτράχηλοι ντετέκτιβ, μοιραίες γυναίκες, διεφθαρμένοι αστυνομικοί, ζηλιάρηδες σύζυγοι, πράκτορες ασφαλιστικών εταιριών, άπληστοι αστοί, που όλοι τους καπνίζουν αρειμανίως.

Ο χώρος που εκτυλίσσεται η νουάρ ιστορία είναι συνήθως ο αστικός χώρος και συγκεκριμένα κάποιες πόλεις, που είναι συνήθως το Λος Άντζελες, το Σαν Φρανσίσκο, η Νέα Υόρκη και το Σικάγο. Τα μπαρ, τα νυχτερινά μαγαζιά και οι χαρτοπαιχτικές λέσχες είναι τα στέκια που δένονται, ή λύνονται, οι διαφορές ίντριγκες και συνυφαίνονται οι συνωμοσίες. Οι κρίσιμες σκηνές ή οι σκηνές των τελικών αποκαλύψεων,  πολλών ταινιών διαδραματίζονται σε βιομηχανικούς χώρους, όπως διυλιστήρια, εργοστάσια, αμαξοστάσια τρένων, μονάδες παραγωγής ενέργειας πάντοτε νύχτα και ενίοτε υπό βροχή. Ένα κλισέ που ανατρέπεται από το σύγχρονό  νέο-νουάρ όπου όλα γίνονται μέρα κάτω από άπλετο φως, αλλά σε ερημικούς και απόμερους τόπους. 

Το κοσμοείδωλο και η ηθική 

Σε όλες τις νουάρ ταινίες υπάρχει διάχυτη μια βαθιά  απαισιοδοξία. Οι κλασικές ιστορίες έχουν να κάνουν με ανθρώπους  που μπλέκονται, άθελά τους, σε απίθανες καταστάσεις, τις οποίες δεν προκάλεσαν οι ίδιοι, ανθρώπους που παλεύουν ενάντια στη μοίρα τους, η οποία, όπως όλα δείχνουν,  τους έχει ξεγραμμένους. Ο διεφθαρμένος κόσμος  μέσα στον οποίο κινούνται οι ταινίες απεικονίζει  το αμερικανικό κοινωνικό τοπίο της εποχής, δηλαδή την έντονη ανησυχία και την αποξένωση που ακολούθησαν μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.


Η ηθική του νουάρ είναι πολύ χαλαρή, αν και ο Κώδικας Χέιζ υποχρέωνε όλες τις ταινίες της κλασικής περιόδου να δείχνουν ότι η αρετή πάντοτε στο τέλος θριαμβεύει, ότι δεν πρέπει να παραβιάζονται οι νόμοι, να μη γελοιοποιείται η θρησκεία, να αποφεύγονται τα λάγνα φιλιά και οι σκηνές πάθους, στην πλειοψηφία τους οι μαύρες ταινίες είναι γεμάτες από αυτά τα απαγορευμένα, είτε κυριολεκτικά, είτε μεταφορικά, είτε με ολοφάνερους υπαινιγμούς. Ας μην ξεχνάμε ακόμη ότι σε πολλά μεταγενέστερα νουάρ το κακό θριαμβεύει, τρανό παράδειγμα η  Chinatown (1974), του Πολάνσκι.
 

Οι επιρροές


Κινηματογραφικές

Στην τέχνη δεν υπάρχει παρθενογένεση, όποιος το είπε αυτό είχε απόλυτο δίκαιο, έτσι και το φιλμ νουάρ κουβαλάει μέσα του  διάφορες επιρροές κινηματογραφικές αλλά και λογοτεχνικές.

Η αισθητική των νουάρ ταινιών έχει επηρεαστεί βαθύτατα από τον Γερμανικό Εξπρεσιονισμό, ένα δυνατό καλλιτεχνικό κίνημα των δεκαετιών του ’10 και του ’20 που επηρέασε το θέατρο, τη φωτογραφία, τη ζωγραφική, τη γλυπτική, την αρχιτεκτονική και τον κινηματογράφο. Υπό την απειλή της ναζιστικής λαίλαπας που σάρωνε τότε τη Γερμανία δόθηκε η ευκαιρία σε πολλούς και σημαντικούς σκηνοθέτες να μεταναστεύσουν στις ΗΠΑ και να εργαστούν στην ακμάζουσα  κινηματογραφική βιομηχανία του Χόλυγουντ.

Οι σκηνοθέτες αυτοί,  που εργάζονταν στη Γερμανία, σχετίζονταν άμεσα με το κίνημα του εξπρεσιονισμού ή υπήρξαν μαθητές παλαιότερων εκπροσώπων του κινήματος. Ο Φριτς Λανγκ, ο Ρόμπερτ Σιόντμακ και ο Μάικλ Κερτίζ έφεραν μαζί τους ένα νέο ύφος που έδινε  δραματικό τόνο στο φωτισμό και φόρτιζε  το κάδρο με μια  ψυχολογικής τάξεως έκφραση. Για παράδειγμα, η ταινία του Φριτς Λανγκ Μ, ο Δράκος του Ντίσελντορφ (1931), γυρισμένη δυο χρόνια πριν  φύγει του από τη Γερμανία, είναι ανάμεσα στις πρώτες μεγάλες αστυνομικές ταινίες του ομιλούντος κινηματογράφου, με ένα χαρακτηριστικό στυλ σκηνοθεσίας και ένα σενάριο που θυμίζει νουάρ. Στο Μ, εκτός από τον ήρωα που είναι  εγκληματίας εισάγεται για πρώτη φορά το θέμα της εγκληματικής παθολογίας.
Οι ταινίες του Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ  που γεννήθηκε στη Βιέννη αλλά μεγάλωσε στις ΗΠΑ,  Σαγκάη Εξπρές(1932) (Shanghai Express), Ο Διάβολος είναι Γυναίκα (1935) (The devil is a Woman), με τον έντονο ερωτισμό τους και την μπαρόκ αισθητική στην εικαστική σύνθεση του πλάνου, μπορούν να θεωρηθούν ως σοβαρές επιρροές.

Ο γαλλικός ποιητικός ρεαλισμός της δεκαετίας του ’30, με το ρομαντικό μοιρολατρικό του ύφος και τους «καταραμένους» ήρωες του, επηρεάζει και αυτός το νουάρ. Τα εικοπλαστικά και σενάριά ευρήματα, καθώς και η οφ αφήγηση στον Πολίτη Κέιν  (1941) (Citizen Cane) του ΄Ορσον Γουέλες, που δεν είναι νουάρ, τον κάνουν πρόδρομο πολλών κλασικών  νουάρ ταινιών.
 

Το είδος επηρέασε επίσης και ο ιταλικός νεορεαλισμός της δεκαετίας του ’40, με το ντοκιμαντερίστικο ύφος του που απέπνεε αυθεντικότητα. Το Χαμένο Σαββατοκύριακο (1945) (Lost Weekend), του Μπίλι Γουάιλντερ, και  η Γυμνή Πόλη (1948) (Naked City), του Ζιλ Ντασέν, καθώς και ένας σημαντικός αριθμός ταινιών που γυρίστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ’40 και τις  αρχές του ’50, οφείλουν την ημι-ντοκιμαντερίστικη προσέγγιση τους στους νεορεαλιστές.

Λογοτεχνικές  

Κύρια λογοτεχνική επιρροή στο φιλμ νουάρ άσκησε η σχολή του αμερικανικού αστυνομικού μυθιστορήματος (Hardboiled school of American detective and crime fiction) όπου δέσποζαν, κατά την πρώτη περίοδο της, συγγραφείς όπως ο Ντάσιελ Χάμετ,  που το πρώτο μυθιστόρημά του, Ο Κόκκινος Θερισμός (RedHarvest),τυπώθηκε, το 1929 και ο Τζέημς Κέην του οποίου, Ο Ταχυδρόμος Χτυπάει Πάντα Δύο Φορές  (ThePostman Always Rings Twice),εμφανίστηκε πέντε χρόνια αργότερα. Οι ιστορίες αυτών των πρωτοπόρων εκλαϊκεύτηκαν μέσα από τα  λαϊκά περιοδικά που τυπώνονταν σε φτηνό χαρτί (pulp magazines),όπως η Μαύρη Μάσκα. Οι κλασικές  ταινίες, Το Γεράκι της Μάλτας (1941), (Maltese Falcon)  και Το Γυάλινο Κλειδί (1942) (TheGlass Key), βασίζονται σε βιβλία του Χάμετ. Στα μυθιστορήματα του Κέην βασίστηκαν οι ταινίες, Διπλή Ταυτότητα, ή Κολασμένη Αγάπη(1944) (Double Indemnity), του Μπλίλυ Γουάιλντερ, Θύελλα σε Μητρική Καρδιά (1945), (Mildred Pierce) του Μάικλ Κέρτιζ και Ο ταχυδρόμος Χτυπάει Πάντα Δύο Φορές (1946) του Τάη Γκέρνετ (Tay Gurnett).   
 
To 1939, εμφανίζεται ο Ρέιμοντ Τσάντλερ, που γρήγορα γίνεται ο γνωστότερος εκπρόσωπος της αμερικάνικης σχολής, με πρώτο του έργο το Πάθος και Αίμα (1939). Τα μυθιστορήματά του έγιναν μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες, ενώ είχε επιτυχία και σαν σεναριογράφος. Ο Τσάντλερ, όπως και ο Χάμετ, επικεντρωνόταν περισσότερο στο χαρακτήρα του ντετέκτιβ στις ιστορίες του, ενώ ο Κέιν δημιουργούσε λιγότερο ηρωικούς πρωταγωνιστές και εστίαζε στην ψυχολογική ανάλυσή τους παρά στην εξιχνίαση του εγκλήματος. ΄Ενας από τους παραγωγικότερους συγγραφείς του είδους, που κυριάρχησε τη δεκαετία του ’40, ήταν ο Κόρνελ Γούλριτς(Cornell Woolrich) με 13 ταινίες βασισμένες σε έργα του αναμεσά τους, ο Μαύρος Άγγελος (1946) (Black Angel), Προθεσμία ως την Αυγή (1946) (Deadline at Dawn), και Άγχος μέσα στη Νύχτα, (1947) (Fear in the Night.
 
Η κλασική περίοδος

Το αμερικάνικο φιλμ νουάρ απογειώνεται και φτάνει στις υψηλότερος κορυφές της δημιουργικής ακμής του τις  δεκαετίες του ’40 και του ’50,  που θεωρούνται ως η «κλασική περίοδός» του. Το πρώτο πραγματικό  νουάρ θεωρείται σήμερα η ταινία του Λιθουανού, σπουδαγμένου όμως στη Σοβιετική Ένωση, σκηνοθέτη Μπόρις Ίνγκστερ Stranger on the Third Floor, (1940), αν και αρχικά δεν είχε αναγνωριστεί ως το ξεκίνημα μιας νέας τάσης, πόσο μάλλον ενός νέου κινηματογραφικού είδους.
 
Τα περισσότερα φιλμ νουάρ της κλασικής περιόδου ήταν χαμηλού κόστους, χωρίς ιδιαίτερα διάσημους πρωταγωνιστές. Σε αυτό το πλαίσιο, καθώς οι συγγραφείς, οι σκηνοθέτες και οι φωτογράφοι  δεν περιορίζονταν από συμβατικά στοιχεία που θα έπρεπε να έχει κάθε ταινία μεγάλης χολιγουντιανής παραγωγής, ήταν ελεύθεροι να πειραματιστούν. Από αυτήν την πειραματική τάση αναπτύχθηκαν δυο διαφορετικές αισθητικά στυλ το εξπρεσιονιστικό αρχικά και στη συνέχεια το ημι-ντοκιμαντερίστικο. Ένα άλλο νέο στοιχείο της αφήγησης ήταν τα περίπλοκα φλάσμπακ που απουσίαζαν ή ήταν σπάνια στις άλλες χολιγουντιανές ταινίες. Η αυστηρότητα του περίφημου Κώδικα Χέιζ που επέβαλε στις ταινίες να έχουν «κόσμιο» περιεχόμενο, χωρίς μοιχείες και δικαιωμένους εγκληματίες δεν απέτρεψε τους δημιουργούς να κάνουν ταινίες νουάρ που διέθεταν στοιχεία αρκετά ριψοκίνδυνα για την εποχή.
Θεματικά τα φιλμ νουάρ ξεχώριζαν επειδή πολύ συχνά είχαν ως ηρωίδες  γυναίκες αμφιβόλου ηθικής. Η Φύλις Ντίτριχσον (ομόηχο σχεδόν της Ντίτριχ), στην Κολασμένη Αγάπη (1944), (Double Indemnity) του Μπίλυ Γουάιλντερ, που την έπαιζε η Μπάρμπαρα Στάνγουικ  ήταν η απαρχή μιας σειράς μοιραίων γυναικών που ανακάτευαν τις ζωές καλών και κακών ανδρών.  Ακολούθησε σειρά ταινιών με πρωταγωνίστριες «κακά κορίτσια», όπως η Ρίτα Χέιγουορθ στην Τζίλντα (1946), η ΛάναΤάρνερ στο Ο Ταχυδρόμος Χτυπάει πάντα Δύο Φορές (1946), η Άβα Γκάρντνερ στους Δολοφόνους (1946), (The killers) και η Τζέιν Γκρηρ στo Αμαρτωλοί και Δολοφόνοι (1947) (Out of the Past).  Ο ιδιωτικός ντεντέκτιβ, το κινηματογραφικό έτερον ήμισύ της φαμ φατάλ εμφανίζεται με  Το Γεράκι της Μάλτας (1941), είναι ο Σαμ Σπέιντ και τον παίζει ο το Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, ο Ντάνα ΄Αντριους, είναι Μαρκ Μακφέρσον στη   Λάουρα (1944)  και ο Ντικ Πάουελ ο Φίλπ Μάρλοου στο Ραντεβού με τον Θάνατο(1944), (Murder,My Sweet).
 
Η κυριαρχία του ντετέκτιβ ως πρωταγωνιστικού ρόλου  στα φιλμ νουάρ  μειώθηκε προϊούσης της δεκαετίας του ’50, και κέντρο βάρους γίνεται η ψυχολογία των ηρώων. Συν τω χρόνω, το χαρακτηριστικό οπτικό ύφος νουάρ άρχισε να φαίνεται ξεπερασμένο και οι μεταβαλλόμενες συνθήκες παραγωγής οδήγησαν σε διαφορετικές κατευθύνσεις τη βιομηχανία του Χόλυγουντ. Ορισμένοι μελετητές, ωστόσο, πιστεύουν πως το φιλμ νουάρ ποτέ δεν σταμάτησε να υπάρχει, αλλά συνέχισε να εξελίσσεται. ΄Ετσι, οι ταινίες σε ατμόσφαιρα νουάρ μετά τη δεκαετία του ’50 θεωρούνται συνέχεια των «κλασικών». Πολλοί κριτικοί όμως, δεν θεωρούν τις ταινίες αυτές αυθεντικά νουάρ του είδους, πιστεύουν ότι ανήκουν σε μια περιορισμένη χρονικά και γεωγραφικά περίοδο, και ό,τι ακολουθήσε το χρησιμοποίησε ως έμπνευση και ως επιρροή.  

Το νουάρ στην Ευρώπη

Είναι το νουάρ αποκλειστικά αμερικανική δημιουργία; Οι γνώμες διίστανται- άλλοι πιστεύουν ότι το κλασικό φιλμ νουάρ είναι αποκλειστικότητα των HΠΑ  και άλλοι που το αντιμετωπίζουν ως παγκόσμιο φαινόμενο.
Κατά την κλασική περίοδο, πολλές ταινίες με νουάρ ύφος και θεματολογία   γυρίστηκαν και εκτός Ηνωμένων Πολιτειών. Για παράδειγμα, ο Ζίλ Ντασέν που λόγω της «μαύρης λίστας» του Μακάρθυ κατέφυγε, στις αρχές του ’50, στη Γαλλία, σκηνοθέτησε μια από τις γνωστότερες γαλλικές νουάρ ταινίες, το Ριφιφί (1955). Στη Βρετανία ο Κάρολ Ρηντ, επηρεασμένος περισσότερο από το γαλλικό ποιητικό ρεαλισμό και λιγότερο απόν την αμερικανική εκδοχή του εξπρεσιονισμού, γυρίζει τον Τρίτο Άνθρωπο (1949) (Third Man).
Στην Ιταλία, ο Λουκίνο Βισκόντι σκηνοθέτησε τους Διαβολικούς Εραστές (1943) (Ossessione) μια μεταφορά της ταινίας «Ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυο φορές», στην Ιταλία της εποχής, η οποία θεωρείται καθοριστική και για την ανάπτυξη του νεορεαλισμού. Στην Ιαπωνία, ο Ακίρα Κουροσάβα σκηνοθέτησε ταινίες που θεωρούνται ως νουάρ όπως οι: Μεθυσμένος Άγγελος (1948), Λυσσασμένος Σκύλος (1949), Οι κακοί κοιμούνται ήσυχα, που είναι μια διασκευή του Άμλετ.

Δεκαετίες 1960-1970 - Το Νέο-Νουάρ

Στην μετακλασική  περίοδο  εμφανίζονται ταινίες που συνειδητά αναγνώριζαν τις κλασικές συμβάσεις του είδους, και είτε τις αναβίωναν, είτε τις απέρριπταν, είτε επαναπροσδιόριζαν τα ιστορικά αρχέτυπα της κλασικής μορφής. Το είδος αυτό αποκαλείται νεο-νουάρ. Η πιο αναγνωρίσιμη ταινία της περιόδου είναι η Chinatown (1974) του Ρόμαν Πολάνσκι, ενώ ο Μάρτιν Σκορσέζε και ο σεναριογράφος Πολ Σρέιντερ έφεραν την ατμόσφαιρα του παλιού νουάρ αντιμέτωπη με τη σύγχρονη καθημερινότητα με τον Ταξιτζή (1976) (Taxi Driver). Τα πιο γνωστά φιλμ νουάρ της δεκαετίας του ’70 ήταν ουσιαστικά ριμέικ κλασικών ταινιών, ενώ τηλεοπτικές αστυνομικές σειρές της αμερικανικής τηλεόρασης εκείνης της εποχής αναβίωσαν την «σκληροπυρηνική» (hardboiled) παράδοση των αστυνομικών μυθιστορημάτων.
 
Δεκαετίες 1980-1990


Η αλλαγή της δεκαετίας ήρθε με την ασπρόμαυρη ταινία του Σκορσέζε Οργισμένο είδωλο (Raging Bull). Ο Μάικλ Μαν και άλλοι σύγχρονοί του σκηνοθέτες, δημιουργούν ταινίες νεο-νουάρ, όπου η κλασική θεματολογία προσαρμόζεται στη συγκαιρινή του ιστορική στιγμή, με ανανεωμένο οπτικό στυλ και μουσική επένδυση ροκ ή χιπ χοπ.
 Η βραβευμένη με Όσκαρ ταινία Λος Άντζελες: Εμπιστευτικό,(1997) (L.A. Confidential) βασισμένη σε μυθιστόρημα του Τζέιμς Έλροι, είναι ένα νουάρ επίτηδες ρετρό. Η ιστορία του, με ανήθικους αστυνομικούς και φαμ φατάλ φαίνεται να βγαίνει κατευθείαν από ταινία του 1953.
Ο Ντέιβιντ Φίντσερ, μετά την τεράστια επιτυχία της ταινίας του  Se7en (1995), γύρισε το  Fight Club, μια sui generis μείξη νουάρ αισθητικής και κωμωδίας στα όρια του παραλόγου.
Το Fargo (1996), των αδελφών Κοέν, είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα νέο-νουάρ. Το Μπλε Βελούδο (1986)(Blue Velvet) του Ντέιβιντ Λιντς, συνδυάζει στοιχεία του νουάρ με μια εξαιρετικά περίπλοκη ψυχογραφία του ψυχοπαθή ήρωά του.
 
Ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ, στην ταινία του το Γυμνό Γεύμα,(1991) (Naked Lunch), που βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Γουίλιαμ Μπάροουζ, σμίγει την νουάρ ατμόσφαιρα με τον σουρεαλισμό. Μια αρχετυπική σύγχρονη φαμ-φατάλ είναι η Σάρον Στόουν στο Βασικό Ένστικτο (1992),(Basic Instinct), του Πολ Βερχόβεν.
Οι ταινίες του Κουεντίν Ταραντίνο που έρχονται πιο κοντά στις κλασικές νουάρ, αλλά συνταιριάζουν και στοιχεία Β-movie, είναι οι: Reservoir Dogs(1992), Pulp Fiction (1994).

2000 και μετά

Ο Άνθρωπος που δεν ήταν Εκεί (2001) (The Man who  Wasn’t There),των αδελφών Κοέν, είναι ένα ασπρόμαυρο μελόδραμα  επάνω στα αρχάρια της νουάρ παράδοσης. Η ταινία του Ντέιβιντ Λιντς,  Οδός Μαλχόλαντ (2001) (Mulholland Drive) συνέχισε το χαρακτηριστικό του ύφος, θέτοντας το κλασικό νουάρ φόντο του Λος Άντζελες ως το θέατρο ενός ψυχολογικού παζλ. Ανάμεσα στους σκηνοθέτες του είδους της δεκαετίας αυτής θα πρέπει να κατατάξουμε και τον Κρίστοφερ Νόλαν, με τα έργα του Memento (2000), και τα σκοτεινά Batman Begins (2005) και Ο Σκοτεινός Ιππότης (2008), (Dark Knight).
 
Η Αμαρτωλή Πόλη(2005) (Sin City), του Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ, μια στυλιζαρισμένη ασπρόμαυρη ταινία με παράξενες έγχρωμες πινελιές, που στηρίζεται σε μια σειρά νουάρ κόμικ του Φρανκ Μίλερ. Και άλλες όμως εικονογραφημένες νουβέλες έγιναν ταινίες όπως Ο Δρόμος της Απώλειας (2002) (Road to Perdition), του Σαμ Μέντες και Το Τέλος της Βίας (2005) (A History of Violence)  του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ.
 
O ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΚΑΙ TO FILM NOIR
 
Την ίδια δυστοκία που συναντήσαμε όταν προσπαθήσαμε, στην αρχή αυτού του σημειώματος, να ορίσουμε τι είναι το Film Noir, βρίσκουμε και τώρα που, εν συντομία, θα διερευνήσουμε τη σχέση του νουάρ και του ελληνικού κινηματογράφου.
Ποιες ταινίες είναι πράγματι νουάρ, ποιες «ψευτονουάρ» και ποιες κοινωνικά μελοδράματα με αστυνομική υπόθεση; Απ’ όλα έχει ο λαϊκός ελληνικός κινηματογράφος με την μεταπρατική αισθητική του, ενώ ο κινηματογράφος των δημιουργών, που τον αντιπροσωπεύουν οι  κινηματογραφικά και αισθητικά εξατομικευμένοι σκηνοθέτες μας, καίτοι λάτρεις του είδους οι ίδιοι, ή δεν ασχολήθηκαν ή όταν ασχολήθηκαν τα νουάρ τους ήταν εν μέρει νουάρ και εν μέρει  κοινωνικοπολιτικά δοκίμια.
Κατ’ αρχάς ας εξετάσουμε αν συντρέχουν στον τόπο μας εκείνες οι συνθήκες που γέννησαν το είδος στις ΗΠΑ. Είχαμε κάτι που να μοιάζει με το κραχ του 1929; Τηρουμένων των αναλογίων είχαμε τον Εμφύλιο Πόλεμο. Είχαμε pulp παραλογοτεχνία; Είχαμε τα φτηνά λαϊκά περιοδικά με τις αστυνομικές ιστορίες τη Μάσκα, τη Μασκούλα και το Μυστήριο, όπου δέσποζε  ο Τζίμης Κορίνης, συγγραφέας, εκδότης και εμψυχωτής της εγχώριας pulp fiction. Είχαμε συγγραφείς που να ειδικεύονται στην αστυνομική λογοτεχνία; Είχαμε την εμβληματική μορφή του Γιάννη Μαρή, που πολλά μυθιστορήματά του έγιναν, από τον ίδιον, σενάρια για ταινίες.
Σύμφωνα με τα παραπάνω θα έπρεπε να έχουμε ένα σώμα ταινιών που να κατηγοριοποιούνται κάτω από την ετικέτα Film Noir. Κι όμως η σχέση του ελληνικού κινηματογράφου με το είδος παραμένει ιδιόρρυθμη και sui generis.
Την αρχή αυτή της παράξενης σχέσης, άλλοι την τοποθετούν στο 1954, με το Ποντικάκι, του Νίκου Τσιφόρου, και άλλοι το 1956, με το Δράκο, του Κούνδουρου.



Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης σε ένα αφιέρωμα του στο Ελληνικό νουάρ που έκανε, το 2007, πρόβαλε 15 ταινίες με χρονική γκάμα από το 1958 έως το 2004, και με σκηνοθέτες από τον Ντίνο Κατσουρίδη, τον Ντίνο Δημόπουλο έως τον  Νίκο Ζερβό. Η προσπάθεια κάποιων να κατατάξουν το Νίκο Νικολαΐδη στη παραπάνω παρέα είναι πέρα για πέρα λανθασμένη.
Το αφιέρωμα, που αναγκαστικά θα γίνει ο μπούσουλάς μας, λόγω ελλείψεως άλλης βιβλιογραφίας, τοποθετεί την αρχή του ελληνικού νουάρ το 1958, με την ταινία Ο ΄Ανθρωπος του Τραίνου του Ντίνου Δημόπουλου, σε σενάριο του Γιάννη Μαρή, από το ομώνυμο μυθιστόρημά του και συνεχίζει:

Έγκλημα στα Παρασκήνια (1960)- σκηνοθεσία: Ντίνος Δημόπουλος, σενάριο: Γιάννης Μαρής.
Εφιάλτης (1961)- σκηνοθεσία-σενάριο: Ερρίκος Ανδρέου.
Οι Αδίστακτοι,(1965)- σκηνοθεσία: Ντίνος Κατσουρίδης, σενάριο: Νίκος Φώσκολος.
Ο Ζεστός Μήνας Αύγουστος (1966)- σκηνοθεσία-σενάριο: Σωκράτης Καψάσκης.
Ντάμα Σπαθί (1966)- σκηνοθεσία: Γιώργος Σκαλενάκης, σενάριο: Γιάννης Τζιώτης. Πανικός (1969)-  σκηνοθεσία-σενάριο: Σταύρος Τσιώλης. Ληστεία στην Αθήνα (1969)- σκηνοθεσία-σενάριο: Βαγγέλης Σερντάρης. Επικίνδυνο Παιχνίδι (1982)- σκηνοθεσία-σενάριο: Γιώργος Καρυπίδης. Παρεξήγηση (1983)-σκηνοθεσία-σενάριο: Δημήτρης Σταύρακας. Υπόγεια Διαδρομήn (1983)- σκηνοθεσία: Απόστολος Δοξιάδης, σενάριο: Πέτρος Τατσόπουλος.
Κλειστή Στροφή (1991)- σκηνοθεσία-σενάριο: Νίκος Γραμματικός.
Τα Σκυλιά Γλείφουν την Καρδιά μου (1993)- σκηνοθεσία-σενάριο: Νίκος Τριανταφυλλίδης.
Στη Σκιά του Λέμυ Κώσιον (2002)-  σκηνοθεσία-σενάριο: Νίκος Ζερβός. Πορεία (2004)- σκηνοθεσία-σενάριο: Σταύρος Παρχαρίδης. 
Το αφιέρωμα επιμελήθηκε ο κριτικός Αλέξης Δερμεντζόγλου, και είναι φυσικό να αντανακλά τη δίκη του άποψη για τη σχέση του Ελληνικού Κινηματογράφου με το νουάρ. Ο επιμελητής παρακάμπτει την ταινία του Τζανή Αλιφέρη, Εγκλημα στο Κολωνάκι, σε σενάριο Γιάννη Μαρή. Αγνοεί τον σκηνοθέτη Κώστα Ανδρίτσο Το Κάθαρμα(1963),Κραυγή (1964), Βρώμική Πόλις (1965)). Απουσιάζει επίσης ο «νουάρ» Δαλιανίδης, Όταν ηΠόλη Πεθαίνει, (1969) σε σενάριο Νίκου Φώσκολου, και Χωρίς Ταυτότητα(1963) σε σενάριο Γιάννη Μαρή.  Αφήνει επίσης έξω από το κριτικό του κόσμο τη Λόλα του Ντίνου Δημόπουλου σε σενάριο του Ηλία Λυμπερόιπουλου που είναι ίσως η πιο νουάρ ελληνική ταινία.
Από την άποψη της ερμηνείας δεσπόζουν, χωρίς αντιπάλους, ο Γιώργος Φούντας με το έξοχο γωνιώδες πρόσωπό του και η απόλυτη ανδρική ομορφιά του Νίκου Κούρκουλου. Η Τζένη Καρέζη (Λόλα),είναι η ελληνική εκδοχή της φαμ φατάλ, με τη Μάρω Κοντού, την Βούλα Χαριλάου, την Ελένη Χατζηαργύρη, να την ακολουθούν χωρίς ποτέ να την φτάνουν.
 
 
Και τηλεόραση όμως πλησίασε το νουάρ  με τις σειρές, που βασίστηκαν σε μυθιστορήματα του Γιάννη Μαρή, Η Εξαφάνιση του Τζων Αυλακιώτη (Ερρίκος Ανδρέου-1985), Ο Θάνατος του Τιμόθεου Κώνστα(Ερρίκος Ανδρέου -1987), που δεν ξεπερνούν τη μετριότητα. Οι σειρές Κόκκινος Κύκλος (2000-2002) και η 10η Εντολή(2004-2015) του Πάνου Κοκκινόπουλου είχαν σε κάποια επεισόδιά τους ύφος και ρυθμό γνήσιού νουάρ.
Δύο  άλλες σειρά που θεματολογικά τουλάχιστον μπορεί να ενταχθούν στο νουάρ ήταν Τα Μαύρα Μεσάνυχτα(2008-2009),  του Πάνου Κοκκινόπουλου. Και οι Ιστορίες του Αστυνόμου Μπέκα, (2006-2008), του  ήρωα του Γιάννη Μαρή. Εδώ θα ήταν παράληψη εάν δεν αναφέραμε τις δύο τηλεοπτικές μεταφορές των μυθιστορημάτων του Πέτρου Μάρκαρη Νυχτερινό Δελτίο (1998) και ΄Αμυνα Ζωής (2007) των Φίλιππου Τσίτου και Λευτέρη Χαρίτου. Με τον αείμνηστο Μηνά Χατζησάββα στο ρόλο του αστυνόμου Κώστα Χαρίτου
Την τηλεοπτική αυτήν προσπάθεια σάρκωσε μια σειρά νέων ηθοποιών: Στέλιος Μάϊνας, Οδυσσέας Παπασπηλιώπουλος, Αντώνης Καφετζόπουλος, Ιεροκλής Μιχαηλίδης, Γιάννης Στάνκογλου, Καριοφυλιά Καραμπέτη, Παναγιώτα Βλαντή. 
Από τους νεότερους Έλληνες σκηνοθέτες, μια σπουδαία γενιά που έχει αφήσει προ πολλού πίσω της το βλαχοδημαρχικό μοντέλο του Φίνου και διαλέγεται με την τέχνη του σε ένα υπερεθνικό επίπεδο, αντλώντας αξίες και από τον ευρωπαϊκό και από τον αμερικάνικο κινηματογράφο, θα ήθελα να ξεχωρίσω την όντως νουάρ ταινία του Αλέξη Αλεξίου, Τετάρτη 04.45.
Εν κατακλείδι, το ελληνικό νουάρ είναι μια αναζήτηση που  δεν έφτασε ακόμη στο αναζητούμενο. Στη λαϊκή εκδοχή του ήταν ένα κοινότοπο μελόδραμα (ας όψεται ο Φώσκολος) και στην δημιουργική του φάση η ισορροπία ανάμεσα στις επιρροές και την αυθεντικότητα δεν έχει ακόμη ισοζυγιστεί.

Υ.Γ Οι φίλοι που ενδιαφέρονται για το ελληνικό νουάρ μπορούν να δούνε και να διαβάσουν: Φίλιππος Φιλίππου, Ιστορία της Ελληνικής Αστυνομικής Λογοτεχνίας, Πατάκης, Αθήνα, 2018.

Τον ιστότοπο της Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας: crimefictionclubgr.wordpress.com και ακόμη:
perinoir.blogspot.gr, την πολύ ενδιαφέρουσα μεταπτυχιακή εργασίας της Αννας Κοντοπίδου, Πτυχές του Αστυνομικού Μυθιστορήματος στην Ελλάδα το Δεύτερο  Ήμισυ του 20ου Αιώνα, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 2009.

Οι προβολές πραγματοποιούνται κάθε Δευτέρα στις 20:30μμ με ελεύθερη είσοδο.

Το παρακάτω κείμενο συνοδεύει το Αφιέρωμα στο Film Noir που πραγματοποιείται στον Δημοτικό Κινηματογράφο Νέας Ιωνίας «Αστέρα» τον Μάιο.

Όλες οι σημαντικές και έκτακτες ειδήσεις σήμερα

Σχολεία: Αλλάζουν οι ώρες αποχώρησης των μαθητών

Παν.Πατρών: Μοριοδοτούμενο σεμινάριο ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗΣ με μόνο 65Є εγγραφή - έως 24 Απριλίου

Μοριοδοτούμενο σεμινάριο Ειδικής Αγωγής (ΕΛΜΕΠΑ) με μόνο 50Є εγγραφή- αιτήσεις ως 24/4

2ος Πανελλήνιος Γραπτός Διαγωνισμός ΑΣΕΠ: Τα 2 μαθήματα εξέτασης και η ύλη

Proficiency και Lower μόνο 95 ευρώ σε 2 μόνο ημέρες στα χέρια σας (ΧΩΡΙΣ προφορικά, ΧΩΡΙΣ έκθεση!)

ΕΥΚΟΛΕΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ και ΙΤΑΛΙΚΩΝ για εκπαιδευτικούς - Πάρτε τις άμεσα

Google news logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Google News Viber logo Ακολουθήστε το Alfavita στo Viber

σχετικά άρθρα